Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 5 Μαΐου 2013

Ο Χριστιανός και η φιλοξενία



Εβρ.ιγ:1-2

Όταν ο Ιώβ δυσκολευόταν μέσα στην αρρώστια του, μία από τις αρετές που είπε πως δεν παραμελούσε ποτέ, ήταν η φιλοξενία: Ο ξένος δεν διανυκτέρευε έξω· άνοιγα την πόρτα μου στον οδοιπόρο (Ιώβ λα:32).

O Κύριος είχε πει πως ο Ιώβ ήταν ένας δίκαιος άνθρωπος που φοβόταν το Θεό κι έμενε μακριά απ’ το κακό (Ιώβ α:1).

Όσο πίσω και να πάμε στην Αγία Γραφή, ένα από τα καθήκοντα τα οποία ο Θεός ανέθεσε στο δίκαιο άνθρωπο είναι η φιλοξενία, η θέληση να καλωσορίσεις ξένους ανθρώπους στο σπίτι σου. Είναι η αγάπη για τον ξένο, η επιθυμία να κάνεις χώρο στη ζωή σου για κάποιον που δεν είναι στην καθημερινότητά σου.

Στην Καινή Διαθήκη ξαναδίνεται έμφαση στο καθήκον αυτό των πιστών. 

Ρωμ.ιβ:13, εις τας χρείας των αγίων μεταδίδοντες, την φιλοξενίαν ακολουθούντες..


Συνεχώς να κυνηγάτε, να διώκετε τη φιλοξενία. Η εντολή του Θεού είναι να είμαστε φιλόξενοι όχι μόνο κάθε Χριστούγεννα και Πάσχα, αλλά να είναι μια συνεχής στάση ζωής. Τα σπίτια μας, να είναι έτοιμα να υποδεχτούν και άλλους ανθρώπους εκτός από εμάς, τους φίλους και τους γνωστούς μας. Κυρίως, αφορά τους ξένους.

προ πάντων δε έχετε ένθερμον την εις αλλήλους αγάπην, διότι η αγάπη θέλει καλύψει πλήθος αμαρτιών· γίνεσθε φιλόξενοι εις αλλήλους χωρίς γογγυσμών (Α΄ Πέτρ.δ:8-9).

Αυτό σημαίνει να είμαι άνθρωπος φιλόξενος και να μου αρέσει κιόλας. Η εντολή της φιλοξενίας επομένως δεν είναι μια εντολή για να κάνω κάτι. Δεν είναι εντολή που την εκπληρώνεις όταν κάθε μήνα έχεις ταΐσει κάποιους ανθρώπους και έχεις κοιμίσει άλλους τόσους.

Είναι μια εντολή να είμαι άνθρωπος που δεν γκρινιάζει με τη φιλοξενία. Να είμαι άνθρωπος, είτε άντρας, είτε γυναίκα που δεν θα κοιτάει τα έξτρα πιάτα που θα χρειαστούν πλύσιμο ή τα σεντόνια και το σκούπισμα μετά, και να λέω μέσα μου, «τι θέλω και μπλέκω», ή απ’ την άλλη μεριά να αισθάνομαι πνευματικός που το κάνω αυτό! 

Εβρ.ιγ:1-2, Η φιλαδελφία ας μένη. Την φιλοξενίαν μη λησμονείτε· επειδή διά ταύτης τινές εφιλοξένησαν αγγέλους μη γνωρίζοντες..

Στη Ρωμαίους διαβάσαμε πως συνεχώς πρέπει να επιδιώκουμε τη φιλοξενία, εδώ όμως, μας λέει να μην την ξεχνάμε. Το λέει επειδή προφανώς είναι εύκολο να ξεχαστούμε.

Η δύναμη της βαρύτητας μας έλκει προς το κέντρο της γης. Για να νικήσει κάποιος αυτή τη δύναμη, πρέπει να ξοδέψει μεγάλα ποσά ενέργειας για να σπρώξει το αεροπλάνο στην αντίθετη κατεύθυνση.

Με τον ίδιο τρόπο, ασκείται ψυχολογική πίεση, η οποία συνεχώς σπρώχνει τις σκέψεις μας, τα συναισθήματά μας, και τις πράξεις μας προς εμάς, προς το κέντρο της δικής μας ζωής και του δικού μας σπιτιού.

