Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 27 Μαΐου 2015

Παραδείγματα μετάνοιας


Η παραβολή του άσωτου γιου απεικονίζει όλα τα στοιχεία της μετάνοιας (Λουκ.ιε:11-32). Στην ιστορία αυτή, ο πλανεμένος γιος κάποια στιγμή αναγνωρίζει την αμαρτία του και την απελπιστική κατάσταση στην οποία βρίσκεται: «Ελθών δέ εις έαυτόν» (Λουκ.ιε:17). Μετά πήρε την απόφαση να επιστρέψει στο σπίτι και να ζητήσει συγχώρεση: «Σηκωθείς θέλω υπάγει πρός τόν πατέρα μου καί θέλω ειπεί πρός αυτόν· Πάτερ, ήμαρτον εις τόν ουρανόν καί ενώπιόν σου· καί δέν είμαι πλέον άξιος νά ονομασθώ υιός σου· κάμε με ως ένα τών μισθωτών σου» (Λουκ.ιε:18-19).Τελικά, όντως άφησε το μέρος που βρισκόταν, επίστρεψε στο σπίτι του πατέρα του και συντριμμένος ομολόγησε την αμαρτία του (Λουκ.ιε:20-21).


Μια άλλη παραβολή μας δείχνει τη σωστή στάση που πρέπει να έχει κάποιος όταν μετανοεί (Λουκ.ιη:9-14). Ένας Φαρισαίος στεκόταν προσευχόμενος στο Ναό, ευχαριστώντας το Θεό που δεν είχε διαπράξει αμαρτίες και καυχώμενος για τα καλά του έργα. Ένας τελώνης ήρθε κι αυτός για να προσευχηθεί, αλλά πλησίασε το Θεό με ταπείνωση, χτυπώντας το στήθος του με επίγνωση της κατάστασής του και εμφανή μεταμέλεια. Τα λόγια του ήταν: «Ο Θεός, ιλάσθητί μοι τώ αμαρτωλώ». Ο Ιησούς κατέκρινε τον αυτιδικαιούμενο Φαρισαίο και επαίνεσε τον τίμιο και μετανοημένο τελώνη.

Η προσευχή του Δαβίδ μετά τη μοιχεία που διέπραξε με τη Βηθσαβεέ, είναι ένα όμορφο παράδειγμα για το παιδί του Θεού που έχει αμαρτήσει, γιατί το πνεύμα της προσευχής του είναι χαρακτηριστικό ειλικρινούς μετάνοιας (Ψαλμ.να:1-4, 7, 9-12)

Η πηγή της Μετάνοιας.

Η μετάνοια είναι ένα μέρος της σωτηρίας, έτσι η ευκαιρία και η ικανότητα να μετανοήσει κάποιος προέρχεται από τη χάρη του Θεού. Η χρηστότητα του Θεού οδηγεί τον άνθρωπο σε μετάνοια (Ρωμ.β:4). Η «μετάνοια εις ζωήν» είναι ένα δώρο που προμηθεύει ο Θεός (Πράξ.ια:18  Β’ Τιμ.β:25). Μόνο ο Θεός μπορεί να δώσει αυτή τη λύπη που φέρνει σε μετάνοια (Β’ Κορ.ζ:10). Όταν κάποιος μετανοεί, απλά ανταποκρίνεται στο παγκόσμιο κάλεσμα του Θεού και εκούσια αποδέχεται το έργο της σωτηρίας Του.

Η μετάνοια μόνο δεν είναι σωτηρία, ικανώνει όμως τον άνθρωπο να σωθεί, ξεκινώντας το έργο της σωτηρίας. Η μετάνοια λοιπόν, έρχεται απ’ τη χάρη του Θεού δια της πίστεως. Ο άνθρωπος έρχεται σε μετάνοια σε περιπτώσεις που η παρουσία του Θεού είναι έντονη, με το λόγο Του και με πίστη σ’ Αυτόν.

