Η ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΓΕΝΝΗΣΗΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Λογικά θα έπρεπε να είναι «το
έτος μηδέν», εφόσον το χριστιανικό ημερολόγιο που χρησιμοποιούμαι έχει σαν
αφετηρία του το γεγονός της γέννησης του Χριστού. Κι όμως, δεν είναι «το έτος
μηδέν» η αρχή του ημερολογίου μας.
Πρώτα απ’ όλα, όταν καθιερώθηκε
το χριστιανικό ημερολόγιο τον 6ο αιώνα μ.Χ. το «μηδέν» δεν ήταν
ακόμα γνωστό στα μαθηματικά. Το σύμβολο του «μηδέν» χρησιμοποιήθηκε πρώτα από
τους Ινδούς γύρω στο 400 μ.Χ.
Οι Άραβες το υιοθέτησαν από
τους Ινδούς όταν εισέβαλαν στην Ινδία περί το 700 μ.Χ. Κατόπιν έφεραν την ιδέα
του «μηδέν» στην Ευρώπη γύρω στο 1200 μ.Χ.
Φυσικά, αυτό το μικρό λάθος, ως
προς τη χρονολογία, μπορεί εύκολα να διορθωθεί στο ημερολόγιο. Δυσκολίες
παρουσιάζονται όταν επιχειρήσουμε να καθορίσουμε ποιο ήταν μέσα στην ιστορία το
έτος της γέννησης του Χριστού, δηλαδή το έτος 1 της χριστιανικής χρονολόγησης.
Η εκλογή του έτους 1 στην
ιστορία, σαν αφετηρία του ημερολογίου μας, έγινε από το Ρωμαιοκαθολικό μοναχό
και μαθηματικό Διονύσιο τον Μικρό (Exigious) το 525 μ.Χ. Είχαν δηλαδή περάσει περισσότερα από 500
χρόνια όταν το ιστορικό γεγονός της γέννησης άρχισε να γιορτάζεται με βάση το
σημερινό ημερολόγιο.
Όταν γεννήθηκε ο Χριστός, ο
χρόνος υπολογιζόταν στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, από κτίσεως Ρώμης. Όταν ο
Χριστιανισμός επικράτησε, στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία, ο μοναχός Διονύσιος, κατά
παραγγελία του αυτοκράτορα Ιουστινιανού, έφτιαξε ένα ημερολόγιο που υπολόγιζε
το χρόνο από τη γέννηση του Χριστού προκειμένου να αντικαταστήσει το Ρωμαϊκό
ημερολόγιο. Έτσι, επέβαλε σαν έτος γέννησης του Χριστού το 754 Ab urbe condita (από κτίσεως Ρώμης).
Αυτός ο προσδιορισμός έγινε με
βάση την ιστορία της βασιλείας του αυτοκράτορα Αυγούστου. Όμως, εκτός από την
παράλειψη του έτους «μηδέν», έκανε και το λάθος να μην λογαριάσει, τη χρονική
περίοδο των 4 χρόνων, που ο Αύγουστος κυβέρνησε τη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία με το
πραγματικό του όνομα Γάιος Οκταβιανός. Αυτό το λάθος των 4-5 χρόνων του
Διονυσίου μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο Χριστός γεννήθηκε γύρω στο 4-6 π.Χ.
Όμως η πιο σίγουρη χρονολογία
της εποχής είναι ο θάνατος του Ηρώδη. Όπως μας πληροφορεί ο Ιουδαίος ιστορικός
Φλάβιος Ιώσηπος που έγραψε 100 περίπου χρόνια μετά την αρχή της χριστιανικής
εποχής, ο Ηρώδης πέθανε ένα αργό και οδυνηρό θάνατο, ύστερα από μια έκλειψη
σελήνης που είχε γίνει ορατή και στην Ιεριχώ. Ακριβώς πότε πέθανε ο Ηρώδης
ύστερα απ’ αυτή την έκλειψη, ο Ιώσηπος δεν το ξεκαθαρίζει αν και σαν πιο
κοντινή χρονολογική πληροφορία αναφέρει τον εορτασμό του Πάσχα. Η έκλειψη
λοιπόν που αναφέρει ο Ιώσηπος - έχουν συμπεράνει πολλοί μελετητές της Βίβλου - πρέπει
να έγινε σαν συνέπεια της πανσέληνου που προηγήθηκε ένα μήνα από την πανσέληνο
του Πάσχα, κι επομένως ο Ηρώδης πέθανε ανάμεσα στις δύο πανσέληνους.
Έτσι,
η εκδοχή αυτή εντοπίζει καθαρά το θάνατο του Ηρώδη στο 4 π.Χ. επειδή αυτό ήταν
το μόνο έτος που σε ένα μεγάλο χρονικό διάστημα, η έκλειψη που ήταν ορατή σ’
αυτό το μέρος της Γης, προηγήθηκε ένα μήνα του Πάσχα.
Επιβεβαιώνεται
ακόμα από τις ημερομηνίες της ηγεσίας των γιων του Ηρώδη.
