29 Οκτώβρη 539 π.Χ. Ο Κύρος Β΄της Περσίας εισέρχεται στη Βαβυλώνα και επιτρέπει στους Εβραίους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους.
Ο Κύρος Β΄ο Μέγας, ή Κύρος ο πρεσβύτερος, ήταν βασιλέας των
Περσών που έζησε τον 6ο αιώνα π.Χ., Γεννήθηκε γύρω στο 600 π.Χ. και πέθανε το 530 π.Χ. η βασιλεία του σύμφωνα με τις πηγές διήρκεσε από 29
ή 31 χρόνια, είναι ο ιδρυτής της μεγάλης Περσικής αυτοκρατορίας. Μεγάλωσε την
έκταση του κράτους του κατακτώντας τους διάφορους γειτονικούς του λαούς, στους
οποίους φέρθηκε με επιείκεια.
Οι κατακτήσεις του επεκτάθηκαν από το Αιγαίο Πέλαγος και τον
Ελλήσποντο ως τον Ινδό ποταμό. Οι σπουδαιότερες αυτοκρατορίες που κατέλαβε ήταν οι Βαβυλώνα, οι Μήδοι και το πανίσχυρο βασίλειο των Λυδών του Κροίσου το οποίο κυριαρχούσε εκείνη την
εποχή σε ολόκληρη την Μικρά Ασία.
Σύμφωνα με την ιστορία που διασώζει ο
Ηρόδοτος όταν ήταν ο Κροίσος πάνω από την αναμμένη πυρά του Κύρου φώναξε τρεις
φορές το όνομα του Αθηναίου σοφού Σόλωνα ο οποίος τον είχε προειδοποιήσει για
τις παλινωδίες της τύχης. Ο Κύρος όταν έμαθε την ιστορία σχετικά με την
συνάντηση του Κροίσου με τον Σόλωνα χάρισε στον Λυδό βασιλιά την ζωή και τον
κράτησε σύμβουλο ολόκληρο το υπόλοιπο διάστημα της ζωής του.
Ο Κύρος Β’ σύμφωνα
με τους αρχαιολόγους είναι ο πρώτος βασιλιάς στην ιστορία που έκανε την
διακήρυξη των ανθρώπινων δικαιωμάτων, τα κατέγραψε από το 539 π.Χ. ως το 530
π.Χ. στον περίφημο Κύλινδρο του Κύρου.
Να δούμε συνοπτικά πως περιγράφεται το γεγονός στήν Παλαιά Διαθήκη:
Εν δε τω πρώτω έτει Κύρου του βασιλέως της Περσίας,
διά να πληρωθή ο λόγος του Κυρίου ο διά στόματος Ιερεμίου, διήγειρεν ο Κύριος
το πνεύμα του Κύρου βασιλέως της Περσίας, και διεκήρυξε διά παντός του
βασιλείου αυτού, και μάλιστα εγγράφως, λέγων:
Ούτω λέγει Κύρος ο βασιλεύς της Περσίας· πάντα τα
βασίλεια της γης έδωκεν εις εμέ Κύριος ο Θεός του ουρανού· και αυτός προσέταξεν
εις εμέ να οικοδομήσω εις αυτόν οίκον εν Ιερουσαλήμ, ήτις είναι εν τη Ιουδαία·
τις εξ υμών είναι εκ παντός του λαού αυτού; Κύριος ο Θεός αυτού έστω μετ'
αυτού, και ας αναβή. (2Χρ. 36:22-23)
Τότε εσηκώθησαν οι αρχηγοί των πατριών του Ιούδα και
του Βενιαμίν και οι ιερείς και οι Λευΐται, μετά πάντων όσων το πνεύμα διήγειρεν
ο Θεός εις το να αναβώσι διά να οικοδομήσωσι τον οίκον του Κυρίου, τον εν
Ιερουσαλήμ·
και πάντες οι πέριξ αυτών εβοήθησαν αυτούς με σκεύη
αργυρά, με χρυσίον, με αγαθά και με κτήνη και με πολύτιμα πράγματα, εκτός πασών
των προαιρετικών προσφορών.
Και εξήγαγεν ο βασιλεύς Κύρος τα
σκεύη του οίκου του Κυρίου, τα οποία ο Ναβουχοδονόσορ είχε φέρει από Ιερουσαλήμ
και θέσει αυτά εν τω οίκω του Θεού αυτού· (Εσδ. 1:5-7)
..και έψαλλον αμοιβαίως υμνούντες και ευχαριστούντες τον Κύριον, Ότι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού επί τον Ισραήλ. Και πας ο λαός ηλάλαξαν αλαλαγμόν μέγαν, υμνούντες τον Κύριον διά την θεμελίωσιν του οίκου του Κυρίου.
..και έψαλλον αμοιβαίως υμνούντες και ευχαριστούντες τον Κύριον, Ότι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού επί τον Ισραήλ. Και πας ο λαός ηλάλαξαν αλαλαγμόν μέγαν, υμνούντες τον Κύριον διά την θεμελίωσιν του οίκου του Κυρίου.
Και πολλοί εκ των ιερέων και Λευϊτών και των αρχηγών
των πατριών, γέροντες, οίτινες είχον ιδεί τον πρότερον οίκον, ενώ ο οίκος ούτος
εθεμελιούτο ενώπιον των οφθαλμών αυτών, έκλαιον μετά φωνής μεγάλης· πολλοί δε
ηλάλαξαν εν φωνή μεγάλη μετ' ευφροσύνης.
Και δεν διέκρινεν ο λαός την φωνήν του αλαλαγμού της
ευφροσύνης από της φωνής του κλαυθμού του λαού· διότι ο λαός ηλάλαζεν αλαλαγμόν
μέγαν, και η βοή ηκούετο έως από μακρόθεν. (Εσδ. 3:11-13)
..και έσφαξαν το πάσχα εις πάντας τους
υιούς της αιχμαλωσίας, και εις τους αδελφούς αυτών τους ιερείς, και εις
εαυτούς.
Και έφαγον οι υιοί Ισραήλ, οι επιστρέψαντες από της
αιχμαλωσίας, και πάντες οι χωρισθέντες προς αυτούς από της ακαθαρσίας των εθνών
της γης, διά να εκζητήσωσι Κύριον τον Θεόν του Ισραήλ.
(Εσδ. 6:21)