Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014

Όταν μας συναντάει ο Θεός!



Γένεση κη

Κάποιος έλεγε: «Μπορείς να ξεγελάς μερικούς ανθρώπους συνέχεια ή για λίγο όλους τους ανθρώπους. Δεν μπορείς όμως να τους ξεγελάς όλους συνέχεια».

Ο Ιακώβ έμαθε αυτό το μάθημα με ένα σκληρό τρόπο. Μπορεί να εκμεταλλεύτηκε την αδυναμία του Ησαύ, όταν αγόρασε τα πρωτοτόκια, μπορεί να ξεγέλασε τον πατέρα του τον Ισαάκ, είπαμε όμως, δεν μπορούσε να τους ξεγελάει όλους συνέχεια. Η ζωή του τώρα ήταν σε κίνδυνο. Έπρεπε να φύγει, ή πιο σωστά να το «σκάσει» για να γλιτώσει. Η αμαρτία του, τον είχε βρει (Αριθ.λβ:23).

Είναι ενδιαφέρον να δούμε πως  η Ρεβέκκα δεν είπε στον Ισαάκ τον «κύριο» λόγο για την αναχώρηση του Ιακώβ, του είπε μόνο για το γάμο του Ησαύ με τις Χετταίες γυναίκες. Ενώ στον Ιακώβ πηγαίνει και λέει να φύγει για να γλιτώσει από τον Ησαύ, στον Ισαάκ λέει στο κζ:46, «Αηδίασα την ζωή μου εξ’ αιτίας των θυγατέρων του Χετ. Εάν ο Ιακώβ λάβει γυναίκα εκ των θυγατέρων του Χετ, καθώς είναι αύται εκ των θυγατέρων της γης ταύτης, τι με ωφελεί να ζω»;

Ακόμη και ο λόγος αυτός που δίνει είναι «πραγματιστικός», αυτό που φαίνεται να νοιάζεται είναι τι αρέσει στην ίδια, όχι η πνευματική ανάγκη του Ιακώβ να βρει μια γυναίκα που θα ήταν κοντά του και θα τον βοηθούσε να γίνει πνευματικός πατριάρχης. Και σ’ αυτό το θέμα, μια γυναίκα από το δικό τους συγγενικό κύκλο δεν θα ήταν η καλύτερη επιλογή. Θα έλεγε κανείς πως σ’ αυτή την οικογένεια, οι απλές σχέσεις ειλικρίνειας, ευθύτητας, διαφωνίας αλλά με αγάπη, μόνιμα λείπουν.

Είναι μια κλασσική περίπτωση μεταβίβασης αμαρτιών των γονέων, στα παιδιά, ακόμη και όταν οι γονείς είναι πνευματικοί άνθρωποι. Ο Αβραάμ που ονομάστηκε «φίλος Θεού», αυτός πρώτος είπε τη μισή αλήθεια για το ότι η Σάρρα ήταν αδελφή του. Και μάλιστα το έκανε δύο φορές (Γέν.ιβ:13, κ:2). Αυτό το επανέλαβε ο Ισαάκ με τη Ρεβέκκα (Γέν.κς:7) και στην οικογένεια τους, έγινε τρόπος ζωής. Ο Ιακώβ λοιπόν, μεγάλωσε σ’ ένα περιβάλλον που έμαθε πως να «ελίσσεται», να «χειραγωγεί», να εκμεταλλεύεται καταστάσεις, να υποσκελίζει. Ήταν πολύ δύσκολο να ξεμάθει αυτά τα μαθήματα. Θα χρειαστούν πολλά χρόνια στην ερημιά μέχρι να γίνει ο Ιακώβ ο άνδρας που ο Θεός θέλει. Ακόμη και τότε, τα σημάδια του παρελθόντος δεν έφυγαν τελείως.

