Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 23 Νοεμβρίου 2012

Αγγίζοντας την Πόλη με το Ευαγγέλιο


Πράξεις β

Τι σημαίνει να επηρεάζεις με το ευαγγέλιο μια ολόκληρη πόλη; Και πώς γίνεται αυτό; Ας δούμε την περίπτωση της Ιερουσαλήμ. Διαβάζουμε στο β:41: «Εκείνοι λοιπόν μετά χαράς δεχθέντες τον λόγον αυτού εβαπτίσθησαν, και προσετέθησαν εν εκείνη τη ημέρα έως τρεις χιλιάδες ψυχαί». Η Ιερουσαλήμ ήταν μία πόλη, την περίοδο εκείνη, που είχε πληθυσμό γύρω στους 80.000 κατοίκους.

Φυσικά, όπως καταλαβαίνουμε και από την αφήγηση του κεφαλαίου, υπήρχαν πάρα πολλοί επισκέπτες – προσκυνητές. Παρ’ όλα αυτά όμως ο αριθμός είναι εντυπωσιακός. Και επίσης διαβάζουμε στο β:47: «δοξολογούντες τον Θεόν και ευρίσκοντες χάριν ενώπιον όλου του λαού. Ο δε Κύριος προσέθετε καθ' ημέραν εις την εκκλησίαν τους σωζομένους».


Να λοιπόν τι σημαίνει. Πώς όμως γίνεται; Ποιο είναι το μυστικό; Ποιος ο τρόπος; Ευθύς εξαρχής να πω ότι στην επιδίωξη αυτή υπάρχουν ορισμένα πράγματα που δεν εξαρτώνται από εμάς. Για παράδειγμα, διαβάζουμε στο β:37, «Αφού δε ήκουσαν ταύτα, ήλθεν εις κατάνυξιν η καρδία αυτών, και είπον προς τον Πέτρον και τους λοιπούς αποστόλους· Τι πρέπει να κάμωμεν, άνδρες αδελφοί;».

Αυτή η «κατάνυξη» της καρδιάς είναι κάτι που μόνο ο Θεός μπορεί να δώσει. Επίσης, διαβάζουμε στο β:43, «Κατέλαβε δε πάσαν ψυχήν φόβος, και πολλά τεράστια και σημεία εγίνοντο διά των αποστόλων». Και αυτό δεν εξαρτάται από εμάς. Τι λοιπόν μπορούμε να μάθουμε σχετικά με τη δική μας στάση, με τη δική μας ευθύνη; Θα ήθελα να ξεχωρίσω πέντε πράγματα.

Το πρώτο είναι η ταπεινοφροσύνη.

Για να επηρεάσουμε με το ευαγγέλιο την πόλη μας πρέπει να καταλάβουμε ότι δεν μπορούμε να επηρεάσουμε με το ευαγγέλιο την πόλη μας. Εννοώ, δεν μπορούμε να επηρεάσουμε με το ευαγγέλιο την πόλη μας εμείς, μόνοι μας. Είμαστε απόλυτα εξαρτώμενοι από τη δύναμη και το έργο του Θεού. Διαβάζοντας τις αφηγήσεις των δύο πρώτων κεφαλαίων, βλέπουμε την εκκλησία να κάνει συνεχώς κάτι. Τη βλέπουμε να προσεύχεται. Στο α:14, στο α:24, στο α:42. Η ερώτηση είναι, γιατί προσεύχονται; Εδώ επιτρέψτε μου να πω ότι υπάρχει μια μεγάλη παρεξήγηση. Υπάρχουν πολλοί που λένε «δε θα κάνω κάτι αν πρώτα ο Θεός δε μου το δείξει συγκεκριμένα. Προσεύχομαι λοιπόν επειδή δεν ξέρω τι πρέπει να κάνω». Στην πραγματικότητα οι απόστολοι και η εκκλησία προσεύχονται για τον ακριβώς αντίθετο λόγο. Προσεύχονται επειδή ο Θεός τους είπε τι πρέπει να κάνουν. Ο Ιησούς τους έδωσε την αποστολή. Και στο τέλος του ευαγγελίου και στην αρχή των Πράξεων: Να είναι μάρτυρες και στην Ιερουσαλήμ αλλά και στην Σαμάρεια και έως εσχάτου της γης. Και είναι ακριβώς αυτό το μέγεθος της αποστολής τους που τους κάνει να πέσουν στα γόνατα.

Το δεύτερο είναι οι «άλλοι πολλοί λόγοι»!