Αυτό σημαίνει πως το πιο φυσικό είναι να ξεχάσω τη φιλοξενία. Το μόνο που έχω να κάνω είναι να αφεθώ στη δύναμη που με σπρώχνει προς τον εαυτό μου και το αποτέλεσμα θα είναι πως δεν θα υπάρχει χώρος για φιλοξενία. Μπορεί να καλώ τους φίλους μου, αλλά αυτό θα συμβεί γιατί ξέρω ότι θα περάσω εγώ καλά μαζί τους. Οι φίλοι μου, όμως, δεν είναι ξένοι.

Η φιλοξενία έχει άμεση σχέση με το Θεό. Δεν είναι απλά μια καλή ηθική πρακτική. Όπως και ο χριστιανισμός, δεν είναι προσκοπισμός. Δεν είναι μια σειρά από αρετές τις οποίες εφαρμόζουμε στη ζωή μας. Τι είναι αυτό λοιπόν, που δίνει αιώνια αξία στη χριστιανική φιλοξενία και την ξεχωρίζει από μια απλή, καλή, ηθική αρετή; Γιατί το κάνω; Ποιο είναι το κίνητρο;

Το κίνητρο έχει στο κέντρο του τον ίδιο το Θεό και ξεκινάει στην Παλαιά Διαθήκη. Ίσως τα πιο ξεκάθαρα και γνωστά εδάφια είναι στο Λευιτ.ιθ:33-34, Και εάν τις ξένος παροική μετά σου εν τη γη υμών, δεν θέλετε θλίψει αυτόν· ο ξένος, ο παροικών με σας, θέλει είσθαι εις εσάς ως ο αυτόχθων, και θέλεις αγαπά αυτόν ως σεαυτόν· διότι ξένοι εστάθητε εν γη Αιγύπτου. Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σας.

Ποιο είναι λοιπόν το κίνητρο; Με μια πρώτη ματιά στα εδάφια θα πει κάποιος: Να αγαπάτε τους ξένους γιατί και εσείς ήσασταν ξένοι στην Αίγυπτο. Και γιατί κάποιος να αγαπάει τους ξένους επειδή ο ίδιος ήταν κάποτε ξένος; Ίσως και να μην πρέπει. Δεν είναι ακριβώς αυτό, το κίνητρο που διδάσκουν τα εδάφια αυτά. Το σημείο που πρέπει να προσέξουμε είναι ότι ήταν κάποτε ξένοι, αλλά τώρα δεν είναι, επειδή ο Κύριος είναι ο Θεός τους!

Τα λόγια «Εγώ είμαι ο Κύριος ο Θεός σας» είναι πολύ σημαντικά γιατί είναι οι πρώτες λέξεις στις Δέκα Εντολές, στην Έξοδο κ. Ο κάθε Ισραηλίτης ήξερε πολύ καλά τα λόγια αυτά: Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σου, ο εξαγαγών σε εκ γης Αιγύπτου, εξ οίκου δουλείας (Έξ.κ:2).

Για το λαό του Θεού στην Παλαιά Διαθήκη το καθήκον της φιλοξενίας προέρχονταν από το ποιος ήταν ο Θεός τους και τι έκανε για αυτούς.

Εγώ ο Θεός σας, έλεγε ο Κύριος, σας έδωσα γη και σπίτι και σας έφερα εδώ με τη δική μου δύναμη. Για αυτό θα αγαπάτε τον ξένο όπως τον εαυτό σας. Θα είστε άγιοι όπως εγώ είμαι άγιος (Λευιτ.ιθ:1). Οι αξίες σας θα καθρεπτίζουν τις δικές μου αξίες.

Διότι Κύριος ο Θεός σας είναι Θεός των θεών και Κύριος των κυρίων, Θεός μέγας, ισχυρός και φοβερός, μη αποβλέπων εις πρόσωπον μηδέ λαμβάνων δώρον· ποιών κρίσιν εις τον ορφανόν και εις την χήραν, και αγαπών τον ξένον, δίδων εις αυτόν τροφήν και ενδύματα. Αγαπάτε λοιπόν τον ξένον· διότι σεις ξένοι εστάθητε εν τη γη της Αιγύπτου (Δευτ.ι:17-19).

