Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

ΕΡΩΤ/ΑΠΑΝΤ. - Έχω το δικαίωμα να χωρίσω και να ξαναπαντρευτώ;

ΕΡΩΤΗΣΗ:

Η άπιστη γυναίκα μου με άφησε. Δεν έχουμε πάρει διαζύγιο, ούτε πήγε με κάποιον άλλο. Δεν μπορούσε να ζήσει μαζί μου επειδή είμαι χριστιανός. Το Α’ Κορ.ζ:15 δεν μου δίνει το δικαίωμα να την χωρίσω και να παντρευτώ ξανά μια χριστιανή;

ΑΠΑΝΤΗΣΗ:


Είναι σημαντικό να καταλάβουμε πώς ο Θεός βλέπει το γάμο. Αυτός τον σχεδίασε και είναι μια πολύ σοβαρή και άγια σχέση. Το εδάφιο της Αγίας Γραφής που ανέφερες, το επιβεβαιώνει.

Αρχικά, πρόσεξε ότι το πιστό μέλος αγιάζει το άπιστο (Α’ Κορ.ζ:14). Αυτό δεν σημαίνει ότι το άπιστο μέλος είναι σωσμένο, αλλά ότι ο Θεός θεωρεί τη σχέση ιερή και δεσμευτική, έτσι ώστε τα παιδιά που γεννιούνται από αυτή την ένωση δεν είναι ακάθαρτα, αλλά αποδεκτά σαν και οι δύο γονείς να είναι σωσμένοι.

Αυτός είναι ένας λόγος, γιατί ο/η πιστός/η σύζυγος δεν  θα πρέπει ποτέ να σκέφτεται τη διάλυση του γάμου ή να αφήσει τον/την άλλο/η, επειδή αυτός ή αυτή δεν έχει σωθεί (Α’ Κορ.ζ:12-13). Ο Θεός αγιάζει τον άπιστο και αποδέχεται αυτή τη σχέση, σαν να είναι και οι δύο σωσμένοι. Φυσικά, πρέπει να καταλάβουμε ότι αυτό δεν δικαιολογεί ένας/μια χριστιανός/η να συνάψει γάμο με άπιστο/η, κάτι που παραβιάζει το Β’ Κορ.ς:14. Η διάταξη του Α’ Κορ.ζ:14 αναφέρεται στη σχέση που ένα από τα 2 μέρη πιστεύει μετά τον γάμο.

Υπάρχει άλλος ένας λόγος, γιατί ο πιστός δεν πρέπει να προσπαθήσει να τερματίσει έναν γάμο με έναν άπιστο. Το Α’ Κορ.ζ:16 εξηγεί ότι ο γάμος τους δίνει στον άπιστο μια ευκαιρία για σωτηρία που δεν θα υπήρχε σε περίπτωση διάλυσης του γάμου. Ο/Η πιστός/η θα πρέπει να αισθάνεται ότι η παρουσία του/της σ’ αυτή τη συνεχιζόμενη σχέση, μπορεί να είναι το μέσο της σωτηρίας του/της άπιστου/της συζύγου, και ότι είναι ιερό καθήκον να καταβάλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να κρατήσει το γάμο, ελπίζοντας, προσευχόμενος/η, και να ζει με τέτοιο τρόπο που ο/η άλλος/η να μπορέσει να σωθεί.

Έτσι, τα εδάφια 14 & 16 παρουσιάζουν δύο δυνατούς, ζωτικής σημασίας λόγους στους πιστούς συζύγους να αισθάνονται την μεγάλη υποχρέωση να διατηρήσουν τους γάμους τους, ακόμα κι αν οι σύντροφοί τους μπορεί να είναι άπιστοι.

Ανάμεσα σ’ αυτά τα δύο εδάφια που περιέχουν δύο θείες αρχές που οι Χριστιανοί με άπιστους συζύγους πρέπει πάντα να έχουν κατά νου, το εδ.15 δηλώνει τον μόνο λόγο που ο Θεός δέχεται, χωρίς απιστία από την πλευρά του άλλου μέρους ή σωματικό κίνδυνο, ότι ο πιστός μπορεί να χωρίσει τον άπιστο χωρίς να είναι υπόλογος στον Θεό:

Α’ Κορ.ζ:15 Εάν δε ο άπιστος χωρίζηται, ας χωρισθή. Ο αδελφός όμως ή αδελφή δεν είναι δεδουλωμένοι εις τα τοιαύτα· ο Θεός όμως προσεκάλεσεν ημάς εις ειρήνην.


