Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 8 Νοεμβρίου 2018

ΤΟ ΚΙΝΗΤΡΟ ΤΟΥ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ


"Πλήν εγώ ουδέν τούτων μετεχειρίσθην, ουδέ έγραψα ταύτα, διά να γείνη ούτως εις εμέ, διότι καλόν είναι εις εμέ να αποθάνω μάλλον, παρά να ματαιώση τις το καύχημα μου. Διότι εάν κηρύττω το ευαγγέλιον, δεν είναι εις εμέ καύχημα επειδή ανάγκη επίκειται εις εμέ, ουαί δε είναι εις εμέ εάν δεν κηρύττω. Επειδή εάν κάμνω τούτο εκουσίως, έχω μισθόν, εάν δε ακουσίως, είμαι εμπεπιστευμένος οικονομίαν. Τις λοιπόν είναι ο μισθός μου; Το να κάμω αδάπανον το ευαγγέλιον του Χριστού διά της κηρύξεως μου, ώστε να μην κάμνω κατάχρησιν της εξουσίας μου εν τω ευαγγελίω” (Α’ Κορ.θ:15-18)
           

Σ’αυτά τα εδάφια, ο Παύλος είπε ότι οι εργάτες δεν θα έπρεπε να παρακινούνται από τα χρήματα για να κηρύττουν το ευαγγέλιο. Εξήγησε ότι δεν εκμεταλλεύτηκε το δικαίωμα του να δέχεται οικονομική βοήθεια από τους Κορίνθιους και ονόμασε αυτό το γεγονός “καύχημα μου” (εδ.15). Αυτό δεν πρέπει να εκληφθεί σαν σαρκικός κομπασμός, ή σαν αίσθημα υπεροχής απέναντι σε άλλους εργάτες, γιατί μόλις είχε υπερασπιστεί το δικαίωμα των εργατών να δέχονται αυτή την συντήρηση (εδ.1-14). Ο Παύλος δεν έλεγε ότι εκείνος ήταν καλύτερος από τους άλλους επειδή δεν έπαιρνε τίποτα, γιατί ενώ ο Παύλος ήταν στην Κόρινθο, δεχόταν χρήματα από άλλους Χριστιανούς για τις ανάγκες του (Β’ Κορ.ια:8). Ούτε ήταν καύχημα απλά να κηρύττει το ευαγγέλιο (εδ.16).
Το προσωπικό καύχημα ήταν να έχει κηρύξει δωρεάν (εδ.18) έτσι ώστε να μη βάζει εμπόδια στο δρόμο του Ευαγγελίου (εδ.12). Ακόμα για να μη καταχραστεί το δικαίωμά του στο Ευαγγέλιο να δέχεται χρήματα (εδ.18). Η φράση «ώστε να μην κάμνω κατάχρησιν της εξουσίας μου εν τω ευαγγελίω» είναι πολύ σημαντική. Η φράση «κάμνω κατάχρησιν» προέρχεται από το ρήμα «καταχρώμαι», που υπονοεί «το να χρησιμοποιεί κανείς κάτι στο μέγιστο». Σύμφωνα με τον Παύλο, δεν δεχόταν τίποτα από τους Κορίνθιους ώστε να μην «χρησιμοποιήσει στο μέγιστο» ένα δικαίωμα που το ίδιο το Ευαγγέλιο του έδινε. Ο Παύλος δεν επέμενε να χρησιμοποιεί στο μέγιστο το δικαίωμα να συντηρείται, για να μην παρακωλύει το Ευαγγέλιο ανάμεσά τους.
Σκεφτόταν ότι με το να μη δέχεται τίποτα από τους Κορίνθιους, η εκκλησία θα προόδευε πιο πολύ. Παίρνοντας χρήματα από μια εκκλησία δεν «καταχράται» εκείνη την εκκλησία, γιατί, αν αυτό ήταν αλήθεια, ο ίδιος ο Παύλος θα είχε καταχραστεί άλλες εκκλησίες παίρνοντας χρήματα απ’ αυτές ενώ ήταν στην Κόρινθο. Στο Β’ Κορ.ια:8, ο Παύλος, σε ένα κομμάτι γεμάτο ειρωνεία και σαρκασμό, υπενθύμιζε στους Κορίνθιους ότι είχε «ληστέψει» άλλες εκκλησίες ενώ δεν έπαιρνε τίποτα απ’ αυτούς. Λήστευε άλλες εκκλησίες με την έννοια ότι κήρυττε το ευαγγέλιο χωρίς χρέωση στους Κορίνθιους και συντηρούνταν εν μέρει παίρνοντας χρήματα από άλλους.
