Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 1 Νοεμβρίου 2018

Ο ΙΗΣΟΥΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΕΟΣ (2)


Ο Λόγος

Το πρώτο κεφάλαιο στο ευαγγέλιο του Ιωάννη μας διδάσκει πολύ όμορφα την αλήθεια της φανέρωσης του Θεού εν σαρκί. Στην αρχή ήταν ο Λόγος. Ο Λόγος δεν ήταν ένα ξεχωριστό πρόσωπο ή ένας ξεχωριστός Θεός όπως ο λόγος ενός ανθρώπου δεν είναι ένα πρόσωπο ξεχωριστό απ’ αυτόν. Θα λέγαμε ότι ο Λόγος ήταν η σκέψη, το σχέδιο ή ο νους του Θεού. Ο Λόγος ήταν προς το Θεό απ’ την αρχή και στη πραγματικότητα ήταν ο ίδιος ο Θεός (Ιωάν.α:1). Ήταν μέσα στην πρόθεση του Θεού να φανερωθεί εν σαρκί, πριν να υπάρξει ο κόσμος. Στο νου του Θεού ο Αμνός ήταν σφαγμένος προ καταβολής κόσμου (Α’ Πέτρ.α:19-20, Αποκ.ιγ:8).


Η λέξη “λόγος” σημαίνει την έκφραση ή το σχέδιο το οποίο υπάρχει μέσα στο νου αυτού που μιλάει - όπως ένα θεατρικό έργο υπάρχει μέσα στο νου του συγγραφέα. Μπορεί ακόμα να σημαίνει τη σκέψη που προφέρεται ή εκφράζεται με οποιοδήποτε τρόπο, καθώς ένα θεατρικό έργο διαδραματίζεται πάνω στη σκηνή.

Όταν έφθασε το πλήρωμα του χρόνου, ο Θεός έβαλε σε ενέργεια αυτό το σχέδιο. Έδωσε σάρκα και οστά στο σχέδιό Του με τη μορφή του ανθρώπου Ιησού Χριστού. Ο Λόγος είναι η έκφραση του Θεού. Ο Λόγος είναι «ο Θεός που εκφράζει τον εαυτό Του». Ο Λόγος ήταν «το μέσο της αποκάλυψης του Θεού». Αυτή η σκέψη αναπτύσσεται περισσότερο στο εδάφιο 14, όπου λέει ότι ο Λόγος που έγινε σάρκα είχε τη δόξα «ως μονογενούς παρά του Πατρός» και στο εδάφιο 18, που λέει ότι ο Υιός φανέρωσε τον Πατέρα.

Στην ελληνική φιλοσοφία, ο Λόγος κατέληξε να σημαίνει τη λογική ή τη σοφία σαν η αρχή που ελέγχει το σύμπαν. Στην εποχή του Ιωάννη, κάποιοι Έλληνες φιλόσοφοι και Εβραίοι θεολόγοι επηρεασμένοι από την ελληνική σκέψη (και ιδιαίτερα από τον Φίλωνα της Αλεξάνδρειας, ο οποίος ήταν Εβραίος στοχαστής) θεώρησαν το Λόγο σαν μια κατώτερη, δευτερεύουσα θεότητα ή σαν κάτι που απορρέει από το Θεό σε μια δεδομένη στιγμή. Κάποιες χριστιανικές αιρέσεις, συμπεριλαμβανομένης και μιας μορφής του γνωστικισμού που έκανε την εμφάνισή της, ενσωμάτωσαν αυτές τις θεωρίες στα δόγματά τους και έτσι υποβίβασαν τον Ιησού σε μια κατώτερη θέση. Ο Ιωάννης σκόπιμα χρησιμοποίησε την ορολογία τους για να αντικρούσει αυτές τις διδασκαλίες και να κηρύξει την αλήθεια. Ο Λόγος δεν ήταν κατώτερος από το Θεό, ήταν ο Θεός (Ιωάν.α:1). Ο Λόγος δεν προήλθε από το Θεό μετά από κάποιο χρονικό διάστημα, ήταν με το Θεό από την αρχή (Ιωάν.α:1-2). Ο Ιησούς Χριστός, ο Υιός του Θεού, δεν ήταν άλλος από το Λόγο ή το Θεό, ο οποίος φανερώθηκε εν σαρκί.