Τον καιρό της Παλιάς Διαθήκης, στους άλλους λαούς, οι ξένοι γίνονταν αντικείμενο εκμετάλλευσης. Όπως πολύ συχνά δυστυχώς γίνονται και σήμερα.

Στο λαό του Θεού όμως, οι ξένοι ήταν προστατευμένοι. Ο Θεός πολύ συγκεκριμένα έδωσε οδηγία να μην τους εκμεταλλεύονται.

Και όταν θερίζητε τον θερισμόν της γης σας, δεν θέλεις θερίσει ολοκλήρως τας άκρας του αγρού σου και τα πίπτοντα του θερισμού σου δεν θέλεις συλλέξει· εις τον πτωχόν και εις τον ξένον θέλεις αφήσει αυτά. Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός σας (Λευιτ.κγ:22).

Δεν θέλεις διαστρέφει την κρίσιν του ξένου, του ορφανού, ουδέ θέλεις λαμβάνει το ιμάτιον της χήρας ενέχυρον· αλλά θέλεις ενθυμείσθαι ότι δούλος εστάθης εν Αιγύπτω, και σε ελύτρωσε Κύριος ο Θεός σου εκείθεν· διά τούτο εγώ προστάζω εις σε να κάμνης το πράγμα τούτο (Δευτ.κδ:17-18).

Σε όλες αυτές τις περικοπές υπάρχει μια κοινή γραμμή. Οι ίδιοι πρωτύτερα ήταν μια διωκόμενη αδύναμη ομάδα. Ο λόγος όμως για τον οποίο έπρεπε να είναι φιλόξενοι είναι βαθύτερος από το ότι και εκείνοι κάποτε ήταν ξένοι και έπρεπε να θυμούνται πως περνούσαν. Είναι κυρίως το γεγονός ότι ενώ ήταν κάποτε ξένοι, τώρα δεν είναι γιατί ο Θεός τους έφερε στη δική Του οικογένεια και τους έκανε λαό Του.  

Το κίνητρο είναι ο χαρακτήρας του Θεού, το ποιος ήταν ο Θεός που υπηρετούσαν και αυτοί και εμείς. Αυτός ο Θεός λοιπόν, παίρνει ξένους και τους φέρνει στην οικογένειά Του.

Διά τούτο ενθυμείσθε ότι σεις οι ποτέ εθνικοί κατά σάρκα, οι λεγόμενοι ακροβυστία υπό της λεγομένης περιτομής της χειροποιήτου εν τη σαρκί, ότι ήσθε εν τω καιρώ εκείνω χωρίς Χριστού, απηλλοτριωμένοι από της πολιτείας του Ισραήλ και ξένοι των διαθηκών της επαγγελίας, ελπίδα μη έχοντες και όντες εν τω κόσμω χωρίς Θεού (Εφες.β:11-12).

Εμείς λοιπόν, όλοι που είμαστε εδώ σήμερα, και δεν είναι φυσικός προπάτορας μας ο Αβραάμ, ήμασταν ξένοι σε σχέση με όλες τις υποσχέσεις που ο Θεός είχε δώσει στο λαό Του. Όμως ο Χριστός με τη θυσία Του μας ένωσε και μας έφερε κοντά Του να είμαστε ένας λαός:

Τώρα όμως διά του Ιησού Χριστού σεις οι ποτέ όντες μακράν εγείνετε πλησίον διά του αίματος του Χριστού. Διότι αυτός είναι η ειρήνη ημών, όστις έκαμε τα δύο εν και έλυσε το μεσότοιχον του φραγμού (Εφες.β:13-14).

Ποιο είναι το τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών;

Άρα λοιπόν δεν είσθε πλέον ξένοι και πάροικοι αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού,  (Εφεσ.β:19).

