Γένεση κθ:31 - λ:24
Τι
αξία έχει ένα όνομα; Τι σημασία μπορεί να έχει αν σε λένε Πέτρο ή
Φίλιππο, Ελένη ή Μαρία; Σήμερα καμία. Αποκτά κάποια σημασία μερικές φορές όταν
επαναλαμβάνεται από γενιά σε γενιά μέσα στην οικογένεια. Αλλά το όνομα αυτό καθαυτό
δεν σημαίνει τίποτα γι’ αυτόν που το έχει.
Εκείνη
την εποχή, το όνομα που δινόταν δήλωνε κάτι για το παιδί που γεννιόταν. Το
όνομα αναφερόταν σε κάποιο χαρακτηριστικό του χαρακτήρα του, ή σε κάποιο
περιστατικό, κάποιο συμβάν που σχετιζόταν με την γέννα του. Το όνομα Ισμαήλ,
σημαίνει «ο Θεός ακούει». Το όνομα «Αδάμ» είναι παρμένο από την λέξη χώμα,
«αδαμά».
Γι’
αυτό, ο κατάλογος των ονομάτων που δίνονται στα παιδιά του Ιακώβ από τη Λεία
και τη Ραχήλ, αποκαλύπτει το πως σκέφτονταν αυτές οι γυναίκες. Αποκαλύπτει το
τι συνέβαινε μέσα στην οικογένεια του Ιακώβ. Τα ονόματα των παιδιών είναι ένας
καθρέφτης της πάλης που υπήρχε ανάμεσα στη Λεία και τη Ραχήλ. Μια πάλη που
σκοπό είχε να κερδίσει την προσοχή την αγάπη την τρυφερότητα του άντρα τους,
του Ιακώβ, μια πάλη μέσα στην οποία ο ίδιος ο Ιακώβ ήταν αιχμάλωτος. Όποια
κέρδιζε αυτό τον αγώνα δρόμου, θα είχε το «γόητρο» της ευνοούμενης συζύγου. Θα
ήταν η γυναίκα που την αγαπάει ο άνδρας της και η γυναίκα που του έδινε γιους,
κληρονόμους. Η άλλη που δεν θα έκανε τα παιδιά θα στιγματίζονταν. Μια και στην
τότε κοινωνία η αξία μιας γυναίκας μετρούνταν από τον αριθμό των γιων της.
Σ’
αυτή την κοινωνική πραγματικότητα της εποχής εκείνης, προσθέστε το γεγονός ότι
ο Ιακώβ δεν ήταν ένας τυχαίος σύζυγος. Ήταν ο φορέας της ευλογίας του Αβραάμ
(Γέν.κη:4), ο άνθρωπος μέσω του οποίου θα συνεχιζόταν η εκπλήρωση για το σπέρμα
της γυναίκας που θα συντρίψει την κεφαλή του φιδιού (Γεν.γ:15). Ποια από τις
δύο θα γινόταν η μητέρα του Μεσσία; Η ευλογία θα ερχόταν από το γιο της μεγάλης
ή της μικρής; Της όμορφης ή της άσχημης;
Ξεκινάει
λοιπόν στο εδάφιο 31 η περιγραφή της «οικογενειακής ευτυχίας και θαλπωρής»
στο σπίτι του Ιακώβ: «Και ιδών ο Κύριος ότι εμισείτο η Λεία, ήνοιξε
την μήτραν αυτής· η δε Ραχήλ ήτο στείρα».
Αυτό
το «εμισείτο» δεν δείχνει τον
συναισθηματικό κόσμο του Ιακώβ. Σε άλλες περιπτώσεις χρησιμοποιείται η ίδια
λέξη στην Παλαιά Διαθήκη στο εβραϊκό με ένα τεχνικό και νομικό τρόπο και
δείχνει την ανασφάλεια που είχε η Λεία στο σπίτι του Ιακώβ. Ήταν η μη-ευνοούμενη
σύζυγος. Και στην κοινωνία της εποχής της, όπως αναφέραμε, ήταν σε συνεχή
κίνδυνο να τη χωρίσει ο άντρας της, να την παρατήσει, να την κακομεταχειριστεί.
