Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Τα χαρίσματα του Πνεύματος (44)



ΠΡΟΣΩΠΙΚΗ ΠΡΟΣΕΥΧΗ
Έχοντας ξεκαθαρίσει τη διαφορά μεταξύ των γλωσσών σαν «αρχικό σημείο» και των γλωσσών σαν «χάρισμα», θα περιορίσουμε τώρα τη συζήτησή μας στο χάρισμα «είδη γλωσσών», όπως αναφέρεται από τον Παύλο. Πριν προχωρήσουμε στη μελέτη μας όμως, είναι καλό να διαφοροποιήσουμε το χάρισμα όταν ενεργείται σαν προσευχή, και σαν μήνυμα προς την εκκλησία.
Η δεύτερη χρήση των γλωσσών έχει να κάνει με την προσευχή και την προσωπική οικοδομή. Η Α’ Κορ.ιδ αναφέρεται αρκετές φορές σ’ αυτή τη χρήση των γλωσσών και την ενθαρρύνει:
Α’ Κορ.ιδ:2 «Διότι ο λαλών γλώσσαν αγνώριστον δεν λαλεί προς ανθρώπους, αλλά προς τον Θεόν· διότι ουδείς ακούει αυτόν, αλλά με το πνεύμα αυτού λαλεί μυστήρια»
Ο Παύλος μιλά εδώ για γλώσσες, όπως μιλιούνται από ένα πιστό την ώρα της προσωπικής προσευχής του. Σ’ αυτή την περίπτωση, δεδομένου ότι επικοινωνεί με το Θεό, δεν υπάρχει καμία ανάγκη για ερμηνεία.

Α’ Κορ.ιδ:4-5 Ο λαλών γλώσσαν αγνώριστον εαυτόν οικοδομεί, ο δε προφητεύων την εκκλησίαν οικοδομεί. Θέλω δε πάντες να λαλήτε γλώσσας, μάλλον δε να προφητεύητε· διότι ο προφητεύων είναι μεγαλήτερος παρά ο λαλών γλώσσας, εκτός εάν διερμηνεύη, διά να λάβη οικοδομήν η εκκλησία.
Η Αγία Γραφή ενθαρρύνει όλους τους πιστούς να μιλούν σε γλώσσες, σημειώνοντας ότι αυτή η πρακτική ωφελεί και ευλογεί το άτομο.


