Ο Παύλος,
περισσότερο από κάθε άλλο συγγραφέα, έδωσε έμφαση στη δικαίωση δια πίστεως,
αλλά την ίδια στιγμή επέμεινε δυναμικά στο γεγονός ότι η σώζουσα πίστη είναι
αχώριστη από την υπακοή. Έγραψε ότι το μυστήριο του απολυτρωτικού σχεδίου του
Θεού, η εκκλησία, έχει γίνει γνωστό «εις
πάντα τα έθνη, προς υπακοήν πίστεως» (Ρωμ.ις:26). Η χάρη του Θεού φέρνει «υπακοήν πίστεως» (Ρωμ.α:5). Ο Ιησούς
εργάστηκε μέσα από τον Παύλο «προς
υπακοήν των εθνών» (Ρωμ.ιε:18). Το ίδιο και ο Λουκάς αναφέρει ότι ένας
μεγάλος αριθμός ιερέων «υπήκουον εις την
πίστην» (Πράξ.ς:7). Η πίστη και η υπακοή είναι τόσο στενά συνδεδεμένες,
ώστε έλλειψη υπακοής στο Θεό να είναι απόδειξη έλλειψης πίστης: «Αλλά δεν υπήκουσαν πάντες εις το ευαγγέλιον
διότι ο Ησαίας λέγει, Κύριε, τις επίστευσεν εις το κήρυγμα ημών;»
(Ρωμ.ι:16).
Πολλά άλλα
εδάφια επαναλαμβάνουν τη βασική σχέση ανάμεσα στην υπακοή και τη σωτηρία. Ο
Ιησούς είπε: «Δεν θέλει εισέλθει εις την
βασιλείαν των ουρανών πας ο λέγων προς εμέ, Κύριε, Κύριε αλλ’ ο πράττων το θέλημα
του Πατρός μου του εν τοις ουρανοίς» (Ματθ.ζ:21). Μόνο αυτός που ακούει και
πράττει το λόγο του Θεού θα σωθεί (Ματθ.ζ:24-27). Ο Ιησούς ακόμα είπε: «Εάν με αγαπάτε, τας εντολάς μου φυλάξατε»
(Ιωάν.ιδ:15). «Εάν τις με αγαπά, τον
λόγον μου θέλει φυλάξει» (Ιωάν.ιδ:23).
Ο Κύριος θα
τιμωρήσει με αιώνια καταδίκη «τους μη
γνωρίζοντας Θεόν, και τους μη υπακούοντας εις το ευαγγέλιον του Κυρίου ημών
Ιησού Χριστού» (Β’ Θεσ.α:7-10). Ο Χριστός «κατεστάθη αίτιος σωτηρίας αιωνίου εις πάντας τους υπακούοντας εις
αυτόν» (Εβρ.ε:9). Ο απόστολος Πέτρος είπε: «διότι έφθασεν ο καιρός του να αρχίση η κρίσις από του οίκου του Θεού
και αν αρχίζη πρώτον αφ’ ημών, τι θέλει είσθαι το τέλος των απειθούντων εις το
ευαγγέλιον του Θεού;» (Α’ Πέτρ.δ:17).
Ο Ιωάννης
έδωσε το εξής τεστ για ένα Χριστιανό: «Και
εν τούτω γνωρίζομεν, ότι εγνωρίσαμεν αυτόν, εάν τας εντολάς αυτού φυλάττωμεν.
Όστις λέγει, εγνώρισα αυτόν, και τας εντολάς αυτού δεν φυλάττει, ψεύστης είναι,
και εν τούτω η αλήθεια δεν υπάρχει όστις όμως φυλάττη τον λόγον αυτού, αληθώς
εν τούτω η αγάπη του Θεού είναι τετελειωμένη.
Εν τούτω γνωρίζομεν ότι είμεθα εν αυτώ» (Α’ Ιωάν.β:3-5). Ξέρουμε το
Θεό, η αγάπη Του είναι τετελειωμένη
σε μας και είμαστε εν αυτώ μόνο όταν
υπακούμε Αυτόν. Ο αληθινός πιστός θα υπακούσει τις εντολές του Θεού κι έτσι θα
ξέρει ότι έχει την αγάπη του Θεού (Α’ Ιωάν.ε:1-3).
Όταν ο Θεός
έστειλε τον εξολοθρευτή άγγελο να επισκεφτεί κάθε οικογένεια στην Αίγυπτο, οι
Ισραηλίτες δεν ήταν αυτόματα προστατευμένοι επειδή απλά πίστευαν στην υπόσχεση.
Έπρεπε να βάλουν το αίμα από το αρνί του Πάσχα στους παραστάτες της πόρτας
(Έξ.ιβ). Μόνο όταν εκφράσανε την πίστη τους με την υπακοή στην εντολή του Θεού
ήταν ασφαλείς. «Δια πίστεως (ο
Μωυσής) έκαμε το πάσχα και την πρόσχυσιν
του αίματος, δια να μη εγγίση αυτούς ο εξολοθρεύων τα πρωτότοκα»
(Εβρ.ια:28). Κατά τον ίδιο τρόπο, η σώζουσα πίστη σήμερα, περιλαμβάνει
ενεργητική υπακοή. Πρέπει να βάλουμε το αίμα Του Αρνίου στη ζωή μας με την υπακοή
στο ευαγγέλιό Του που είναι μετάνοια, βάπτισμα στο όνομά Του και λήψη του Αγίου
Πνεύματος.
Αυτός που
πραγματικά πιστεύει στο λόγο του Θεού θα υπακούσει σ’ αυτό. Ο λόγος του Θεού
διδάσκει το βάπτισμα στο νερό, άρα αυτός που λέει ότι πιστεύει στη Βίβλο πρέπει
να βαπτιστεί. Ο λόγος του Θεού υπόσχεται τη δωρεά του Αγίου Πνεύματος, άρα
αυτός που λέει ότι πιστεύει στη Βίβλο πρέπει να το περιμένει, να το ζητά και να
το πάρει.