Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 3 Απριλίου 2012

και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών ως και ημείς τοις οφειλέταις ημών



Ματθ.ς:12  
Δεν παραδεχόμαστε πως κάνουμε κάτι λάθος, ακόμη και όταν είναι πασιφανές.

Η φυσική μας αντίδραση όταν κρινόμαστε για κάτι που κάναμε ή κάτι που είπαμε, είναι «να αμυνθούμε». Νοιώθουμε ότι απειλούμαστε και προσπαθούμε να αποδείξουμε, όταν μας κάνουν κριτική, πως «ποτέ δεν κάνουμε λάθη».
Στη θεωρία είναι εύκολο να πω, «όλοι κάνουμε λάθη». Στην πράξη όμως είναι δύσκολο να το παραδεχτώ. Το ίδιο γίνεται και στα πράγματα του Θεού. Είναι εύκολο να παραδεχτώ πως «όλοι μας έχουμε αμαρτίες», δύσκολο όμως στην πράξη, να παραδεχτώ και να αναγνωρίσω τις δικές μου.

Ίσως να αναρωτιέστε, γιατί είναι δύσκολο; Αντίθετα, δεν είναι καθόλου δύσκολο. Αν είναι δυνατόν να πιστεύει κάποιος πως δεν έχει αμαρτίες! Όποιος το λέει αυτό δεν έχει διαβάσει τη Γραφή!

Κι όμως... Είναι δύσκολο να παραδεχτούμε πως είμαστε αμαρτωλοί, πως κι εμείς κάνουμε λάθη. Κι αυτό φαίνεται όταν έρθει η ώρα να συγχωρήσουμε τα λάθη άλλων, και δεν θέλουμε να το κάνουμε. Δε θέλουμε γιατί κάπου μέσα μας πιστεύουμε πως εμείς δε θα κάναμε ποτέ κάτι τέτοιο.

Υπάρχει τρόπος όμως να βοηθηθούμε. Επειδή ο Ιησούς ξέρει τη δυσκολία μας αυτή, γι' αυτό όταν οι μαθητές του ζήτησαν να τους μάθει να προσεύχονται, έβαλε μέσα και τη φράση «άφες ημίν τα οφειλήματά ημών», συγχώρησε τις αμαρτίες μας.

Τι σημαίνει αυτό;

Η προσευχή αυτή δόθηκε για να μάθουμε να προσευχόμαστε. Την είπε ο Ιησούς σαν μοντέλο, σαν παράδειγμα για τις δικές μας προσευχές.

Κάθε φορά λοιπόν που προσευχόμαστε, ο Θεός θέλει να θυμόμαστε ότι:

Πρέπει να υπάρχει ώρα εξομολόγησης. Πρέπει να διαθέσω ώρα  για να ζητήσω από το Θεό συγνώμη για τα λάθη μου, τις αμαρτίες μου, για τις φορές που Τον λύπησα. Πρέπει να δώσω λίγο χρόνο για αυτοεξέταση, καθώς στέκομαι μπροστά στην παρουσία του Θεού.

Η εξομολόγηση δεν έχει αξία αν δεν παραδεχτώ μπροστά στο Θεό, με τιμιότητα και ειλικρίνεια την αμαρτία μου.

Προσευχόμαστε και λέμε για παράδειγμα: «Κύριε, αν σε λύπησα, συγχώρεσε με. Κύριε, αν πρόσβαλα τον αδελφό μου, συγνώμη. Πατέρα αν μείωσα τη γυναίκα μου, συγνώμη. Κύριε, αν λύπησα τον άντρα μου, συγχώρεσε με. Κύριε αν δεν ήμουν συνεπής και δεν έκανα το μέρος μου συγνώμη». Αυτά τα «αν» πρέπει να  φύγουν. Γιατί ξέρω πολύ καλά, πως λύπησα το Θεό, πρόσβαλα τον αδελφό μου, μείωσα τη γυναίκα μου, λύπησα τον άντρα μου και δεν ήμουν συνεπής.

Όλοι έχουμε διαβάσει τουλάχιστον μία φορά το Α΄ Ιωάν.α:9: «Εάν ομολογώμεν τας αμαρτίας ημών, είναι πιστος και δίκαιος, ώστε να συγχωρήσει εις ημάς τας αμαρτίας και καθαρίση ημάς από πάσης αδικίας».

Η εξομολόγηση λοιπόν πρέπει να είναι συγκεκριμένη. Μόνο έτσι πετυχαίνει το σκοπό της, να με συμφιλιώσει με το Θεό, γιατί μόνο έτσι ταπεινώνομαι μπροστά Του, και παραδέχομαι τα λάθη μου. Κι αυτή είναι η ουσία της εξομολόγησης: Να ταπεινωθώ και να παραδεχτώ πως έκανα λάθος.