Α’ Κορ.ιδ:14-15 διότι εάν προσεύχωμαι με γλώσσαν αγνώριστον, το πνεύμά μου προσεύχεται, αλλ' ο νούς μου είναι ακαρποφόρητος. Τι πρέπει λοιπόν; Θέλω προσευχηθή με το πνεύμα, θέλω δε προσευχηθή και με τον νούν. Θέλω ψάλλει με το πνεύμα, θέλω δε ψάλλει και με τον νούν.
Είναι χρήσιμο να προσευχηθούμε και να ψάλουμε σε γλώσσες αλλά και με τη γλώσσα που ξέρουμε.
Α’ Κορ.ιδ:18 Ευχαριστώ εις τον Θεόν μου ότι λαλώ πλειοτέρας γλώσσας παρά πάντας υμάς·
Ο Παύλος αναγνώριζε αυτή τη χρήση των γλωσσών σαν μεγάλης αξίας για τον ίδιο προσωπικά. Δίνοντας αυτή την αξία στις γλώσσες η Αγία Γραφή, σημαίνει ότι ο Θεός καλεί όλους τους Χριστιανούς να μιλήσουν σε γλώσσες στις προσευχές τους.
Αυτές οι αναφορές δείχνουν ότι είναι επιθυμητό για τον καθένα που έχει λάβει το Άγιο Πνεύμα να συνεχίσει να μιλάει με γλώσσες σε όλη του τη ζωή. Η σημασία της Α’ Κορ.ιβ:30 «μη πάντες λαλούσι γλώσσας» έχει να κάνει με την τρίτη χρήση που θα συζητήσουμε στη συνέχεια, δηλαδή, γλώσσες που πρέπει να ερμηνευτούν. Στην πράξη, σχεδόν ο καθένας που έχει λάβει το Άγιο Πνεύμα με το αρχικό σημείο της γλωσσολαλιάς συνεχίζει να μιλάει σε γλώσσες. Ορισμένοι μιλούν σε γλώσσες συχνά σαν μέρος της τακτικής τους προσευχής, ενώ άλλοι μιλούν μόνο σε ειδικές περιπτώσεις, όταν ο Θεός τους επισκεφτεί έντονα.
Μερικοί δεν συνεχίζουν να μιλούν σε γλώσσες, έστω κι αν συνεχίζουν να υπηρετούν το Θεό. Σε πολλές περιπτώσεις έλαβαν το Άγιο Πνεύμα σαν μικρό παιδί, και ενώ ζουν κατά το πνεύμα σε καθημερινή πραγματικότητα, η εμπειρία της γλωσσολαλιάς έχει απομακρυνθεί.
Γενικά, εάν ένα άτομο βαπτισμένο στο Άγιο Πνεύμα ενθαρρύνεται να συνεχίσει τις γλώσσες για ιδιωτική οικοδομή και αφιέρωση και να πιστέψει σ’ αυτή την εξελισσόμενη εμπειρία, θα μιλήσει σε γλώσσες και πάλι.
Ενώ η ομιλία σε γλώσσες είναι πολύτιμη για προσωπική λατρεία και οικοδομή, δεν μπορούμε να κρίνουμε τη σωτηρία ή την πνευματικότητα μας με πόσο συχνά μιλάμε σε γλώσσες. Δεν υπάρχει καμία βιβλική αναφορά πόσο συχνά πρέπει να μιλάμε σε γλώσσες. Αν κάποιος δεν μιλάει με γλώσσες συχνά, αυτός δεν θα πρέπει να αισθάνεται ένοχος ή να αμφιβάλλει για τη σωτηρία του.
Εάν ένα άτομο στο παρελθόν μιλούσε πιο συχνά με γλώσσες, ή αν αισθάνεται ότι θα έπρεπε να μιλά σε γλώσσες συχνότερα, αυτός πρέπει να εξετάσει τον εαυτό του. Αν η έλλειψη γλωσσολαλιάς οφείλεται σε έλλειψη αφοσίωσης ή θερμής προσευχής, τότε αυτός θα πρέπει να ανανεώσει το βάδισμά του με το Θεό, όχι μόνο με στόχο τη γλωσσολαλιά αλλά για να πλησιάσει το Θεό. Αν έχει απομακρυνθεί από το Θεό σε έναν αμαρτωλό τρόπο ζωής, θα πρέπει να μετανοήσει και να ανανεωθεί κατά το πνεύμα του. Σ’ αυτή την περίπτωση, η γλωσσολαλιά και πάλι είναι άκρως επιθυμητή σαν επιβεβαίωση της ανανεωμένης πίστης του και της παράδοσης του στο Πνεύμα του Θεού, όπως παλιά.
Όπως και με τα άλλα πνευματικά χαρίσματα, ευλογίες, και εκδηλώσεις, η ομιλία σε γλώσσες δεν αποδεικνύει από μόνη της ότι η διδασκαλία μας είναι σωστή, ο τρόπος ζωής μας, ή η σχέση μας με το Θεό είναι σωστή. Δείχνει απλά ότι κάποια στιγμή έχουμε λάβει το Άγιο Πνεύμα, και ότι προς το παρόν έχουμε παραχωρηθεί και πιστέψει στο Θεό για την άσκηση αυτής της ιδιαίτερης εκδήλωσης. Αντί να ζητάμε απλά τις γλώσσες, πρέπει να δώσουμε έμφαση στην θερμή προσευχή, ζώντας με πίστη, υπακούοντας το λόγο του Θεού, και να επιδιώκουμε τον αγιασμό. Όταν το κάνουμε, η γλωσσολαλιά συνήθως θα πάρει τη θέση της στη ζωή μας σαν μέσο για την προσωπική μας οικοδομή, χωρίς να μας απορροφήσει πνευματικά ή να γίνει πανάκεια.