Και
βέβαια δεν ήταν περίεργο αυτό που συνέβαινε δεδομένου ότι ο Ιακώβ δεν είχε ποτέ
πρόθεση να την παντρευτεί. Του την έδωσαν ξεγελώντας τον (Γεν.κθ:25). Μόνο
ιδανικό ξεκίνημα για γάμο δεν ήταν αυτό.
Η
οικογενειακή κατάσταση μέσα στην οποία μεγάλωσε ο Ιακώβ, η πάλη, οι ελιγμοί, τα
προβλήματα, η προσωποληψία, τώρα είχαν έρθει στη δική του οικογένεια. Και
τέτοιες δύσκολες, άλυτες καταστάσεις έχουν αποτέλεσμα πολύ πόνο, δάκρυα, πίκρα.
Και η Λεία ήταν αυτή που υπέφερε περισσότερο.
Ο
Θεός όμως, φροντίζει αυτούς που υποφέρουν. Φροντίζει ανεξάρτητα από το μέτρο
της ευθύνης που οι ίδιοι φέρνουν για το πρόβλημά τους. Κάποιες φορές υποφέρουμε
χωρίς να φταίμε, κάποιες άλλες επειδή συνδράμαμε και εμείς με την συμπεριφορά
μας. Ο Θεός όμως, πάντα βοηθάει. Το λέμε αυτό γιατί η Λεία στη συγκεκριμένη
περίπτωση παρόλο που ο Λάβαν την έδωσε στον Ιακώβ είναι απίθανο να το έκανε
χωρίς τη συγκατάθεσή της. Η Λεία από ότι φαίνεται παρακάτω αγαπούσε τον Ιακώβ
και ήθελε την προσοχή του. Είχε ένα μέτρο ευθύνης στην εξαπάτηση του τη νύχτα
του γάμου του. Όλα έγιναν και με τη δική της συμμετοχή.
Παρόλο
όμως, που είχε τη δική της ευθύνη ο Θεός την φρόντισε. Γράφει στο εδάφιο 31 ότι
«ήνοιξε την μήτραν αυτής». Όπως είχε
φροντίσει και την Άγαρ όταν στο Γέν.ις η Άγαρ βρέθηκε μόνη της απομονωμένη στην
έρημο. Ούτε η Άγαρ ήταν τελείως αθώα. Είχε προκαλέσει τη Σάρρα με την αλαζονεία
της. Όταν έμεινε έγκυος, περιφρονούσε την Σάρρα (Γέν.ις:4). Όταν η Σάρρα την
κακομεταχειρίστηκε, η Άγαρ έφυγε. Και εκεί στην ερημιά τη βρήκε ένας άγγελος
Κυρίου και της είπε να γυρίσει πίσω (Γεν.ις:7-9). Παρόλο που έφταιγε, ο Θεός τη
βοήθησε.
Σαν
άνθρωποι έχουμε την τάση να ξεχωρίζουμε ποιοι «αξίζουν τη βοήθεια μας και ποιοι
όχι. Όταν κάποιος έχει ανάγκη, όταν ακόμη και εξαιτίας των δικών του επιλογών
έχει φτάσει σε αδιέξοδα, δεν του κλείνουμε ποτέ την πόρτα. Στην πραγματικότητα
δεν έχουμε δικαίωμα να αποφασίσουμε εμείς ποιος είναι αρκετά καλός να τον
βοηθήσουμε και ποιος όχι. Αν φταίει, πόσο φταίει και γιατί.
Ο
Θεός δεν ξεχωρίζει τους ανθρώπους με τέτοια κριτήρια. Γιατί αν το έκανε, κανέναν
μας δεν θα βοηθούσε, γιατί απλά κανένας μας δεν αξίζει τη βοήθειά Του. Είμαστε
αμαρτωλοί και Τον έχουμε προσβάλει επανειλημμένα και συνειδητά. Όπως παίρνουμε
τη χάρη Του, έτσι ελεύθερα, δωρεάν πρέπει και να την δίνουμε. Αυτά που μας
«χαρίζει» ο Θεός με τη συγχώρησή Του είναι πάρα πολλά.
Είμαστε
σαν τον δούλο εκείνο που γεμάτος έκπληξη στέκεται μπροστά στο βασιλιά και
ακούει πως το χρέος του, τα «μύρια τάλαντα», δεν υπάρχει πια (Ματθ.ιη:21-35). Αν
το ξεχάσουμε αυτό θα γίνουμε από συγχωρημένοι αμαρτωλοί, κακοί και πονηροί
δούλοι. Άνθρωποι που τους αρέσει να παίρνουν και όχι να δίνουν.