Η πιο μεγάλη απόδειξη της αγάπης και της φιλοξενίας του Θεού σε εμάς, είναι ο σταυρός του Χριστού. Δεν είμαστε πλέον ξένοι, δεν είμαστε ταξιδιώτες. Είμαστε οικείοι του Θεού. Κατοικούμε στο σπίτι Του, στην οικογένειά Του.
Ποιο είναι, λοιπόν, το κίνητρο της χριστιανικής φιλοξενίας; Είναι το ότι ο Θεός που λατρεύω, είναι ένας φιλόξενος Θεός, πρώτα σ’ εμένα. Με βάζει στο σπίτι Του, στην οικογένειά Του. Θυμάμαι που ήμουν στο παρελθόν, που είμαι τώρα, τι με περιμένει στο μέλλον, και θέλω να μοιάσω στο Θεό μου. Θέλω να είμαι μιμητής του Θεού.  
Γίνεσθε λοιπόν μιμηταί του Θεού ως τέκνα αγαπητά (Εφες.ε:1).
Κατά πάντα υπέδειξα εις εσάς ότι ούτω κοπιάζοντες πρέπει να βοηθήτε τους ασθενείς και να ενθυμήσθε τους λόγους του Κυρίου Ιησού, ότι αυτός είπε· Μακάριον είναι να δίδη τις μάλλον παρά να λαμβάνη (Πράξ.κ:35).

Είναι μεγαλύτερη ευλογία να δίνεις παρά να παίρνεις. Ή να το πω αλλιώς. Όταν μου δίνουν περνάω καλά. Όταν δίνω περνάω καλύτερα. Και ας κουράζομαι να το κάνω. Δεν είναι εύκολο, έχει κόπο.

Με τη φιλοξενία, λοιπόν, εξασκούμαι στην αλήθεια αυτή. Αλλάζω εγώ, αντανακλάται ένα κομμάτι του Θεού στη ζωή μου.

Η φιλοξενία δεν αρκείται στο να έχουμε τους ίδιους φίλους ή κολλητούς πάλι και πάλι για φαγητό γιατί περνάμε ωραία. Χωρίς να είναι λάθος αυτό,  η φιλοξενία προχωράει παραπέρα.

Ποιος μπορεί να χρειάζεται ενίσχυση στη μάχη ενάντια στη μοναξιά; Ποιούς ανθρώπους μπορώ να φέρω σπίτι μου για χάρη της βασιλείας του Θεού; Ή μήπως υπάρχουν πιστοί άνθρωποι τους οποίους μπορώ να ενθαρρύνω στην πίστη, στην υπηρεσία, και αν ξοδέψουμε λίγες ώρες μαζί, αυτό θ’ αρχίσει να τους σπρώχνει προς αυτή την κατεύθυνση;

Μην υποτιμάς τι μπορεί να κάνει ο Θεός στις ζωές ανθρώπων χρησιμοποιώντας την τραπεζαρία, ή το σαλόνι σου.

Μερικές ιδέες. Μην περιοριστείς βέβαια σε αυτές. Προσευχήσου, όμως, γιατί ίσως θα μπορούσε να ξεκινήσεις με αυτές.

Συστηματικά ξεκίνα να χαιρετάς ανθρώπους που δεν ξέρεις. Η φιλοξενία ξεκινάει με το χαμόγελο και το σφίξιμο του χεριού. Όταν είμαστε στην Εκκλησία, η φυσική μας τάση είναι να μιλήσουμε με αυτούς που ξέρουμε. Προχώρησε λοιπόν πιο πέρα.
Προσπάθησε από σήμερα να γνωρίζεις ένα άνθρωπο κάθε μήνα. Στο τέλος του χρόνου θα χαιρετάς άλλους 12 ανθρώπους που τώρα τους βλέπεις και δεν ξέρεις πιθανώς ούτε το όνομά τους. Και γιατί όχι, κάλεσε κάποιους από αυτούς μαζί με άλλους γνωστούς σου για φαγητό.

Όλοι περιμένουμε οι άλλοι να έρθουν να μας μιλήσουν πρώτα. Μην κάνεις αυτό το λάθος. Πήγαινε εσύ. Μα δεν είμαστε όλοι άνετοι να το κάνουμε αυτό! Αυτό λέμε τόση ώρα, πως αυτό δεν είναι δικαιολογία. Δεν λέμε «καλύτερο είναι να δίνει κανένας παρά να παίρνει»; Δεν λέμε πως η φυσική μας τάση είναι να ασχολούμαστε με τον εαυτό μας.