Υπάρχουν πολλοί που νομίζουν ότι το κλειδί για την αύξηση της εκκλησίας και για την επιρροή της στην πόλη ήταν τα πολλά σημεία και τέρατα, τα πολλά θαύματα. Αυτό που προκαλεί τελικά την κατάνυξη στην καρδιά και τη μεταστροφή των 3.000 είναι το κήρυγμα του Πέτρου, ένα περίπλοκο, περίτεχνο και θεολογικά βαθύ κήρυγμα. Γεμάτο με επιχειρηματολογία, με ανάλυση. Και δεν είναι μόνο ο Πέτρος. Μέσα στο βιβλίο των Πράξεων έχουμε καταγεγραμμένες τουλάχιστον 10 εκτεταμένες ομιλίες που σχεδόν όλες έχουν ευαγγελιστικό περιεχόμενο. Και δεν είναι μόνο αυτό που έχουμε καταγεγραμμένο. Αυτό είναι μόνο κάτι το ενδεικτικό. Διαβάζουμε στο β:40 «Και με άλλους πολλούς λόγους διεμαρτύρετο και προέτρεπε, λέγων, Σώθητε από της διεστραμμένης ταύτης γενεάς». Πολλά λόγια λοιπόν! Είναι ενδιαφέρον πως όταν οι ηγέτες της πόλης περιγράφουν την ουσία και το αποτέλεσμα της διακονίας της εκκλησίας μέσα στην πόλη στο κεφάλαιο 5, δε λένε ότι αυτοί είναι που γεμίσανε με θαύματα ή που γεμίσανε με θεραπείες αλλά αυτοί που γεμίσανε με τη διδαχή τους την πόλη.

Το τρίτο είναι ο φόβος.

Διαβάζουμε «Κατέλαβε δε πάσαν ψυχήν φόβος, και πολλά τεράστια και σημεία εγίνοντο διά των αποστόλων» (Πράξ.β:43). Εδώ υπάρχει μια ενδιαφέρουσα παρατήρηση. Αυτοί στους οποίους αναφέρεται εδώ ο Λουκάς είναι οι πιστοί. Εντέλει το ερώτημα που καθορίζει το πόσο μια εκκλησία επηρεάζει την πόλη της είναι το πόσο σοβαρά παίρνει το Θεό και τη δύναμή Του.

Αυτό είναι το θέμα. Ο Θεός από μία ιδέα που συζητάμε, από μια οικογενειακή παράδοση που συνεχίζουμε, από μια φιλοσοφική αναγκαιότητα που αποδεχόμαστε γίνεται ο ζωντανός Κύριος που μπροστά Του συγκλονιζόμαστε, αναριγούμε, τρέμουμε, γονατίζουμε, λατρεύουμε, προσκυνούμε, συντριβόμαστε, πιστεύουμε!

Το τέταρτο είναι η απλότητα.

Δείτε το Πράξ.β:46: «Και καθ' ημέραν εμμένοντες ομοθυμαδόν εν τω ιερώ και κόπτοντες τον άρτον κατ' οίκους, μετελάμβανον την τροφήν εν αγαλλιάσει και απλότητι καρδίας». Και, συνεχίζει στο 47, καθώς έκαναν αυτό κάθε μέρα, «Ο δε Κύριος προσέθετε καθ' ημέραν εις την εκκλησίαν τους σωζομένους».

Δεν ξέρω τι συμπέρασμα εσείς βγάζετε, αλλά αυτό που βλέπω εδώ είναι ότι ο καλύτερος τρόπος για να επηρεάσεις μια πόλη είναι στρώνοντας το τραπέζι στο γείτονά σου και συμπεριφερόμενος σαν φυσιολογικός άνθρωπος. Τρώγοντας μαζί με τον άλλο και αφήνοντάς τον να δει τη χαρά σου. Ο καλύτερος τρόπος ευαγγελισμού είναι η απλότητα. Μερικές φορές σκεφτόμαστε μεγαλεπήβολα σχέδια και προγράμματα ενώ εδώ βλέπουμε ότι η τελική και καθοριστική βολή είναι η απλότητα. Ο Θεός βλέπετε πρόσθεσε σε μία μέρα 3.000 (δες στο β:41την ημέρα εκείνη’) μέσα από το κήρυγμα του Πέτρου. Αλλά πρόσθετε κάθε μέρα μέσα από την απλότητα της καθημερινότητας των πιστών.

Το πέμπτο είναι ο θάνατος.

Σε όλους μας αρέσει να διαβάζουμε το βιβλίο των Πράξεων. Μας ελκύουν τέτοιες ιστορίες. Κήρυξε ο Πέτρος και έτσι απλά πίστεψαν 3.000! Βάζουν στη φυλακή τον Πέτρο και έρχεται ο άγγελος και τον βγάζει.