Ας
είμαστε γενναιόδωροι σε όλους, γιατί ο Θεός είναι γενναιόδωρος σ’ εμάς. Ο
Θεός εκτείνει το έλεός Του σε δίκαιους και άδικους (Ματθ.ε:45). Το ίδιο και
εμείς. Γιατί πολύ απλά και εμείς σε πολλά φταίμε. Και ο Θεός συνεχίζει να μας
φροντίζει.
Διαβάζουμε
στο εδάφιο 32, «Και συνέλαβεν η Λεία και εγέννησεν υιόν και εκάλεσε το όνομα
αυτού Ρουβήν· διότι είπεν, Είδε βέβαια ο Κύριος την ταπείνωσίν μου· τώρα λοιπόν
θέλει με αγαπήσει ο ανήρ μου».
Γέννησε
λοιπόν, η Λεία τον πρώτο της γιο, το Ρουβήν και ένοιωσε, ή πιο σωστά νόμισε πως
κέρδισε έδαφος με την αντίζηλό της, τη Ραχήλ. Και αυτό φαίνεται από το όνομα
που του έδωσε, «Ρουβήν» που σημαίνει «Ιδού υιός». Και είπε δύο προτάσεις που
φανερώνουν τι είχε στην καρδιά της.
Η
πρώτη είναι, «Είδε βέβαια ο Κύριος την ταπείνωσίν μου». Και είναι σωστή
προσέγγιση αυτή. Ο Θεός ήταν αυτός που επέτρεψε το να συλλάβει και να γεννήσει
τον Ρουβήν. Ο Θεός ήταν αυτός που την τίμησε παρόλο που δεν ήταν η ευνοούμενη
γυναίκα του σπιτιού, και για αυτό ένοιωθε ταπεινωμένη. Είναι πολύ ταπεινωτικό
να πρέπει να ζεις κάπου που ξέρεις πως στην πραγματικότητα δεν είσαι επιθυμητός,
απλά σε ανέχονται.
Η
δεύτερη φράση όμως, φανερώνει ακόμη περισσότερο την ψυχή της: «τώρα λοιπόν
θέλει με αγαπήσει ο ανήρ μου». Η Λεία, όμως, θα ανακαλύψει πως δεν
φτάνει το να κάνει παιδιά για να την αγαπήσει ο άντρας της. Και η πρόταση αυτή
φανερώνει ποιος ήταν – κατά πάσα πιθανότητα- ο δικός της στόχος. Η εύνοια, η
αγάπη του άντρα της.
Στη
συνέχεια η Λεία γέννησε άλλους τρεις γιους, το Συμεών, το Λευί και τον Ιούδα,
όπως διαβάζουμε από το 33 ως το 35.
Κάθε
φορά που γεννάει ένα παιδί, το όνομά του φανερώνει την καρδιά της, την επιθυμία
της, να την αγαπήσει ο Ιακώβ. Ταυτόχρονα φανερώνει και το παράπονό της. Γιατί
αυτή που μπορεί να κάνει παιδιά να μην είναι η ευνοούμενη, και να είναι η άλλη;
Στο πρώτο παιδί έδωσε το όνομα Ρουβήν επειδή ο Θεός είχε «δει» την ταπείνωσή
της. Τώρα ο Συμεών παίρνει το όνομα αυτό επειδή ο Θεός «άκουσε» ότι μισείται.
Το τρίτο παιδί το ονομάζει Λευί γιατί πιστεύει πως με τον τρίτο γιο ο
άντρας της θα ενωθεί αληθινά μαζί της. Δεν σταματάει την προσπάθειά της.