Σημειώστε επίσης ότι η λέξη προς (κριτικό κείμενο) που μεταφράζεται “παρά”, δηλαδή “μαζί με” στο εδάφιο 1, είναι η ίδια λέξη που χρησιμοποιείται στο Εβρ. β:17 και ε:1 (κριτικό κείμενο) “τα προς τον Θεόν” και μεταφράζεται “σ’ αυτά που αφορούν τον Θεό” ή “σ’ αυτά που σχετίζονται με τον Θεό”. Το Ιωάν.α:1 λοιπόν μπορεί να ερμηνευτεί “Ο Λόγος σχετίζεται, αφορά, ανήκει στο Θεό και ο Λόγος ήταν Θεός”, ή “Ο Λόγος ανήκε στο Θεό και ήταν Θεός.”

Ο Ιησούς ήταν Θεός απ’ την αρχή της ζωής Του

Ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί μέσω του Ιησού Χριστού, αλλά ποια στιγμή στη ζωή Του ο Θεός κατοίκησε μέσα στον Υιό; Η Γραφή διδάσκει κατηγορηματικά ότι το πλήρωμα του Θεού κατοικούσε μέσα στον Ιησού από τη στιγμή που γεννήθηκε.

1.   Στο Ματθ. α:23 λέει, “Ιδού, η παρθένος θέλει συλλάβει, και θέλει γεννήσει υιόν, και θέλουσι καλέσει το όνομα αυτού Εμμανουήλ, το οποίον μεθερμηνευόμενον είναι, Μεθ’ ημών ο Θεός.” Ήταν “ο Θεός μαζί μας” από τη στιγμή που γεννήθηκε.

2.   Οι άγγελοι Τον προσκύνησαν στη γέννησή Του (Εβρ.α:6), ο Συμεών αναγνώρισε στο βρέφος το Χριστό (Λουκ.β:26), η Άννα είδε στο μωρό τον Λυτρωτή του Ισραήλ (Λουκ.β:38) και οι μάγοι πρόσφεραν λατρεία στο παιδί (Ματθ.β:21).

3.   Στο Μιχ.ε:2 αποδίδεται θεότητα στο Μεσσία, από τη στιγμή της γέννησής Του στη Βηθλεέμ κι όχι αφού έζησε στη Ναζαρέτ ή αφού βαπτίσθηκε στον Ιορδάνη.

4.   Το Λουκ.α:35 εξηγεί γιατί ο Ιησούς ήταν ο Θεός από την αρχή της ζωής Του. Ο άγγελος είπε στην Μαριάμ, “Πνεύμα Άγιον θέλει επέλθει επί σε, και δύναμις του Υψίστου θέλει σε επισκιάσει, δια τούτο και το γενόμμενον εκ σου άγιον, θέλει ονομασθή Υιός Θεού.” Ο Ιησούς γεννήθηκε από παρθένο και συνελήφθη εκ Πνεύματος Αγίου. Γι’ αυτό (“δια τούτο”), ήταν ο Υιός του Θεού. Με άλλα λόγια ο Ιησούς είναι ο Υιός του Θεού γιατί ήταν ο Θεός και όχι ένας άνθρωπος που προκάλεσε τη σύλληψη Του. Ο Θεός ήταν κυριολεκτικά ο πατέρας Του. “Διότι τόσον ηγάπησεν ο Θεός τον κόσμον, ώστε έδωκεν τον Υιόν αυτού τον μονογενή... “ (Ιωάν.γ:16). Γεννώ σημαίνει, είμαι πατέρας, τεκνοποιώ ή γίνομαι αίτιος, προκαλώ. Ο Ιησούς γεννήθηκε από το Θεό στη μήτρα της παρθένου Μαρίας.


