Λόγω των διαφορών στα φυσικά χαρακτηριστικά των συστημάτων γραφής, θα φαινόταν λογικό ότι ο εγκέφαλός μας διαβάζει με άλλο τρόπο τη μουσική απ’ ότι τη γλωσσική γραφή. Κι αυτό ακριβώς μάλλον συμβαίνει, τουλάχιστον έως κάποιο βαθμό.
Ο εγκέφαλός μας χρησιμοποιεί άλλο σύστημα για την ανάγνωση μουσικής και άλλο για την ανάγνωση κειμένου.
Για τον εγκέφαλό μας η ανάγνωση μουσικής είναι μια δραστηριότητα εκτεταμένη και πολυσύνθετη, που θα πει ότι ενεργοποιούνται πολλές διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου ταυτόχρονα, που περιλαμβάνουν λειτουργίες κινητικές, οπτικές, ακουστικές, οπτικοακουστικές, σωματαισθητικές, δηλαδή στον κροταφικό (πλευρική περιοχή) και μετωπιαίο λοβό και των δύο ημισφαιρίων, και στην παρεγκεφαλίδα (οπίσθια περιοχή), καθιστώντας έτσι την ανάγνωση μουσικής μια πραγματικά καθολική εγκεφαλική λειτουργία.
Με την εξάσκηση το νευρικό δίκτυο ενισχύεται. Ακόμη και η ανάγνωση μιας και μόνης νότας στο πεντάγραμμο, ενεργοποιεί αυτό το πολυσύνθετο δίκτυο στον εγκέφαλο των μουσικών.
Μολονότι η ανάγνωση μουσικής κι η ανάγνωση κειμένου βασίζονται σε κάποια κοινά εγκεφαλικά δίκτυα, πρόκειται για λειτουργίες που διαφοροποιούνται σε μεγάλο βαθμό. Ο τρόπος που ο εγκέφαλός μας ενεργοποιεί τα διάφορα εγκεφαλικά δίκτυα όταν διαβάζουμε μουσικά σύμβολα, διαφέρει απ’ όταν διαβάζουμε γράμματα.
Οι εγκεφαλικές βλάβες, ιδίως αν είναι εκτεταμένες όπως στην περίπτωση του Γάλλου συνθέτη Μωρίς Ραβέλ (Maurice Ravel, γνωστός στο πλατύ κοινό από το δημοφιλέστατο έργο του με τίτλο Μπολερό), είναι πολύ πιθανό να επηρεάσουν την ικανότητα ανάγνωσης τόσο στη μουσική όσο και στον γραπτό λόγο. Ο Ραβέλ έπασχε από μια μορφή μετωποκροταφικής άνοιας. Ωστόσο έχουν αναφερθεί και περιστατικά, όπου μια πιο περιορισμένη βλάβη έτυχε να επηρεάσει τη μία απ’ τις δύο λειτουργίες, και να αφήσει ανέπαφη την άλλη.
Ο Ίαν Μακ Ντόναλντ (Ian McDonald), νευρολόγος και ερασιτέχνης πιανίστας, μαρτυρεί την απώλεια και επαναφορά της ικανότητάς του να διαβάζει μουσική μετά από εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη, ενώ η ικανότητά του να διαβάζει γραπτό λόγο έμεινε ανεπηρέαστη. Ο Όλιβερ Σακς (Oliver Sacks) περιγράφει την περίπτωση μιας επαγγελματίας πιανίστας η οποία, υποφέροντας από μια εκφυλιστική εγκεφαλική πάθηση (φλοιώδη ατροφία), πρώτα έχασε την ικανότητά της να διαβάζει νότες, ενώ συνέχιζε να διαβάζει κείμενα για πολλά χρόνια. Σε μια άλλη περίπτωση, συνέβη το αντίστροφο, όπου ένας μουσικός ενώ έχασε την ικανότητά του να διαβάζει κείμενα, η ικανότητά του να διαβάζει νότες έμεινε ανέπαφη.