Ποια είναι η δουλεία που ο αδελφός ή η αδελφή δεν είναι δεδουλωμένος/η, εάν χωριστεί ο/η άπιστος σύζυγος; Αυτό δεν είναι δυνατό να αναφέρεται στο γάμο όπως θα δούμε. Το προηγούμενο και το επόμενο εδάφιο μας φέρνουν στο αναπόφευκτο συμπέρασμα ότι η δουλεία ή η υποχρέωση είναι η απαίτηση του Θεού ο πιστός να κρατήσει το γάμο, έτσι ώστε το άπιστο μέλος να μπορεί να «αγιαστεί», όπως διδάσκει το εδ.14 και ότι μπορεί να σωθεί όπως λέει το εδ.16.

Η άποψή σου, ότι επειδή η άπιστη σύντροφός σου σε εγκατέλειψε, έχεις το δικαίωμα να πάρεις διαζύγιο και να ξαναπαντρευτείς είναι λανθασμένη σε αρκετά σημεία:

   1. Η έννοια της λέξης «δεδουλωμένοι» δεν υποστηρίζει αυτή την άποψη. Η λέξη προέρχεται από το ρήμα «δουλόω», που σημαίνει σκλαβιά.
 
Αυτή η λέξη ποτέ δεν χρησιμοποιείται για να περιγράψει τη σύνδεση ενός άντρα και μιας γυναίκας στο γάμο. Η σωστή λέξη είναι «δέω»,
και χρησιμοποιείται στην Α’ Κορ.ζ:27 & 39. Σημαίνει να συνδεθεί μαζί, να κρατηθεί μαζί, ή να δεθεί με σκοινιά. Αυτό είναι ο γάμος, όχι δουλεία όπως σημαίνει του «δουλόω» στο εδ.15. Ο γάμος δεν ονομάζεται ποτέ δουλεία.

   2. Όπως έχουμε δει, τα συμφραζόμενα δείχνουν ότι δουλεία είναι η υποχρέωση του σωσμένου μέλους να μείνει με τον/την αμαρτωλό/η έτσι ώστε να μπορεί να «αγιαστεί» και να έρθει σε σωτηρία (εδ.14 & 16). Όταν ο άπιστος φεύγει, το πιστό μέλος δεν πρέπει να αισθάνεται το βάρος της υποχρέωσης πια, να μην αισθάνεται ένοχο, επειδή η σχέση έχει σπάσει πλέον.

   3. Η τελευταία πρόταση του εδ.15 θα πρέπει να ξεκαθαρίσει τυχόν παραμένουσες αμφιβολίες: «ο Θεός όμως προσεκάλεσεν ημάς εις ειρήνην». Ένας ειρηνικός χωρισμός, όταν φεύγει ο άπιστος, είναι προτιμότερος από τη συνεχή λογομαχία, τσακωμούς, κτλ. Όταν ο άπιστος φεύγει, αυτός ή αυτή θα πρέπει να αφεθεί να φύγει με ειρήνη. Ο πιστός πρέπει επίσης να είναι εν ειρήνη, ξέροντας ότι έχει κάνει ό, τι ήταν δυνατό για να κρατήσει το γάμο, ήταν το άλλο μέρος, το άπιστο, που έφυγε.

   4. Εάν ο άπιστος επιμένει να φύγει, ο πιστός δεν είναι κάτω από το βάρος της καταδίκης, της ενοχής ή ότι φταίει σε κάτι. Αυτός ή αυτή δεν θα πρέπει να αισθάνονται υποχρεωμένοι να πιέζουν συνεχώς για επανένωση, ούτε πρέπει αυτός ή αυτή να αισθάνεται υποχρεωμένος/η να φροντίζει αυτόν που φεύγει. Το βάρος, ή η σκλαβιά, της προσπάθειας του πιστού μέλους να προσπαθεί να κρατήσει πάση θυσία τον άπιστο, δεν υπάρχει πλέον.

   5. Δεν υπάρχει καμία αναφορά ούτε καν νύξη σ’ αυτά τα εδάφια  για διαζύγιο ή νέο γάμο — απλά χωρισμός. Το να βλέπεις αυτά τα πράγματα σ’ αυτά τα εδάφια, είναι παραβίαση των βασικών αρχών της ορθοτόμησης του λόγου του Θεού. Στην πραγματικότητα, το να προσθέσεις αυτή την ερμηνεία σ’ αυτά τα εδάφια, έρχεσαι επικίνδυνα κοντά στην παραβίαση της εντολής στην Αποκ.κβ:18: «Διότι μαρτύρομαι εις πάντα ακούοντα τους λόγους της προφητείας του βιβλίου τούτου· Εάν τις επιθέση εις ταύτα, ο Θεός θέλει επιθέσει εις αυτόν τας πληγάς τας γεγραμμένας εν τω βιβλίω τούτω».