Πρέπει λοιπόν να είναι συγκεκριμένη και συνειδητή. Την αμαρτία να τη λέω αμαρτία. Δεν την ονομάζω αδυναμία, ούτε λάθος, ούτε ατέλεια. Την ονομάζω αμαρτία. Για να ισχύει αυτή η όμορφη υπόσχεση του Α΄ Ιωάν.α:9, πρέπει να παραδεχτώ τι έκανα.

Λευιτ.ε:5: Όταν λοιπόν είναι τις ένοχος εις εν εκ τούτων, θέλει εξομολογηθή κατά τι ημάρτησε·

Ο Θεός είχε πάντα την ίδια αρχή. Η εξομολόγηση για να είναι εξομολόγηση και να πετύχει το σκοπό της πρέπει να είναι συνειδητή και συγκεκριμένη.

Τώρα, πως με βοηθάει αυτό στις σχέσεις μου με τους άλλους; Η σωστή εξομολόγηση, όταν είναι συγκεκριμένη και συνειδητή μου ανοίγει την καρδιά να μπορώ να συγχωρώ αυτούς που αμαρτάνουν σε μένα. Αυτό συμβαίνει καθώς μόνο με τη σωστή εξομολόγηση θυμάμαι πως κι εγώ είμαι αμαρτωλός. Όταν λέω τι έκανα, όταν δεν δικαιολογώ τον εαυτό μου, τις αμαρτίες μου.

Μόνο σ' αυτή τη βάση μπορώ να προσευχηθώ «Κύριε, αν κάποιον σήμερα πλήγωσα, μίλησε μου, δείξε μου λάθη στο χαρακτήρα μου, στη συμπεριφορά μου, που δεν τα καταλαβαίνω, έλεγξε με περισσότερο». Και το Πνεύμα του Θεού, να είμαστε σίγουροι, θα το κάνει.

Η εξομολόγηση «μας βάζει στη θέση μας». Μας βοηθάει να μην περηφανευόμαστε. Να μη ξεχνάμε πως μπροστά στο Θεό είμαστε «συγχωρεμένοι αμαρτωλοί.» Τίποτα περισσότερο. Έτσι πρέπει να βλέπουμε τον εαυτό μας. Όχι σαν κάτι ανώτερο στα πνευματικά. Ό,τι είμαστε, το χρωστάμε στο έλεος του Θεού. Γι' αυτό ο Ιησούς συνέχισε στην προσευχή και είπε:   «'Αφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών.»

Τι σημαίνει αυτό; Πρώτα να δούμε τι «δεν σημαίνει». Δεν σημαίνει πως ο Θεός με συγχωρεί επειδή εγώ συγχωρώ. Δεν με κάνει δηλαδή, ο Θεός παιδί Του, επειδή κέρδισα το δικαίωμα αυτό συγχωρώντας άλλους. Ο Ιησούς μαθαίνει τους μαθητές να προσεύχονται. Δεν διδάσκει πως να σωθούν. Η σωτηρία είναι με την πίστη στον Ιησού, είναι δωρεά, είναι χάρη. Δεν κερδίζεται.

Αυτό που διδάσκει ο Κύριος είναι πως σαν μαθητή του, σαν παιδί Του, δεν μπορεί να με συγχωρέσει, αν και εγώ δεν συγχωρώ αυτούς που αμαρτάνουν σε μένα.

Σας κάνει εντύπωση πως μετά το τέλος της προσευχής ο Χριστός δεν σχολιάζει κάτι άλλο, αλλά το εδάφιο που μελετάμε; Ήξερε σε ποιο θέμα όλοι μας θα είχαμε δυσκολία.

Εδάφια 14 και 15: Διότι εάν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, θέλει συγχωρήσει και εις εσάς ο Πατήρ σας ο ουράνιος· εάν όμως δεν συγχωρήσητε εις τους ανθρώπους τα πταίσματα αυτών, ουδέ ο Πατήρ σας θέλει συγχωρήσει τα πταίσματά σας.

Αν δεν υπάρχει για χρόνια αύξηση στη ζωή σου, είναι πιθανόν πως αυτή είναι η αιτία. Η άρνησή μας να συγχωρούμε. Και μέρος του «γιατί μας είναι δύσκολη η συγχώρηση» πιστεύω είναι η λανθασμένη νοοτροπία εξομολόγησης. Αν με ειλικρίνεια παραδέχομαι στο Θεό τα λάθη μου, τις δικές μου πτώσεις, και το κάνω κάθε μέρα, και πολλές φορές μέσα στη μέρα, αυτό με βοηθάει να θυμάμαι πως είμαι συγχωρεμένος αμαρτωλός που χρωστάω στο Θεό πολλά περισσότερα από ό,τι αυτός που με έβλαψε.

