Ο Σολομώντας στο βιβλίο των Παροιμιών και στο 8ο κεφάλαιο, προσωποποιεί τη
σοφία του Θεού και την ταυτίζει φυσικά με τον άνθρωπο Χριστό Ιησού. Μας δείχνει
αυτή την άγια και ευλογημένη σχέση του Πατέρα Θεού με το Γιό Του, πριν ακόμη ο Γιός
γεννηθεί, πριν ακόμη εξέλθει από τον Πατέρα. Μας δείχνει τη θέση του Υιού μέσα
στη καρδιά και στο λόγο του Πατέρα.
Η Σοφία του Θεού είναι που μιλάει στην προσωποποίηση και
λέει:
«Ο Κύριος με είχεν εν
τη αρχή των οδών αυτού, προ των έργων αυτού, απ' αιώνος. Προ του αιώνος με
έχρισεν, απ' αρχής, πριν υπάρξη η γη. Εγεννήθην ότε δεν ήσαν αι άβυσσοι, ότε
δεν υπήρχον αι πηγαί αι αναβρύουσαι ύδατα· Πριν τα όρη θεμελιωθώσι, προ των
λόφων, εγώ εγεννήθην· ενώ δεν είχεν έτι κάμει την γην ούτε πεδιάδας, ούτε
κορυφάς χωμάτων της οικουμένης. Ότε ητοίμαζε τους ουρανούς, εγώ ήμην εκεί· ότε
περιέγραφε καμάραν υπεράνω του προσώπου της αβύσσου· ότε εστερέονε τον αιθέρα
επάνω· ότε ωχύρονε τας πηγάς της αβύσσου· ότε επέβαλλε τον νόμον αυτού εις την
θάλασσαν, να μη παραβώσι τα ύδατα το πρόσταγμα αυτού· ότε διέταττε τα θεμέλια
της γής· τότε ήμην πλησίον αυτού δημιουργούσα· και εγώ ήμην καθ' ημέραν η τρυφή
αυτού, ευφραινομένη πάντοτε ενώπιον αυτού, ευφραινομένη εν τη οικουμένη της γης
αυτού· και η τρυφή μου ήτο μετά των υιών των ανθρώπων». Παρ.η:22-31.
Μ’ αυτό τον όμορφο, ποιητικό, μεταφορικό τρόπο, ο Κύριος μας
φανερώνει αυτές τις θαυμαστές αλήθειες! Το Πνεύμα του Θεού ταυτίζει τον Υιό, με
τη Σοφία του Θεού, που δεν είναι άλλος Θεός, ή πρόσωπο, αλλά έκφραση του ίδιου
του προσώπου του Πατέρα. Ο λόγος του Θεού βλέπουμε ότι δεν μας στρέφει έξω από
τον Πατέρα, αλλά μέσα σ' Αυτόν.
Αυτό το κομμάτι του λόγου του Θεού, είναι ένα από τα πολλά
που είναι «παρεξηγημένα», δηλ. κακοερμηνευμένα προκειμένου να εξυπηρετήσουν την
αναγκαία βάση για τη θεωρία της προΰπαρξης του «θεού υιού», η του «προενσαρκωθέντος
Χρίστου» και έτσι χάνεται το αληθινό και πλούσιο νόημα των εδαφίων αυτών.
Τα εδάφια αυτά δεν διδάσκουν την προΰπαρξη κάποιου «Θεού Υιού»,
γιατί αν το έκαναν, τότε έστω και ένας άγιος της Παλαιάς Διαθήκης θα το γνώριζε
και θα το έλεγε και στους υπόλοιπους, ώστε να μη πιστεύουν στον Ένα και
ΜΟΝΟ-πρόσωπο Θεό και να είναι μέσα στην πλάνη σύμφωνα με τα δεδομένα των
σημερινών τριαδικών, (οι οποίοι μέσα στον φανατισμό και την άγνοιά τους βγάζουν
πλανεμένους όλους τους αγίους της Παλαιάς Διαθήκης, γιατί ενώ ήταν τόσο φανερή
η τριάδα, όπως λένε ορισμένοι, αυτοί πεισματικά και φανατισμένα πίστευαν σε Ένα
και Μοναδικό Θεό).
Έτσι μαζί με τους αγίους της Παλαιάς Διαθήκης συντασσόμαστε
και εμείς που διακηρύττουμε το ίδιο πιστεύω με αυτούς και έχουμε «την ίδια
πλάνη» με τον Ησαΐα, τον Ιερεμία, το Δανιήλ, το Μωυσή, το Δαυίδ και όλο το
θεμέλιο των αγίων και προφητών της Παλαιάς Διαθήκης!
Αν είναι δυνατόν άνθρωπος λογικός να μη δει τη σκευωρία του
Σατανά που είναι να βγάλει σκάρτους και πλάνους, όλους εκείνους που τον νίκησαν
με την πίστη τους στον ένα Θεό!
Οι έννοιες που δίνονται σ’ αυτά τα εδάφια, συμφωνούν απόλυτα
με ότι λέμε για τον Ιησού Χριστό, την προΰπαρξη Του, τη σχέση Του με το Λόγο
του Θεού και όλο το σχέδιο της δημιουργίας.
«Ο Κύριος με είχεν εν
τη αρχή των οδών αυτού…»
Η μετάφραση των εβδομήκοντα το αποδίδει: «κύριος ἔκτισέν με ἀρχὴν ὁδῶν αὐτοῦ εἰς ἔργα
αὐτοῦ».
Αντί το ρήμα «είχεν» χρησιμοποιεί την έκφραση «ἔκτισέν με».
Αν η σοφία είναι ο «θεός Υιός», τότε τα πράγματα δυσκολεύουν γιατί ο υποτιθέμενος
«θεός υιός» «κτίστηκε» από τον Πατέρα. Αυτό υποστηρίζουν οι Μάρτυρες του
Ιεχωβά, ότι ο θεός υιός είναι κτίσμα του Πατέρα, ένα κατώτερο δημιούργημα. Εδώ
όμως ο λόγος του Θεού δεν μας μιλάει για προϋπάρχοντα «θεό υιό», όπως θα δούμε
και στις υπόλοιπες φράσεις που θα εξετάσουμε, αλλά για τον «άνθρωπο Χριστό
Ιησού», ο Οποίος είναι η προσωποποίηση της Σοφίας και του Λόγου του Θεού.
