Εσθήρ α
Πώς ο Θεός είναι παρών και εργάζεται μέσα σε έναν κόσμο που μοιάζει να αδιαφορεί γι' Αυτόν, να μην Tον υπολογίζει;
Πώς ο Θεός είναι παρών μέσα στην ιστορία όταν οι πρωταγωνιστές της δεν Τον αναγνωρίζουν, δεν Τον πιστεύουν, δεν Τον μετρούν;
Το βιβλίο ξεκινά με την περιγραφή τριών γευμάτων.
Γενικά το βιβλίο αναφέρει 10 γεύματα και στην πραγματικότητα αυτά αποτελούν τη δομή και τη ραχοκοκαλιά του.
Το πρώτο αναφέρεται στα εδ.2-3. Διαβάζουμε ότι στα Σούσα ο βασιλιάς Ξέρξης (ή αλλιώς Ασσουήρης) «εν τω τρίτω έτει της βασιλείας αυτού, έκαμε συμπόσιον εις πάντας τους άρχοντας αυτού και τους δούλους αυτού· και ήτο ενώπιον αυτού η δύναμις της Περσίας και της Μηδίας, οι ευγενείς και οι άρχοντες των επαρχιών».
Να ποιοι κυβερνούν τον κόσμο. Η πολιτική, αριστοκρατική και στρατιωτική ελίτ. Αυτοί που έχουν την εξουσία και τη δύναμη. Και δείτε μία λεπτομέρεια: «ότε εδείκνυε τα πλούτη της ενδόξου βασιλείας αυτού, και την λαμπρότητα της εξόχου μεγαλειότητος αυτού, ημέρας πολλάς, εκατόν ογδοήκοντα ημέρας». Τα πλούτη του βασιλιά Ξέρξη ήταν τέτοια και τόσα που χρειάζονταν περίπου μισό χρόνο για να τους τα επιδείξει.
Το δεύτερο γεύμα αναφέρεται στα εδ.5&6. Αυτό είναι άλλου είδους γεύμα. Σ' αυτό συμμετέχουν όλοι. Διαρκεί εφτά μέρες. Αυτού του είδους τα γεύματα ήταν ένα είδος «οικονομικής πολιτικής» καθώς ουσιαστικά φανέρωναν τη γενναιοδωρία του βασιλιά προς τους φτωχούς. Στο εδ.8 διαβάζουμε «Η δε πόσις ήτο κεκανονισμένη· ουδείς εβίαζε· διότι ο βασιλεύς προσέταξεν ούτως εις πάντας τους οικονόμους του παλατίου αυτού, να κάμνωσι κατά την ευχαρίστησιν εκάστου». Οι πηγές του ήταν ανεξάντλητες. Και σαν μην έφτανε αυτό, στο εδ.9 διαβάζουμε για ένα ακόμη γεύμα, που παραθέτει η Αστίν (ή Βάστη) στο ανάκτορο του βασιλιά, για τις γυναίκες όπως ήταν η συνήθεια.
Τι φανερώνουν τα γεύματα; Πλούτο, δύναμη, λάμψη, εξουσία. Δείτε τις περιγραφές του παλατιού και των σκευών στα εδ.6-7. Δείτε στο εδ.10: «Εν τη εβδόμη δε ημέρα, ότε η καρδία του βασιλέως ήτο εύθυμος εκ του οίνου, προσέταξε τον Μεουμάν, τον Βηζαθά, τον Αρβωνά, τον Βηγθά και Αβαγθά, τον Ζεθάρ και τον Χαρκάς, τους επτά ευνούχους τους υπηρετούντας ενώπιον του βασιλέως Ασσουήρου, να φέρωσι την Αστίν την βασίλισσαν ενώπιον του βασιλέως, μετά του βασιλικού διαδήματος, διά να δείξη το κάλλος αυτής εις τους λαούς και εις τους άρχοντας· διότι ήτο ώραία την όψιν». Η λάμψη της ανθρώπινης δύναμης και πλούτου στο απόγειό της.
Τώρα υπάρχει μία ερώτηση: Πού είναι ο Θεός; Δεν υποτίθεται ότι τα βιβλία της Αγίας Γραφής είναι για να μας πουν για τη δύναμη και τον πλούτο και την εξουσία του Θεού; Η απάντηση είναι «κάντε υπομονή, μη βιάζεστε». Γιατί τη στιγμή που το πάρτι είναι στο καλύτερό του σημείο, μοιάζει μια παραφωνία να τα χαλάει όλα. Διαβάζουμε λακωνικά στο εδ.12 «Η βασίλισσα όμως Αστίν ηρνήθη να έλθη κατά την προσταγήν του βασιλέως». Ξέρω ότι το εδάφιο αυτό δεν το προσέξαμε, δεν το αποστηθίσαμε. Είναι όμως ένα από τα σημαντικότερα της Βίβλου. Μας δείχνει πως ό,τι λάμπει δεν είναι χρυσός. Ο ισχυρότερος άνθρωπος του κόσμου, που έχει όλα τα πλούτη του κόσμου, που έχει όλη την εξουσία και ισχυροί και ηγεμόνες τον γλύφουν και τον προσκυνούν και του φέρνουν δώρα και προσποιούνται ότι πραγματικά τους ενδιαφέρει να βλέπουν για μισό χρόνο τα πλούτη του... ο Ξέρξης που βασίλευε από τις Ινδίες μέχρι την Αιθιοπία σε εκατόν είκοσι εφτά επαρχίες, (εδ.1) δεν μπορούσε να ελέγξει τη γυναίκα του.
