Όπως δεν
υπάρχει αξία στην πίστη όταν δεν υπάρχει ανταπόκριση, το ίδιο δεν έχει αξία η
πίστη ξέχωρα από το αντικείμενό της. Η πίστη μόνη της δεν λέει τίποτα. Μπορεί ο
άνθρωπος να έχει αξιόλογη πίστη, αλλά αν πιστεύει στον εαυτό του, τότε η
δικαίωση δια πίστεως δεν είναι τίποτε άλλο από αυτοδικαίωση.
Η αξία της
πίστης εξαρτάται απόλυτα από το αντικείμενό της. Εμείς σωζόμαστε απ’ Αυτόν στον
οποίο πιστεύουμε κι όχι από τις συνθήκες κάτω από τις οποίες πιστέψαμε. Όταν ο
Παύλος χρησιμοποίησε τον Αβραάμ σαν παράδειγμα δικαίωσης δια πίστεως, επισήμανε
ότι ο Αβραάμ πίστεψε στο Θεό, τον Παντογνώστη και Παντοδύναμο που μπορούσε να
εκπληρώσει κάθε υπόσχεσή Του (Ρωμ.δ:16-17).
Οι ειδωλολάτρες μπορεί να έχουν
μεγάλη πίστη, αλλά δεν σώζονται επειδή δεν πιστεύουν στον Ιησού. Εφόσον η σωτηρία
προέρχεται αποκλειστικά από τον Ιησού, είναι ζωτικά σημαντικό η πίστη να είναι
σ’ Αυτόν.
Αυτό σημαίνει
ότι πρέπει να πιστεύουμε το ίδιο και στο λόγο Του. Πολλοί άνθρωποι έχουν μεγάλη
πίστη σε συγκεκριμένα θρησκευτικά συστήματα που ομολογούν πίστη στο Χριστό,
αλλά δεν είναι σωσμένοι επειδή η πίστη τους δεν βασίζεται στο λόγο του Θεού και
το ευαγγέλιο του Χριστού.
Το να πιστεύει κανείς σε ένα ανθρώπινο θρησκευτικό
κατασκεύασμα, όσο ειλικρινής κι αν είναι η πίστη του, δεν είναι αρκετή. Πρέπει
να λατρεύουμε το Θεό με αλήθεια αλλά και εν Πνεύματι (Ιωάν.δ:24). Ο Ιησούς
είπε: «Όστις πιστεύει εις εμέ, καθώς
είπεν η γραφή, ποταμοί ύδατος ζώντος θέλουσι ρεύσει εκ της κοιλίας αυτού»
(Ιωάν.ζ:38). Πρέπει να πιστεύουμε σύμφωνα με τη διδασκαλία των Γραφών. Δεν
υπάρχει σώζουσα δύναμη στη διανοητική πίστη του ανθρώπου, παρά μονάχα στην
πίστη και υπακοή στον Κύριο Ιησού και το λόγο του.