Το ρήμα που εξετάζουμε, είναι το «Κάνανι» που προέρχεται από
το «Κανά» και σημαίνει κατά το Γεσένιο – στο εδάφιο που εξετάζουμε - «θεμελιώνω, δημιουργώ».
Η ίδια λέξη επαναλαμβάνεται στα παρακάτω εδάφια που αναφέρει
ο Γεσένιος, όπου και ο Βάμβας δίνει την έννοια του «κτίζω, μορφώνω».
καὶ ηὐλόγησεν τὸν αβραμ
καὶ εἶπεν εὐλογημένος αβραμ τῷ θεῷ τῷ ὑψίστῳ ὃς ἔκτισεν τὸν οὐρανὸν καὶ
τὴν γῆν…. εἶπεν δὲ αβραμ πρὸς βασιλέα σοδομων ἐκτενῶ
τὴν χεῖρά μου πρὸς τὸν θεὸν τὸν ὕψιστον ὃς ἔκτισεν τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν (Γέν.ιδ:19,22).
«Δεν είναι Αυτός ο
Πατήρ σου όστις σε εξηγόρασεν; Αυτός όστις σε έπλασε, και σε εμόρφωσεν» (Δευτ.λβ:6).
«Διότι συ εμόρφωσας
τους νεφρούς μου· με περιετύλιξας εν τη κοιλία της μητρός μου»
(Ψαλμ.ρλθ:13).
Υπάρχουν και άλλες δύο έννοιες αυτής της λέξης. Η μία είναι «αποκτώ,
έχω» και η άλλη «αγοράζω, λυτρώνω», που όμως δεν ταιριάζουν σαν έννοιες στο
εδάφιο που μελετάμε, επειδή η έννοια του «αποκτώ», είναι σχεδόν πάντοτε
συνδεδεμένη με την έννοια του «αγοράζω», δηλ. έχω κάτι επειδή το αγόρασα. Έχει
την έννοια του έχω η του αποκτώ, αλλά κατόπιν αγοράς, κατόπιν καταβολής
χρημάτων, οπότε στην προκειμένη περίπτωση, που το θέμα είναι «η προΰπαρξη της
Σοφίας, το πότε αυτή υπήρχε και που», δεν ταιριάζει η έννοια του «με είχεν»
γιατί υπονοεί την αγορά και ο Θεός δεν αγόρασε τη Σοφία Του από κάποιον, ούτε
το Χριστό.
Ακόμη η έννοια του αγοράζω, δεν στέκει εδώ για τον ίδιο λόχο.
Με την έννοια του κτίζω, απέδωσαν οι Εβδομήκοντα στην μετάφρασή τους, το εδάφιο
αυτό.
Παράδειγμα βλέπουμε στην Γέν.κε:10 όπου μιλά για τον αγρό, «τον οποίον ηγόρασεν ο Αβραάμ παρά των
υιών του Χέτ». Η έννοια είναι πάλι «απέκτησε», αλλά βλέπουμε ότι το
ερμηνεύει «ηγόρασεν».
Αυτό βλέπουμε και στις Παρ.ις:16 «Πόσον καλητέρα είναι η απόκτησις της σοφίας παρά το χρυσίον και
προκριτωτέρα η απόκτησις της συνέσεως παρά το αργύριον».
Είναι καλύτερο δηλαδή από το να αγοράζεις χρυσάφι, να αγοράζεις
σοφία, να αποκτάς σοφία. Μια παρεμφερής έννοια είναι αυτή που συναντάμε στη Γέν.δ:1
όταν η Εύα είπε «.... Απέκτησα άνθρωπον διά του Κυρίου» δηλ. ότι ο Κύριος της έδωσε τον
άνθρωπο και εκείνη τον απέκτησε. Πάλι όμως είναι κτήμα κάποιου άλλου, το οποίο
περνά στην ιδιοκτησία (θα λέγαμε) της Εύας. Μ' αυτή την έννοια πάλι δεν
μπορούμε να πούμε ότι ο Πατέρας «απέκτησε» Υιό, γιατί κάποιος έπρεπε να του Τον
δώσει για να Τον αποκτήσει. Όμως ποιός έδωσε στον Πατέρα; Κανείς! Αυτός είναι
που δίνει τα πάντα. Έτσι το μόνο που μας απομένει είναι να κοιτάξουμε στην
έννοια που έδωσαν οι Εβδομήκοντα, που είναι «έκτισέν με».
Μια δεύτερη παρατήρηση είναι ότι στην απόδοση του εδαφίου από
τους (Ο’), λείπει το «εν αρχή», που έχει ο Βάμβας. Η λέξη στα Εβραϊκά είναι «ρεσίθ»,
που θα πει «αρχή».
Αν θα έλεγε «εν αρχή», τότε χρειαζόταν η πρόθεση «μπε» ώστε
να γίνει «μπερεσίθ». Αυτή είναι η πρώτη λέξη του βιβλίου της Γένεσης, «μπερεσίθ»
και ερμηνεύεται «εν αρχή». Εδώ όμως λέει μόνο «ρεσίθ» και σωστά ερμηνεύεται «αρχή»
χωρίς την πρόθεση «εν».
Την ίδια έννοια τη συναντάμε στη Γέν.ιδ:19: «Και ευλόγησεν αυτόν και είπεν, Ευλογημένος ο
Άβραμ παρά του Θεού του Υψίστου, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γήν».
Λίγο παρακάτω στο εδ.22 διαβάζουμε: «Και ευλόγησεν αυτόν και είπεν, Ευλογημένος ο Άβραμ παρά του Θεού του
Υψίστου, όστις έκτισε τον ουρανόν και την γήν».
Άλλη μια χρήση του ίδιου ρήματος, έχουμε στο Δευτ.λβ:6 «Ταύτα ανταποδίδετε εις τον Κύριον, λαέ μωρέ
και ασύνετε; δεν είναι αυτός ο πατήρ σου, όστις σε εξηγόρασεν; αυτός όστις σε
έπλασε και σε εμόρφωσεν;»
Ψαλμ.ρλθ:13: «Διότι συ εμόρφωσας τους
νεφρούς μου· με περιετύλιξας εν τη κοιλία της μητρός μου».
Το Εβραϊκό κείμενο λέει: «Ο ΓΙΑΧΒΕ με έκτισε αρχή οδών αυτού,
προ των έργων αυτού από τότε».