Αισθανόμαστε πως αυτή η διδασκαλία του Ιησού είναι βουνό, δύσκολο να την υπακούσεις γιατί δεν έχουμε εκτιμήσει πόσο μεγάλη είναι η συγχώρηση Του σε μας, στα δικά μας λάθη, στις δικές μας αμαρτίες. Γιατί έχουμε την τάση λόγω της αμαρτωλής μας φύσης, να μειώνουμε το βάρος των δικών μας αμαρτιών, και να ανεβάζουμε τις αμαρτίες των άλλων.

Στο μυαλό μας  οι αμαρτίες του άλλου είναι πιο σημαντικές από τις δικές μας. Είναι πιο μεγάλες, πιο σοβαρές. Και αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι δεν παίρνουμε σοβαρά τις δικές μας αμαρτίες. Νομίζουμε πως προσβάλουν το Θεό λιγότερο από τις αμαρτίες των άλλων. Αυτό ήταν το λάθος του άδικου δούλου, δεν ήθελε να αφήσει το χρέος του σύνδουλου του, τη στιγμή που το δικό του χρέος, το οποίο ήταν απίστευτα μεγάλο του είχε χαριστεί.

Δεν μπορούσε να εκτιμήσει τη χάρη που είχε δοθεί στον ίδιο. Και πιστεύω πως σε ένα μεγάλο βαθμό δεν έχουμε κι εμείς την αντίστοιχη εκτίμηση. Είναι εύκολο να πούμε για τη χάρη του Θεού για τη συγχώρεση στο Σταυρό για το πόσα πολλά μας συγχώρεσε ο Θεός, όταν το πρόβλημα αφορά κάποιον άλλον.

Είναι αλήθεια ότι η αληθινή συγχώρηση είναι δύσκολη. Πολλές φορές θα πάρει και πρέπει να πάρει χρόνο. Είναι όμως επίσης αλήθεια, ότι ο Θεός το ζητάει και όπως σε όλα τα πράγματα έτσι και σ' αυτό δίνει τη δύναμη για να υπακούσουμε.

Έχει πει πως οι εντολές του δεν είναι βαριές. Α΄ Ιωάν.ε:3-5, Διότι αύτη είναι η αγάπη του Θεού, το να φυλάττωμεν τας εντολάς αυτού· και αι εντολαί αυτού βαρείαι δεν είναι. Διότι παν ο, τι εγεννήθη εκ του Θεού νικά τον κόσμον· και αύτη είναι η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών. Τις είναι ο νικών τον κόσμον ειμή ο πιστεύων ότι ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού;

Παρόλο που ο πόνος προσθέτει βάρος, ο Θεός υπόσχεται πως επειδή έχουμε γεννηθεί από Εκείνον μπορούμε με τη χάρη Του να ζήσουμε το ανθρωπίνως αδύνατο.

Στην Α΄ Κορ.ι:13 υπόσχεται, Πειρασμός δεν σας κατέλαβεν ειμή ανθρώπινος· πιστός όμως είναι ο Θεός, όστις δεν θέλει σας αφήσει να πειρασθήτε υπέρ την δύναμίν σας, αλλά μετά του πειρασμού θέλει κάμει και την έκβασιν, ώστε να δύνασθε να υποφέρητε.

Το να με πληγώσει, να με αδικήσει κάποιος να με εκμεταλλευτεί είναι ένας πειρασμός πίστης. Είναι μια δοκιμασία. Και ο Θεός λέει πως δεν πρόκειται ποτέ κανένας πειρασμός να είναι μεγαλύτερος από τη δύναμή μου. Ο Θεός ξέρει πόσο αντέχω.