Τι είδους αμαρτίες εμείς περνάμε στα παιδιά μας σήμερα, μέρα με τη μέρα. Δυστυχώς, τις περισσότερες φορές, σαν γονείς και σαν άνθρωποι, δεν μπορούμε να δούμε τα λάθη μας, μέχρι που τα βλέπουμε στη ζωή των παιδιών μας πολύ μεγενθυμένα, χειρότερα από εμάς. Αλλά τότε είναι αργά.

Μαθαίνουμε στα παιδιά να αμαρτάνουν και μετά να προσπαθούν με διπλωματία να κρυφτούν, ή μαθαίνουν πως επειδή είναι αμαρτωλοί γι’ αυτό ακριβώς πρέπει να είναι ταπεινοί και κάθε μέρα  να παραδέχονται τα λάθη τους, να μετανοούν και να αλλάζουν;

Τι αμαρτίες μπορεί να περνάμε στα παιδιά μας; Μπορεί το άγχος μας; Μπορεί τα νεύρα μας, και η έλλειψη υπομονής μας; Υπάρχουν άραγε άνθρωποι γύρω μας, που να μπορούν να μας πλησιάσουν και να μας δείξουν με αγάπη τα λάθη μας; Ή, γινόμαστε αμυντικοί σε κάθε παρατήρηση ή σχόλιο;

Πίσω στην συνέχεια της ιστορίας μας, τώρα. Ο Ισαάκ ακούγοντας τα λόγια της Ρεβέκκας, καλεί τον Ιακώβ και τον ευλογεί εκ νέου δίνοντας του παραγγελία να πάει στον θείο του, τον Λάβαν να βρει σύζυγο.

Γέν.κη:1-4, «Και προσκαλέσας ο Ισαάκ τον Ιακώβ , ευλόγησεν αυτόν, και παρήγγειλε προς αυτόν, λέγων. Δεν θέλεις λάβει γυναίκα εκ των θυγατέρων  Χαναάν. Σηκωθείς ύπαγε εις Παδάν-αράμ, εις την οικίαν Βαθουήλ του πατρός της μητρός σου και εκείθεν λάβε εις εαυτόν γυναίκα εκ των θυγατέρων Λάβαν του αδελφού της μητρός σου. Και ο Θεός ο Παντοδύναμος να σε ευλογήσει, και να σε αυξήσει, και να σε πληθύνει, ώστε να γείνεις εις πλήθος λαών. Και να σοι δώσει την ευλογίαν του Αβραάμ εις σε, και εις το σπέρμα σου μετά σε, δια να κληρονομήσεις την γη της παροικήσεως σου, την οποίαν έδωκεν ο Θεός εις τον Αβραάμ».

Αφού τον ευλόγησε, ο Ιακώβ έφυγε για να βρει το θείο του.

Ο Ιακώβ έπρεπε να αφήσει τη Γη της Επαγγελίας, να πάει να βρει μόνος του τη σύζυγό του, μια σύζυγο που να αρέσει στη μητέρα του και στον πατέρα του, και να επιστρέψει. Το ίδιο είχε κάνει και ο Ελιέζερ, ο δούλος του Αβραάμ. Μόνο που ο Ελιέζερ είχε πάει εξ’ ονόματος του Αβραάμ και γεμάτος δώρα. Ο Ιακώβ δεν είχε τίποτα. Δεν ήταν καν σίγουρο ότι θα έφτανε κάποτε στον προορισμό του. Είχε όμως την ευλογία του πατέρα του.

Στο σημείο αυτό, πριν να συνεχίσει η ιστορία, μαθαίνουμε ότι ο Ησαύ, παραμένει πάντα ο ίδιος. Όταν άκουσε πως ο πατέρας του είπε να μην πάρει γυναίκα από τη γη Χαναάν, και βλέποντας ότι είναι μισητές στα μάτια του πατέρα του, πηγαίνει και παίρνει ακόμη μία, μια Ισμαηλίτισσα, την Μαελέθ, κόρη του Ισμαήλ.

