Μερικές φορές, όταν ένας συγγραφέας της Καινής Διαθήκης χρησιμοποιεί
αποσπάσματα της Παλαιάς Διαθήκης, τα δύο εδάφια δεν ταιριάζουν ακριβώς. Ο
συγγραφέας της Καινής Διαθήκης παραποιεί την Παλαιά Διαθήκη; Ή υπάρχει μια άλλη
εξήγηση;
Ο Λουκάς αναφέρει ότι, όταν ο Ιησούς άρχισε τη διακονία του,
πήγε στη συναγωγή στη Ναζαρέτ την ημέρα του Σαββάτου. Όταν σηκώθηκε για να
διαβάσει τις γραφές, «εδόθη εις αυτόν το
βιβλίον Ησαΐου του προφήτου» (Λουκ.δ:17). Ο Ιησούς διάβασε την περιγραφή
της κλιμακούμενης άφιξης του κεχρισμένου, από το Ης.ξα:1-2, με εξαίρεση το
τελευταίο μισό του εδ.2. Αυτή η παράλειψη είναι κατανοητή, αλλά αν δούμε το
Λουκ.δ:18-19 και το Ης.ξα: 1-2 λέξη προς λέξη, είναι εμφανείς πολλές διαφορές
σε ό, τι διάβασε ο Ιησούς.
Στο αρχικό κείμενο της Παλαιάς Διαθήκης, δεν υπάρχει η
αναφορά «προς
τους τυφλούς ανάβλεψιν». Αντίστροφα, ο Ησαΐας λέει «διά να ιατρεύσω τους συντετριμμένους την
καρδίαν», φράση που απουσιάζει από το Λουκά. Δεδομένου ότι ο Λουκάς είναι σαφής
ότι ο Ιησούς διάβασε από την περγαμηνή, η απόκλιση αυτή δεν οφείλεται στον
Λουκά (ή στον Ιησού) ότι τάχα τα είπε από μνήμης και ξέχασε το κομμάτι αυτό! Τι συμβαίνει εδώ;
Τις περισσότερες φορές, όταν παρουσιάζεται μια απόκλιση
μεταξύ Καινής και Παλαιάς Διαθήκης, η απάντηση βρίσκεται στην μετάφραση των Εβδομήκοντα,
την αρχαία ελληνική μετάφραση της εβραϊκής Βίβλου. Συχνά δεν ταιριάζει το
εβραϊκό κείμενο από το οποίο μεταφράστηκαν τα περισσότερα εδάφια της Παλαιάς
Διαθήκης. Ο Ιησούς προφανώς είτε διάβασε από ένα εβραϊκό κείμενο που αντανακλούσε
τη μετάφραση των Εβδομήκοντα, ή ο Λουκάς συμπληρώνει το συγκεκριμένο εδάφιο από
τους Εβδομήκοντα. (Δεδομένου ότι ο Λουκάς δεν ήταν εβραϊκής καταγωγής και
μιλούσε Ελληνικά, οι Εβδομήκοντα ήταν η Βίβλος του).
Ο Ιησούς (ή ο Λουκάς) πήρε το «προς τους τυφλούς ανάβλεψιν» από τους Εβδομήκοντα. Οι Εβδομήκοντα αναφέρουν
επίσης μια φράση από την παραδοσιακή Παλαιά Διαθήκη που δεν υπάρχει στην αναφορά
του Λουκά!
Συχνά, δεν συνειδητοποιούμε ότι ακόμη και οι Βιβλικοί
συγγραφείς εξαρτιόταν από μεταφράσεις που θεωρούσαν λόγο του Θεού. Με τον ίδιο
τρόπο, που και σήμερα μπορούμε να θεωρήσουμε τις δικές μας μεταφράσεις, σαν λόγο
του Θεού.