Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Σάββατο 21 Οκτωβρίου 2017

ΙΟΥΔΑΣ




Η πιο τραγική μορφή του θείου δράματος

Κάποια μέρα ένα αγόρι γεννήθηκε στην πόλη Κηριώθ. Οι γονείς του το ονόμασαν “Δοξολογία” (Ιούδα). Πολλά χρόνια αργότερα, ο Κύριος Ιησούς κάλεσε το ανδρωμένο πια παιδί, τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, να γίνει δικός Του απόστολος. Ήταν ο μόνος απ’ τους μαθητές που κατάγονταν από την Ιουδαία-οι υπόλοιποι ήταν όλοι Γαλιλαίοι-κι ίσως εξαιτίας του γνωστού ταλέντου των Ιουδαίων στα οικονομικά, ανέλαβε τη διαχείριση του κοινού ταμείου των μαθητών.


Είναι καλό βέβαια να ανατίθενται ανάλογα καθήκοντα σ’ εκείνον που έχει την κλίση προς αυτά, όμως είναι το ίδιο αλήθεια πως και οι πειρασμοί μας έρχονται συνήθως απ’ το χώρο που αγαπάμε και μας απασχολεί περισσότερο. Έτσι, η πρώτη-και ίσως η μοναδική άλλη-μελανή σελίδα στην ιστορία του Ιούδα, αναφέρεται στο ότι έκλεβε από τα χρήματα που του είχαν εμπιστευτεί να φυλάει. Πριν γίνει μια εξωτερική αμαρτία, μια ρίζα της προϋπάρχει πάντοτε. Είναι από μια βρόμικη καρδιά που ξεχειλίζει η αμαρτία, είτε μικρή είναι αυτή είτε τόσο μεγάλη ώστε να πει ο Κύριος: καλόν ήτο εις τον άνθρωπον εκείνον, αν δεν ήθελε γεννηθή (Ματθ.κς:24)

Μια επιπόλαιη ανάγνωση της ιστορίας του Ιούδα τοποθετεί την αρχή των προδοτικών του ενεργειών λίγο πριν τη νύχτα της Γεθσημανής.  Η αλήθεια όμως είναι διαφορετική. Δεν ήταν την ώρα του τελευταίου δείπνου, που έγινε πρώτη φορά λόγος για τον προδότη, μα αρκετά πριν, όταν ο Ιησούς υποσχέθηκε στο πλήθος ότι επρόκειτο να παραδώσει τη ζωή και το σώμα Του υπέρ της ζωής του κόσμου (Ιωαν.ς:51). Στο ίδιο κεφάλαιο, στο εδάφιο 64 πληροφορούμαστε ότι: ήξευρεν εξ αρχής ο Ιησούς, τίνες είναι οι μη πιστεύοντες, και τις είναι ο μέλλων να παραδώση αυτόν και λίγο παρακάτω, στο εδάφιο 70 αποκαλύπτει: δεν εξέλεξα εγώ εσάς τους δώδεκα, και εις από σας είναι διάβολος; για να προσθέσει ο ευαγγελιστής: έλεγε δε τον Ιούδαν του Σίμωνος τον Ισκαριώτην διότι ούτος, είς ων εκ των δώδεκα, έμελλε να παραδώση αυτόν.

Ήταν άραγε τα λόγια του Κυρίου για τον άρτο της ζωής που προμηνούσε το θυσιαστικό Του θάνατο, που άκουσε ο Ιούδας, ή επειδή είδε το Χριστό ν’ αρνείται ν’ ανακηρυχτεί βασιλιάς απ’ το λαό κι έφυγε στο όρος, (Ιωαν.ς:15) που απογοήτευσαν τον Ιούδα; Ποιος μπορεί να το ξέρει; Πάντως, όταν λίγες μόνο μέρες πριν τη σταύρωση, η Μαρία άλειψε με μύρο τα πόδια του Χριστού, ο Ιούδας αντέδρασε κι αμέσως υπολόγισε  την αξία του αρώματος που “χάθηκε”, το οποίο κι εκτίμησε στο αντίστοιχο της αμοιβής για δουλειά 300 ημερών-ένα δηνάριο ήταν το ημερομίσθιο εκείνη την εποχή. Ήταν τόσο υλιστής που δεν μπορούσε να καταλάβει την ομορφιά της τιμητικής πράξης. Ποτέ δεν κατάλαβε ότι μερικά πράγματα είναι τόσο ιερά που είναι αδύνατον να εκτιμηθούν με χρήματα.

Πόσο διαφορετική η στάση των καρδιών! Η Μαρία πρόσφερε στον Κύριο προκαταβολικά, χωρίς να το ξέρει, μύρο για τον επικείμενο ενταφιασμό Του, που σύμφωνα με του Ιούδα την εκτίμηση, κόστιζε 300 αργύρια. Αντίθετα εκείνος, συνειδητά προετοίμαζε αυτό το θάνατο, όχι μόνο, μα και τη ζωή του δασκάλου του την εκτίμησε όχι παραπάνω από 30 αργύρια, όσο περίπου αγόραζε κανείς ένα δούλο!....

Όταν είδε ότι τα πράγματα ακολουθούσαν ένα διαφορετικό δρόμο απ’ τα δικά του σχέδια, όλα μέσα του άλλαξαν. Όπως σημειώνει ο Ματθαίος τότε υπήγεν εις των δώδεκα, ο λεγόμενος Ιούδας Ισκαριώτης, προς τους αρχιερείς, και είπε, Τί θέλετε να μοι δώσητε, και εγώ θέλω σας παραδώσει αυτόν; Και εκείνοι έδωκαν εις αυτόν τριάκοντα αργύρια. Και από τότε εζήτει ευκαιρίαν διά να παραδώση αυτόν (Ματθ.κς:14-16).