Περιστατικά όπου μουσική και γλώσσα επηρεάζονται με διαφορετικό τρόπο από εγκεφαλικές παθήσεις, εδώ και αιώνες εκπλήσσουν τους ερευνητές. Το παλαιότερο καταγεγραμμένο περιστατικό ανθρώπου ανίκανου να μιλήσει μετά από εγκεφαλική βλάβη, αλλά με ακέραιη την ικανότητά του να τραγουδάει, ήταν σ’ ένα άρθρο του 1745 με τίτλο Περί ενός μουγκού που τραγουδά.
Πιο πρόσφατα, ο Ρώσος συνθέτης Βησσαρίων Σέμπαλιν (Vissarion Shebalin), έχασε τις γλωσσικές του ικανότητες μετά από βαρύ εγκεφαλικό, ωστόσο δεν απώλεσε την ικανότητά του να συνθέτει.
Η διατήρηση της ικανότητας να τραγουδά κανείς ενώ έχει χάσει τη δυνατότητα να μιλά, οδήγησε στη δημιουργία μιας θεραπευτικής αγωγής που αποκαλείται Θεραπεία μελωδικού τονισμού (Melodic Intonation Therapy), που στην ουσία αντικαθιστά τον ομιλούμενο λόγο με τραγούδισμα. Αυτό επιτρέπει στον ασθενή να επικοινωνεί λεκτικά. Αυτές οι περιπτώσεις και πολλές άλλες φανερώνουν ότι μουσική και γλώσσα είναι έως κάποιο βαθμό ξεχωριστές νευρολογικές λειτουργίες.
Διαφορές στην ευχέρεια ανάγνωσης διαπιστώνονται ακόμη και στο πλαίσιο της μουσικής σημειογραφίας. Έχουν καταγραφεί περιστατικά, όπου μουσικοί ενώ χάνουν την ικανότητά τους να ξεχωρίσουν τις διάφορες νότες (τονικά ύψη), διατηρούν την ικανότητά τους να διακρίνουν τον ρυθμό (χρονικές διάρκειες), και το αντίστροφο. Από τα ευρήματα στις λειτουργικές απεικονίσεις μαγνητικού συντονισμού (fMRI - functional Magnetic Resonance Imaging) επιβεβαιώνεται ότι, ο εγκέφαλός μας αλλιώς επεξεργάζεται το τονικό ύψος (χωρική πληροφορία) και αλλιώς τον ρυθμό (αναγνώριση συμβόλου).
Μουσική δυσλεξία
Η έρευνα αρχίζει να ξεκαθαρίζει τα συμπτώματα που μπορεί να εμφανίζει μια ειδική περίπτωση, η μουσική δυσλεξία. Αυτή η δυσλειτουργία μπορεί να πλήξει την τονική αντίληψη (ύψος μουσικών φθόγγων/συχνότητα), ή απλώς τη δυνατότητα ερμηνείας συμβόλων (π.χ. χρονικές αξίες/ρυθμός), ή ακόμη και τα δύο.
Τα παιδιά με δυτικοευρωπαϊκή κουλτούρα μαθαίνουν ανάγνωση της γλώσσας, αλλά όχι πάντα της μουσικής. Ακόμη όμως κι αν μαθαίνουν να διαβάζουν νότες, τυχόν δυσχέρειες ή ανεπάρκειες στην ανάγνωση μουσικής συνήθως δεν λαμβάνονται σοβαρά υπόψιν.
Πολλοί προικισμένοι μουσικοί φτάνουν να γίνουν επαγγελματίες, μαθαίνοντας μουσική μόνο με το αυτί. Στον κύκλο των μουσικών, υπάρχουν τεράστιες διαβαθμίσεις ως προς τις δεξιότητες μουσικής ανάγνωσης. Αυτό μάλιστα καταδεικνύεται ολοφάνερα στη λεγόμενη πρίμα βίστα (prima vista/sight reading/εκ πρώτης όψεως ανάγνωση).