Μερικοί πιστεύουν ότι ο Ιησούς έλαβε το πλήρωμα της θεότητας σε κάποια μεταγενέστερη στιγμή της ζωής Του, τέτοια όπως στη βάπτισή Του. Ωστόσο, υπό το φως της παρθενικής γέννησης και του Λουκ.α:35 αυτό δεν μπορεί να συμβαίνει. Ο Ιησούς έλαβε τη θεία φύση Του όπως και την ανθρώπινη, κατά τη σύλληψη. Η κάθοδος του Αγίου Πνεύματος σαν περιστερά στη βάπτιση του Ιησού δεν ήταν το βάπτισμα με το Άγιο Πνεύμα, γιατί ο Ιησούς ήδη κατείχε όλο το πλήρωμα της θεότητας (Κολ.β:9). Μάλλον η βάπτισή Του ήταν μεταξύ άλλων, το συμβολικό χρίσμα για την έναρξη της επίγειας διακονίας Του και η επιβεβαίωση της θεότητάς Του για τον Ιωάννη τον Βαπτιστή (Ιωάν.α:32-34). (Για περισσότερα σχετικά με την βάπτιση του Ιησού δες κεφ.13).

Το μυστήριο της ευσέβειας

Το γεγονός ότι ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί είναι ένα από τα πιο θαυμαστά και συγχρόνως πιο ακατανόητα πράγματα σχετικά με το Θεό. “Και αναντιρρήτως το μυστήριον της ευσεβείας είναι μέγα: ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί...” (Α’ Τιμ.γ:16). Ο Ιησούς δεν μοιάζει με κανένα άλλον άνθρωπο που υπήρξε ή θα υπάρξει. Έχει δύο φύσεις, είναι ο Θεός και τέλειος άνθρωπος (δες κεφ.5). Τα περισσότερα προβλήματα που δημιουργούνται μέσα στο νου των ανθρώπων σχετικά με τη θεότητα πηγάζουν απ’ αυτό το μεγάλο μυστήριο. Δεν μπορούν να κατανοήσουν τη διπλή φύση του Χριστού και να διαχωρίσουν σωστά τους δύο Του ρόλους. Δεν μπορούν να κατανοήσουν πώς ο Θεός ανέλαβε τη μορφή ενός μωρού και έζησε ανάμεσα στους ανθρώπους.

Είναι αλήθεια ότι δεν μπορούμε να κατανοήσουμε πλήρως πώς συνέβη η θαυμαστή σύλληψη - η ένωση του Θεού με τον άνθρωπο - μέσα στη μήτρα της Μαρίας, αλλά μπορούμε να το δεχτούμε δια πίστεως. Στην πραγματικότητα, αν δεν πιστεύουμε ότι ο Ιησούς ήρθε εν σαρκί έχουμε το πνεύμα του αντίχριστου (Β’ Ιωάν.7), αλλά εφόσον δεχόμαστε αυτή τη διδασκαλία για το Χριστό έχουμε και τον Πατέρα και τον Υιό (Β’ Ιωάν.9). Ο Πατέρας και ο Υιός φανερώνονται εν Χριστώ (Ιωάν.ι:30, ιδ:6-11).

Το μυστήριο του Θεού εν σαρκί ήταν ένας μεγάλος λίθος προσκόμματος για τους Εβραίους. Δεν μπόρεσαν ποτέ να καταλάβουν πώς ο Ιησούς που ήταν ένας άνθρωπος, μπορούσε να είναι και ο Θεός (Ιωάν.ι:33). Επειδή ισχυριζόταν ότι ήταν Θεός Τον απέρριψαν και ζητούσαν να Τον σκοτώσουν (Ιωάν.ε:18, ι:33).

Ακόμα και σήμερα, πολλοί Εβραίοι δεν μπορούν να δεχτούν τον Ιησού γι’ αυτό το λόγο. Σε μια συζήτηση, ένας ορθόδοξος Εβραίος ραβίνος είπε ότι δεν θα μπορούσε ποτέ να δεχτεί τον Ιησού σαν το Θεό. Ένιωθε ότι, εφόσον ο Θεός είναι Πνεύμα πανταχού παρόν και αόρατο δεν μπορούσε κανείς να τον δει και να γίνει ορατός εν σαρκί. Τα επιχειρήματά του μας θυμίζουν τους Εβραίους την εποχή του Ιησού. Όπως αυτός ο ραβίνος, προσπαθούσαν να βάλουν όρια στο πώς θα δρούσε ο Θεός, εξαιτίας των δικών τους προκατειλημμένων ιδεών. Ακόμα δεν είχαν πλήρη γνώση των Γραφών της Π. Διαθήκης, οι οποίες διακηρύττουν τη θεότητα του Μεσσία.