Στο εδ.23 λέει: «Προ
του αιώνος με έχρισεν…». Το ρήμα «έχρισεν»,
όπως το μεταφράζει ο Βάμβας, είναι από την Εβραϊκή ρίζα «νασάχ» που σημαίνει «εκχέω,
χύνω», με τρεις διαφορετικές χρήσεις. Η πρώτη έχει την έννοια της σπονδής, της
έκχυσης οίνου ή ελαίου για θυσία. Η δεύτερη έχει την έννοια του χύνω μέταλλο σε
καλούπι. Η τρίτη είναι η έννοια του χρίω π.χ. βασιλιά. (βλ.Ψαλμ.β:6).
Οι Εβδομήκοντα έδωσαν τη δεύτερη έννοια, του χύνω μέσα σε
καλούπι, ώστε να δημιουργηθεί το εδραίωμα, η το θεμελίωμα κάποιου πράγματος και
λένε: «πρὸ τοῦ αἰῶνος ἐθεμελίωσέν με ἐν ἀρχῇ….».
Τo θέμα είναι ότι όποια έννοια από τις δύο πάρουμε, είτε το «εθεμελίωσεν», είτε το «έχρισεν», το συμπέρασμα είναι ότι ο λόγος του Θεού αναφέρεται στον άνθρωπο Χριστό Ιησού και όχι στο «θεό υιό», γιατί ο «Θεός» δεν χρίεται αλλά χρίει. Δεν θεμελιώνεται ο Θεός, αλλά ο άνθρωπος, δεν κτίζεται ο Θεός, αλλά ο άνθρωπος.
Κατά συνέπεια, το συμπέρασμα που βγαίνει είναι ότι δεν
αναφέρεται σε προϋπάρχοντα «θεό υιό», αλλά στον άνθρωπο Χριστό Ιησού.
Στο εδ.24 λέει: «Εγεννήθην
ότε δεν ήσαν αι άβυσσοι…» Το ρήμα «εγεννηθην»
προέρχεται από τη ρίζα «Χουλ», που σημαίνει «περιστρέφω» και ίσως από την
περιστροφή του παιδιού στη μήτρα, έχει ανάμεσα σε άλλες έννοιες και την έννοια
του «τίκτω, γεννώ». Έτσι το μεταφράζουν και οι (Ο’). Την ίδια έννοια τη
συναντούμε και στον Iώβ ιε:7 και αναφέρεται στη γέννηση του ανθρώπου.
Βλέπουμε λοιπόν καθαρά ότι μιλά για κάποια γέννηση, θεμελίωση
ή χρίσμα, κτίσιμο ή δημιουργία κάποιου. Αυτές είναι οι έννοιες που δίδονται και
φυσικά δεν αναφέρονται στο Θεό, γιατί Αυτός δημιουργεί και δεν δημιουργείται,
κτίζει και δεν κτίζεται, γεννά και δεν γεννιέται, χρίει και δεν χρίεται. Πάλι
λοιπόν ο λόγος του Θεού αναφέρεται στον άνθρωπο Χριστό Ιησού, ο οποίος γεννήθηκε
χρίσθηκε, εδραιώθηκε από τον
Πατέρα.
Παρ.η:24-26 «Εγεννήθην
ότε δεν ήσαν αι άβυσσοι, ότε δεν υπήρχον αι πηγαί αι αναβρύουσαι ύδατα· Πριν τα
όρη θεμελιωθώσι, προ των λόφων, εγώ εγεννήθην· ενώ δεν είχεν έτι κάμει την γην
ούτε πεδιάδας, ούτε κορυφάς χωμάτων της οικουμένης».
Εδώ παραβολικά μιλάει για την πνευματική δημιουργία του Θεού,
τους αγγέλους που θα έπεφταν από την παρουσία του Θεού, (άβυσσοι, είναι τόποι
αχανείς βαθείς και σκοτεινοί, Σατανάς, δαίμονες), μας μιλά χια τους αγίους, την
εκκλησία, που είναι οι πηγές που αναβρύουν ύδατα (βλ.Ιωάν.ζ:37-39), τα όρη και
οι λόφοι, είναι τα κράτη και τα έθνη της γης, άλλα μεγάλα και ισχυρά και άλλα
μικρά και άσημα, οι πεδιάδες και οι κορυφές χωμάτων, είναι οι σαρκικοί άνθρωποι
(πεδιάδες, χαμηλά μέρη, χώμα, είναι ο πηλός από τον οποίο έγινε ο άνθρωπος) και
οι Πνευματικοί (κορυφές, υψηλά μέρη, κοντά στην παρουσία του Θεού).
Ο Υιός του Θεού υπήρξε πριν από όλα αυτά και το επαναλαμβάνει
για έμφαση. Πριν από όλα τα έργα Του, από αιώνος, ο Υιός είχε μορφωθεί, είχε γεννηθεί
μέσα στην καρδιά του Πατέρα, σαν πρότυπο και αρχή όλης της δημιουργίας, ώστε
βάση Αυτού και μέσω Αυτού να δημιουργήσει όλα τα υπόλοιπα.
Τώρα, αφού καθορίσαμε την έννοια κάποιων λέξεων - που μπορούν
(όπως και έγινε) να αλλάξουν το νόημα και να οδηγήσουν στο χάος - είμαστε
έτοιμοι να δούμε καθαρά την ερμηνεία αυτών των εδαφίων.
Είναι ευνόητο ότι ο Θεός στα εδάφια αυτά δεν μιλάει για την
ιδιότητά της σοφίας Του, αλλά για κάτι που είναι η προσωποποίησή της.
Η σοφία του Θεού είναι δική Του, μέρος του Εαυτού Του και
είναι αδιανόητο ο Θεός να υπήρξε ποτέ χωρίς αυτήν. Άρα μας μιλά παραβολικά για
την προσωποποίησή της σχετικά με τη δημιουργία και τον άνθρωπο.
Είναι το σημείο αυτό μέσα στο άπειρο του παρελθόντος, που η
σοφία του Θεού πήρε υπόσταση, πήρε πρόσωπο, επειδή έχει να κάνει με τους υιούς
των ανθρώπων. Όπως η σοφία είναι μέρος του Θεού και υπάρχει μέσα Του, έτσι και
η προσωποποίηση της που είναι ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς, άρχισε να υπάρχει μέσα
στο Θεό, σαν η σοφία Του, η τρυφή Του σχετικά με τους υιούς των ανθρώπων.
