Εβραίους α:8-9
«περί δε του Υιού, Ο θρόνος σου, ω Θεέ, είναι εις τον
αιώνα του αιώνος......διά τούτο έχρισέ σε ο Θεός, ο Θεός σου, έλαιον
αγαλλιάσεως υπέρ τους μετόχους σου».
Το πρώτο μέρος του παραπάνω εδαφίου
αναφέρεται καθαρά στη θεότητα του Υιού, ενώ το δεύτερο μέρος αναφέρεται στην ανθρώπινη
φύση Του. Ο απόστολος Παύλος χρησιμοποιεί ένα προφητικό εδάφιο (Ψαλμ.με:6-7).
Δεν έχουμε εδώ κάποια συνομιλία των «προσώπων της θεότητας», αλλά ένα προφητικό
λόγο εμπνευσμένο απ’ το Θεό που στοχεύει στη μελλοντική φανέρωση του Θεού εν
σαρκί. Ο Θεός μιλάει προφητικά στον Ψαλμωδό, για να περιγράψει τον εαυτό Του σ’
ένα μελλοντικό ρόλο.
Συμπέρασμα
Αυτό που είδαμε είναι
ότι ο όρος «Υιός του Θεού» αναφέρεται στη φανέρωση του Θεού εν σαρκί. Ο Θεός
σχεδίασε την ύπαρξη του Υιού πριν δημιουργήσει τον κόσμο, αλλά ο Υιός δεν ήρθε
σε φυσική, πραγματική ύπαρξη μέχρι το πλήρωμα του χρόνου. Ο Υιός του Θεού έχει
αρχή, γιατί το Πνεύμα του Θεού τον γέννησε, έγινε η αιτία της σύλληψής του στη
μήτρα της Μαριάμ. Η βασιλεία του Υιού θα έχει τέλος γιατί όταν η εκκλησία
παρασταθεί μπροστά στο Θεό και ο Σατανάς, η αμαρτία και ο θάνατος έχουν ολοκληρωτικά
κριθεί και υποταχθεί, ο ρόλος του Υιού θα σταματήσει. Ο Υιός πληροί πολλούς
ρόλους που μόνο ένας αναμάρτητος άνθρωπος μπορούσε να εκπληρώσει. Φυσικά, ο
βασικός σκοπός του Υιού είναι να προμηθεύσει το μέσο της σωτηρίας του
ανθρώπινου γένους.
Καταλήγουμε σε τρία
πράγματα σχετικά με τη χρήση του όρου «Υιός του Θεού».
1.
Δεν
μπορούμε να τον χρησιμοποιήσουμε έξω απ’ την ανθρώπινη φύση του Ιησού, γιατί ο
λόγος του Θεού αναφέρεται πάντοτε στη σάρκα ή στο Πνεύμα του Θεού που κατοίκησε
εν σαρκί.
2.
Ο
όρος «Υιός» έχει να κάνει πάντοτε με το χρόνο γιατί αυτή η θέση έχει μια αρχή
κι ένα τέλος.
3.
Σαν
ο Θεός, ο Ιησούς είχε όλη την εξουσία, αλλά σαν Υιός έχει περιορισμένη δύναμη. Ο
Ιησούς ήταν ο Θεός και άνθρωπος.
Η Βιβλική διδασκαλία σχετικά
με τον Υιό είναι μια θαυμαστή και όμορφη αλήθεια. Περιέχει κάποιες σύνθετες
ιδέες, αρχικά, γιατί είναι δύσκολο για το ανθρώπινο μυαλό να κατανοήσει την
έννοια της διπλής φύσης, ότι ο Χριστός ήταν ο Θεός και άνθρωπος. Όμως, δια του
Υιού, ο Θεός φανερώνει τη φύση Του στον άνθρωπο και ιδιαίτερα την άπειρη αγάπη
Του.
Η διδασκαλία για τον
Υιό δεν διδάσκει ότι ο Πατέρας Θεός τόσο αγάπησε τον κόσμο που έστειλε κάποιον
άλλο, το «Θεό Υιό», για να πεθάνει κι έτσι να συμφιλιώσει τον κόσμο με τον
Πατέρα. Αντίθετα, διδάσκει ότι ο Πατέρας Θεός, τόσο αγάπησε τον κόσμο ώστε
«ντύθηκε» με σάρκα κι έδωσε τον εαυτό Του σαν ο Γιος του Θεού, για να
συμφιλιώσει τον κόσμο με τον εαυτό Του (Β’ Κορ.ε:19). Ο ένας Θεός της Παλιά Διαθήκης,
ο Γιάχβε, ο Μέγας Δημιουργός του σύμπαντος, καταδέχτηκε να πλησιάσει τον
άνθρωπο, ώστε να μπορέσει ο άνθρωπος να Τον δει, να Τον καταλάβει, και να επικοινωνήσει
μαζί Του. Έφτιαξε ένα σώμα για τον εαυτό Του και το ονόμασε ο Υιός του Θεού.
Ο ίδιος ο Θεός
προμήθευσε το μέσο της απολύτρωσης του ανθρώπινου γένους: «και είδεν ότι δεν υπήρχεν άνθρωπος, και εθαύμασεν ότι δεν υπήρχεν ο
μεσιτεύων όθεν ο βραχίων αυτού ενήργησεν εις αυτόν σωτηρίαν και η δικαιοσύνη
αυτού, αυτή εβάστασεν αυτόν» (Ησ.νθ:16). Ο βραχίων αυτού προμήθευσε σωτηρία. Η σωστή κατανόηση του Υιού,
ωστόσο, έχει πάντα σαν αποτέλεσμα την εξύψωση και τη δόξα του Πατέρα. Στο ρόλο
Του σαν Γιος, ο Ιησούς προσευχήθηκε στον Πατέρα, «Εγώ σε εδόξασα επί της
γής.... Εφανέρωσα το όνομά σου..... εγνώρισα εις αυτούς το όνομά σου»
(Ιωάν.ζ:4, 6, 26). Ο Πατέρας φανέρωσε τον εαυτό Του στον κόσμο και συμφιλίωσε
τον κόσμο με τον εαυτό Του δια του Υιού.