Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2016

Τι γίνεται με αυτούς που πέθαναν;



Υπάρχουν ορισμένα ερωτήματα που αν και δεν έχουν ιδιαίτερη θεολογική βαρύτητα τα χαρακτηρίζει μία συναισθηματική φόρτιση. Ένα τέτοιο θέμα είναι και η ερώτηση που θα μελετήσουμε σ' αυτό το άρθρο. Η απάντησή αυτού του ερωτήματος εντάσσεται σε μια ευρύτερη προβληματική που αφορά αυτό που στη γλώσσα της θεολογίας καθιερώθηκε να ονομάζεται "ενδιάμεση κατάσταση".


Με τον όρο αυτό αναφερόμαστε στο διάστημα που μεσολαβεί από τη στιγμή του θανάτου κάποιου (για να μπορέσουμε να είμαστε πιο συγκεκριμένοι θα περιορίσουμε την μελέτη μας στην περίπτωση των πιστών ανθρώπων) μέχρι την "παρουσία" του Κυρίου και την ανάσταση των νεκρών. Η Βίβλος, θα πρέπει να ομολογήσουμε, είναι εξαιρετικά λιτή στις αναφορές της στην περίοδο αυτή και ό,τι γνωρίζουμε το συνάγουμε κυρίως από έμμεσες αναφορές.

Μία εικόνα που η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί συχνά για περιγράψει αυτό το μεσοδιάστημα είναι ο "ύπνος" (για μερικά παραδείγματα δες Ματθαίος θ:24, κζ:52, Ιωάννης ια:11, Πράξεις ζ:60, Α’ Κορινθίους ιε:6, 18, 20, 51, Α’ Θεσσαλονικείς δ:13, ε:10). Η κατανόηση του νοήματος αυτής της περιγραφής έχει σχέση και με το ερώτημά μας. Άραγε με την εικόνα του "ύπνου" ο λόγος του Θεού μας διδάσκει ότι πεθαίνοντας ο πιστός περνά σε μία κατάσταση "ασυνειδησίας", σε μία μορφή "ασυναίσθητης" ύπαρξης; Πιστεύω ότι η απάντησή μας θα πρέπει να είναι αρνητική. 

Πρώτα από όλα είναι αναγκαίο να μην ξεχάσουμε ότι μιλούμε για μία μεταφορά. Κανείς δεν κατανοεί την περιγραφή του θανάτου ως ύπνου με τρόπο κυριολεκτικό γιατί τότε θα αρνιόταν την πραγματικότητα του θανάτου (για μία σαφή διευκρίνηση ότι ο θάνατος δεν είναι ένα είδος ύπνου σύγκρινε το Ιωάννης ια:11 με το Ιωάννης ια:14). Όλοι καταλαβαίνουμε πως όταν ο λόγος του Θεού μιλά για νεκρούς και τους περιγράφει ως ανθρώπους που κοιμούνται δεν εννοεί ότι κοιμούνται με την έννοια που εμείς κοιμηθήκαμε χθες βράδυ αλλά το κάνει έχοντας μία σαφή μεταφορική πρόθεση. Ο θάνατος λοιπόν δεν είναι μία μορφή ύπνου αλλά μοιάζει με τον ύπνο. Η ερώτηση όμως είναι με ποιον τρόπο; Πώς ο θάνατος μοιάζει με τον ύπνο; Σε τι αναφέρεται η μεταφορά του ύπνου;

Πιστεύω ότι πρέπει να απορρίψουμε την δημοφιλή ερμηνεία που βλέπει τον ύπνο σαν μία μεταφορά σε μία κατάσταση "ασυναισθησίας". Ο λόγος είναι οι αρκετές και σαφείς αναφορές της Βίβλου που δείχνουν ότι στην "ενδιάμεση κατάσταση" οι πιστοί έχουν συναίσθηση και συνείδηση του τι συμβαίνει. Η πρώτη περικοπή στην οποία θα αναφερθούμε είναι η παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου στο Λουκά ις:19 -31.

Το κρίσιμο σημείο στην παραβολή αυτή σε σχέση με τη μελέτη μας είναι το ότι για να έχει νόημα προϋποθέτει σαν δεδομένο το ότι όσοι πέθαναν βρίσκονται σε μία κατάσταση "ενσυνείδητης" ύπαρξης. Αν αυτό δεν ήταν έτσι τότε όλη η παραβολή δεν έχει αξία και νόημα.

Επίσης στην Φιλιππησίους α:21-23 ο απ. Παύλος περιγράφει την εμπειρία του θανάτου σαν την περίσταση που θα τον οδηγήσει να είναι με τον Χριστό. Το ενδιαφέρον σημείο εδώ είναι ότι αντιπαραβάλλει την εμπειρία του να είναι "με τον Χριστό" με την εμπειρία του να "είναι μετά πάντων υμών (των πιστών στους Φιλίππους)" (εδ.25). Ο Παύλος περιμένει ότι όπως τώρα βιώνει τη σχέση του με τους αδελφούς του έτσι θα βιώσει στην ενδιάμεση κατάσταση τη σχέση του με τον Ιησού.
Δύο ακόμη περικοπές τονίζουν το γεγονός ότι η εικόνα του ύπνου δεν δίνεται για να διδάξει ότι στην ενδιάμεση κατάσταση θα είμαστε ναρκωμένοι σε έναν βαθύ ύπνο. 

