Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 24 Μαΐου 2013

ΧΙΟΥΜΟΡ: Δώρο Θεού στον άνθρωπο



«Η ευφραινομένη καρδία δίδει ευεξίαν ως ιατρικόν· το δε κατατεθλιμμένον πνεύμα ξηραίνει τα οστά» (Παρ.ιζ:22).

«Χαίρετε εν Κυρίω πάντοτε· πάλιν θέλω ειπεί, χαίρετε» (Φιλιπ.δ:4).

Χιούμορ λοιπόν, «ένα δώρο του Θεού στον άνθρωπο» το σημερινό μας θέμα, και υποθέτω πως αρκετοί θα ξαφνιαστούν γιατί δεν είναι καθόλου συνηθισμένοι ν’ ακούν ή να διαβάζουν τέτοιου είδους θέματα.

Ίσως μερικοί όταν ακούν τη λέξη «χιούμορ» το μυαλό τους πάει στην πλάκα, στη «σαχλαμάρα», στο φτηνό αστείο και στο φτηνό πνεύμα και στην χοντρή κοροϊδία σε βάρος των άλλων, πράγματα που δεν έχουν καμιά σχέση με το πραγματικό χιούμορ. 


«Χιούμορ» (humor) - αν θέλετε να πάρουμε τη λέξη στην ετυμολογία της - είναι λέξη λατινική και σημαίνει αρχικά «υγρό» καθώς και - κατ’ επέκταση - «χυμός του σώματος». Πήραν λοιπόν τη λέξη αυτή οι αγγλοσάξονες αρχικά και της έδωσαν τη σημερινή της σημασία. Μ’ άλλα  λόγια - θέλησαν να μας πουν - το χιούμορ είναι κάτι τόσο απαραίτητο και τόσο ωφέλιμο, όσο οι χυμοί του σώματος που το διατηρούν φρέσκο, ζωντανό και δραστήριο. Κι ακόμα το χιούμορ είναι για τη ζωή ό,τι οι χυμοί για το σώμα. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο και τον άνθρωπο που δεν έχει χιούμορ τον λέμε στεγνό, ξερό.

Τι είναι όμως το χιούμορ; Πιστεύω πως είναι πολύ πιο χρήσιμο αντί να δώσουμε έναν ξερό - χωρίς χιούμορ - ορισμό, να κάνουμε μια περιγραφή που θα μας βοηθήσει πολύ καλύτερα να καταλάβουμε την έννοια της λέξης: χιούμορ, λοιπόν, είναι καταρχήν μια ολόκληρη φιλοσοφία και μια ολόκληρη στάση απέναντι στη ζωή και στις κάθε μορφής εκδηλώσεις της. Χιούμορ είναι το ν’ αντιμετωπίζω καλοδιάθετα καταστάσεις που μου προκαλούν άγχος, ταραχή ή και αμηχανία. 

Χιούμορ ακόμη είναι το να βλέπω την εύθυμη πλευρά ακόμη και σ’ αυτά που δύσκολα τα αντέχει η ανθρώπινη φύση. «Αν δε μάθεις να γελάς στις δύσκολες καταστάσεις», γράφει κάποιος, «δε θάχεις με τι να γελάς στα γεράματά σου».

Στα 1940 ένα μεγάλο μαγαζί στο Λονδίνο είχε μισοκαταστραφεί από κάποιο βομβαρδισμό. Ο διευθυντής του δεν το έκλεισε, αντίθετα κόλλησε απ’ έξω την επιγραφή: «περισσότερο ανοιχτό απ’ ό,τι συνήθως»…

Χιούμορ είναι ακόμη να μπορώ να εκτονώνω την εκρηκτική ή να φαιδρύνω τη δυσάρεστη ατμόσφαιρα μ’ εύστοχες κι έξυπνες παρατηρήσεις που προκαλούν το γέλιο και τη χαλάρωση,  ή ακόμη - κι  αυτό είναι φυσικά μια ειδική περίπτωση που απαιτεί ένα ιδιαίτερο χάρισμα - το να μπορώ σα χριστιανός ν’ αντιμετωπίζω έξυπνα και με φαιδρή διάθεση τους κάθε λογής «εξυπνάκηδες» που πουλώντας φτηνό πνεύμα προσπαθούν να με γελοιοποιήσουν σα χριστιανό και να προσβάλουν την πίστη μου.