Δεν είναι αυτή μια τυπική εικόνα της καρδιάς του ανθρώπου χωρίς το Θεό; Σκληραίνει ακόμη παραπάνω. Ποτέ δεν μπορεί να κάνει το σωστό. Αντί να πάει προς αυτό που τιμά το Θεό, με κάθε απόφαση και επιλογή, απομακρύνεται από το Θεό. Όπως διαβάζουμε στη Ρωμ.α:28, ο νους των ανθρώπων είναι αδόκιμος. Απέρριψαν το Θεό και ο Θεός τους έδωσε αδόκιμο νου για να κάνουν τα μη πρέποντα.

Στα εδάφια 10 & 11 διαβάζουμε, «Και εξήλθεν ο Ιακώβ από Βηρ-σαβεέ και υπήγεν εις Χαρράν. Και έφθασεν εις τινα τόπον και διενυκτέρευσεν εκεί, διότι είχε δύσει ο ήλιος. Και έλαβεν εκ των λίθων του τόπου και έθεσε προσκεφάλαιον αυτού και εκοιμήθη εν τω τόπω εκείνω».

Η κατάσταση του εκείνο το βράδυ, είναι ενδεικτική της όλης περίστασης.  Ο ήλιος έδυσε και δεν θα ανατείλει μέχρι το κεφάλαιο 32, όπου γυρνώντας ο Ιακώβ, θα έχει μια ακόμη συνάντηση με το Θεό στο χείμαρρο Ιαβόκ. Μέχρι τότε, όμως θα ζει τη νύχτα της εξορίας μακριά από τη γη της επαγγελίας.

Αυτές οι δύο συναντήσεις με το Θεό όμως, όταν φεύγει και όταν επιστρέφει, οι οποίες «περικλείουν» τα χρόνια της εξορίας δείχνουν τη χάρη του Θεού στον Ιακώβ. Αποδεικνύουν τη συνεχή παρουσία του Θεού μέσα σε αυτή τη μακριά και δύσκολη περίοδο. Πόσο ενθαρρυντικό αυτό για όλους όσους έχουν ζήσει τέτοιες ερήμους. Ούτε η αμαρτία του δεν κράτησε μακριά την παρουσία του Θεού. Παρόλο που η αμαρτία του είχε μακρές συνέπειες, εντούτοις η πιστότητα του Θεού ήταν και πάντα είναι αυτή που δίνει τη σιγουριά ότι τα σχέδια του Θεού θα εκπληρωθούν, καθώς Εκείνος θα εργαστεί και θα αλλάξει τους ανθρώπους Του.

Εδάφ.12-17, «Και είδεν ενύπνιον, και ιδού, κλίμαξ εστηριγμένη εις την γην, της οποίας η κορυφή έφθανεν εις τον ουρανόν, και ιδού οι άγγελοι του Θεού ανέβαινον και κατέβαινον επ’ αυτής. Και ιδού ο Κύριος ίστατο επάνωθεν αυτής, και είπεν, Εγώ είμαι Κύριος ο Θεός του Αβραάμ του πατρός σου και ο Θεός του Ισαάκ, την γην επί της οποίας κοιμάσαι, εις σε θέλω δώσει αυτήν, και εις το σπέρμα σου. Και θέλει είσθαι το σπέρμα σου, ως η άμμος της γης, και θέλεις εξαπλωθεί προς δύσιν και προς ανατολήν, και προς βορράν, και προς νότον. Και θέλουσιν ευλογηθεί εν σοι και εν τω σπέρματί σου,  πάσαι αι φυλαί της γης. Και ιδού εγώ είμαι μετά σου, και θέλω σε διαφυλάττει πανταχού όπου αν υπάγεις, και θέλω σε επαναφέρει εις την γην ταύτην. Διότι δεν θέλω σε εγκαταλείψει, εωσού κάμω όσα ελάλησα προς σε. Και εξεγερθείς ο Ιακώβ εκ του ύπνου αυτού, είπε, Βέβαια ο Κύριος είναι εν τω τόπω τούτω, και εγώ δεν έξευρον. Και εφοβήθη και είπε, Πόσον φοβερός είναι ο τόπος ούτος! Δεν είναι τούτο ειμή οίκος Θεού, και αύτη η πύλη του ουρανού».