Έχουμε λοιπόν τη Σοφία του Θεού, παραβολικά, να μας μιλάει
για τον Εαυτό της, πώς ήρθε σε ύπαρξη και φυσικά γνωρίζουμε ότι κάτω από την
μεταφορά αυτή ο λόγος του Θεού μας μιλάει ακριβώς γι’ αυτό που εξετάζουμε, πώς συνέβη
η «πνευματική γέννηση» του Υιού μέσα στο Θεό. Μας λέει ότι ο Κύριος τον έκτισε,
ή τον μόρφωσε όπως δηλαδή κτίζεται και μορφώνεται το παιδί μέσα στη μήτρα πρώτα
και μετά γεννιέται, μόνο που εδώ αυτό συμβαίνει μέσα στη σοφία του Θεού, στο
λόγο τού Θεού. Ακριβώς έτσι αρχίζει το ευαγγέλιο του ο απ. Ιωάννης θέλοντας να
μας φανερώσει την προαιώνια ύπαρξη του Υιού μέσα στο Θεό:
Ιωάν.α:1 «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ
λόγος, καὶ ὁ λόγος ἦν πρὸς τὸν θεόν, καὶ θεὸς ἦν ὁ λόγος».
Τόσο ο λόγος όσο και η σοφία, είναι ιδιότητες του Θεού που
αναφέρονται στο Νου του Θεού. Όπως στον άνθρωπο που είναι πλασμένος κατά την
εικόνα του Θεού, ο λόγος και η σοφία του υπάρχουν μέσα στον ίδιο τον άνθρωπο
(στο νου του), με τον ίδιο τρόπο (πάντοτε ανθρωπομορφικά μιλώντας) καταλαβαίνουμε
ότι το ίδιο συμβαίνει και με το Θεό.
Δεν γίνεται λόγος για κάποιο άλλο Θεό ή πρόσωπο που συμπληρώνει
τη θεότητα που είναι ο Πατέρας, επειδή Αυτός είναι πλήρης, τέλειος, άπειρος και
αναλλοίωτος.
Η γέννα αυτή μέσα στον Πατέρα, είναι προϊόν της άπειρης
αγάπης Του, της σοφίας Του και της τελειότητάς Του, την οποία θέλει να εκφράσει
στο πρόσωπο του Υιού Του και δια μέσου Αυτού στην εκκλησία Του.
Όλα αυτά συμβαίνουν μέσα στο «είναι» του Πατέρα Θεού αναπόσπαστα
πάντοτε απ’ Αυτόν. Γι' αυτό και ο Θεός μας μιλάει με αυτούς τους όρους, διότι
μπορούμε να τους εννοήσουμε με βάση αυτό που συμβαίνει στον ίδιο μας τον εαυτό.
Το γεγονός λοιπόν αυτής της γέννας, γίνεται μέσα στην έδρα
του λόγου του Θεού, από όπου πηγάζει η σοφία και η σύνεση Του. Αυτή μάλιστα
είναι και η αιτία που το Πνεύμα του Θεού ταυτίζει τον Υιό με τη σοφία και με το
λόγο. Η πρώτη αρχή των πάντων, σχετικά με όλη τη δημιουργία, γίνεται μέσα στο
λόγο του Θεού, από τη σοφία του Θεού στο πρόσωπο του Υιού.
Όπως ένας αρχιτέκτονας πριν χτίσει έναν σπίτι, πρώτα το
σχεδιάζει τέλεια και μετά βάζει το σχέδιο σε πράξη, έτσι και ο Ουράνιος
Αρχιτέκτονας του Σύμπαντος, προκειμένου να χτίσει το κατοικητήριό Του, την εκκλησία
Του, κάθισε και έκανε πρώτα το ουράνιο σχέδιο Του γι' αυτήν, όπως και το
πρότυπο της, που είναι συνάμα και ο «θεμέλιος λίθος της» δηλ. ο ακρογωνιαίος
λίθος, καθώς και η κεφαλή της γωνίας (την οποία απεδοκίμασαν οι οικοδομούντες)
δηλ. η αρχή και το τέλος της, το Αλφα και το Ωμέγα, ο Κύριος Ιησούς Χριστός.
Δεν είναι δυνατόν να ξεχωρίσουμε τον Υιό από τον Πατέρα στην
προαιώνια αυτή κατάσταση, όπως δεν είναι δυνατόν να ξεχωρίσει ο Λόγος Του και η
Σοφία Του από τον ίδιο το Θεό. Όταν όμως ο Υιός γεννήθηκε από τον Πατέρα στην
Παρθένο Μαρία και εξήλθε από Αυτόν για να υπάρξει σαν φυσικό πρόσωπο, τότε πάλι
ο Ιωάννης λέει:
«Και ο λόγος σάρξ
εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως
μονογενούς παρά του Πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας» Ιωάν.α:14
Όταν ο λόγος έγινε σάρξ, δηλ. γεννήθηκε φυσιολογικά σαν
άνθρωπος από τον Πατέρα Θεό μέσω της Παρθένου Μαρίας, τότε άρχισε να υπάρχει
ξεχωριστά από τον Πατέρα σαν πρόσωπο, σαν ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς, όχι σαν
άλλος Θεός, ένα όμως με τον Πατέρα κατά το Πνεύμα, διότι ήταν και είναι η
εικόνα και η έκφραση του Πατέρα Θεού στη γη, το απαύγασμα της δόξας Του, ο
χαρακτήρας της υπόστασής Του, είναι ο Θεός που φανερώθηκε εν σαρκί, ο λόγος και
η σοφία του Θεού που έγινε, όχι Θεός, (διότι ο Θεός δεν γίνεται ούτε γεννιέται)
αλλά ΣΑΡΞ, δηλ. άνθρωπος, ο κεχρισμένος, ο Μεσσίας.
Α’ Κορ.α:30 «ἐξ αὐτοῦ δὲ
ὑμεῖς ἐστε ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, ὃς ἐγενήθη σοφία ἡμῖν ἀπὸ θεοῦ, δικαιοσύνη τε καὶ ἁγιασμὸς
καὶ ἀπολύτρωσις».