Ο Θεός ξέρει ότι δεν είμαστε όλοι το ίδιο άνετοι. Μας ζητάει όμως από όλους να πάμε κόντρα στη φυσική μας τάση. Τι διαβάσαμε; Να επιδιώκετε τη φιλοξενία, μην ξεχνάτε τη φιλοξενία. Θα λέγαμε ποτέ δεν είμαι άνετος να τιμώ τους γονείς μου; Δεν είμαι άνετος στο να μη λέω ψέματα; Οι εντολές είναι εντολές. Για αυτό τις έδωσε ο Θεός. Και ζητάει από όλους μας να ξεπεράσουμε τα φυσικά μας όρια μας, με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος, για χάρη του Χριστού.

Είναι κρίμα και είναι αμαρτία μπροστά στο Θεό να έρθει κάποιος στην Εκκλησία που δεν τον ξέρουμε και να μην τον χαιρετήσουμε. Χώρια που είναι αμαρτία να κάθομαι και να περιμένω να με χαιρετήσουν.

Και μη φοβάστε κανείς δεν πρόκειται να φύγει ενοχλημένος γιατί μπήκε κάπου και τον χαιρέτησαν πολλοί. Μπορεί να μην ξανάρθει αν δεν τον χαιρετήσει κανένας.

Προσκάλεσε άλλους σπίτι σου. Μην περιμένεις να σε καλέσουν άλλοι. Πήγαινε εσύ πρώτος ή πρώτη. Κάποιους τους ξέρεις καλά, κάποιους λιγότερο, και κάποιους καθόλου. Αυτούς που ήδη ξέρεις και αυτούς που αρχίζεις να γνωρίζεις κάντο.

Η φιλοξενία είναι απλή. Μπορείς να γίνεις φιλόξενος όχι μόνο προσφέροντας φαγητό, αλλά και παρέα. Δεν χρειάζεται μεγάλη προετοιμασία. Έχεις δύο ώρες ελεύθερες, π.χ. το Σάββατο, ή την Κυριακή; Ευκαιρία για κοινωνία. Χώρια που αν κάποιος έχει παιδιά, το σπίτι δεν είναι ποτέ τακτοποιημένο, τουλάχιστον όχι όπως η νοικοκυρά θα ήθελε. Ξέρετε όμως κάτι; Και τι έγινε; Ας μην είναι. Ας φάνε τα παιδιά και ας κάνουν ψίχουλα. Και αν είναι πολλά τα πιάτα, ή αν τα παιδιά σπάσουν τα πιάτα; Υπάρχουν και τα χάρτινα.

Μην μπερδεύουμε τη φιλοξενία με τη διασκέδαση των καλεσμένων και την υπερβολική προετοιμασία. Δεν χρειάζεται να βγάλεις πάντα το καλύτερο σερβίτσιο και τις καλές πετσέτες, και το σπίτι στην τρίχα….. 

Φιλοξενία είναι να κάνεις χώρο στη ζωή σου, όπως είσαι. Μια και είμαστε σε φάση που έχουμε μικρά παιδιά, φιλοξενία είναι να μπεις στο σπίτι πριν τους ανθρώπους που θα καλέσεις και να κλωτσήσεις τα παιχνίδια των παιδιών που ξεχάστηκαν στην άκρη για να περάσεις. Φιλοξενία είναι να ταΐσεις μακαρόνια με σάλτσα αυτόν που θα βρεθεί στην πόρτα σου, γιατί αυτό έχεις εκείνη την ημέρα. Φιλοξενία είναι να κάνεις χώρο στον άλλο στη δική σου καθημερινότητα.

Και που καταλήγουν όλα αυτά; Στο ότι η φιλοξενία προϋποθέτει ταπείνωση. Γιατί αν ανοίξουμε τα σπίτια μας και τις ζωές μας για να υπηρετήσουμε ανάγκες, τότε κάποια από την ακαταστασία τη δική μας, θα φανερωθεί. Δεν πειράζει! Η φιλοξενία είναι πιο σημαντική από την υπερηφάνεια. Όχι ότι είναι κακό να είναι το σπίτι καθαρό ή είναι λάθος να βάλεις μια κατσαρόλα ακόμη όταν ξέρεις πως έρχεται παρέα. Αυτό είναι σωστό και πρέπει να γίνεται.