Χιούμορ είναι ακόμη το να μπορώ να διακρίνω τη σοβαρότητα απ’ τη σοβαροφάνεια που περιέχει σ’ αρκετό βαθμό το στοιχείο του γελοίου, το να είμαι σε θέση να σατιρίσω ακόμη και τον εαυτό μου και να δεχτώ κι απ’ τους άλλους το καλοδιάθετο «πείραγμα». Κι είναι δυστυχώς η σοβαροφάνεια κι η αδυναμία να μάθουμε να γελάμε με τον ίδιο τον εαυτό μας, δυο από τις μεγάλες αρρώστιες που βασανίζουν ειδικά εμάς τους έλληνες, κάτι που ιδιαίτερα στο παρελθόν ήταν ακόμη πιο έντονο.

Το χιούμορ πριν απ’ όλα απαιτεί ευγένεια, λεπτότητα και διακριτικότητα, γιατί τα όρια ανάμεσα σ’ αυτό και στη «χοντράδα» γίνονται όλο και πιο δυσδιάκριτα όσο κατεβαίνει το πνευματικό επίπεδο, όσο πιο πολύ «χοντραίνει» ο εσωτερικός μας εαυτός, κι όσο πιο πολύ γεμίζει με συμπλέγματα, κακίες κι αισθήματα φθόνου. Κι ακριβώς γι’ αυτό το λόγο ο αληθινός χριστιανός διαθέτει - έπρεπε να διαθέτει - άφθονο χιούμορ στην πιο καθαρή μορφή του.

Ωστόσο, αυτό συμβαίνει σπάνια και σε πολύ λίγους. Ίσως φταίει η λαθεμένη μας αντίληψη σχετικά με τη σωστή χριστιανική ζωή και συμπεριφορά, και δεν προσέχουμε πόσο συχνά η χαρούμενη διάθεση τονίζεται μέσα στο λόγο του Θεού.

Ίσως φταίει ακόμη η γενικότερη αγωγή μας η ιδιοσυγκρασία μας σα λαού που ρέπει περισσότερο σ’ αυτό που ονομάζουμε «πλάκα» παρά στο λεπτό κι έξυπνο χιούμορ. Και το χειρότερο είναι, πως ακόμη κι οι άνθρωποι μεταξύ μας που διαθέτουν άφθονο το αίσθημα του χιούμορ το χάνουν αστραπιαία όταν νομίσουν ότι πληγώνεται το γόητρό τους.

Από δω κυρίως προέρχονται και οι συγκρούσεις κι η φορτισμένη ατμόσφαιρα μέσα στις εκκλησίες για ασήμαντα θέματα, καθώς και η ένταση και οι καυγάδες μέσα σε οικογένειες κι ανάμεσα σε ζευγάρια. Με το νόημα αυτό μη μου πείτε ότι το χιούμορ και η καλή διάθεση δεν είναι -δεν πρέπει να είναι - αρετή που πρέπει να διακρίνει κατεξοχήν τον πραγματικό χριστιανό. Και θέλω πάνω σ’ αυτό να ρωτήσει ο καθένας τον εαυτό του: 

·        πόσες φορές στους τελευταίους μήνες έχω συμβάλει στην ατμόσφαιρα ειρήνης μέσα στην εκκλησία μου αποτρέποντας τις συγκρούσεις με το χιούμορ και την καλή διάθεση μου; 

·        πόσο βοηθώ μέσα στην οικογένεια ν’ αντιμετωπίζονται οι δύσκολες καταστάσεις με το χαμόγελό μου, με τ’ αστεία μου, με την παιχνιδιάρικη διάθεσή μου; 

·        πόσο πολύ κρατάω το γόητρό μου απέναντι στον ή στη σύντροφό μου, πόσο είμαι σφιγμένος και σοβαροφανής απέναντί του /της ή κι απέναντι στα παιδιά μου, πόσο είμαι έτοιμος να δεχτώ τ’ αθώο πείραγμα και να γελάσω με τον εαυτό μου αποφεύγοντας έτσι στο κάτω-κάτω και τη γελοιοποίησή μου από τους άλλους;

«Το να γελάω σε βάρος άλλων ανθρώπων αποτελεί απλά κοροϊδία. Το να γελάω με άλλους ανθρώπους μπορεί ν’ αποτελεί μια ένδειξη ότι διαθέτω χιούμορ. Το να γελάω όμως με τον εαυτό μου, αυτό αποδεικνύει ότι σίγουρα έχω το χάρισμα του χιούμορ», γράφει ένας χριστιανός συγγραφέας.