ΟΜΙΛΙΑ ΣΕ ΓΛΩΣΣΕΣ ΚΑΙ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Η τρίτη χρήση των γλωσσών είναι δημόσια, δυνατά, για να ερμηνευτεί προς γενική οικοδομή. Μερικές φορές, ο Θεός μιλάει στην εκκλησία μέσα από τo συνδυασμό των χαρισμάτων της γλωσσολαλιάς και της ερμηνείας. Το πρώτο χάρισμα, οι γλώσσες, κρατά την προσοχή και φανερώνει ότι ο Θεός προσπαθεί να επικοινωνήσει με το κοινό. Επειδή είναι τόσο θαυμαστό και εντυπωσιακό, είναι συχνά αρκετά αποτελεσματικό στο να αγγίξει άπιστους που παρευρίσκονται στη συνάθροιση. Το δεύτερο χάρισμα, η ερμηνεία, αποκαλύπτει το πραγματικό μήνυμα που ο Θεός θέλει να μεταδώσει.
Θα δούμε δύο Βιβλικές αναφορές της χρήσης των γλωσσών:

·        Α’ Κορ.ιδ:12-13 «Ούτω και σεις, επειδή είσθε ζηλωταί πνευματικών, ζητείτε να περισσεύητε εν αυτοίς προς την οικοδομήν της εκκλησίας. Διά τούτο ο λαλών γλώσσαν αγνώριστον ας προσεύχηται διά να γείνη ικανός να διερμηνεύη» Ο σκοπός είναι να ευλογηθεί ολόκληρο το εκκλησίασμα.

·        Α’ Κορ.ιδ:27-28 «Εάν τις λαλή γλώσσαν αγνώριστον, ας κάμωσι τούτο ανά δύο ή το περισσότερον ανά τρεις και εκ διαδοχής, και εις ας διερμηνεύη· αλλ' εάν δεν ήναι διερμηνευτής, ας σιωπά εν τη εκκλησία, ας λαλή δε προς εαυτόν και προς τον Θεόν». 

Αυτές οι οδηγίες ισχύουν όταν κάποιος μιλάει προς την εκκλησία σε γλώσσες. Αν κανείς δεν ερμηνεύει τα λόγια, ο ομιλητής δεν πρέπει να συνεχίσει να λέει και να λέει. Αντ’ αυτού, μπορεί να μιλάει σε προσωπικό επίπεδο και προς το Θεό. Σε μια τέτοια περίπτωση, η γλώσσα είτε είναι για δική του ωφέλεια μόνο, ή ο άλλος που ο Θεός ήθελε να χρησιμοποιήσει για την ερμηνεία, δεν παραχωρήθηκε πλήρως σ’ Αυτόν. Σε κάθε περίπτωση, συνεχίζοντας να μιλάει κανείς σε γλώσσες δυνατά προς την εκκλησία δεν εκπληρώνει το σκοπό του Θεού. Με λίγα λόγια, όταν κάποιος μιλάει προς την εκκλησία σε γλώσσες, αυτό πρέπει να γίνεται μόνο όταν υπάρχει και ερμηνεία.
Ορισμένοι διαφωνούν, από αυτή την περικοπή, ότι κανείς δεν πρέπει να μιλά σε γλώσσες στη συνάθροιση της εκκλησίας χωρίς ερμηνεία, ούτε όταν όλοι μαζί δοξάζουν ή προσεύχονται στο Θεό. Αλλά σε τέτοιες στιγμές, όλοι μιλούν για το δικό του προσωπικό όφελος, ακριβώς σαν να ήταν μόνοι. Κανένας δεν προσπαθεί να ελκύσει την προσοχή του εκκλησιάσματος, αλλά ο καθένας επιδιώκει την προσωπική του οικοδομή. Έτσι, η γλωσσολαλιά χωρίς ερμηνεία είναι σκόπιμη σ’ αυτή την περίπτωση. Το εδ.28 μας λέει ότι στη συνάθροιση ενδείκνυται να μιλάς σε γλώσσες χωρίς ερμηνεία σαν μέσο προσωπικής επικοινωνίας με το Θεό.
Όταν δεν διαφαίνεται ερμηνεία, μπορεί να νομίζουμε ότι η εκκλησία έχει αποτύχει, αλλά ίσως ο Θεός να έχει ακόμα κάποιο σκοπό μιλώντας σε ένα άτομο ή βοηθώντας κάποιον να αναπτύξει μεγαλύτερη ευαισθησία σ’ Αυτόν.
Όταν ο Θεός κινείται πάνω σε κάποιον για να μιλήσει στην εκκλησία σε γλώσσες, αισθάνεται ένα δυνατό χρίσμα που μπορεί να το διακρίνει εύκολα από τις γλώσσες προσευχής. Είναι σε θέση να μιλήσει με βεβαιότητα και εξουσία. Κατά τον ίδιο τρόπο, η εκκλησία αναγνωρίζει το λόγο σαν ένα μήνυμα προς το κοινό και όχι σαν απλά λατρευτική γλώσσα.

ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΓΛΩΣΣΩΝ

Ερμηνεύω σημαίνει «εξηγώ την έννοια του» ή «μεταφράζω προφορικά». Σημαίνει να δώσω την αίσθηση από κάτι, χωρίς να σημαίνει απαραίτητα μετάφραση λέξη προς λέξη.
Όταν κάποιος μιλάει στη συνάθροιση δυνατά με γλώσσες, το χάρισμα της ερμηνείας των γλωσσών επιτρέπει στο εν λόγω άτομο ή σε κάποιο άλλο να δώσει την έννοια των άγνωστων γλωσσών.
Α’ Κορ.ιδ:13 Διά τούτο ο λαλών γλώσσαν αγνώριστον ας προσεύχηται διά να γείνη ικανός να διερμηνεύη,
Α’ Κορ.ιδ:27 Εάν τις λαλή γλώσσαν αγνώριστον, ας κάμωσι τούτο ανά δύο ή το περισσότερον ανά τρεις και εκ διαδοχής, και εις ας διερμηνεύη·
Μπορούμε να ορίσουμε την ερμηνεία των γλωσσών σαν το χάρισμα της υπερφυσικής ικανότητας να μεταφραστεί ή να εξηγηθεί η έννοια της δημόσιας ομιλίας σε γλώσσες.
Σε πολλές περιπτώσεις, είναι αδύνατο να μεταφραστεί μια λέξη από μια γλώσσα σε μια δεύτερη γλώσσα, ειδικά αν οι γλώσσες δεν είναι στενά συγγενικές. Για μερικές λέξεις δεν υπάρχει ακριβής αντιστοιχία, και μερικές λέξεις μεταφέρουν μια λεπτή διαφορά ή χροιά που απαιτεί εξήγηση σε άλλη γλώσσα.
Εξαιτίας αυτών των διαφορών, ένα σύντομο μήνυμα μπορεί να έχει μια μεγάλη ερμηνεία, ή το αντίστροφο.
Επιπλέον, μια ερμηνεία συχνά αποτελείται από την έκθεση ή την ενίσχυση του αρχικού μηνύματος. Για παράδειγμα, ο Δανιήλ έδωσε στον Βαλτάσαρ την ερμηνεία των λόγων που ο Θεός έγραψε σε ένα τοίχο. Οι λέξεις ήταν «Μενέ, Μενέ, Θελέλ, Ουφαρσίν». Η κυριολεκτική μετάφραση είναι «αριθμήθηκες, αριθμήθηκες, ζυγίστηκες, διαιρέθηκες». Αλλά ο Δανιήλ έδωσε την ακόλουθη ερμηνεία: «Αύτη είναι η ερμηνεία του πράγματος· Μενέ, εμέτρησεν ο Θεός την βασιλείαν σου και ετελείωσεν αυτήν· Θεκέλ, εζυγίσθης εν τη πλάστιγγι και ευρέθης ελλιπής· Φερές, διηρέθη η βασιλεία σου και εδόθη εις τους Μήδους και Πέρσας» (Δανιήλ ε:26-28).
Ο Θεός δίνει ερμηνείες σύμφωνα με τη νοητική ικανότητα και κατανόηση του ομιλητή. Θα χρησιμοποιήσει το λεξιλόγιο, την προφορά, τη διάλεκτο και τη γραμματική του ατόμου για να δώσει το μήνυμά Του. Αν το άτομο διαβάζει τη Βίβλο στη Δημοτική, είναι φυσικό να αποδώσει τα λεγόμενα στην καθομιλουμένη, αν μελετάει στην καθαρεύουσα, είναι πιθανόν να χρησιμοποιήσει ανάλογες εκφράσεις.