Ο Υιός του Θεού λοιπόν έγινε η σοφία του Θεού σ' εμάς, για να
μας δικαιώσει και να μας λυτρώσει. Είναι αυτή η σοφία που μας μιλάει στις
Παροιμίες ότι «εμορφώθη από τον Κύριο, να είναι αρχή των οδών Του»
Ξέρουμε ότι ο Χριστός δεν προϋπήρχε σαν άνθρωπος με σάρκα και
αίμα στον ουρανό πριν έρθει στη γη, γιατί ο λόγος του Θεού λέει ότι «σάρκα και αίμα βασιλείαν Θεού δεν θέλουσι
κληρονομήσει».
Ο λόγος του Θεού μας δείχνει το Χριστό σαν τον εσφαγμένο Αμνό,
«προεγνωσμένου μὲν πρὸ καταβολῆς κόσμου
φανερωθέντος δὲ ἐπ' ἐσχάτου τῶν χρόνων δι' ὑμᾶς» (Α’ Πέτρ.α:20).
Που όμως εσφάγη ο Χριστός σαν Αμνός πριν ακόμη υπάρξει ο
κόσμος; Η απάντηση είναι, μέσα στο νου του Θεού, μέσα στο λόγο του Θεού, μέσα
στον Εαυτό του Θεού. Μέσα εκεί ο Θεός «έκτισε, γέννησε, έχρισε και θεμελίωσε» το
Γιό Του, το Μεσσία, το Μεσίτη, τον Αμνό, το Χριστό το κατά σάρκα, τον Υιό του
ανθρώπου, τον άνθρωπο Χριστό Ιησού.
Στο εδ.22 είπαμε ότι λέει: «Ο ΓΙΑΧΒΕ με έκτισεν ΑΡΧΗ οδών αυτού». Πόσο όμορφα δένει ο λόγος του
Θεού, χωρίς αντιξοότητες και περισπασμούς.
Στην Αποκ.γ:14 ο ίδιος ο Κύριος λέει: «Τάδε λέγει ὁ ἀμήν, ὁ μάρτυς ὁ πιστὸς καὶ [ὁ] ἀληθινός, ἡ ἀρχὴ τῆς
κτίσεως τοῦ θεοῦ».
Μιλά σαν άνθρωπος, σαν ο πιστός μάρτυρας του Θεού, που είναι «αρχή
της κτίσεως». Για την ίδια αυτή αρχή της κτίσης μιλά και το εδάφιο των
Παροιμιών. Δεν λέει Ο ΓΙΑΧΒΕ με έκτισεν ΕΝ αρχή των οδών αυτού.., αλλά σκέτο «...αρχή των οδών αυτού» γιατί δεν υπάρχει
το «Μπε», που μαζί με το «ρεσίθ», που σημαίνει «αρχή», μας κάνουν το «Μπερεσίθ»,
«εν αρχή» όπως ακριβώς στη Γέν.α:1.
Εδώ μας μιλά για την αρχή της κτίσης του Θεού, το πρώτο
στοιχείο της, την αρχή της, αλλά και το καλούπι της θα λέγαμε, που είναι ο
άνθρωπος Χριστός Ιησούς. Αυτόν «έκτισε» πρώτα ο Πατέρας σαν Αρχή όλης της
δημιουργίας, Αυτόν προείδε σαν Αμνό τέλειο, σαν το μέσο εξιλασμού, ώστε δια
μέσου Αυτού να αποκτήσει και όλους του υπόλοιπους «υιούς των ανθρώπων» που θα δεχόταν
τη θυσία και τη λύτρωση του Αμνού.
Αυτό τον Υιό, τον άνθρωπο Χριστό Ιησού ο Πατέρας «γέννησε», «έκτισε»,
«έχρισε» και «θεμελίωσε», πριν ακόμη υπάρξουν τα βουνά και οι άβυσσοι, οι
ουρανοί και το πλήρωμα τους.
Όταν ο Γιάχβε «ητοίμαζε
τους ουρανούς» και «ότε περιέγραφε
καμάραν υπεράνω του προσώπου της αβύσσου», Αυτός ήταν εκεί. Μέσα στην
καρδιά του Πατέρα, μέσα στο λόγο Του, σαν το κύριο δημιουργό αίτιο σαν το ρήμα
του Πατέρα που μόρφωσε τα πάντα.
Ήταν εκεί σαν η σοφία δια της οποίας ο Θεός έκανε τα πάντα.
Αυτός ήταν κάθε μέρα η τρυφή του Πατέρα, η ευτυχία και η δόξα του Πατέρα, γιατί
όλα αυτά που ο Πατέρας δημιουργούσε ο Υιός θα τα τελείωνε και θα τα πλήρωνε με
το λυτρωτικό Του έργο.
Η τρυφή του Πατέρα είναι η εκκλησία Του, της οποίας κεφαλή
είναι ο άνθρωπος Χριστός Ιησούς. Αυτή την τρυφή ο Πατέρας την απόκτησε δια του
Μονογενή Υιού Του. Η τρυφή της σοφίας Του Θεού, ήτο μετά των υιών των ανθρώπων,
και μάλιστα με τους υιούς της βασιλείας, της άνω Ιερουσαλήμ.
Η τρυφή του Χριστού σήμερα είναι και πάλι με τους υιούς των
ανθρώπων, τους οποίους φιλιώνει και ενώνει με τον Πατέρα και τους δίνει αιώνια
ζωή.
Έτσι, ο Πατέρας, αφού είχε ήδη δει, δημιουργήσει και
τελειώσει το έργο Του μέσα στο λόγο Του διά του Υιού Του, του Αμνού, άρχισε να
το εκτελεί. Αυτό είχε ήδη τελειώσει μέσα στο Θεό δια του Υιού, αλλά άρχισε να συμβαίνει
και να φανερώνεται με το «γεννηθήτω φως».
Μια άλλη παρατήρηση που πρέπει να γίνει είναι στο εδ.30 που
λέει: «τότε ήμην πλησίον αυτού δημιουργούσα».
Η λέξη «δημιουργούσα» είναι μετοχή ενεστώτα θηλυκού γένους
δηλ. «η δημιουργούσα σοφία». Όμως στο Εβραϊκό δεν έχει αυτή την έννοια, αλλά
έχει την λέξη «Αμόν» που σημαίνει αρχιτέκτων ή εργάτης, με την έννοια του
καλλιτέχνη. Προέρχεται από τη ρίζα «αμάν» που σημαίνει καλλιτέχνης
(Ασμ.Ασμ.ζ:1).