Εδάφια 18 και 19, «Και σηκωθείς ο Ιακώβ ενωρίς το πρωί, έλαβε τον λίθον τον οποίον είχε θέσει προσκεφάλαιον αυτού, και έστησεν αυτόν δια στήλην, και έχυσεν έλαιον επί την κορυφήν αυτής. Και εκάλεσεν το όνομα του τόπου εκείνου Βαιθήλ, το δε όνομα της πόλεως εκείνης ήτο πρότερον Λουζ».

Εκεί, στη Βαιθήλ, ο Θεός αποκάλυψε τον εαυτό Του, στον Ιακώβ.

Οι χτίστες της Βαβέλ είχαν ένα διπλό σκοπό στο οικοδομικό τους έργο. Ήθελαν να αποκτήσουν «όνομα» και «ασφάλεια». Γράφει στη Γένεση 11:4, «Και είπον, έλθετε και ας οικοδομήσωμεν εις εαυτούς πόλιν και πύργον του οποίου η κορυφή να φθάνει ως του ουρανού, και ας αποκτήσωμεν εις εαυτούς όνομα, μήπως διασπαρώμεν επί του προσώπου πάσης της γης».

Όνομα και ασφάλεια ήθελαν. Και κανέναν από αυτούς τους στόχους δεν τους πέτυχαν. Διασκορπίστηκαν με την κρίση του Θεού. Και το όνομα το οποίο ήθελαν να έχουν έμεινε παροιμιώδες: Βαβέλ.

Η συνάντηση, όμως, που είχε ο Ιακώβ δεν ήταν σαν αυτή της Βαβέλ. Δεν την επιδίωξε ο Ιακώβ, δεν την άξιζε, δεν την περίμενε. Δεν είχε κάνει τίποτα στη ζωή του, για να κερδίσει την εύνοια του Θεού.  Το αντίθετο μάλιστα, ήταν ψεύτης και απατεώνας. Το μόνο που έψαχνε ήταν ένα μέρος να βάλει το κεφάλι του στο ταξίδι.

Βρήκε όμως κάτι πολύ μεγαλύτερο. Ή μάλλον τον βρήκε κάποιος πολύ μεγαλύτερος. Αυτό που μάταια έψαχναν οι χτίστες της Βαβέλ, «σημασία» και «ασφάλεια», δόθηκε δια της χάριτος στον Ιακώβ. Ο Θεός του υποσχέθηκε και πως θα είναι σημαντικός, και πως θα είναι ασφαλής: (εδ.14,15) «θέλουσιν ευλογηθεί εν σοι και εν τω σπέρματί σου,  πάσαι αι φυλαί της γης. Και ιδού εγώ είμαι μετά σου, και θέλω σε διαφυλάττει πανταχού όπου αν υπάγεις, και θέλω σε επαναφέρει εις την γην ταύτην. Διότι δεν θέλω σε εγκαταλείψει, εωσού κάμω όσα ελάλησα προς σε.»

Ο Θεός λοιπόν, τον βρίσκει και του δίνει αυτές τις υποσχέσεις. Υποσχέσεις όπως αυτή στον Αβραάμ. Ίδιες ευλογίες! Και έγινε αυτό, όταν ο Ιακώβ ήταν στο χειρότερό του σημείο και πιθανώς να θεωρούσε πως όλα ήταν χαμένα. Έτρεχε για τη ζωή του κυνηγημένος. Και στο χαμηλότερο σημείο, ο Θεός τον βρήκε, ώστε να καταλάβει πιο εύκολα πως όλα αυτά ήταν προϊόν της χάρης του Θεού. Μιας χάρης που δεν άξιζε.

Η σκάλα λοιπόν, του Ιακώβ, δεν ήταν του Ιακώβ. Δεν έκανε καμιά σκάλα ο Ιακώβ για να βρει το Θεό. Ήταν η σκάλα του Θεού, με την οποία ο Θεός πλησίασε τον επαναστάτη, ψεύτη Ιακώβ για να τον ευλογήσει.