Παρόλο που ανθρώπινα είναι δύσκολο να αντιληφθούμε πώς ο άπειρος Θεός μπορούσε να κατοικήσει σε σάρκα, ωστόσο οι Γραφές δηλώνουν ότι αυτό συνέβη. Θυμίσαμε στο ραβίνο την εμφάνιση του Θεού στον Αβραάμ με τη μορφή ενός ανθρώπου, στο Γεν.ιη. Παραδέχθηκε ότι αυτό τον προβλημάτιζε, αλλά προσπαθούσε να το εξηγήσει σαν ανθρωπομορφισμό ή μεταφορικό λόγο. Μετά αναφερθήκαμε σε άλλα εδάφια της Γραφής, όπως στο Ησ.ζ:14, θ:6, στο Ιερ.κγ:6 και Μιχ.ε:2 για να του δείξουμε ότι ο Μεσσίας θα ήταν ο Γιάχβε Θεός. Ο ραβίνος δεν είχε άλλη απάντηση εκτός από το ότι οι μεταφράσεις αυτών των εδαφίων που είχαμε πιθανότατα δεν ήταν οι σωστές. Υποσχέθηκε όμως να τα μελετήσει περισσότερο.

Δεν υπήρξε ποτέ μυστήριο “προσώπων” στη θεότητα. Η Γραφή ομολογεί με σαφήνεια ότι υπάρχει ένας μόνο Θεός και αυτό είναι εύκολο να το καταλάβουν όλοι. Το μόνο μυστήριο σχετικά με τη θεότητα είναι πως ο Θεός ήρθε εν σαρκί, πως ο Ιησούς ήταν και Θεός και άνθρωπος. Η αλήθεια για αυτό το μυστήριο έχει αποκαλυφθεί σε αυτούς που θα πιστέψουν. Το μυστήριο του Ιησού Χριστού κρατήθηκε μυστικό από τη δημιουργία του κόσμου, αλλά αποκαλύφθηκε την περίοδο της Καινής Διαθήκης (Ρωμ.ις:25-26, Κολ.α:25-27). Μυστήριο στη Καινή Διαθήκη είναι απλά ένα σχέδιο του Θεού, το οποίο δεν ήταν κατανοητό στην Παλαιά αλλά έγινε γνωστό σ’ εμάς. Εμείς πρέπει “να νοήσουμε... το μυστήριο του Χριστού... το οποίον εν άλλαις γενεαίς δεν εγνωστοποιήθη εις τους υιούς των ανθρώπων, καθώς τώρα απεκαλύφθη δια Πνεύματος εις τους αγίους αυτού αποστόλους και προφήτας” (Εφεσ.γ:4-5).

Μπορούμε να γνωρίσουμε το μυστήριο του Θεού και Πατέρα, ο οποίος είναι ο Ιησούς Χριστός (Κολ.β:2). Πράγματι, ο Παύλος εξήγησε αυτό το μυστήριο λέγοντας ότι στον Ιησού Χριστό κατοικεί όλη η σοφία, η γνώση και το πλήρωμα του Θεού (Κολ.β:3,9). Το μυστήριο του Θεού έχει αποκαλυφθεί σ’ εμάς από το Πνεύμα του Θεού (Α’ Κορ. β:7-10). Το φως του Χριστού, ο οποίος είναι η εικόνα του Θεού, έχει λάμψει στις καρδιές μας (Β’ Κορ.δ:3-4). Δεν υπάρχει λοιπόν κανένα μυστήριο μέσα στην Γραφή σχετικά με τη θεότητα και σχετικά με τον αριθμό των προσώπων της θεότητας. Το μόνο μυστήριο είναι ο Χριστός και Αυτός έχει αποκαλυφθεί σε εμάς! Το μυστήριο του Θεού και το μυστήριο του Χριστού συγκλίνουν στη φανέρωση του Θεού εν Χριστώ. Είναι απλό, ο ένας Θεός του Ισραήλ ήρθε στη γη εν σαρκί. Το μυστήριο αυτό έχει αποκαλυφθεί και ο λόγος του Θεού κηρύττει ότι έχει γίνει γνωστό σε μας σήμερα.