Τονίζουμε και πάλι ότι αύτη η απόφαση του Παύλου ήταν τελείως προσωπική. Εάν αφηνόταν στους Κορίνθιους, εκείνοι πιθανόν θα τον συντηρούσαν, αλλά, για προσωπικούς λόγους, δεν ήθελε να παίρνει βοήθεια από κάποια εκκλησιάσματα.
Στο Α’ Θεσ.β:9, λέει «Διότι ενθυμείσθε, αδελφοί, τον κόπον ημών και τον μόχθον, επειδή νύκτα και ημέραν εργαζόμενοι, διά να μη επιβαρύνωμεν τινά εξ υμών, εκηρύξαμεν εις εσάς το ευαγγέλιον του Θεού». Είπε επίσης στο Β’ Θεσ.γ:8-9, «ουδέ εφάγομεν δωρεάν άρτον παρά τινός, αλλά μετά κόπου και μόχθου, νύκτα και ημέραν εργαζόμενοι, διά να μη επιβαρύνωμεν μηδένα εξ υμών. Ουχί διότι δεν έχομεν εξουσίαν, αλλά διά να σας δώσωμεν εαυτούς τύπον εις το να μιμήσθε ημάς».
Είναι φανερό από τα συμφραζόμενα αυτών των εδαφίων ότι ο Παύλος ήθελε να διδάξει ένα μάθημα τους Χριστιανούς στη Θεσσαλονίκη. Είχε προσέξει μια τάση καθισιού και τεμπελιάς στους Θεσσαλονικείς (εδ. 11), αλλά παραμένει φανερό, ότι η κοσμική του εργασία ανάμεσα τους ήταν μια προσωπική απόφαση υποκινούμενη από ένα πρόβλημα στην εκκλησία. Το ότι δεν χρησιμοποίησε το δικαίωμά του να συντηρείται σ’ αυτές τις εκκλησίες δεν σημαίνει ότι είναι πάντοτε η σωστή απόφαση, ούτε εκείνος σκόπευε να στερήσει άλλους από το δικαίωμα αυτό.
Πρέπει να σημειώσουμε ότι η Α’ και Β’ προς Θεσσαλονικείς γράφτηκαν πριν από την Α’ και Β’ προς Κορινθίους. Χρονολογικά, η Α’ και Β’ προς Θεσσαλονικείς ήταν οι πρώτες από τις επιστολές του Παύλου στις εκκλησίες. Η Α’ Θεσσαλονικείς χρονολογείται γύρω στο 51 μ.Χ. και η δεύτερη λίγο αργότερα. Η Α’ προς Κορίνθιους χρονολογείται περίπου στο 54 μ.Χ. και η δεύτερη το 55 μ.Χ.
Γύρω στο 56 μ.Χ. ο Παύλος προέτρεπε τους Γαλάτες να συντηρούν εκείνους που τους διδάσκουν το Λόγο του Θεού (Γαλ.ζ:6). Στο γράμμα του στους Φιλιππησίους, γύρω στο 61 μ.Χ. ο Παύλος χαιρόταν που τον βοήθησαν υλικά. Είπε ότι έκαναν καλά να τον συμμεριστούν, υπενθυμίζοντάς τους ότι στην αρχή της διακονίας του στη Μακεδονία, καμιά άλλη εκκλησία δεν τον συμμερίστηκε μ’ αυτό τον τρόπο (Φιλ.δ:10,14-15). Τους επαινούσε διότι κάλυψαν τις ανάγκες του ενώ ήταν στην Θεσσαλονίκη (Φιλ.δ:16). Έχουμε επίσης την Α’ Τιμ.ε:17-18 και την Β’ Τιμ.β:4. Οι επιστολές προς τον Τιμόθεο χρονολογούνται γύρω στο 61 και 64 μ.Χ. Με το πέρασμα του χρόνου, ο Παύλος μνημόνευε όλο και περισσότερο τις εκκλησίες που τον βοήθησαν να καλύψει τις ανάγκες του και δίδασκε την συντήρηση του εργάτη μέχρι το τέλος της διακονίας του.