Ίσως συχνά και εμείς να βρισκόμαστε στη θέση του Ιακώβ. Ίσως σήμερα να είσαι σε μια τέτοια κατάσταση. Ψάχνεις να βρεις ασφάλεια και δόξα σε λάθος μέρη. Ίσως να θερίζεις τα αποτελέσματα επιλογών σαν του Ιακώβ. Ο Θεός όμως, έρχεται σ’ εμάς, όχι όταν είμαστε στην κορυφή, αλλά πιο συχνά όταν είμαστε στον «πάτο». Μπορεί ο Θεός να σε βρει και να αποκαλύψει τον εαυτό Του σε σένα, παρά το γεγονός ότι εσύ δεν τον ψάχνεις. Γιατί πάντα ο Θεός ψάχνει το απολωλός.

Ή μπορεί να έχεις τις δικές σου ιδέες για το πως να πλησιάσεις το Θεό. Να θέλεις να χτίσεις το δικό σου πύργο. Να φτάσεις εκεί επάνω όπως εσύ νομίζεις. Αν το κάνεις αυτό, πιθανότατα θα βρεθείς σε μεγαλύτερη σύγχυση. Γιατί ο Θεός έχει ξεκαθαρίσει ποιος είναι ο δρόμος για να Τον βρούμε. Είναι ο Χριστός.

Ο Θεός δεν δαμάζεται, ούτε χειραγωγείται. Αποκαλύπτεται σε όσους Εκείνος θέλει. Η Βαβέλ γιατρεύεται μόνο με την Βαιθήλ. Η ανθρώπινη σύγχυση γιατρεύεται μόνο με την αποκάλυψη του Θεού στον άνθρωπο. Ακόμη και αν τα Ηνωμένα Έθνη ήθελαν, ποτέ δεν θα μπορούσαν να πετύχουν τέλεια αρμονία.

Η απάντηση του Θεού για τη Βαβέλ είναι μια κοινότητα ανθρώπων πιστών στο Θεό, την οποία θα ιδρύσει ο Ιακώβ αφού ο Θεός τον έχει βρει στην Βαιθήλ. Η Βαιθήλ γιατρεύει και αναστρέφει την κρίση της Βαβέλ.

Η αναφορά στο όνειρο του Ιακώβ είναι πολύ καθαρή. Ο Χριστός είναι ο δρόμος για τον ουρανό. Ο μόνος δρόμος για τον ουρανό. Ο ερχομός Του είναι ο μόνος τρόπος με τον οποίο κοινωνία και φιλία ανάμεσα στο Θεό και τους ανθρώπους μπορεί να πραγματοποιηθεί. Στο Χριστό μόνο βρίσκουμε αληθινό σκοπό και νόημα για τη ζωή μας, και ασφάλεια. Με το θάνατο και την ανάστασή Του, διεστραμμένοι αμαρτωλοί σαν τον Ιακώβ, σαν εμάς, αλλάζουμε και γινόμαστε λαός του Θεού.

Ο Χριστός είναι και μπορεί να γίνει και για σένα, η δική σου Βαιθήλ. Και αυτό μπορεί να συμβεί και τώρα. Ο Χριστός τώρα μπορεί να σε αλλάξει, να σε συγχωρέσει, να κάνει καινούργιο άνθρωπο, φτάνει να το ζητήσεις.

Ποια ήταν η αντίδραση του Ιακώβ στην αποκάλυψη που του δόθηκε;

Όπως ήδη διαβάσαμε (εδ.17) φοβήθηκε. Καλά έκανε και φοβήθηκε. Θα έπρεπε κάθε άνθρωπος να ανταποκρίνεται έτσι. Στη συνέχεια σηκώθηκε και μετέτρεψε την πέτρα πάνω στην οποία κοιμήθηκε σε στήλη, έχυσε λάδι, και μετονόμασε το μέρος εκείνο.  Λάτρευσε, προσκύνησε το Θεό.