Μόνο
στο 4ο παιδί, τον Ιούδα, το όνομά του δεν φανερώνει τίποτα για τη
δική της κατάσταση. Αρχίζει και στρέφεται λίγο μακριά από αυτό που την πονάει,
στο Θεό. Το όνομά του, όπως βλέπετε στο περιθώριο των Γραφών σας σημαίνει
«δοξολογία». Γιατί όταν τον γέννησε είπε, «ταύτην την φοράν θέλω δοξολογήσει
τον Κύριον». Και προσέξτε πως από τα δύο αυτά παιδιά, τον Λευί, θα
γεννηθούν ο Μωυσής και ο Ααρών, ενώ από τον Ιούδα, ο βασιλιάς Δαβίδ. Δύο
από τους βασικούς θεσμούς της Παλαιάς Διαθήκης, η μοναρχία και η ιερωσύνη έχουν
το ξεκίνημά τους σε ένα απρογραμμάτιστο και απρόθυμο γάμο από την πλευρά του
Ιακώβ τουλάχιστον.
Πως
αντιδρά όμως τότε η Ραχήλ; Διαβάζουμε στο λ:1-2, «Και ότε είδεν η Ραχήλ ότι
δεν ετεκνοποίησεν εις τον Ιακώβ, εφθόνησεν η Ραχήλ την αδελφήν αυτής· και είπε
προς τον Ιακώβ, Δός μοι τέκνα· ειδέ μη, εγώ αποθνήσκω. Και εξήφθη ο θυμός του
Ιακώβ κατά της Ραχήλ και είπε, Μήπως είμαι εγώ αντί του Θεού όστις σε εστέρησεν
από καρπού κοιλίας»
Η
Ραχήλ, λοιπόν, φθόνησε. Πιθανώς φοβήθηκε μήπως τελικά ο Ιακώβ αγαπήσει τη Λεία
και αφήσει την ίδια, παρόλο που δεν υπήρχαν ενδείξεις για κάτι τέτοιο. Και ενώ
δεν υπάρχει πουθενά καμιά ένδειξη για το ότι η Λεία ζηλεύει την ομορφιά της
Ραχήλ, εντούτοις η Ραχήλ ζηλεύει την αδελφή της επειδή κάνει παιδιά ενώ η
ίδια δεν μπορεί.
Η
Σάρρα και η Ρεβέκκα είχαν μείνει άτεκνες για πολύ μεγαλύτερο χρονικό διάστημα
από την Ραχήλ, χωρίς να δείξουν πικρία. Τι έκανε η Ραχήλ, όμως, για αυτό που
την πονούσε; Δεν προσευχήθηκε, όπως έκανε χρόνια μετά η Άννα, η μητέρα του
Σαμουήλ στη Σιλώ (Α΄Σαμ.α:2-11). Με θυμό πήγε στον Ιακώβ και του είπε το εξής
παράλογο: Δως μου παιδιά ή πεθαίνω (!). Ο Ιακώβ της απάντησε βέβαια σωστά, αν
και θυμωμένα, «Μήπως είμαι εγώ αντί του Θεού, όστις σε εστέρησεν από καρπού
κοιλίας»
Στην
απόγνωση της που υπήρχε εξαιτίας του φθόνου της, η Ραχήλ προτείνει στο εδάφιο
3, «Η δε είπεν, Ιδού, η θεράπαινά μου Βαλλά· είσελθε προς αυτήν, και θέλει
γεννήσει επί των γονάτων μου, δια να αποκτήσω και εγώ τέκνα εξ αυτής». Η έκφραση
να γεννήσει στα γόνατά της σημαίνει πως θα το υιοθετήσει και θα είναι δικό της.
Την ξαναβρίσκουμε αυτή τη φράση πάλι στη Γέν.ν:23.
Απεγνωσμένοι
άνθρωποι, προβαίνουν σε απεγνωσμένες ενέργειες. Μέσα στην απόγνωσή της
επιστρέφει σ’ αυτό που έκανε η Σάρρα (Γέν.ις:1-2). Παρόλο που δεν μπορεί, θα
ήξερε τι προβλήματα είχε προκαλέσει αυτή η πρακτική στην οικογένεια. Βλέπετε
πόσο εύκολο είναι σαν άνθρωποι, να αναθεωρήσουμε πολλά πράγματα, όταν
στριμωχτούμε. Αυτό έγινε δύο φορές. Από την Βαλλά, η Ραχήλ έδωσε στον Ιακώβ δύο
γιους, τον Δάν και τον Νεφθαλί. Και προσέξτε τα ονόματα. Ο Δαν ονομάστηκε έτσι
γιατί η Ραχήλ θεώρησε πως ο Θεός την έκρινε και άκουσε τη φωνή της. Πίστευε
αυτή η κοπέλα πως επειδή τελικά γεννήθηκε ο Δαν, αυτό ήταν και η δικαίωση του
Θεού προς αυτήν, επειδή δεν είχε παιδιά. Του δε Νεφθαλί το όνομα σημαίνει,
πάλαιψα με την αδελφή μου και νίκησα. Το όνομα Νεφθαλί στα εβραϊκά ακούγεται
όπως η λέξη «αγώνας».