Δεν ξέρω αν βλέπετε την ειρωνεία. Και δε σταματά εδώ. Δείτε την αδυναμία του να διαχειριστεί το θέμα: Στο εδ.13 καλεί τους συμβούλους του (ξανά η υπερβολή: εφτά τω αριθμώ!) Και καταλήγει να εκδώσει «διάταγμα» ότι η Αστίν θα απομακρυνθεί και ότι «πάσαι αι γυναίκες θέλουσιν αποδίδει τιμήν εις τους άνδρας αυτών, από μεγάλου έως μικρού» (εδ.20). Και ο βασιλιάς, μας λέει το εδ.22, «έστειλε γράμματα εις πάσας τας επαρχίας του βασιλέως, εις εκάστην επαρχίαν κατά το γράφειν αυτής, και προς έκαστον λαόν κατά την γλώσσαν αυτού, να ήναι πας ανήρ κύριος εν τη οικία αυτού, και να λαλή κατά την γλώσσαν του λαού αυτού». Δεν είναι η απόλυτη αναγνώριση αδυναμίας και αποτυχίας το να χρειαστεί να κάνεις ένα τέτοιο διάταγμα; Η διακωμώδηση της ανθρώπινης δύναμης και λάμψης και εξουσίας. Όμως ξανά ρωτάμε «πού είναι ο Θεός;». Η απάντηση είναι «υπομονή».
Και η ιστορία συνεχίζει. Για να παρηγορήσουν το βασιλιά που δεν μπορεί να ξεχάσει την Αστίν (δες β:1) του λένε: «Ας ζητηθώσι διά τον βασιλέα νέαι παρθένοι, ώραίαι την όψιν· και ας διορίση ο βασιλεύς εφόρους εν πάσαις ταις επαρχίαις του βασιλείου αυτού, και να συνάξωσιν εις τα Σούσα την βασιλεύουσαν πάσας τας νέας παρθένους τας ώραίας την όψιν εις τον γυναικώνα, υπό την τήρησιν του Ήγαϊ ευνούχου του βασιλέως, του φύλακος των γυναικών· και ας δοθώσιν εις αυτάς τα προς καθαρισμόν αυτών· και η νέα, ήτις αρέση εις τον βασιλέα, ας ήναι βασίλισσα αντί της Αστίν. Και το πράγμα ήρεσεν εις τον βασιλέα, και έκαμεν ούτω» (Εσθήρ β:2-4).
Προσέξτε ξανά κάτι. Δείτε το βασιλιά που δεν μπορεί να σκεφτεί τίποτε μόνος του! Ξανά λοιπόν βλέπουμε μία επίδειξη χλιδής και πλούτου. Ξανά η γλώσσα της υπερβολής. Στο β:8 διαβάζουμε ότι «πολλά κοράσια συνήχθησαν εις τα Σούσα». Μέσα σε αυτές και μια νεαρή ορφανή κοπέλα Εβραία, η Εσθήρ. Για ένα χρόνο (εδ.12) τις προετοίμαζαν και τις δοκίμαζε ο βασιλιάς ώστε στο τέλος να αποφασίσει. Και στο εδ.17 διαβάζουμε «Και ηγάπησεν ο βασιλεύς την Εσθήρ υπέρ πάσας τας γυναίκας, και εύρηκε χάριν και έλεος ενώπιον αυτού υπέρ πάσας τας παρθένους· και επέθηκε το βασιλικόν διάδημα επί την κεφαλήν αυτής και έκαμεν αυτήν βασίλισσαν αντί της Αστίν». Και όπως διαβάζουμε στη συνέχεια, μετά παρέθεσε γεύμα! Πού είναι ο Θεός μέσα σε όλα αυτά; Τι ιστορία είναι αυτή; Απαντώ «υπομονή».
