Πριν
μπορέσει κάποιος να μετανοήσει από την αμαρτία, πρέπει να αναγνωρίσει ότι είναι
αμαρτωλός. Ο Ιησούς είπε: «δεν ήλθον δια να καλέσω δικαίους, αλλά αμαρτωλούς
εις μετάνοιαν» (Μάρκ.β:17
Λουκ.ε:32). Αφού όλοι οι άνθρωποι έχουν αμαρτήσει, ο Ιησούς στην
πραγματικότητα ήρθε για όλο τον κόσμο. Παρόλα αυτά, τα λόγια του Κυρίου υποδηλώνουν
ότι θα σώσει μόνο αυτούς που αναγνωρίζουν τις αμαρτίες τους.
«Μακάριοι οι πτωχοί τω πνεύματι διότι αυτών
είναι η βασιλεία των ουρανών» (Ματθ.ε:3). Όλοι είμαστε φτωχοί πνευματικά
χωρίς το Θεό, αλλά μόνο αυτοί που αναγνωρίζουν τη φτώχεια τους εκζητούν το Θεό
και βρίσκουν τα ουράνια πλούτη.
Πολλοί
ηθικά σωστοί άνθρωποι και ευσεβείς θρησκευόμενοι, το βρίσκουν πολύ δύσκολο να μετανοήσουν
ώστε να λάβουν το Άγιο Πνεύμα, ακριβώς επειδή δεν αναγνωρίζουν την ανάγκη τους,
ούτε το θεωρούν απαραίτητο. Μετάνοια μπορεί να συμβεί μόνο όταν ο άνθρωπος
αναγνωρίσει τις αμαρτίες του καθώς και την ανάγκη που έχει για τη χάρη του
Θεού.
Ομολογία της
αμαρτίας.
Από
τη στιγμή που κάποιος καταλάβει ότι είναι πραγματικά αμαρτωλός, πρέπει να το
ομολογήσει στο Θεό. Αν και ο Θεός γνωρίζει ήδη τα πάντα, ζητά αυτή την
ειλικρινή ομολογία για τον ίδιο τον αμαρτωλό, αλλά και γι’ Αυτόν. «Ο κρύπτων τας αμαρτίας αυτού, δεν θέλει ευοδωθή. Ο δε εξομολογούμενος
και παραιτών αυτάς, θέλει ελεηθή» (Παρ.κη:13). Όταν οι άνθρωποι
βαπτιζόταν στο βάπτισμα μετανοίας του Ιωάννη, έμπαιναν στο νερό «εξομολογούμενοι
τας αμαρτίας αυτών» (Μάρκ.α:4,5). Αν κάποιος αμαρτήσει αφού πιστέψει, η
ομολογία της αμαρτίας είναι και πάλι μέρος της μετάνοιας (Α’ Ιωάν.α:9).
Ομολογούμε τις αμαρτίες
μας κατ’ ευθείαν στο Θεό, γιατί είναι ο μόνος
που συγχωρεί αμαρτίες (Ης.μγ:25
Μάρκ.β:7). Δεν χρειαζόμαστε επίγειο μεσίτη γιατί ο άνθρωπος Ιησούς είναι
ο Μεσίτης μας και ο Αρχιερέας μας (Α’ Τιμ.β:5
Εβρ.δ:15-16). Είναι καλό κάποιος να ομολογεί τη μετάνοιά του ανοικτά
(Πράξ.ιθ:18). Επιπλέον, υπάρχουν περιπτώσεις που μπορούμε να ομολογούμε ο ένας
στον άλλο, όπως όταν ζητάμε προσευχή για κάποια ανάγκη μας ή όταν έχουμε σφάλει
σε βάρος κάποιου και του ζητάμε συγχώρεση (Λουκ.ιζ:3-4 Ιάκ.ε:16).
Η ομολογία πρέπει να
γίνεται τόσο δημόσια όσο ήταν και η αμαρτία. Ομολογία δεν σημαίνει απαραίτητα
ν’ αρχίσει κάποιος να απαριθμεί όλες τις αμαρτίες που έκανε στη ζωή του, αν και
πρέπει να ζητήσει από το Θεό να συγχωρέσει όλες τις αμαρτίες που θυμάται. Η
ουσία της μετάνοιας είναι να αναγνωρίσει κανείς μπροστά στο Θεό αλλά και για
τον ίδιο, ότι είναι αμαρτωλός, να ζητήσει συγχώρεση από το Θεό καθώς και
βοήθεια για να μπορέσει να νικήσει κάθε αμαρτία στο μέλλον.
Συντριβή και μεταμέλεια για
την αμαρτία.
Ειλικρινής μετάνοια
σημαίνει συντριβή. Αυτό σημαίνει γνήσια λύπη για ότι έχει να κάνει με αμαρτίες.
Ο αμαρτωλός αισθάνεται συντριμμένος για κάθε λάθος και κάθε αμαρτία που έκανε
και η καρδιά του είναι σπασμένη γι’ αυτό (Ψαλμ.να:17). Είναι καλό αν μπορέσει
να αισθανθεί με κάποιο τρόπο τη δυσαρέσκεια του Θεού, για να μην είναι η
μετάνοιά του κατά τα ανθρώπινα πρότυπα (Β’ Κορ.ζ:10).
Πολλοί άνθρωποι μπορεί να
λυπούνται για τις αμαρτίες που έχουν κάνει, αλλά ποτέ δεν έχουν γνήσια
μετανιώσει γι’ αυτές. Λυπούνται για τις συνέπειες της αμαρτίας, αλλά δεν
μπορούν να εγκαταλείψουν τις αμαρτίες τους. Πολλές φορές η αμαρτία τους
περιπλέκει σε τρομερές καταστάσεις και λυπούνται που μπλέχτηκαν. Παρόλα αυτά,
όταν τους δοθεί η ευκαιρία να ξεφύγουν απ’ αυτές τις τρομερές καταστάσεις,
συνεχίζουν να ζουν στην αμαρτία.
Κάποιοι έρχονται και
κλαίνε στην εκκλησία επειδή λυπούνται για τον εαυτό τους και είναι
αναστατωμένοι για την κατάστασή τους, αλλά δεν είναι πρόθυμοι να δώσουν
ολοκληρωτικά τη ζωή τους στο Θεό. Αυτά είναι παραδείγματα κοσμικής λύπης που
δεν μπορεί να φέρει μετάνοια. Η αληθινή μετάνοια προέρχεται από τη λύπη κατά
Θεό. Αυτό σημαίνει ότι ο αμαρτωλός λυπάται για τις αμαρτίες του, αποφασίζει ν’
αλλάξει τον αμαρτωλό τρόπο ζωής του και δεν στεναχωριέται γι’ αυτές τις
αλλαγές.