Το Άγιο Πνεύμα είναι απόλυτα απαραίτητο για να οδηγηθεί ο άνθρωπος σε μετάνοια. Ο Ιησούς είπε: «Και ελθών εκείνος θέλει ελέγξει τον κόσμον περί αμαρτίας, και περί δικαιοσύνης, και περί κρίσεως» (Ιωάν.ις:8). Ψυχολογικά τρυκ, κολπάκια και τεχνάσματα δεν οδηγούν σε πραγματική μετάνοια.

Αντί να λέμε πολλά λόγια και να προτείνουμε καταπειστικές τεχνικές που πανικοβάλουν και φοβίζουν τον άνθρωπο, καλύτερα να προσπαθούμε να δημιουργήσουμε μια πνευματική ατμόσφαιρα. Η προσπάθεια να καταπείσουμε με τα λόγια και οι προειδοποιήσεις έχουν τη θέση τους, αλλά το πρωταρχικό μας ενδιαφέρον πρέπει να είναι ν’ αφήσουμε το Άγιο Πνεύμα να κινηθεί ελεύθερα, γιατί μόνο ο Θεός μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους στον εαυτό Του (Ιωάν.ς:44).

Ο λόγος του Θεού έχει δύναμη να οδηγήσει τον άνθρωπο σε μετάνοια, καθώς το Άγιο Πνεύμα τον τοποθετεί στην καρδιά του. Καθώς κηρύττεται ο λόγος του Θεού, οι άνθρωποι αναγνωρίζουν τις αμαρτίες τους και την ανάγκη που έχουν για να σωθούν. Το κήρυγμα του Πέτρου την ημέρα της Πεντηκοστής έφερε κατάνυξη και επιθυμία για μετάνοια: «Αφού δε ήκουσαν ταύτα, ήλθεν εις κατάνυξιν η καρδία αυτών, και είπον προς τον Πέτρον και τους λοιπούς αποστόλους, Τι πρέπει να κάμωμεν, άνδρες αδελφοί;» (Πράξ.β:37). Το κήρυγμα του Ιωνά, έκανε ολόκληρη την πόλη της Νινευή να μετανοήσει. Έτσι λοιπόν, για άλλη μια φορά, η έμφαση δεν πρέπει να δίνεται σε ανθρώπινες ιδέες και τεχνικές, αλλά στον αγνό λόγο του Θεού.

Οι κήρυκες πρέπει να κηρύττουν ενάντια στην αμαρτία, να την προσδιορίζουν και να τη φανερώνουν για να μπορούν οι αμαρτωλοί να καταλαβαίνουν τη θέση τους. Ο Νάθαν ονόμασε με σαφήνεια την αμαρτία του Δαβίδ, όπως έκανε κι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής με την αμαρτία του Ηρώδη. Ο Ιωάννης είπε στους τελώνες: «Μη εισπράττετε μηδέν περισσότερον παρά το διατεταγμένον εις εσάς» και στους στρατιωτικούς «Μη βιάσητε μηδένα, μηδέ συκοφαντήσητε και αρκείσθε εις τα σιτηρέσιά σας» (Λουκ.γ:12-14).

Στις μέρες μας, υπάρχει μια τάση να μιλάμε με γενικότητες το λόγο του Θεού. Όπου η Γραφή φανερώνει την αμαρτία, πρέπει να είμαστε σαφείς. Αν εμείς κηρύξουμε το λόγο του Θεού όπως είναι, ο Θεός θα τον τοποθετήσει όμορφα στις καρδιές των ανθρώπων. Η ακοή του λόγου του Θεού φέρνει πίστη (Ρωμ.ι:17) κι αυτή η πίστη θα ικανώσει τον άνθρωπο να υπακούσει στην εντολή να μετανοήσει.