Στην επιστολή του Ιακώβου (ε:16), ο λόγος του Θεού μας προτρέπει, «εξομολογείσθε εις αλλή­λους τα πταίσματά σας και εύχεσθε υπέρ αλλήλων διά να ιατρευθήτε». Θα πρέπει να τονίσουμε ότι η λέξη «Εκκλησία» στην Καινή Διαθήκη, δεν σημαίνει ένα σύνολο ιεραρχίας, ούτε μια ομάδα αν­θρώπων προικισμένων με ιδιαίτερα χαρίσματα και εξουσίες, αλλά συμπεριλαμβάνει όλους τους πι­στούς που αποτελούν μια τοπική Εκκλησία, το λαό του Θεού, το σώμα του Ιησού Χριστού. Αυτή η Εκ­κλησία έχει υψηλή αποστολή και διακονία στο έργο της εξομολόγησης και της συγχώρησης. Αυτό εννοεί ο λόγος του Θεού με τα λόγια «εξομολογείσθε εις αλλήλους τα πταίσματά σας και εύχεστε υπέρ αλλή­λων διά να ιατρευθήτε». Η Εκκλησία λοιπόν είναι μια κοινωνία θεραπείας και συγχώρησης.

Αυτές οι δύο λέξεις «θεραπεία» και «συγχώ­ρηση» περιγράφουν την πνευματική ευθύνη που έ­χουμε απέναντι στους αδελφούς μας που αμαρτά­νουν. Όταν μιλάμε για συγχώρηση των αμαρτιών, νομίζουμε ότι μια τέτοια διακονία αφορά εκείνους μόνο που δεν είναι και τόσο πνευματικοί.

Οι χαρα­κτηρισμένοι αμαρτωλοί είναι αποκλειστικά και μό­νο αυτοί που χρειάζονται τη διακονία της θεραπεί­ας και της συγχώρησης. Στην πραγματικότητα όμως συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο και μάλιστα παρά­δοξο. Όταν ένας πιστός αυξάνει στον αγιασμό και στην πνευματική ζωή, αυξάνει η αγάπη του για το Θεό και τη δικαιοσύνη, αποζητά τη λατρεία του Θεού και επιδιώκει το καλό και τη διακονία του ευαγγε­λίου. Αλλά μαζί με όλα αυτά, αυξάνει και η αμαρτία στη ζωή του.

Πώς γίνεται όμως κάτι τέτοιο; Απλά ο πνευ­ματικός άνθρωπος γίνεται πιο ευαίσθητος στην α­μαρτία. Εκεί που πρώτα δεν διέκρινε την αμαρτία γιατί δικαιολογούσε ο ίδιος τις κακές του πράξεις ή τις παραλείψεις του σε σχέση με το θέλημα του Θε­ού φορτώνοντας την αιτία στους άλλους, τώρα που αυξήθηκε στην πνευματική του ζωή αναγνωρίζει τη δική του ευθύνη. Αρχίζει επίσης να αναγνωρίζει α­μαρτίες στη ζωή του που οφείλονται στην παράλει­ψή του να κάνει το καλό και να υπηρετήσει το Θεό στο πρόσωπο των συνανθρώπων του. Ο πιστός α­μαρτάνει ακόμα και όταν αδιαφορεί για τον πεινα­σμένο, τον άρρωστο, αυτόν που δεν έχει τα μέσα να θεραπευθεί, τον άστεγο που του ζητά στέγη, τροφή και ενδυμασία. Αμαρτάνει όμως κυρίως όταν αμελεί και αδιαφορεί για τον ευαγγελισμό αυτών με τους οποίους έρχεται σε επαφή.

Μπορούμε λοιπόν να καταλάβουμε πόσο ση­μαντική είναι αυτή η διακονία της θεραπείας και της συγχώρησης στη ζωή όλων των πιστών. Γι' αυτό το λόγο, οι απόστολοι στις επιστολές τους που περι­έχονται στην Καινή Διαθήκη ασχολούνται με αυτό το θέμα της πνευματικής θεραπείας, μια ανάγκη που προκύπτει από την συγχώρηση των αμαρτιών στη ζωή του πιστού. Όταν ο Θεός μας προτρέπει στο λόγο Του να διακονήσουμε τους ασθενείς αδελ­φούς μας που περιπίπτουν σε αμαρτήματα, απευθύ­νεται ταυτόχρονα και στους πνευματικά δυνατούς λέγοντάς τους να προσέχουν να μη πειραστούν οι ί­διοι (Γαλ.ς:1). Ο πειρασμός στον οποίο αναφέρεται ο λόγος του Θεού είναι η πνευματική υπερηφάνεια. Υπάρχει ο φόβος συγκρίνοντας τον εαυτό μας με τον αμαρτήσαντα αδελφό, να διακρίνουμε στον ε­αυτό μας υπεροχή, γιατί εμείς δεν διαπράξαμε μια ανάλογη αμαρτία και να κατακρίνουμε στη συνεί­δηση μας τον αδελφό μας.