Αυτές
όμως, οι διαπιστώσεις και οι δηλώσεις της Ραχήλ είναι δικές της. Πουθενά στο
κείμενο δεν λέει πως ο Θεός επιβεβαίωσε αυτά που η Ραχήλ νόμιζε ότι επιβεβαίωνε.
Αγώνας
δρόμου έτσι; Αυτοί είμαστε σαν άνθρωποι! Καταφεύγουμε σε κάθε είδους μέσα για
να πετύχουμε αυτά που θέλουμε. Και αν γίνουν κάποια από αυτά, γυρνάμε και λέμε
με αναίδεια και αλαζονεία, ο Θεός μας ευλόγησε. Χωρίς καν να μπορούμε να δούμε,
την αμαρτία μας. Ερμηνεύουμε εμείς όπως μας βολεύει τα γεγονότα και ξεχνάμε το
ότι ο Θεός έχει άγια μέσα για τους άγιους σκοπούς του.
Η
ιστορία όμως, δεν σταματάει εκεί. Βλέποντας πως η ίδια έπαψε να γεννάει,
και πως η αδελφή της, μέσω της δούλης της, δίνει παιδιά στον Ιακώβ, φαίνεται
φοβάται, και αντεπιτίθεται. Κάνει το ίδιο. Δίνει τη δική της δούλη στον Ιακώβ
την Ζελφά και η Ζελφά γεννάει τον Γάδ και τον Ασήρ. Γαδ, σημαίνει «ευτυχία» και
Ασήρ «μακαρισμός», θεωρώντας πως ο Θεός την έχει ευλογήσει. Και πάλι
όμως, ο αφηγητής σιωπά και δεν λέει τίποτα για το Θεό.
Το
χαμηλότερο όμως, σημείο δεν είναι αυτό. Έρχεται αμέσως μετά. Διαβάζουμε στο
εδάφιο 14, «Και υπήγεν ο Ρουβήν εν ταις ημέραις του θερισμού του σίτου και
εύρηκε μανδραγόρας εν τω αγρώ, και έφερεν αυτούς προς την Λείαν την μητέρα
αυτού. Είπε δε η Ραχήλ προς την Λείαν, Δός μοι, παρακαλώ, από τους μανδραγόρας
του υιού σου».
Βρίσκει
ο Ρουβήν τον μανδραγόρα, ο οποίος σχετιζόταν με την γονιμότητα και τον πηγαίνει
στην μητέρα του. Ως ο πρεσβύτερος γιος της Λείας, είχε πολλά να κερδίσει από το
αν η θέση της μητέρας του βελτιώνονταν στην οικογένεια. Τα νέα όμως, μαθεύτηκαν
γρήγορα και η Ραχήλ πηγαίνει και της ζητάει ένα μέρος από τους μανδραγόρες
(εδ.15).
Κοιτάξτε
που μπορεί να πάει αυτή η πικρή αντιζηλία. Η Λεία απαντάει, λίγο είναι ότι
έχεις τον άντρα μου; Θα πάρεις και τους μανδραγόρες; Βέβαια η Ραχήλ μπορούσε να
της αντιπει, ‘δικός μου είναι ο άντρας, εσύ τον παντρεύτηκες ξεγελώντας τον’.
Αλλά είναι έξυπνη. Της προτείνει. Ας κοιμηθεί σήμερα μαζί σου, και δώσε μου
τους μανδραγόρες. Και προσέξτε, γυρνάει ο Ιακώβ από τον αγρό στο εδάφιο 16 και
του λέει η Λεία, «προς εμέ θέλεις εισέλθει διότι σε εμίσθωσα τωόντι με τους
μανδραγόρας του υιού μου».