Μερικές φορές όμως, έρχονται ευκαιρίες για φιλοξενία ή για παρέα και δεν τις αρπάζουμε, γιατί το σπίτι μας δεν είναι στην ιδανική του κατάσταση. Σπάνια θα είναι. Δεν είναι το σπίτι που μετράει, δεν είναι τα έπιπλα, δεν είναι ούτε αν το φαγητό είναι νόστιμο. Είναι η φιλία μας. Η αγάπη μας. Ας είμαστε λοιπόν άντρες και γυναίκες πιο ταπεινοί στις προσδοκίες μας, για να υπηρετούμε πιο εύκολα.

Διότι πρέπει ο επίσκοπος να ήναι ανέγκλητος, ως οικονόμος Θεού, μη αυθάδης, μη οργίλος, μη μέθυσος, μη πλήκτης, μη αισχροκερδής, αλλά φιλόξενος, φιλάγαθος, σώφρων, δίκαιος, όσιος, εγκρατής (Τίτος α:7-8).

Το λέει και στην Α΄ Τιμ.γ:2. Αν κάποιος θέλει να ηγείται στην Εκκλησία του Θεού, πρέπει να αγαπάει τους ανθρώπους. Να θέλει τους ανθρώπους, να του αρέσει να είναι μαζί τους. Να είναι άνθρωπος με ανοιχτή καρδιά και ανοιχτό σπίτι.

Ο Χριστός έδειξε τη φιλοξενία σαν απόδειξη ότι έχει γίνει έργο πραγματικό μέσα μας και την έλλειψη φιλοξενίας ως επίδειξη ότι δεν τον γνωρίζουμε καν.

Τότε ο Βασιλεύς θέλει ειπεί προς τους εκ δεξιών αυτού· Έλθετε οι ευλογημένοι του Πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην εις εσάς βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Διότι επείνασα, και μοι εδώκατε να φάγω, εδίψησα, και με εποτίσατε, ξένος ήμην, και με εφιλοξενήσατε, γυμνός, και με ενεδύσατε, ησθένησα, και με επεσκέφθητε, εν φυλακή ήμην, και ήλθετε προς εμέ…. Αληθώς σας λέγω, καθ' όσον εκάμετε εις ένα τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εις εμέ εκάμετε (Ματθ.κε:34-36, 40).

Αντίστοιχα λέει για αυτούς που θα μείνουν μακριά Του, στον αιώνιο χαμό:  

Τότε θέλει ειπεί και προς τους εξ αριστερών· Υπάγετε απ' εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον, το ητοιμασμένον διά τον διάβολον και τους αγγέλους αυτού. Διότι επείνασα, και δεν μοι εδώκατε να φάγω, εδίψησα, και δεν με εποτίσατε, ξένος ήμην, και δεν με εφιλοξενήσατε, γυμνός, και δεν με ενεδύσατε, ασθενής και εν φυλακή, και δεν με επεσκέφθητε.… Αληθώς σας λέγω, καθ' όσον δεν εκάμετε εις ένα τούτων των ελαχίστων, ουδέ εις εμέ εκάμετε (Ματθ.κε:41-43, 45).

Το να ντύσω το γυμνό, να βάλω σπίτι μου τον ξένο, ή ακόμη να πάω να δω στη φυλακή κάποιον, όλα δείχνουν πως έχω μάθει πως είναι καλύτερο να δίνω παρά να παίρνω. Η φιλοξενία, λοιπόν, είναι σημάδι γνήσιας πίστης.

Την φιλοξενίαν μη λησμονείτε· επειδή διά ταύτης τινές εφιλοξένησαν αγγέλους μη γνωρίζοντες (Εβρ.ιγ:2).

Αναφέρεται στον Αβραάμ που φιλοξένησε αγγέλους, μία από τις περιπτώσεις ήταν αυτή. Ο Λωτ επίσης και ευτυχώς που το έκανε γιατί γλίτωσε τη ζωή του. Δεν νομίζω όμως πως ο συγγραφέας εννοεί πως οπωσδήποτε θα συμβεί το ίδιο και σε εμάς.

Πιθανόν να εννοεί ότι αν με πίστη υπακούσουμε το Θεό στο θέμα αυτό, ο Θεός θα μας ευλογήσει με εκπληκτικούς τρόπους. Θα δούμε το Θεό να κάνει θαυμαστά πράγματα στη δική μας ζωή και στη ζωή άλλων.