Αυτές έρχονται από την Αποκάλυψη όπου βλέπουμε το τι γίνεται στον ουρανό κατ' αυτή την περίοδο. Στην Αποκάλυψη ς:9-10 διαβάζουμε, "Και ότε ήνοιξε την πέμπτην σφραγίδα είδον υποκάτω του θυσιαστηρίου τας ψυχάς των εσφαγμένων δια τον λόγον του Θεού και δια την μαρτυρίαν την οποίαν είχον και έκραζον μετά φωνής μεγάλης λέγοντες, 'Εως πότε ω Δέσποτα άγιε και αληθινέ δεν κρίνεις και εκδικείς το αίμα ημών από των κατοικούντων επί της γης;...". Εδώ βλέπουμε πιστούς στην ενδιάμεση κατάσταση που κάθε άλλο από "κοιμισμένοι" είναι. Τους βλέπουμε να κράζουν στο Θεό με τρόπο που μας θυμίζει πολλούς Ψαλμούς. Αργότερα στο εδ.11 βλέπουμε το Θεό να τους απαντά ("ερρέθη προς αυτούς"). Επίσης στην Αποκάλυψη ζ:9-10 διαβάζουμε για ένα μεγάλο πλήθος οι οποίοι "ίσταντο ενώπιον του θρόνου και ενώπιον του Αρνίου ενδεδυμένοι στολάς λευκάς, έχοντες φοίνικας εν ταις χερσίν αυτών και κράζοντες μετά φωνής μεγάλης, έλεγον, Η σωτηρία είναι του Θεού ημών...". Οι πιστοί έχουν συνείδηση της πραγματικότητας.

Ερχόμαστε τώρα σύντομα να εξετάσουμε ποιο είναι το κεντρικό μήνυμα της μεταφοράς του ύπνου. Προτείνουμε λοιπόν ότι τονίζει τον προσωρινό χαρακτήρα αυτής της ενδιάμεσης κατάστασης. Η εμπειρία του θανάτου και του αποχωρισμού από το σώμα δεν είναι οριστική και τελική, είναι μεταβατική και προσωρινή. Αν προσέξουμε την χρήση της στη Βίβλο θα δούμε πάντα ότι συνδέεται με το γεγονός της ανάστασης. Για παράδειγμα στην περικοπή από την Α' Θεσσαλονικείς δ διαβάζουμε ότι αυτοί που κοιμούνται (εδ.13) θα αναστηθούν πρώτοι (εδ.16). Η κατάστασή τους λοιπόν δεν είναι πάγια και μόνιμη. Όπως κάποιος που κοιμάται ξυπνά, έτσι και αυτοί που πέθαναν κάποια στιγμή θα αναστηθούν. Αυτή η έννοια τονίζεται και από τον Κύριό μας, στο Ιωάννης ια:11 όταν στην περίπτωση του θανάτου του Λαζάρου λέει ότι "Λάζαρος ο φίλος ημών κεκοίμηται", εννοώντας ότι αυτό που του συνέβη είναι ανατρέψιμο και αναστρέψιμο. Έτσι συνεχίζει και λέει, "αλλά πορεύομαι ίνα εξυπνήσω αυτόν", εννοώντας φυσικά την ανάστασή του. Η μεταφορά του ύπνου λοιπόν δεν δόθηκε για να μας διδάξει ότι η ενδιάμεση κατάσταση είναι μία περίοδος ασυνειδησίας αλλά μία περίοδος προσωρινή.

Ερχόμαστε όμως τώρα στην καρδιά της ερώτησης. Είναι δυνατόν οι νεκροί να παρακολουθούν και να γνωρίζουν τι γίνεται στον κόσμο των ζώντων. Η μόνη περικοπή που ενδεχομένως θα μπορούσε να αποτελέσει βάση για να στηριχθεί η πιθανότητα ότι οι νεκροί παρακολουθούν αυτόν τον κόσμο είναι η προς Εβραίους ιβ:1. Εκεί ο συγγραφέας της επιστολής έχοντας μιλήσει σε ένα ολόκληρο κεφάλαιο για ήρωες της πίστης που έζησαν και έδρασαν στο παρελθόν καταλήγει μιλώντας στο παρόν, "Λοιπόν, και ημείς περικυκλωμένοι όντες υπό τοσούτου νέφους μαρτύρων, ας απορρίψωμεν παν βάρος και την ευκόλως εμπεριπλέκουσαν ημάς αμαρτίαν...". Η εικόνα που παρουσιάζει εδώ ο συγγραφέας είναι ότι οι πιστοί του παρελθόντος μας παρακολουθούν να τρέχουμε όπως οι θεατές σε ένα στάδιο παρακολουθούν τους αθλητές. Η συνειδητοποίηση αυτή θα πρέπει να αποτελεί κίνητρο για να τρέχουμε "τον προκείμενον εις ημάς αγώνα".

Τώρα, αν αυτή η εικόνα είναι ικανή βάση ώστε να υποστηρίζουμε γενικότερα ότι οι πιστοί από τον ουρανό γνωρίζουν και παρακολουθούν το τί γίνεται το αφήνουμε στον καθένα που προβληματίζεται με αυτή την ερώτηση να το αποφασίσει.