Τι άλλο έκανε; Ανταποκρίθηκε με μια υπόσχεση (εδ.20-22): «Και ευχήθη ο Ιακώβ  ευχήν λέγων, Αν ο Θεός είναι μετ’ εμού και με διαφυλάξει εν τη οδώ ταύτη εις την οποίαν υπάγω και μοι δώσει άρτον να φάγω και ένδυμα να ενδυθώ, και επιστρέψω εν ειρήνη εις τον οίκον του πατρός μου, τότε ο Κύριος θέλει είσθαι Θεός μου. Και ο λίθος τον οποίον έστησα δια στήλην, θέλει είσθαι οίκος Θεού, και εκ πάντων όσα μοι δώσεις, το δέκατον θέλω προσφέρει εις σε».

Κάποιοι ίσως σκεφτούν πως αυτή δεν είναι υπόσχεση. Αυτή είναι υπόσχεση με όρους. Μπορεί. Αλλά είναι ένα ξεκίνημα σοβαρό. Είναι έστω μια πρώτη ανταπόκριση. Πως «Θεέ εφόσον εσύ μου δίνεις τέτοιες υποσχέσεις, τότε και εγώ θα σε ακολουθήσω». Απόδειξη για αυτό η υπόσχεσή του πως θα δώσει στο Θεό ένα δέκατο από όλα όσα του δώσει. 


Ο Ιακώβ λέει αυτά τα λόγια, τη στιγμή που λίγο πριν ο Θεός τον είχε διαβεβαιώσει ότι θα ήταν μαζί του, θα τον διαφύλαττε από κάθε τι και θα τον επαναφέρει στη γη του. Παρ’ όλα αυτά, η φτωχή καρδιά του Ιακώβ δεν μπορεί να υψωθεί πιο πάνω από ένα «αν», ή να σκεφτεί σχετικά με την αγαθότητα του Θεού, ψηλότερα απ’ το τί θα φάει και το τί θα φορέσει.

Με μια λέξη, ο Ιακώβ δεν είχε τελειώσει με τον εαυτό του, και κατά συνέπεια δεν είχε ακόμα αρχίσει με το Θεό.



Αλλά αν ο Ιακώβ ανταποκρίθηκε με αυτό τον τρόπο στη χάρη του Θεού στη ζωή του, πόσο περισσότερο πρέπει εμείς σήμερα; Ο Ιακώβ είδε αυτή τη σκάλα. Εμείς έχουμε το Χριστό. Τα δικά μας προνόμια είναι μεγαλύτερα.  Εμείς δεν έχουμε έρθει, όπως τόσες φορές διαβάσαμε (Εβρ.ιβ:22-29), σε όρος που αστράφτει και βροντάει, αλλά ήρθαμε στη Σιών, στην ουράνια Ιερουσαλήμ, σε μυριάδες αγγέλων, σε εκκλησία πρωτοτόκων. Έχουμε το μεσίτη της νέας διαθήκης το Χριστό. Πόσο περισσότερο πρέπει να λατρεύουμε το Θεό με σέβας και ευλάβεια (Εβρ.ιβ:28)!

Εμείς δεν καθόμαστε απλά κάτω στη σκάλα να κοιτάμε ψηλά. Εμείς χάρη στο Χριστό ανεβαίνουμε τη σκάλα και πηγαίνουμε στα άγια των αγίων. Αν ο Ιακώβ λάτρευσε έτσι, πόσο μάλλον εμείς; Λατρεύουμε το Θεό; Φαίνεται αυτό; Ή η λατρεία μας είναι καθήκον, βαρετή εκκλησιαστική συνήθεια, για να μην νοιώθουμε άσχημα. Η λατρεία μπορεί να μας φαίνεται βαρετή συχνά. Ο Θεός δεν είναι βαρετός. Ο Θεός μας είναι καταπληκτικός. Και αξίζει την ολόκαρδη λατρεία μας.