Αιώνες πριν ο Ζαχαρίας έγραψε την παρακάτω προφητεία: Εάν σας φαίνηται καλόν, δότε μοι τον μισθόν μου ει δε μη , αρνηθήτε αυτόν. Και έστησαν τον μισθόν μου τριάκοντα αργύρια (Ζαχ.ια:12).

Κι ενώ όλα αυτά ήταν γνωστά στον Ιούδα και στον Κύριο, οι περιγραφές των ευαγγελιστών ξεδιπλώνουν ακόμα πιο δραματικές σκηνές του θείου πάθους. Μόλις τα πόδια τα ακάθαρτα πλύθηκαν από τα άγια χέρια του Κυρίου-ακόμα και τα πόδια του προδότη-ο Κύριος αποκαλύπτει την επόμενη πτυχή των γεγονότων: ο τρώγων μετ’ εμού τον άρτον, εσήκωσεν επ’ εμέ την πτέρναν αυτού για να προσθέσει λίγο μετά πως εις εξ υμών θέλει με παραδώσει (Ιωαν.ιγ:18,21). Αναστατωμένοι οι μαθητές κοιτούσαν ο ένας τον άλλο προσπαθώντας να διακρίνουν ποιος μπορούσε να είναι ο δράστης. Μπροστά στον Άγιο Κύριο είναι αδύνατο κανείς να είναι σίγουρος ακόμη και για τη δική του την ακεραιότητα. Όμως το ίδιο ερώτημα έκανε κι ο Ιούδας! Ποιο μέτρο υποκρισίας χρειαζόταν εκείνη την ώρα, είναι αδύνατο να υπολογιστεί.

Η ώρα περνούσε, ο Κύριος ήταν έτοιμος για ό,τι θα ακολουθούσε. Είτε σε μια έσχατη προσπάθεια αφύπνισης του πεσμένου μαθητή είτε σαν σημάδι για να ξεκινήσει η επόμενη πράξη, βουτάει ένα κομμάτι ψωμί στο πιάτο και το δίνει στον Ιούδα, υποδείχνοντας με τον τρόπο αυτό τον προδότη και προστάζοντάς τον ό,τι κάμνεις, κάμε ταχύτερον.

Αλλά εδώ έχουμε ακόμη μια τραγική λεπτομέρεια της σκηνής: ο προδότης αποκαλύπτεται, ο Σατανάς μπαίνει για τα καλά μέσα του, κι όμως-όπως ομολογεί ο Ιωάννης-τούτο ουδείς των καθημένων ενόησε προς τι είπε προς αυτόν (ιγ:28). Νόμιζαν πως πάει ν’ αγοράσει, όμως εκείνος πήγαινε να πουλήσει. Δεν πήγαινε να υπηρετήσει τους φτωχούς αλλά να πλουτίσει την τσέπη του. Και ήταν νύχτα προσθέτει ο Ιωάννης.


Ίσως ήταν ανακούφιση για τον Ιούδα αυτή η απομάκρυνση από Εκείνον που είναι το φώς το αληθινό. Όποιος κάνει την αμαρτία αγαπά το σκοτάδι, λέει η γραφή, όμως το σκοτάδι δε βοηθάει τα πράγματα. Αντίθετα, το σκότος τυφλώνει τους οφθαλμούς αυτού (Α’Ιωαν.β:12).

Η συνέχεια της ιστορίας είναι γνωστή. Καλόν ήτο εις τον άνθρωπον εκείνον, αν δεν ήθελε γεννηθή, είχε πει ο Χριστός. Ο μαθητής και απόστολος του Χριστού πραγματοποίησε στο πλήρες το σχέδιό του. Όμως ούτε ο συνεταιρισμός του με τους αρχιερείς, ούτε το ασήμι στο πουγκί του, δεν μπόρεσαν να ομορφύνουν το κακό. Τα φίδια του συνειδησιακού ελέγχου τον κυνηγούσαν. Το αθώο αίμα πύρωνε στα χέρια του τα νομίσματα. Τώρα, ο απ’ αρχής ανθρωποκτόνος, του έδειχνε τη μοναδική λύση, την αυτοκτονία. Κι αυτό έκανε!

Οι “Ιούδες” δεν έπαψαν να υπάρχουν στους αιώνες που πέρασαν. Άνθρωποι ευσεβοφανείς, όπως ο Ισκαριώτης, πλησιάζουν το λαό του Θεού, ανακατεύονται μαζί του κι ακόμα προωθούνται σε θέσεις προβολής και εξουσίας. Χαίρονται στις θαυματουργίες και στους εξορκισμούς των δαιμόνων, καμιά φορά θυμούνται και τους φτωχούς,  όμως θεός αυτών είναι η κοιλία.  Γι’ αυτούς ο Ιησούς δεν είναι ο Κύριος παρά μόνο ο Ραβί.


Άραγε οι παρακαθήμενοι στο τραπέζι της σημερινής εκκλησίας εννοούν τον κίνδυνο; Η εκκλησιαστική ιστορία είναι γεμάτη από δείγματα αυτού του είδους. Άνθρωποι υλιστές, εγωκεντρικοί, φιλοχρήματοι, φιλόδοξοι, προδότες αρχών και προσώπων. Ο Θεός μόνος γνωρίζει νεφρούς και καρδίας. Αρκετό θα ήταν σ’ εμάς αν, τουλάχιστον, ταπεινωνόμασταν ώστε να ρωτήσουμε τον συνεχώς προδιδόμενο Κύριο:

Μήπως εγώ είμαι Κύριε