Δεν πρέπει να μειώνουμε την αξία ενός μηνύματος λόγω τοπικής διαλέκτου, προφοράς, υποβαθμισμένης γραμματικής, λάθος προφερόμενης λέξης, ή αρχαϊκής έκφρασης, αλλά πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο Θεός έχει δώσει το μήνυμά Του μέσα από ένα ανθρώπινο σκεύος. Ανάλογα, ο Θεός έχει εμπνεύσει όλα τα βιβλία της Αγίας Γραφής και κάθε λέξη αντικατοπτρίζει με ακρίβεια το μήνυμά Του, αλλά το στυλ, το λεξιλόγιο και η γραμματική των βιβλίων αντικατοπτρίζουν τις προσωπικότητες, τα βάθη και τις κουλτούρες των διαφόρων συγγραφέων.
Διαφορετικοί άνθρωποι λαμβάνουν μια ερμηνεία με διαφορετικούς τρόπους. Κάποιοι, αρχικά παίρνουν μια ιδέα, μια λέξη, μια φράση ή ακόμη και μια εικόνα. Δεδομένου ότι αρχίζουν να μιλούν με πίστη, ο Θεός συνεχίζει να μεταδίδει το μήνυμά Του και τη ροή των λόγων. Άλλοι λένε ότι η ερμηνεία έρχεται σαν γλωσσολαλιά — με την συνεργασία της γλώσσας τους, αλλά χωρίς την εκ των προτέρων κατανόηση του μυαλού τους. Ακούν και κατανοούν το μήνυμα, μαζί με όλους τους άλλους.
Η Α’ Κορινθίους ιδ μας δίνει κατευθυντήριες γραμμές για την ορθή χρήση των χαρισμάτων της γλωσσολαλιάς, της ερμηνείας, και της προφητείας στην εκκλησία. Ενώ η πραγματική άσκηση αυτών των χαρισμάτων είναι από το Θεό, δεν πρέπει να διεκδικούμε το αλάθητο γι’ αυτά. Κάθε ακροατής πρέπει να διακρίνει αν ένα μήνυμα είναι πράγματι από το Θεό, μέρος ή ολόκληρο, και πώς εφαρμόζεται σε αυτόν προσωπικά. (Α’ Κορ.ιδ:29 και ιγ). Είναι δυνατό το κεντρικό μήνυμα να είναι από το Θεό, αλλά ο άνθρωπος να προσθέσει τις δικές του σφαλερές σκέψεις από άγνοια, υπερβολικό ζήλο ή υπερηφάνεια. Μερικοί άνθρωποι γίνονται τόσο περήφανοι κατά τη διάρκεια ερμηνείας ή προφητείας, που αξιώνουν ότι όλες τους οι σκέψεις και τα συναισθήματα, εκείνη τη στιγμή, ότι είναι από τον Κύριο. Είναι επίσης δυνατό μια προφητεία ή ερμηνεία να είναι εντελώς σαρκική ή ακόμη και δαιμονική.