Κι όσο για την έλλειψη χιούμορ μέσα στις εκκλησίες, κάποιος άλλος συγγραφέας σημειώνει πως «ένα μεγάλο μέρος από την κακοδαιμονία που ταλανίζει το χριστιανικό κόσμο σήμερα, οφείλεται στο ότι έχει ξεχάσει (ή δεν έμαθε ποτέ) να γελάει».

Δεν πρόκειται «να μας πάρουν τον αέρα» όταν ξέρουμε να κρατάμε τη σοβαρότητά μας. Γιατί και αυστηρός μπορείς νάσαι - κυρίως με τον εαυτό σου και λιγότερο με τους άλλους - και σοβαρός και σεβαστός, και συγχρόνως να διαθέτεις και άφθονο χιούμορ που είναι ένα απ’ τα μεγαλύτερα δώρα του Θεού. Ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι ο άνθρωπος πλασμένος κατ’ εικόνα και ομοίωση του Θεού, είναι ο μόνος που έχει το προνόμιο να γελά.

«Χρησιμοποιώντας το χιούμορ στο σπίτι, μπορούμε να βοηθήσουμε ένα παιδί ν’ αναπτύξει μια θετική εικόνα για τον εαυτό του καθώς και μια πιο θετική εικόνα του κόσμου έξω απ’ το σπίτι του».

«Πολλοί έφηβοι δεν ακούνε ποτέ γέλιο μέσα στα σπίτια τους. Πολλές οικογένειες  έχουν υποκαταστήσει με το γέλιο που τους χαρίζει η τηλεόραση κι οι κινηματογραφικές ταινίες το γέλιο που θα μπορούσαν να μοιράζονται με τους εφήβους τους».

Να γιατί υποστηρίζω πως οφείλουμε σα χριστιανοί όχι μονάχα να γελάμε και ν’ αστειευόμαστε, μα και να προσπαθήσουμε ν’ αναπτύξουμε την ποιότητα και το επίπεδο του χιούμορ μας.

Ας μάθουμε νάμαστε λιγότερο βλοσυροί και κουμπωμένοι στα έντυπά μας και στα περιοδικά μας. Δεν πέφτει η ποιότητα και η σοβαρότητα του μηνύματός μας με το χιούμορ και την παιχνιδιάρική διάθεση, με κάποια γελοιογραφία, κάποιο σκίτσο, κάποιο χρονογράφημα.

Είναι κακό να μην ανέχεσαι την αλήθεια, ακόμη κι όταν αυτή διατυπώνεται με χιούμορ και καλή διάθεση. Χάνουμε πολλά και πολλές ευκαιρίες για βελτίωση με το να μη δεχόμαστε το χιούμορ μέσα στα έντυπα και στα περιοδικά μας, επειδή τάχα είναι επικίνδυνο. Το ένα μας φοβίζει, το άλλο είναι επικίνδυνο, για το άλλο «μήπως κάποιοι  έχουν αντιρρήσεις» ή «μήπως κάποιοι σκανδαλιστούν», καταφέραμε και κάναμε τη γλώσσα μας ξύλινη, άχαρη, στεγνή κι ανάλατη, εμείς που θέλουμε νάμαστε το «άλας της γης».

Προσοχή, όμως! Αυτό δε σημαίνει πως έχουμε το δικαίωμα να σατιρίζουμε και να γελοιοποιούμε οτιδήποτε μέσα στην εκκλησία και στο έργο του Θεού.

Ας μάθουμε λοιπόν να γελάμε και ν’ αστειευόμαστε μέσα στο περιβάλλον μας και μέσα στην οικογένειά μας, στη συνάθροιση του κυριακάτικου πρωινού στα συνέδριά μας.