Η μετάνοια έρχεται σαν αποτέλεσμα της δύναμης του Πνεύματος του Θεού που ελέγχει την αμαρτία, από το άκουσμα του λόγου του Θεού και την παρόρμηση της πίστης στο Θεό που τώρα έχει ξυπνήσει. Απ’ τη μεριά του Θεού, είναι ένα δώρο που ικανώνει τον άνθρωπο να σωθεί. Απ’ τη μεριά του ανθρώπου, είναι η πρώτη εκούσια πράξη πίστης προς το Θεό.

Η εντολή για μετάνοια.

Η μετάνοια είναι απόλυτα αναγκαία για τη σωτηρία. Η Βίβλος λέει ότι όλοι πρέπει να μετανοήσουν. Όταν αμάρτησε ο Αδάμ, ο Θεός τον ρώτησε και περίμενε κάποια ομολογία (Γέν.γ:9-13). Στις μέρες του Νώε, ο Θεός κατέστρεψε τους πάντες και τα πάντα εκτός από οχτώ ψυχές, επειδή οι άνθρωποι δεν μετανοούσαν. Λυπήθηκε όμως κι έκανε έλεος στην αμαρτωλή Νινευή μόνο και μόνο επειδή οι κάτοικοί της μετανόησαν όταν τους κήρυξε ο Ιωνάς. Στον Ιεζεκιήλ, ο Θεός ικετεύει τον Ισραήλ για μετάνοια (Ιεζ.ιη:30-32, λγ:11). Σ’ αυτά τα εδάφια φαίνεται η συμπόνια του Θεού, η ανάγκη για μετάνοια και ο ορισμός της μετάνοιας, ότι είναι η επιστροφή από την αμαρτία στο Θεό.  Ο Ιωάννης ο Βαπτιστής κήρυξε δυναμικά τη μετάνοια (Ματθ.γ:1-11  Μάρκ.α:4-5  Λουκ.γ:3-9) και το ίδιο έκανε ο Ιησούς λέγοντας: «Μετανοείτε διότι επλησίασεν η βασιλεία τών ουρανών» (Ματθ.δ:17). «μετανοείτε καί πιστεύετε εις τό ευαγγέλιον» (Μάρκ.α:15). «Ουχί, σάς λέγω, αλλ' εάν δέν μετανοήτε, πάντες ομοίως θέλετε απολεσθή» (Λουκ.ιγ:3, 5).  Όταν ήταν ο Ιησούς εδώ στη γη, έστειλε τους μαθητές Του να κηρύξουν μετάνοια (Μάρκ.ς:12) και λίγο πριν αναληφθεί τους εμπιστεύθηκε αυτή την αποστολή (Λουκ.κδ:47). Ο Πέτρος κήρυξε για μετάνοια (Πράξ.β:38, γ:19) και το ίδιο έκανε ο Παύλος (Πράξ.κς:20).
            
 Ο Παύλος είπε στους Αθηναίους: «Τούς καιρούς λοιπόν τής αγνοίας παραβλέψας ο Θεός, τώρα παραγγέλλει εις πάντας τούς ανθρώπους πανταχού νά μετανοώσι» (Πράξ.ιζ:30). Τον καιρό της Παλαιάς Διαθήκης ο Θεός δεν κρατούσε τα έθνη υπόλογα για κάθε εντολή του Μωσαϊκού νόμου επειδή αγνοούσαν το Νόμο. Παρόλα αυτά, ο Θεός τα έκρινε με το νόμο της συνείδησης και τους φυσικούς νόμους και τα βρήκε ένοχα ακόμα και σ’ αυτή τη βάση (Ρωμ.β:12-16). Τον καιρό της Καινής Διαθήκης, οι Εβραίοι και οι Εθνικοί κρίνονται πάνω στην ίδια βάση, αφού όλοι ακούν την ίδια κλήση για μετάνοια. Ο Θεός δεν καθυστερεί, αλλά «μακροθυμεί εις ημάς, μή θέλων νά απολεσθώσι τινες, αλλά πάντες νά έλθωσιν εις μετάνοιαν» (Β’ Πέτρ.γ:9).