Η Ελλάδα, με ποσοστό 31% έναντι 5% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, εμφανίζεται να κατέχει την πρώτη θέση στην υπερβολική χρήση του διαδικτύου, σε σχέση με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και τη Ρωσία.
Αυτό, τουλάχιστον, προκύπτει από τα στοιχεία των 31 Γραμμών Βοηθείας του Πανευρωπαϊκού Δικτύου Insafe, σύμφωνα με το Ελληνικό Κέντρο Ασφαλούς Διαδικτύου.
Ως δεύτερο κυριότερο πρόβλημα για την Ελλάδα αναδεικνύεται η προστασία της online ιδιωτικότητας με 16%, ενώ την τρίτη θέση κατέχει ο διαδικτυακός εκφοβισμός με 19%. Οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί μέσοι όροι ανέρχονται σε 12% για την ιδιωτικότητα και 21% για τον διαδικτυακό εκφοβισμό.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Γραμμής Βοηθείας του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου μέσα σε ένα τετράμηνογια είχαν ήδη, πραγματοποιηθεί 180 αναφορές για υπερβολική χρήση διαδικτύου, 96 αναφορές για θέματα online ιδιωτικότητας (κατάχρηση-προστασία προσωπικών δεδομένων) και 65 αναφορές για κυβερνο-εκφοβισμό.
Επίσης, οι αναφορές για τη σεξουαλικότητα και τις online σχέσεις αναδεικνύονται σε καινούρια τάση, καθώς το ποσοστό αυξήθηκε στο 10% το 2015, από 7% το 2014. Οι σχετικές αναφορές προέρχονται κατά 75% από το γυναικείο φύλο και 25% από το ανδρικό, ενώ μόνο ένα 14% είναι ανήλικοι.
Αυτό, τουλάχιστον, προκύπτει από τα στοιχεία των 31 Γραμμών Βοηθείας του Πανευρωπαϊκού Δικτύου Insafe, σύμφωνα με το Ελληνικό Κέντρο Ασφαλούς Διαδικτύου.
Ως δεύτερο κυριότερο πρόβλημα για την Ελλάδα αναδεικνύεται η προστασία της online ιδιωτικότητας με 16%, ενώ την τρίτη θέση κατέχει ο διαδικτυακός εκφοβισμός με 19%. Οι αντίστοιχοι ευρωπαϊκοί μέσοι όροι ανέρχονται σε 12% για την ιδιωτικότητα και 21% για τον διαδικτυακό εκφοβισμό.
Σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία της Γραμμής Βοηθείας του Ελληνικού Κέντρου Ασφαλούς Διαδικτύου μέσα σε ένα τετράμηνογια είχαν ήδη, πραγματοποιηθεί 180 αναφορές για υπερβολική χρήση διαδικτύου, 96 αναφορές για θέματα online ιδιωτικότητας (κατάχρηση-προστασία προσωπικών δεδομένων) και 65 αναφορές για κυβερνο-εκφοβισμό.
Επίσης, οι αναφορές για τη σεξουαλικότητα και τις online σχέσεις αναδεικνύονται σε καινούρια τάση, καθώς το ποσοστό αυξήθηκε στο 10% το 2015, από 7% το 2014. Οι σχετικές αναφορές προέρχονται κατά 75% από το γυναικείο φύλο και 25% από το ανδρικό, ενώ μόνο ένα 14% είναι ανήλικοι.