Οι Εβδομηκοντα λένε «αρμόζουσα», όμως αυτό δεν δίνει την
πλήρη έννοια, όσο αυτή καθ' αυτή η έννοια της λέξης που είναι «εργάτης, αρχιτέκτων».
«Αρμόζουσα» έχει την έννοια «συναρμόζω, προσαρμόζω ομού, συναρμολογώ,
συνδέω». Ο J. Green, στο τρίτομο έργο του της μετάφρασης της Παλαιάς Διαθήκης
χρησιμοποιεί την έννοια του «αρχιτέκτονα, καλλιτέχνη». Έτσι με όλα αυτά
βλέπουμε την έννοια του εδαφίου αυτού ότι αναφέρεται στη σχέση του Υιού προς
την δημιουργία. Είδαμε ότι ο Υιός προσωποποιείται στη Σοφία του Θεού και είναι
γεγονός ότι ο Θεός έκαμε τα πάντα με την Σοφία Του. Αυτή είναι και η μαρτυρία
του παροιμιαστή στο γ:19-20:
«Διά της σοφίας
εθεμελίωσεν ο Κύριος, εστερέωσε τους ουρανούς εν συνέσει. Διά της γνώσεως αυτού
αι άβυσσοι ηνοίχθησαν και τα νέφη σταλάζουσι δρόσον».
Την ίδια μαρτυρία δίνει ο Δαυίδ και ο Ιερεμίας:
«Πόσον μεγάλα είναι τα
έργα σου, Κύριε· τα πάντα εν σοφία εποίησας· η γη είναι πλήρης των ποιημάτων
σου» Ψαλμ.ρδ:24
«Αυτός εποίησε την γην
διά της δυνάμεως αυτού, εστερέωσε την οικουμένην εν τη σοφία αυτού, και
εξέτεινε τους ουρανούς εν τη συνέσει αυτου» Ιερεμ.ι:12
Αυτή η Σοφία είναι διά της οποίας ο Θεός έκανε τα πάντα και
προσωποποίηση της είναι ο Χριστός, ο Οποίος δεν προϋπήρχε σαν δεύτερη οντότητα,
ξεχωριστή από τον Πατέρα, αλλά ενδιάθετος, μέσα στον Πατέρα. Ο Πατέρας μέσα
στον Υιό συγκεφαλαίωσε τα πάντα, συγκέντρωσε τα πάντα και μέσα σ' Αυτόν είναι
που βλέπουμε, προσκυνούμε, λατρεύουμε και απολαμβάνουμε τον «Ένα Θεό».
Στην Α’ Κορ.α:24 ο Παύλος λέει: «εις αυτούς όμως τους προσκεκλημένους, Ιουδαίους τε και Έλληνας, Χριστόν
Θεού δύναμιν και Θεού σοφίαν».
Επίσης στην Κολ.β:2-3 λέει: «ἵνα παρακληθῶσιν αἱ καρδίαι αὐτῶν συμβιβασθέντες ἐν ἀγάπῃ καὶ εἰς πᾶν
πλοῦτος τῆς πληροφορίας τῆς συνέσεως εἰς ἐπίγνωσιν τοῦ μυστηρίου τοῦ θεοῦ,
Χριστοῦ, ἐν ᾧ εἰσιν πάντες οἱ θησαυροὶ τῆς σοφίας καὶ γνωσέως ἀπόκρυφοι».
Αυτό το μυστήριο, για το οποίο ο Παύλος θέλει να έχουμε
επίγνωση, είναι του Θεού Χριστού. Αυτό είναι το οποίο αναλύουμε σε όλες αυτές
τις σελίδες και σ' αυτό οδηγεί όλος ο λόγος του Θεού. Ο Πατέρας Θεός, που είναι
Χριστός ταυτόχρονα» αυτό θα πει «του Θεού Χριστού» και βλέπουμε ότι
χρησιμοποιεί το οριστικό άρθρο, που σημαίνει ότι ορίζει όλη τη θεότητα στο
Χριστό.
Αυτό ακριβώς μας λέει πάλι λίγο παρακάτω στην προς Κολοσσαείς
ο Παύλος ότι «Παν το πλήρωμα της θεότητος κατοικεί εν αυτώ σωματικώς».
Ο Θεός που είναι το πλήρωμα, και ο Χριστός που είναι το σώμα,
ο άνθρωπος, ο κεχρισμένος, ο Αμνός, που έχει την ύπαρξή Του μέσα στον Πατέρα
πριν από οτιδήποτε άλλο. Δια μέσου Αυτού, μέσα στο λόγο του Πατέρα, έγινε πρώτα
η εκκλησία και στη συνέχεια ο Πατέρας άρχισε να δημιουργεί κάθε τι με σειρά,
μέχρις ότου ήρθε η ώρα να φανερώσει και Αυτόν, τον ΠΡΟΓΝΩΡΙΣΜΕΝΟ Υιό και Μεσσία
στο κόσμο.
Αυτή την ομολογία δίνει και ο Πέτρος την ημέρα της
Πεντηκοστής μπροστά στον Εβραϊκό λαό, ο οποίος είχε άκρα μονοθεϊστική συνείδηση
και λέει: «τούτον λαβόντες παραδεδομένον
κατά την ωρισμένην βουλήν και πρόγνωσιν του Θεού, διά χειρών ανόμων
σταυρώσαντες εθανατώσατε» Πράξ.β:23.
Άλλη μία μαρτυρία του κορυφαίου των αποστόλων, που δεν
πίστευε σε κανένα «θεό υιό», αλλά στον «προεγνωσμένο Χριστό», το Μεσσία του κόσμου.
Μέσα σ' αυτή τη πρόγνωση και την ορισμένη βουλή του Θεού, που είναι ο λόγος του
Πατέρα, ο Πέτρος μας λέει ότι ήταν όχι μόνον ο Υιός, αλλά και όλοι οι άγιοι: «εκλεκτούς κατά πρόγνωσιν Θεού Πατρός,
διά του αγιασμού του Πνεύματος, εις υπακοήν και ραντισμόν του αίματος του Ιησού
Χριστού· πληθυνθείη χάρις και ειρήνη εις εσάς» Α’ Πέτρ.α:2.