Μας αρέσουν ιστορίες επιτυχίας, θριάμβων, αποτελεσμάτων. Πρέπει όμως να θυμόμαστε ότι πίσω από αυτές υπάρχουν άλλες. Άλλες που δεν είναι τόσο λαμπερές και τόσο ελκυστικές. Πρέπει να θυμόμαστε ότι πριν μπει ο Πέτρος στην Ιερουσαλήμ και με ένα κήρυγμά του να πιστέψουν 3.000, και πριν εμφανιστεί η νεότευκτη εκκλησία στην Ιερουσαλήμ ώστε να βρει «χάρη από όλο τον λαό», κάποιος άλλος μπήκε στην πόλη εκείνη. Δείτε τον να στέκεται έξω από την Ιερουσαλήμ. Ακούστε τον να μιλά για τη διακονία του μέσα σε αυτήν: «Παραλαβών δε τους δώδεκα, είπε προς αυτούς· Ιδού, αναβαίνομεν εις Ιεροσόλυμα, και θέλουσιν εκτελεσθή πάντα τα γεγραμμένα διά των προφητών εις τον Υιόν του ανθρώπου. Διότι θέλει παραδοθή εις τα έθνη και θέλει εμπαιχθή και υβρισθή και εμπτυσθή, και μαστιγώσαντες θέλουσι θανατώσει αυτόν, και τη τρίτη ημέρα θέλει αναστηθή» (Λουκ.ιη:31-33).

Ακούστε τον όταν τον προειδοποιούν ότι αν πάει στην Ιερουσαλήμ ο Ηρώδης θα τον θανατώσει: Λουκ.ιγ:31–34. Μα πάνω από όλα δείτε τον «Και ότε επλησίασεν, ιδών την πόλιν έκλαυσεν επ' αυτήν» Λουκ.ιθ:41.

Η ιστορία της αλλαγής της Ιερουσαλήμ δεν ξεκινά με τα σημεία και τέρατα, με το αποτελεσματικό κήρυγμα, με τις μαζικές μεταστροφές. Η ιστορία που αφηγείται το Πράξεις β ξεκινά από το ευαγγέλιο του Λουκά. Ξεκινά από την είσοδο του Κυρίου μας. Ξεκινά από τα δάκρυά Του, από τα πάθη Του, από το θάνατό Του. Αν θέλεις να αλλάξει η Ιερουσαλήμ πρέπει να είσαι έτοιμος να μπεις και να πεθάνεις μέσα στην Ιερουσαλήμ. Αν θέλεις να φανερωθεί η δύναμη της ανάστασης του Ιησού μέσα στην Αθήνα, πρέπει να είσαι έτοιμος να κοινωνήσεις τα παθήματά Του μέσα στην Αθήνα.

Γι’ αυτό η Εκκλησία εκτός από την προσευχή, εκτός από τα γεύματα, εκτός από τη διδαχή των αποστόλων εμμένει στην «κλάση του άρτου». Επειδή θέλει να θυμάται ότι ο τρόπος με τον οποίο αλλάζεις μια πόλη είναι μπαίνοντας μέσα σε αυτήν έτοιμος να πεθάνεις. Δηλαδή να θυσιάσεις και να θυσιαστείς.

Δυστυχώς σε ένα μεγάλο βαθμό είμαστε μία Εκκλησία που στεκόμαστε ακόμη έξω από την πόλη και το σκεφτόμαστε…. Αν μπούμε και πούμε ότι θα το αναλάβουμε, «πάει η ησυχία μου, καταστράφηκαν τα Σαββατοκύριακα μου». Αν μπούμε και πούμε πως δίνουμε, «πάει και φέτος το καινούργιο…». Αν μπούμε και μιλήσουμε, «πάει η ωραία εικόνα που είχε για μένα». Και προτιμάμε να στεκόμαστε απ’ έξω και να φιλοσοφούμε. Η πόλις της πόλεως… Η Ιερουσαλήμ, της Ιερουσαλήμ. Η Αθήνα, της Αθήνας!

Μακάρι ο Θεός να φέρει πάλι δάκρυα στα μάτια μας, φόβο και δέος στην καρδιά μας και αποφασιστικότητα να μπούμε μέσα στην Ιερουσαλήμ κι ας φονεύει τους προφήτες και ας καταδιώκει τους απεσταλμένους του Θεού. Επειδή αν ο σπόρος δεν πεθάνει, δε θα καρποφορήσει!