Μια βασική προϋπόθεση λοιπόν αυτής της δι­ακονίας είναι η εμπειρία που πρέπει να έχει ο ίδιος στη δική του ζωή. Να έχει δηλαδή δεχθεί ο ίδιος τη διακονία του ελέγχου περί αμαρτίας, να έχει περά­σει από τη διαδικασία της μετάνοιας, της εξομολό­γησης και της συγχώρησης. Μια τέτοια εμπειρία τον καθιστά ικανό να βοηθήσει κάποιον αδύνατο αδελ­φό που έχει αμαρτήσει. Η διακονία του θα είναι ευ­λογημένη αν ο αδελφός άρχιζε τη νουθεσία του μι­λώντας πρώτ' απ' όλα για τη δική του αμαρτία που συγχωρήθηκε επειδή κάποιος άλλος αδελφός τον διακόνησε.

Έτσι επιβεβαιώνεται αυτή η αλήθεια του ευ­αγγελίου που περιέχεται στη φράση «εξομολογεί­σθε εις αλλήλους». Η λέξη «αλλήλους» περιγράφει αυτή τη διμερή σχέση που έχουμε με τους αδελφούς μας. Η Αγία Γραφή χρησιμοποιεί την λέξη «αλλή­λους» πολλές φορές, πράγμα που σημαίνει ότι ο κά­θε πιστός έχει διπλή σχέση με τους αδελφούς του. «Αγαπάτε αλλήλους», «εξομολογείσθε εις αλλή­λους», «συγχωρείτε αλλήλους», «εύχεσθε υπέρ αλ­λήλων», «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε». Η έννοια της λέξης «αλλήλους» σημαίνει ότι άλλοτε αμαρτάνουμε εμείς και έχουμε ανάγκη τη συμπαράσταση των άλλων και άλλοτε αμαρτάνουν οι άλλοι και έχουν ανάγκη τη δική μας συμπαράσταση. 'Αλλοτε χρειάζεσαι εσύ την έμπρακτη αγάπη του αδελφού σου και κάποτε χρειάζεται εκείνος τη δική σου. 'Αλ­λοτε σηκώνει τα δικά σου βάρη ο αδελφός σου και άλλοτε σηκώνεις εσύ τα δικά του.

Θα πει κανείς όμως: Πού είναι η εκκλησιαστι­κή πειθαρχία για τον αδελφό που έχει αμαρτήσει; Εδώ θα πρέπει να τονιστεί ότι ο σκοπός της πνευ­ματικής πειθαρχίας δεν είναι η τιμωρία, αλλά η α­ποκατάσταση, η συγχώρηση, η θεραπεία του αμαρ­τωλού. Η Εκκλησία του Χριστού είναι πρώτα νοσοκομείο και μετά είναι δικαστή­ριο. Υπάρχουν σ' αυτήν όλες οι ειδικότητες για τη θεραπεία όλων των αμαρτωλών..

Ένα καλό παράδειγμα αυτής της διακονίας είναι ο ίδιος ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός. Όταν οι Φαρισαίοι έφεραν τη γυναίκα που είχαν συλλάβει επ' αυτοφώρω μoιχευoμένη, ρώτησαν το Χριστό: «Εν τω νόμω ο Μωϋσής προσέταξεν ημάς να λιθο­βολούνται αι τοιαύται, συ τι λέγεις;» (Ιωάν.η:5). Στην πρόκληση αυτή ο Χριστός, αντί να εκφέρει κρίση και να την καταδικάσει ως κριτής, την υπηρέτησε με τη διακονία της θεραπείας και της συγχώρησης, φα­νερώνοντας για ακόμη μια φορά ότι η αποστολή Του δεν ήταν να κρίνει τον αμαρτωλό, αλλά να τον οδηγήσει στη μετάνοια και τη συγχώρηση. Αφού έ­λεγξε τους Φαρισαίους με τα λόγια «Ο αναμάρτη­τος, πρώτος ας ρίψη τον λίθον επ' αυτήν» εκείνοι έ­φυγαν (Ιωάν.η:7). Αφού λοιπόν έφυγαν όλοι οι κατή­γοροί της ελεγχόμενοι από την ίδια τους τη συνεί­δηση, ο Χριστός είπε στη γυναίκα «ουδέ εγώ σε κα­ταδικάζω, ύπαγε και εις το εξής μη αμάρτανε» (Ιωάν.η:11).

Αυτό είναι το έργο της Εκκλησίας προς τον α­μαρτωλό. Η θεραπεία και η συγχώρηση. Ας μάθουμε το μάθημα αυτό από το παράδειγμα του Ιησού Χριστού, ο οποίος δεν ήρθε στον κόσμο για να τον κρίνει, αλλά για να τον σώσει.