Η κηδεία της ηλικιωμένης κυρίας, μητέρας παιδικού μου φίλου,
γινόταν σε μικρή επαρχιακή πόλη της
Πελοποννήσου. Η οικογένεια είχε καλέσει παπά, φίλο της εκλιπούσης, από την
Αθήνα, να τελέσει το "μυστήριο". Ο παπάς της ενορίας, ένας γεμάτος μεσήλικος,
έπαιζε επικουρικό ρόλο στη διάρκεια της τελετής και πρωταγωνιστικό στο
περιθώριό της.
Πρώτα διευκρίνισε μεγαλοφώνως στην νύφη της νεκρής ότι τα
έξοδα δεν θα μειωθούν λόγω της μικρής συμμετοχής του. Ο κόσμος που άκουγε πολύς
αλλά αυτό δεν εμπόδισε τον παπά να της εξηγήσει τις υποχρεώσεις της.“ Θα βάλεις
σε επτά φακέλλους από 50 ευρώ, για μένα, τους ψάλτες, τον νεωκόρο κλπ, και
ανάλογα με τη δύναμη της οικογένειας βάλε και περισσότερα”. Κοίταξα γύρω τους
ανθρώπους, κανείς δεν εντυπωσιάστηκε – η συναλλαγή τούς ήταν γνώριμη. “ Για τα
τρίημερα θα φέρεις στάρι και άσε τα υπόλοιπα πάνω μου”. “Μα θα είμαστε στην
Αθήνα”. “Θα έρθετε για την δούλη του Θεού. Τα εννιάμερα θα τα κάνουμε μεσημέρι
γιατί έχω άλλο μνημόσυνο”. “Δεν θέλουμε εννιάμερα”. “Θου Κύριε φυλακήν το
στόματί μου”.
Στην τελευταία διαδρομή της νεκρής, προς τον ανοιχτό τάφο,
είχε πλευρίσει την δύστυχη νύφη από δίπλα (για κάποιο λόγο όχι τον γιο) και
προσπαθούσε να κλείσει τα ραντεβού μέχρι τα σαράντα. Μετά τον τελευταίο ψαλμό
(από τον άλλο παπά) και αφού ο κόσμος άρχισε να απομακρύνεται για το καφενείο,
κράτησε την γυναίκα με το ζόρι πάνω από τον τάφο και συνέχισε απτόητος να της
αναλύει τις φορές που θα φέρει το στάρι. Επί επτά φακέλλους η καθεμιά,
προφανώς. Το θέαμα κάτω από τον καυτό ήλιο, μιας αμήχανης λυπημένης κυρίας με
χώματα στα χέρια, ενός ιδρωμένου, αναψοκοκκινισμένου και στο τέλος
εκνευρισμένου παπά και ενός Ινδού με τουρμπάνι που στερέωνε τον ξύλινο σταυρό
ήταν σουρεαλιστικό.
Μιλάμε για τα φακελλάκια στην εφορία, την πολεοδομία, στο
ΕΣΥ κλπ. αλλά ποτέ δεν θίγουμε τα αντίστοιχα χρήματα που εισπράττουν οι ιερείς
σε όλα τα μυστήρια και τα παραμυστήρια. Θες το δέος στα άμφια και την
υποβλητικότητα του ναού, θες η λύπη ή η χαρά που τις περισσότερες φορές τα
συνοδεύει και δεν ασχολείσαι, το σίγουρο είναι ότι πολλά αφορολόγητα και
αδικαιολόγητα απαιτητά λεφτά καταλήγουν στις τσέπες των ράσων (δεν ξέρω αν
έχουν). Και ας είμαστε σοβαροί. Ο ευφημισμός “για τις ανάγκες του ναού” δεν
κατανέμεται σε επτά φακέλλους.
Τώρα που ξανασυζητείται το θέμα της μισθοδοσία των κληρικών
και μπαίνουν στο τραπέζι εύλογες προτάσεις για ανάληψή της κατά το ήμισυ (και
γιατί όχι κατά το όλον;) από την εκκλησία, ας ασχοληθεί κάποιος και με το
φαινόμενο της εκτεταμένης καραμπινάτης φοροδιαφυγής που εκτυλίσσεται καθημερινά
στον οίκο του Θεού (και έξω από αυτόν, σε ευχέλαια, εγκαίνια κλπ) και ας είναι
σίγουρος ότι το έργο του θα είναι θεάρεστο.
Του Ανδρέα Πετρουλάκη -( πηγή protagon)