Η Εσθήρ, μας πληροφορεί ο συγγραφέας, ήταν ορφανή και την κηδεμονία της έχει ένας θείος της που το όνομά του ήταν Μαροδοχαίος. Ο Μαροδοχαίος, όταν η Εσθήρ έγινε βασίλισσα, έτυχε να ακούσει μια συνομιλία δύο που συνωμοτούσαν για να δολοφονήσουν το βασιλιά. Το συμβάν καταγράφηκε στα χρονικά του βασιλιά αλλά ποτέ ο Μαροδοχαίος δεν ανταμείφθηκε γι' αυτό. Στο προσκήνιο όμως εμφανίζεται κάποιος Αμάν, ο οποίος γίνεται ο πρώτος ηγεμόνας. Αυτός δεν αντέχει το Μαροδοχαίο και για να τον εκδικηθεί πείθει το βασιλιά να εκδώσει ένα διάταγμα που να απαιτεί τον εξολοθρεμό των Ιουδαίων. Ο βασιλιάς όμως ένα βράδυ δεν έχει ύπνο. Ζητά να διαβάσει κάτι και παίρνει το βιβλίο των Χρονικών και διαβάζει για την πράξη του Μαροδοχαίου και ζητά να τον τιμήσουν. Και η Εσθήρ ζητά από το βασιλιά μια χάρη αποκαλύπτοντας το σχέδιο του Αμάν. Ο βασιλιάς βγαίνει να πάρει αέρα και μπαίνοντας βλέπει τον Αμάν να έχει γύρει πάνω στην Εσθήρ να την παρακαλεί για εύνοια. Αυτός νομίζει ότι της επιτέθηκε για να τη βιάσει και τον θανατώνει. Γράφει τότε το νέο διάταγμα, που φτάνει ακριβώς την μέρα που είχε ορισθεί ως ημέρα εκτέλεσης των Εβραίων.
Τώρα ρωτάμε ξανά: Πού είναι ο Θεός; Πουθενά αλλά και παντού! Μέσα στο βιβλίο της Εσθήρ δεν αναφέρεται ούτε μία φορά το όνομα του Θεού. Κι όμως, ταυτόχρονα είναι ένα βιβλίο στο οποίο βλέπεις την παρουσία του Θεού μέσα σε κάθε λεπτομέρεια της ζωής. Αυτή είναι μία ιστορία για το πώς ο Θεός έσωσε το λαό του που ζούσε στην Περσική διασπορά. Πώς τον διατήρησε και τον διαφύλαξε. Και μας διδάσκει ότι ο Θεός άλλες φορές σώζει το λαό Του, εφαρμόζει τις βουλές του ρίχνοντας 10 πληγές στον Φαραώ, ανοίγοντας την Ερυθρά θάλασσα, εμφανίζεται στο Μωυσή στην καιόμενη βάτο. Το βιβλίο της Εσθήρ απέναντι από το βιβλίο της Εξόδου μας διδάσκει έναν άλλον τρόπο με τον οποίο εργάζεται ο Θεός. Είναι ο Θεός που εργάζεται πίσω από το προσκήνιο της ιστορίας. Η πρόνοια του Θεού είναι η σιωπηλή αδιόρατη παρουσία του μέσα στην καθημερινότητα της ζωής.
Δεν ξέρω που ψάχνουμε να δούμε το Θεό. Αν βλέπαμε τις 10 πληγές θα λέγαμε «Να το χέρι του Θεού». Βλέποντας όμως τον Ξέρξη να μεθά και να κάνει βλακείες, κανείς μας δε λέει «να το χέρι του Θεού». Όμως το βιβλίο της Εσθήρ είναι μια εισαγωγή και προετοιμασία να δούμε το σταυρό. Αν βλέπαμε από την ανθρώπινη σκοπιά το σταυρό, ήταν το πιο ασήμαντο γεγονός που συνέβαινε. Μάλλον δε θα έφτανε ποτέ στο κεντρικό δελτίο των οκτώ. Οι εφημερίδες θα το είχαν στα ψιλά γράμματα. Μην κοιτάτε σήμερα που η Μεγάλη Παρασκευή είναι ημιαργία και χτυπούν οι καμπάνες. Τότε ήταν μία ακόμη εκτέλεση σε κάποια απομακρυσμένη Ρωμαϊκή επαρχία. Αυτό κατάλαβε ο Λούθηρος και διατύπωσε τη λεγόμενη «θεολογία του σταυρού» σε αντιπαραβολή με την θεολογία της δόξας. Αναφέρεται στην προσευχή του Μωυσή όταν στην Έξοδο λγ:18 λέει «Δείξον μοι, δέομαι, την δόξαν σου». Και ο Θεός λέει «θέλεις ιδεί τα οπίσω μου· το δε πρόσωπόν μου δεν θέλεις ιδεί» (εδ.23).
Στο σταυρό αλλά συχνά και στη ζωή μας ο Θεός δεν φανερώνει τον εαυτό Του, δεν κατεργάζεται τις βουλές με τον εκθαμβωτικό, λαμπερό τρόπο που εμείς θα προτιμούσαμε. Αλλά με τα νώτα του. Δε βλέπουμε τη λάμψη της παρουσίας Του αλλά τη σκιά της παρουσίας Του. Δεν παύει όμως να είναι παρών και να εργάζεται.
Τίποτε στη ζωή μας δεν είναι τυχαίο. Τα πάντα συνεργούν προς το αγαθόν. Ο Θεός μέσα σε όλα εργάζεται. Αυτό μας διδάσκει η ιστορία της Εσθήρ. Αυτό μας διδάσκει ο Σταυρός.