Κατά
μια έννοια, ο Ιακώβ πάλι θερίζει αυτά που έσπειρε. Ξεγέλασε τον Ησαύ και μετά
ξεγελάστηκε από τον Λάβαν. Και τώρα ακόμη θερίζει. Γιατί; Γιατί ο Θεός τον
πλάθει. Γιατί δεν θέλει να τον αφήσει. Γιατί το σχέδιό Του είναι να Τον
μετατρέψει σε «Ισραήλ». Και θα το κάνει και ας τον πονέσει. Όπως το κάνει και
με εμάς. Γιατί ο σκοπός Του είναι να μας κάνει σαν το Χριστό.
Και
τα μαθήματά Του, η παιδεία Του δεν είναι ποτέ στιγμιαία, κρατούν χρόνια. Όσο
χρειάζεται για να αλλάξουμε.
Κατά
ειρωνικό τρόπο, η αδελφή που έδωσε τους μανδραγόρες, η Λεία, ξαναμένει έγκυος.
Και γεννάει τον Ισσάχαρ και τον Ζαβουλών. Και πάλι παρερμηνεύει τα γεγονότα. Το
όνομα Ισσάχαρ σημαίνει «μισθός» επειδή είχε δώσει τη δούλη της την Ζελφά στον
άνδρα της. Δεν είμαστε καταπληκτικοί στο να ερμηνεύουμε τα γεγονότα πάντα όπως
μας συμφέρουν; Ο Θεός να μας ελεήσει. Το όνομα του Ζαβουλών δόθηκε επειδή ακόμη
πίστευε πως ο άνδρας της τελικά θα προτιμήσει την ίδια. Η επιθυμία της, ο πόνος
της παραμένει ο ίδιος.
Τελικά
ο Θεός θυμήθηκε τη Ραχήλ. Διαβάζουμε στα εδάφια 22-24, «Ενεθυμήθη δε ο Θεός
την Ραχήλ και εισήκουσεν αυτής ο Θεός, και ήνοιξε την μήτραν αυτής· και
συνέλαβε, και εγέννησεν υιόν· και είπεν, Ο Κύριος αφήρεσε το όνειδός μου. Και εκάλεσε
το όνομα αυτού Ιωσήφ, λέγουσα, Ο Θεός να προσθέση εις εμέ και άλλον υιόν.»
Το
ότι ο Θεός τη θυμήθηκε δεν σημαίνει ότι μέχρι τότε την είχε ξεχάσει. Χρειαζόταν
όμως να την καθαρίσει από την περηφάνια και την υπεροψία της, πριν την ευλογήσει.
Αυτό που ο Ιακώβ δεν μπορούσε να κάνει, (θυμάστε τι του είπε, Δώσ’ μου παιδιά
αλλιώς θα πεθάνω), αυτό που οι μανδραγόρες δεν μπορούσαν να κάνουν, το έκανε ο
Θεός. Ο Θεός στο δικό Του χρόνο την ελέησε, παρόλο που ίσως ο ανταγωνισμός ποτέ
δεν έλλειψε. Αναγνώρισε όμως, επιτέλους το χέρι του Θεού στη ζωή τους.
Παραδέχτηκε πως ο Θεός αφαίρεσε αυτό που την έκανε να ντρέπεται, το ότι δεν
είχε παιδιά. Και έδωσε στον Ιωσήφ το όνομα αυτό γιατί ζήτησε από το Θεό
και άλλο γιο.
Η
φρασεολογία αυτή «ο Θεός θυμήθηκε» δείχνει το σημείο εκείνο που ο Θεός αποφασιστικά
παρεμβαίνει στη ζωή των δικών του. Το αποτέλεσμα είναι να γεννηθεί εκείνος ο
γιος που θα σώσει όλη την οικογένεια αργότερα. Η γέννηση αυτή αλλάζει τη Ραχήλ,
αλλά και τον Ιακώβ, ο οποίος αφού γεννάει η Ραχήλ αρχίζει να σκέφτεται το σπίτι
του. Στο εδάφιο 25 γράφει πως αφού γέννησε η Ραχήλ τον Ιωσήφ τότε ο Ιακώβ
ζήτησε να πάει σπίτι του. Είχε ήδη 10 παιδιά, αλλά στο δικό του μυαλό κανένα
δεν μετρούσε. Μόνο ο γιος της Ραχήλ. Αυτόν ήθελε, αυτόν περίμενε. Και
όπως ξέρουμε έκανε τελικά το ίδιο λάθος με τον πατέρα του. Έδειξε προτίμηση σε
αυτόν από όλους τους άλλους.