Μια Κυριακή, παρακολουθούσε σε κάποια εκκλησία ο Μαρτίνος Λούθηρος το παρθενικό κήρυγμα ενός νεαρού ιεροκήρυκα, που όπως ήταν φυσικό βρισκόταν σε μεγάλη ταραχή κι έξαψη έχοντας στο ακροατήριό του το διάσημο δάσκαλο. Στο τέλος του κηρύγματος - που όπως φαίνεται είχε τραβήξει αρκετά παραπάνω απ’ την κανονική ώρα - καθώς έκανε να κατεβεί απ’ τον άμβωνα πιάστηκε το ράσο του σ’ ένα καρφί και το σκίσιμο του ρούχου έγινε αντιληπτό απ’ όλους. Τότε μεσ’ στην ησυχία της εκκλησίας ακούστηκε η φωνή του Λούθηρου: «Καλά τόχα καταλάβει πως είχε  καρφωθεί στον άμβωνα. Γι’ αυτό δεν έλεγε να τελειώσει»!

Βέβαια είναι δυστύχημα  το ότι ο μεγάλος άνθρωπος του Θεού έχανε το χιούμορ του όταν συζητούσε για θεολογικές διαφορές. Και μια και μιλάμε για κήρυγμα, σίγουρα το ρεκόρ για την πιο σύντομη περίληψη κηρύγματος το κατέχει ο Γλάδστον, ο μεγάλος άγγλος πολιτικός, που έχοντας γυρίσει μια Κυριακή πρωί από την εκκλησία, ρωτήθηκε από τη γυναίκα του: «Για ποιο πράγμα μίλησε σήμερα ο ιεροκήρυκας;» «Για την αμαρτία», απάντησε ο Γλάδστον. «Και τι είπε;» ξαναρώτησε η γυναίκα του. «Ήταν εναντίον της», ήταν η απάντηση του άντρα της.

Δώρο λοιπόν του Θεού στον άνθρωπο το χιούμορ; Σίγουρα, αλλά και πολύ παραπάνω: και προνόμιο και υποχρέωση - αν μπορεί νάναι υποχρέωση - κι απαραίτητο γνώρισμα για το χριστιανό. Κι όπως πολύ σωστά σημειώνει ένας χριστιανός συγγραφέας, «όταν βρισκόμαστε σε μια κατάσταση ευθυμίας, δε σημαίνει φυσικά πως μπορούμε να σώσουμε τον κόσμο - ούτε και να τον καταστρέψουμε. Μπορούμε όμως να κάνουμε κάτι καλό: ν’ απολαύσουμε μια στιγμή απ’ το χρόνο που μας έχει δώσει ο Θεός».

Κάποιος άλλος γράφει πως «το γέλιο μπορεί να μη θεραπεύει, αλλά σε τελευταία ανάλυση λιγοστεύει τον πόνο, απαλύνει τις δυσκολίες, δεν έχει κακές πλευρές- και δεν κοστίζει και τίποτε». Κι εδώ θα προσθέσουμε ακόμη πως το γέλιο μπορεί μεν να μη θεραπεύει, πρόσφατες όμως ιατρικές έρευνες αποκάλυψαν ότι ανακουφίζει από τον πονοκέφαλο, τις αϋπνίες και τα αρθριτικά. Μ’ άλλα λόγια μειώνει σε σημαντικό βαθμό την εξάρτησή μας από τους γιατρούς.

Αυτό άλλωστε μας λέει και το εδάφιο που διαβάσαμε στην αρχή: «η χαρούμενη καρδιά είναι φάρμακο καλό, αλλά το θλιμμένο πνεύμα ξεραίνει τα κόκαλα», προκαλεί δηλ. οστεοπόρωση…                    

Κι όσο για μας που πιστεύουμε πως διαθέτουμε κάποιο χιούμορ, ελπίζω να μην πέσουμε στο αμάρτημα του φαρισαίου που προσευχήθηκε «σ’ ευχαριστώ Πατέρα γιατί δεν είμαι καθώς αυτός ο τελώνης», και πούμε «σ’ ευχαριστώ Θεέ μου που διαθέτω χιούμορ που δεν έχει ο διπλανός μου», απαράλλαχτα όπως προσευχήθηκε η ηλικιωμένη κυρία βγαίνοντας από το κήρυγμα για τον τελώνη και το φαρισαίο: «Σ’ ευχαριστώ, Θεέ μου, γιατί δεν είμαι όπως ο φαρισαίος»…