Όπως η Σοφία, η αρετή αυτή του Πατέρα, είναι διάχυτη παντού
και έχει σχέση με κάθε έργο του Πλάστη, με την ίδια έννοια πρέπει να δεχτούμε
και τη σχέση του Υιού προς τη δημιουργία. Εδώ φανερώνεται η καρδιά του Πατέρα
και η θέση του Υιού από μέσα Του προς όλη τη δημιουργία. Ο Υιός σαν η Σοφία του
Θεού είναι ο Αρχιτέκτων, η Αρχή της δημιουργίας και το μέσου διά του οποίου
έγιναν τα πάντα. Όλα όσα ο Θεός έκανε είναι συνυφασμένα με την αποκάλυψη του
Υιού Του, του Αμνού της θυσίας.
Έθεσε τους νόμους και την αρχή του σχεδίου της σωτηρίας Του
μέσα στη φύση, ώστε ο Θεός να μπορεί να μας διδάσκει με αυτά, ή ακόμη εμείς να
τα παρατηρούμε και μέσω αυτών να αντιλαμβανόμαστε την φροντίδα Του και τη
σωτηρία Του. Για παράδειγμα έθεσε την αρχή του θανάτου και της ανάστασης, το
θάνατο της σάρκας και την ανάσταση του νέου ένδοξου σώματος που θα λάβουμε την
ώρα της αρπαγής, στη σπορά του γυμνού κόκκου, ο οποίος για να φέρει καρπό
πρέπει να πεθάνει, ώστε μετά από λίγο να αναστηθεί καινούργιο ένδοξο και τελείως
διαφορετικό από εκείνο που θάφτηκε. Αυτό το διδάσκει ο Παύλος στην Α’ Κορ.ιε,
που είναι το κεφάλαιο της ανάστασης.
Ο Κύριος δίδαξε τους μαθητές Του και όλους εμάς παίρνοντας
σαν βάση διάφορα στοιχεία της δημιουργίας, για να παραλληλίσει τις πνευματικές
αξίες. Η ιδέα της λύτρωσης είναι θεμελιωμένη όχι μόνο στον άνθρωπο, αλλά και σε
όλη την κτίση, γι' αυτό ο Παύλος λέει:
«Διότι η μεγάλη
προσδοκία της κτίσεως προσμένει την φανέρωσιν των υιών του Θεού» Ρωμ.η:19
Ο Πατέρας σε κάθε τι που έκανε με τη Σοφία Του, είχε τον Υιό
σαν Αρχή, σαν θεμέλιο, σαν βάση και απαραίτητη προϋπόθεση για την ύπαρξη και
συναρμολόγηση των πάντων.
Έθεσε Αυτόν αρχή, πρότυπο και δι’ Αυτού έκανε τα πάντα. Όλο
αυτό βέβαια έγινε μέσα στο Θεό και από το Θεό, όχι έξω απ’ Αυτόν.
Την αλήθεια αυτή την επιβεβαιώνει άλλη μια φορά ο απ. Παύλος
λέγοντας:
«ὅς ἐστιν εἰκὼν τοῦ θεοῦ
τοῦ ἀοράτου, πρωτότοκος πάσης κτίσεως, ὅτι ἐν αὐτῷ ἐκτίσθη τὰ πάντα ἐν τοῖς οὐρανοῖς
καὶ ἐπὶ τῆς γῆς τὰ ὁρατὰ καὶ τὰ ἀόρατα, εἴτε θρόνοι εἴτε κυριότητες εἴτε ἄρχαι
εἴτε ἐξουσίαι· τὰ πάντα δι' αὐτοῦ καὶ εἰς αὐτὸν ἔκτισται· καὶ αὐτός ἐστιν πρὸ
πάντων καὶ τὰ πάντα ἐν αὐτῷ συνέστηκεν» Κολ.α:15-17
Όσο αφορά στην πρόθεση «εν», πρέπει να την προσέξουμε ιδιαίτερα,
διότι εκφράζει απόλυτα την έννοιά της στις αληθείς αυτές, δηλ. ότι ο Πατέρας
Θεός έκτισε τα πάντα μέσα στον Υιό (σαν λόγο).
Το ότι ο Θεός «έκτισε τα πάντα «ΕΝ ΑΥΤΩ», σημαίνει ότι τα
έκτισε μέσα σ' Αυτόν και δι’ Αυτού, σαν Λόγου και αρχής των πάντων, μέσα στον
ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ.
Ο απ. Παύλος λέει:
«αὐτοῦ γὰρ ἐσμεν
ποίημα, κτισθέντες ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ ἐπὶ ἔργοις ἀγαθοῖς οἷς προητοίμασεν ὁ θεὸς, ἵνα
ἐν αὐτοῖς περιπατήσωμεν» Εφες.β:10
Σ' Αυτού την εικόνα είναι που όλη η εκκλησία μεταμορφώνεται
και ομοιάζει μέρα με την ημέρα, από δόξα σε δόξα. Όταν ο Πατέρας δια του Υιού
Του τελειώσει το έργο Του μέσα στους αγίους, όλοι οι άγιοι θα είναι «κατά την
εικόνα του Υιού» ο Οποίος είναι η εικόνα του Θεού του αοράτου. Άρα το «καλούπι»,
ή ο γνώμονας που ο Πατέρας χρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί στη δημιουργία Του,
είναι ο Ιησούς Χριστός.
Έτσι ο Πατέρας μαζί με τον Υιό (σαν ενδιάθετος λόγος),
άρχισαν να εργάζονται από καταβολής κόσμου, για να φέρουν τον άνθρωπο κατά την εικόνα
και την ομοίωση του Πατέρα. Γι’ αυτό στη Γέν.α:26 ο Πατέρας λέει: «Ας κάμωμεν άνθρωπον κατ' εικόνα ημών, καθ'
ομοίωσιν ημών…» διότι στην αρχή της υλικής δημιουργίας ο Πατέρας δεν ήταν μόνος,
αλλά με τον Υιό, σαν ενδιάθετο λόγο, σαν το Αρνίο το εσφαγμένο από καταβολής
κόσμου, σαν η σοφία και η δύναμη της δημιουργίας, όχι σαν δεύτερο πρόσωπο, αλλά
σαν μέρος του ίδιου του Πατέρα. Αυτός ο Αμνός είναι ο «εργάτης» και ο «αρχιτέκτων»
δια του οποίου ο Πατέρας έκανε ότι έκανε, είναι η προσωποποιημένη Σοφία, το
Ρήμα και ο λόγος του Πατέρα, σαν στοιχείο του Πατέρα και όχι ξέχωρο απ’ Αυτόν.