Τελειώνοντας πρέπει να κάνουμε δύο παρατηρήσεις ακόμη. Η πρώτη είναι πως ο Ιακώβ δεν μεταμορφώθηκε ξαφνικά. Ο Θεός τον συνάντησε, αλλά η διαδικασία του αγιασμού ήταν μακριά και επίπονη, και δεν ολοκληρώθηκε εδώ στη γη. Αυτό ισχύει για τον καθένα μας.

Κάθε μέρα αντιμετωπίζουμε τις δικές μας προκλήσεις.  Κάθε μέρα πρέπει να διαλέξουμε αν θα τραβήξουμε το δρόμο του αγιασμού ή θα επιστρέψουμε στις παλιές συνήθειες. Όταν έχουμε τέτοια διλήμματα, το να γυρνάμε και να θυμόμαστε πως μας βρήκε η χάρη του Θεού, μας βοηθάει. Ο Ιακώβ ίσως να θυμόταν τη Βαιθήλ συχνά.

Και εμείς έχουμε να θυμόμαστε. Το Δείπνο του Κυρίου είναι μια τέτοια βοήθεια. Μας θυμίζει τη χάρη του Θεού σε μας.  Διακηρύττουμε, καταγγέλλουμε, το θάνατο του Χριστού (Α΄ Κορ.ια:26). Λέμε πως ο Χριστός είναι για όλους ο μόνος δρόμος για τον ουρανό και πως εμείς έχουμε ήδη πάρει αυτό το δρόμο.

Η δεύτερη παρατήρηση, έχει να κάνει με τον τόπο της Βαιθήλ. Αργότερα ο τόπος αυτός έγινε παγίδα για το λαό Ισραήλ. Από τη Βαιθήλ ξεκίνησε ο Ιεροβοάμ την αντίπαλη λατρεία του λαού του Θεού σε αντίθεση με την Ιερουσαλήμ (Α΄ Βας.ιβ:26-33). Μάλιστα το θυσιαστήριο που έχτισε ο Ιεροβοάμ αμέσως το καταδίκασε ένας προφήτης του Θεού (Α΄ Βασιλ.ιγ:1-5).

Είπε ο προφήτης Αμώς ε:5-6, «Και μη εκζητείτε την Βαιθήλ, και μη εισέρχεσθε εις Γάλγαλα, και μη διαβαίνετε εις Βηρ-σαβεέ, διότι τα Γάλγαλα θέλουσιν υπάγει εξάπαντος εις αιχμαλωσίαν και η Βαιθήλ θέλει καταντήσει εις το μηδέν. Εκζητήσατε τον Κύριον, και θέλετε ζήσει. Μήπως εφορμήσει ως πυρ επί τον οίκον Ιωσήφ και καταφάγει αυτόν, και δεν υπάρχει ο σβένων την Βαιθήλ».

Το πρόβλημα ήταν πως το μέρος που ο Θεός συνάντησε τον Ιακώβ, είχε γίνει τόπος ειδωλολατρίας (Αμώς γ:14, δ:4, ζ:13). Κάτι παρόμοιο έγινε με το χάλκινο φίδι του Μωυσή (Αριθμοί κα:9), που αργότερα ο λαός το λάτρευσε (Β΄ Βας.ιη:4). Μάλιστα ο προφήτης Ωσηέ δεν την ονομάζει Βαιθήλ, αλλά Βαιθ-αυέν, που σημαίνει οίκος παρακοής (δ:15, ε:8, ι:5).

Αυτό το πρόβλημα εμφανίζεται τακτικά στη ζωή του λαού του Θεού. Παραδόσεις, αρχαίες και σύγχρονες αντικαθιστούν την πραγματική λατρεία του Θεού. Μπορούμε να βρούμε τα είδωλα που έχουμε την τάση να αγκαλιάζουμε στη ζωή μας, τις παραδόσεις μας, που μας έχουν  γίνει πιο αναγκαίες από τη συνάντηση με τον αληθινό Θεό;