Ο
Ηρώδης χτυπήθηκε από μια τρομερή ασθένεια στο στομάχι και τα έντερα, όταν
διέταξε τη σφαγή των νηπίων της Βηθλεέμ. Η ασθένεια αυτή τον έκαιγε εσωτερικά
με φοβερούς πόνους. Ο Ιώσηπος λέει για τον Ηρώδη: «στην απόγνωση για να
επιζήσει έγινε τελείως κτηνώδης ενεργώντας με αχαλίνωτο θυμό και πικρία προς
όλους. Το αίτιο ήταν ότι πίστευε ότι όλοι τον περιφρονούσαν και ότι όλο το
έθνος ευχαριστιόταν στη δυστυχία του».
Μια
ανυπόφορη μυρωδιά συνόδευε την ασθένειά του, ώστε κανείς δεν μπορούσε να τον
πλησιάσει γιατί τα έντερά του σάπιζαν μέσα του.
Διέταξε
να φονευθούν όλα τα παιδιά από 2 χρονών και κάτω σύμφωνα με τις προβλέψεις των
μάγων(Ματθ.β:16)
Οι
Ιουδαίοι ονόμαζαν ένα παιδί 2 χρονών, έστω και αν ήταν 1 έτους και μιας ημέρας.
Αν
οι μάγοι είχαν πει στον Ηρώδη ότι ο Χριστός ήταν 2 χρονών, το πιο σίγουρο είναι
ότι θα σκότωσε παιδιά μέχρι 3 χρονών για να είναι βέβαιος ότι έχει πιάσει τα
χρονικά όρια. Οπότε πρέπει να μεσολαβεί 1-1 ½
χρόνος από τη γέννηση του Χριστού. Αφού ο Ηρώδης πέθανε το 4 π.Χ. αμέσως
μετά τη σφαγή των νηπίων, σημαίνει ότι ο Χριστός γεννήθηκε το 4+1 ½ = 5-6 π.Χ.
Μια
άλλη μαρτυρία με την οποία μπορούμε να καθορίσουμε το πότε γεννήθηκε ο Χριστός,
είναι η εξής:
Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής ήταν από οικογένεια
ιερέων (Λουκ.α:5-13) που πάντοτε άρχιζαν τη διακονία τους στα 30 τους χρόνια.
(Αριθ.δ:3).
Στο
Λουκ.γ:1 βλέπουμε ότι όταν ο Ιωάννης βγήκε στη διακονία, ήταν ο 15ος
χρόνος της ηγεμονίας του Τιβέριου.
Ξέρουμε από την ιστορία ότι ο Τιβέριος
ηγεμόνευσε από το 14 μ.Χ. μέχρι το 37 μ.Χ. Όμως με το λάθος του Διονύσιου,
αυτές οι χρονολογίες έρχονται 4-5 χρόνια πίσω και γίνονται 9-10 μέχρι 32-33
μ.Χ. Το 15ο έτος λοιπόν της ηγεμονίας του Τιβέριου σύμφωνα με τη
σωστή χρονολογία είναι το 24-25 μ.Χ. Όμως, εκείνη την εποχή μας λέει ο λόγος
του Θεού ότι ο Ιωάννης - που είχε 6 μήνες διαφορά από το Χριστό (Λουκ.α:26) -
ήταν 30 χρονών. Έτσι αφαιρώντας από το 24-25 το 30 ερχόμαστε στο 5-6 π.Χ.
Μπορούμε
όμως να φτάσουμε στο ίδιο συμπέρασμα, από το εξής γεγονός:
Ιωάν.β:20 Όταν ο Χριστός με το
μαστίγιο έβγαλε έξω από το ναό όλους του αργυραμοιβούς, οι Ιουδαίοι Του ζήτησαν
σημείο γιατί κάνει όλα αυτά. Και ο Χριστός τους είπε: Χαλάσατε τον ναόν τούτον και δια τριών ημερών θέλω εγείρει αυτόν.
Και τότε του απάντησαν ότι αυτός ο ναός για να οικοδομηθεί χρειάστηκαν 46
χρόνια και συ λες ότι θα τον εγείρης σε τρείς μέρες;
Από
την ιστορία γνωρίζουμε τα εξής: Μετά την αιχμαλωσία, η κατάσταση του ναού ήταν
κακή, είχε σχεδόν καταρρεύσει. Έτσι δεν ήταν δυνατόν να ικανοποιήσει την
ματαιοδοξία του βασιλιά Ηρώδη του Μεγάλου, ο οποίος ανέλαβε την ανοικοδόμησή
του σε μεγάλη κλίμακα. Μετά τις απαραίτητες ετοιμασίες, άρχισε η ανοικοδόμηση
το 18ο έτος της βασιλείας του Ηρώδη (20-19 π.Χ.).
Αν
λοιπόν ο ναός άρχισε να ανοικοδομείτε το 19-20 π.Χ. και χρειάστηκαν 46 χρόνια
για να τελειώσει, θα τέλειωσε το 25 περίπου μ.Χ.
Όταν
λοιπόν ο Χριστός πήγε με το μαστίγιο στο ναό, ήταν το 25 μ.Χ. Αφαιρώντας από το
25 την ηλικία του Χριστού τότε, που ήταν 30 ½ (στο πρώτο Του Πάσχα) ερχόμαστε
πάλι στο 5-6 π.Χ.
Μετά
από όλα αυτά καταλαβαίνουμε ότι αν σήμερα λέμε ότι είμαστε στο 2014 μετά
Χριστό, στην πραγματικότητα είμαστε 2014+5 ή 6 = 2019 η 2020. Και άφησε ο Θεός
να μπερδευτούν έτσι τα πράγματα, ώστε κανείς να μην ξέρει ακριβώς.