Είδαμε στα εδάφια που προαναφέρθηκαν ότι ο Χριστός είναι η
ΔΥΝΑΜΗ του Θεού, Η ΣΟΦΙΑ του Θεού, Ο ΛΟΓΟΣ του Θεού, ΤΟ ΡΗΜΑ του Θεού, ΣΩΤΗΡΙΑ
του Θεού (Λουκ.γ:6). Βλέπουμε δηλαδή καθαρές ιδιότητες του Πατέρα Θεού, να
προσωποποιούνται στον Ιησού Χριστό. Αν τώρα πάρουμε το σκεπτικό που μας
προσφέρει η θεωρία της τριάδας, που λέει ότι: «ο λόγος του Θεού είναι μια άλλη
προσωπικότητα από τον Πατέρα ...» τότε και η σοφία είναι άλλο πρόσωπο για τον
ίδιο λόγο που είναι και ο λόγος του Θεού, και η δύναμη του Πατέρα είναι άλλο πρόσωπο
για τον ίδιο λόγο που είναι και ο λόγος και η σοφία, και η σωτηρία του Θεού
είναι άλλο πρόσωπο κ.ο.κ.
Αυτά όμως είναι παράλογα πράγματα και φανερώνουν από μόνα
τους ότι είναι ξένα προς την αλήθεια. Το μόνο πρόσωπο μέσα στη Θεότητα είναι ο
Πατέρας και αυτός είναι η σοφία και η δύναμη και η εξουσία και η σωτηρία και ο λόγος,
όλα μέρος του Εαυτού Του, χάριτες της μοναδικής Του προσωπικότητας.
Έτσι μέσα στο Θεό, μορφώθηκε και ο Χριστός με τους αγίους και
κατά συνέπεια όλη η κτίση. Δεν σημαίνει ότι ο λόγος του Πατέρα ήταν ξέχωρος από
τον Εαυτό Του, αλλά ήταν το ίδιο το είναι Του. Αυτός ευδόκησε να δώσει αυτή την
πρώτη θέση στον Υιό Του, τόσο ενδιάθετα μέσα στο λόγο Του, όσο και μετά που έγινε
σάρκα και πήρε ανθρώπινη υπόσταση. Ο Πατέρας ευδόκησε να προσωποποιήσει τη σοφία,
τη δύναμη και τη δόξα Του στον Υιό Του και καλά θα κάνουμε κι εμείς να το δεχθούμε,
γιατί αυτό ήταν, είναι και θα είναι το θέλημα του Πατέρα.
Μη νομίσουμε ότι το να μιλά ο λόγος του Θεού για τον Υιό σαν
ενδιάθετο λόγο του Πατέρα, είναι ξένο προς τις Γραφές και το Πνεύμα του Θεού. Ο
Θεός μπορεί να μιλάει για γεγονότα, καταστάσεις και πρόσωπα, σαν να υπάρχουν,
σαν να έχουν ζωή και ύπαρξη, πριν ακόμη αυτά να έχουν γίνει ή να έχουν γεννηθεί
στην πραγματικότητα.
Δεν συμπεραίνουμε όμως ότι τα πρόσωπα ή οι καταστάσεις ή τα
γεγονότα προϋπήρχαν, αλλά το δεχόμαστε απλά ότι ο Θεός μιλά προφητικά με τη δύναμη
της πρόγνωσης Του, για πράγματα που πρόκειται να γίνουν.
Έτσι μιλά ακόμη και ο απόστολος Παύλος όταν χτίζει ένα
επιχείρημα για να αποδείξει την ανώτερη από τους Λευίτες, ιεροσύνη του Χριστού
στην προς Εβρ.ζ:9-10: «Και διά να είπω
ούτω, διά του Αβραάμ και ο Λευΐ, όστις ελάμβανε δέκατα, απεδεκατώθη. Διότι εν
τη οσφύϊ του πατρός αυτού ήτο έτι, ότε συνήντησεν αυτόν ο Μελχισεδέκ»
Να, ένα απλό παράδειγμα που χρησιμοποιεί ο Παύλος και όλοι
δεχόμαστε ότι ναι μεν ο Λευί δεν προϋπήρχε σαν δεύτερο πρόσωπο μέσα στον πατέρα
του Αβραάμ πριν αυτός γεννηθεί από τον πατέρα του Ιακώβ, αλλά δεν παύουμε να
βλέπουμε σε μια άλλη προσωπικότητα η οποία ήταν μέσα στον Αβραάμ η οποία ήλθε
στην ύπαρξη αργότερα.
Με τον ίδιο τρόπο μας μιλά και ο Πατέρας για τον Υιό Του. Δεν
προϋπήρχε ξέχωρα από τον Πατέρα, σαν άλλη προσωπικότητα, όμως ήταν μέσα στον Πατέρα
και γεννήθηκε αργότερα, στο πλήρωμα των καιρών. Αυτό όμως δεν ενοχλεί τον Πατέρα
να μιλάει γι' Αυτόν και να τον βλέπει δια μέσου της πρόγνωσης Του ώστε να
σχεδιάσει και να δημιουργήσει τα πάντα πάνω σ' Αυτόν εξ αιτίας του έργου που επρόκειτο
να κάνει.
Το συμπέρασμα λοιπόν πάλι, είναι αυτό που από την αρχή λέμε. Έχουμε
τον Πατέρα Θεό και τον άνθρωπο Χριστό Ιησού. Πριν γεννηθεί και πάρει ξεχωριστή
ανθρώπινη υπόσταση και προσωπικότητα από τον Πατέρα, ήταν ο ενδιάθετος προσωποποιημένος
λόγος και η Σοφία του Θεού.
Όχι «Θεός Υιός», πολυθεϊσμός και ειδωλολατρία, αλλά το θεμέλιο
των προφητών και των αποστόλων, καθαρό αμιγές και άγιο. Τα πάντα λοιπόν έγιναν δια
του Υιού και χωρίς Αυτόν δεν έγινε τίποτε από ότι έγινε.