Ας συνοψίσουμε αυτές τις αναφορές.
·     Α’ Θεσ.β:9 περίπου 51 μ.Χ. ο Παύλος τόνισε ότι εργαζόταν με τα χέρια του.
·     Β’ Θεσ.γ:8-11 περίπου 51-52 μ.Χ. ο Παύλος τόνισε ότι εργαζόταν με τα χέρια του για να δώσει παράδειγμα σ’ εκείνους που δεν εργαζόταν.
·     Α’ Κορ.θ:1-18 περίπου 54 μ.Χ. ο Παύλος υπερασπίστηκε το δικαίωμα του εργάτη να δέχεται οικονομική συντήρηση και εξήγησε γιατί δεν δέχτηκε τίποτα από τους Κορινθίους.
·     Β’ Κορ.ια:1-12, ιβ:13 περίπου 55 μ.Χ. ο Παύλος επαινεί τους Κορίνθιους για τη γενναιοδωρία τους στην προσφορά για τους αδελφούς στη Μακεδονία, αλλά διαφωνεί μ’ εκείνους που επιτεθόταν στην διακονία του. Επιβεβαίωσε πάλι ότι δεν περίμενε τίποτα από τους Κορινθίους, αλλά είπε ότι είχε δεχτεί βοήθεια από άλλες εκκλησίες ενώ ήταν στην Κόρινθο και ζήτησε συγγνώμη που δεν τους είχε αφήσει να τον συντηρούν.
·     Γαλ.ζ:6 περίπου 56 μ.Χ. προτρέπει τους αδερφούς να συντηρούν εκείνους που τους διδάσκουν.
·     Φιλ.δ:10-16 περίπου 61 μ.Χ. Επαινεί τους Φιλιππησίους που τον είχαν βοηθήσει οικονομικά.
·     Α’ Τιμ.ε:17-18 περίπου 61 μ.Χ. Στο ποιμενικό του γράμμα προτρέπει τον  Τιμόθεο να διδάσκει τους αγίους να τιμούν τους ποιμένες συντηρώντας τους.
·     Β’ Τιμ.β:4 περίπου 64 μ.Χ. Προτρέπει τον Τιμόθεο να μην μπλέκεται στις υποθέσεις αυτού του κόσμου, αλλά να αφιερώνεται ολοκληρωτικά στη διακονία.

Ο Παύλος μαρτύρησε στην Ρώμη το 64 μ.Χ. περίπου. Έκφρασε την ευγνωμοσύνη του προς εκείνους που τον είχαν βοηθήσει οικονομικά, και συνέχισε να υποστηρίζει την αρχή της συντήρησης του εργάτη, μέχρι το θάνατό του.
Η αδιαφορία του Παύλου για τα χρήματα είναι μια όμορφη νουθεσία για κάθε εργάτη σχετικά με τον κίνδυνο να υπηρετεί τον Κύριο για τα χρήματα. Πρέπει να υπάρχει ένας πόθος για μια σωστή ισορροπία και ειλικρίνεια σχετικά με τα χρήματα στη διακονία του. Ο εργάτης δεν χρειάζεται να κάνει ό,τι έκανε ο Παύλος στην Κόρινθο για να δείξει την ειλικρίνεια του σχετικά με τα χρήματα, αλλά θα πρέπει πάντοτε να έχει υπόψη του το παράδειγμα του Παύλου, για να του θυμίζει ότι η κλήση για να κηρύξει το ευαγγέλιο είναι το πιο σπουδαίο πράγμα στη ζωή του.
Το να περιμένει κανείς να πάρει δέκατα δεν είναι αισχροκέρδεια, γιατί  ο εργάτης είναι άξιος του μισθού του (απλή ανταμοιβή) (Λουκ.ι:7). Το δέκατο είναι η τιμιότερη πληρωμή για τον εργάτη. Μερικές φορές ο Παύλος δεχόταν βοήθεια, και άλλες φορές αρνιόταν να ζητήσει βοήθεια.