Μπορεί
να νόμιζε πως αυτός θα είναι ο συνεχιστής της ευλογίας. Αν αυτό νόμιζε ήταν
λάθος. Γιατί ναι μεν ο Ιωσήφ τους έσωσε, αλλά ο Μεσσίας θα ερχόταν από ένα από
τα παιδιά της Λείας. Ο Θεός δεν είναι προσωπολήπτης. Δεν διαλέγει με τα δικά
μας κριτήρια.
Προσέξτε
πως εργάζεται ο Θεός. Μέσα σε ένα οικογενειακό χάος όπου η αμαρτία, η ζήλεια, η
πικρία ο ανταγωνισμός κυριαρχούν, εργάζεται ώστε ο Ιακώβ να γίνει έθνος μεγάλο
και αργότερα οικογένεια εθνών. Και αυτό γιατί οι σκοποί Του δεν αλλοιώνονται.
Βέβαια, πολύς πόνος θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί αν οι άνθρωποι εμπιστεύονταν
το Θεό και τα δικά Του μέσα. Γιατί να πονάμε όταν ο Θεός μας καλεί να Τον
εμπιστευθούμε με απλότητα; Γιατί να επιμένουμε στη δική μας σοφία όταν έχουμε
τη δική Του; Γιατί να μην είμαστε ταπεινοί και να παραδεχόμαστε πως οι δικές
μας «αλχημείες» δεν μας βγάζουν πουθενά;
Αυτή
η λυπητερή ιστορία του Ιακώβ τα χρόνια της ερημιάς της αυτοεξορίας μακριά από
το σπίτι του για να σώσει τη ζωή του, μας οδηγεί στο κεντρικό σημείο πιστεύω
της ζωής του. Ποιο είναι; Η αγάπη και η χάρη του Θεού που φτάνει σ’ αυτούς που
δεν την αξίζουν. Ο Θεός ευλόγησε τον Ιακώβ όχι επειδή το άξιζε, αλλά παρά το
γεγονός ότι δεν το άξιζε καθόλου. Ο Ιακώβ δεν είναι ήρωας της πίστης. Δεν
είναι το μοντέλο του συζύγου, ούτε και του πατέρα. Είναι όμως ένα κλασσικό
παράδειγμα του τι μπορεί να κάνει η χάρη του Θεού. Να πάρει ανθρώπους παθητικούς
και να τους αλλάξει.
Η
τελική λύση για όλους μας, δεν είναι κανένας από τους γιους της Λείας και της
Ραχήλ. Η ευλογία βρίσκεται σε ένα άλλο όνομα. Η σωτηρία έρχεται από τον μοναδικό
αληθινό Ισραηλίτη, τον Ιησού. Το δικό του όνομα σημαίνει πως Αυτός σώζει.
Ο άγγελος είπε στον Ιωσήφ να τον ονομάσει Ιησού γιατί αυτός θα σώσει το λαό Του
από τις αμαρτίες τους (Ματθ.α:21). Ο απόστολος Πέτρος κήρυξε στις Πράξεις πως
δεν υπάρχει άλλο όνομα δοσμένο κάτω από τον ουρανό μέσω του οποίου μπορούμε να
σωθούμε (Πράξ.δ:12). Αυτός μόνο δίνει ελπίδα στους απελπισμένους, δύναμη στους
κουρασμένους, παρηγοριά στους πληγωμένους, βρίσκει τους χαμένους, συγχωρεί τους
αμαρτωλούς.
Ο
Χριστός μπορεί να το κάνει αυτό, γιατί μόνο Αυτός πέθανε στη θέση μας. Μόνο
αυτός πήρε επάνω του τη δίκαιη οργή του Θεού για τις αμαρτίες μας. Μόνο αυτός
λοιπόν, μπορεί ν’ αλλάξει την καρδιά μας. Να μας κάνει καινούργιους ανθρώπους,
που θα ζούμε αλλιώς. Όχι σαν τον Ιακώβ, ούτε σαν την Λεία, ή τη Ραχήλ, αλλά σαν
το Χριστό.