Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

Ερωτήσεις που περιμένουν απαντήσεις!





























Ο Ιησούς είπε: «Περί δε της ημέρας εκείνης και της ώρας ουδείς γινώσκει, ουδέ οι άγγελοι οι εν ουρανώ, ουδέ ο Υιός, ειμή ο Πατήρ» (Μάρκ.ιγ:32).

Τι γίνεται με το Άγιο Πνεύμα; Προφανώς ούτε αυτό γνωρίζει αφού μόνο ο Πατέρας γνωρίζει. Δηλαδή υπάρχουν πράγματα που ξέρει ο Πατέρας και δεν ξέρει το Πνεύμα; Μα, αν είναι έτσι, με ποια λογική τα πρόσωπα της τριάδας είναι ίσα και ομοούσια;



«Και πας όστις θέλει ειπεί λόγον κατά του Υιού του ανθρώπου, θέλει συγχωρηθή εις αυτόν όστις όμως βλασφημήση κατά του Αγίου Πνεύματος, εις αυτόν δεν θέλει συγχωρηθή» (Λουκ.ιβ:10).

Αν ο Υιός και το Πνεύμα είναι ισότιμα πρόσωπα της θεότητας, γιατί η βλασφημία του Υιού συγχωρείται αλλά δεν συγχωρείται η βλασφημία του Αγίου Πνεύματος;

«Απεκρίθη λοιπόν ο Ιησούς και είπε προς αυτούς Αληθώς, αληθώς σας λέγω, δεν δύναται ο Υιός να πράττη ουδέν αφ' εαυτού, εάν δεν βλέπη τον Πατέρα πράττοντα τούτο επειδή όσα εκείνος πράττει, ταύτα και ο Υιός πράττει ομοίως» (Ιωάν.ε:19).

«Δεν δύναμαι εγώ να κάμνω απ' εμαυτού ουδέν. Καθώς ακούω κρίνω, και η κρίσις η εμή δικαία είναι διότι δεν ζητώ το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με Πατρός» (Ιωάν.ε:30).

«διότι κατέβην εκ του ουρανού, ουχί διά να κάμω το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με» (Ιωάν.ς:38).

Γιατί ο Υιός δεν έχει καμία εξουσία παρά αυτή που ο Πατέρας του δίνει, αν πραγματικά ο Υιός είναι ίσος με τον Πατέρα, ενώ συνεχίζει να υπάρχει (ο Υιός), και μετά την ενσάρκωση, σαν το δεύτερο παντοδύναμο πρόσωπο στη θεότητα;

Η μοναδική λογική απάντηση που μπορούν να δώσουν οι τριαδικοί, είναι ότι ο Θεός Υιός, καθώς συνεχίζει να υπάρχει μετά την ενσάρκωση, όντως έχει όλη τη δύναμη, αλλά μόνο στην ενσαρκωμένη μορφή του είναι περιορισμένος θεός Υιός, και χρειάζεται να παίρνει δύναμη από τον Πατέρα εξαιτίας της ανθρώπινης φύσης Του. Όμως, μια τέτοια ερμηνεία δεν διαφέρει πολύ απ’ αυτό που κι εμείς λέμε, ότι ο Υιός είναι περιορισμένος εξαιτίας της ανθρώπινης φύσης Του, ενώ η θεότητά Του είναι η θεότητα του Πατέρα, που συνεχίζει να υφίσταται απεριόριστα και μετά την ενσάρκωση.

Γιατί, αν ο Ιησούς συνελήφθει από το Άγιο Πνεύμα (τρίτο πρόσωπο), λογίζεται σαν πατέρας του ο Θεός Πατέρας (πρώτο πρόσωπο) και όχι το Άγιο Πνεύμα; (Ματθ.α:18, 20, Λουκ.α:35);

Αυτός που συμβάλει στη σύλληψη ενός παιδιού, δεν είναι ο πατέρας του; Αν η σύλληψη έγινε εκ Πνεύματος Αγίου, τότε αυτό είναι ο πατέρας. Αν η συζήτηση είναι από ποιον συνέλαβε η Μαρία, τον Πατέρα ή το Άγιο Πνεύμα, γιατί η Γραφή δεν λέει κάτι τέτοιο; Λέει μόνο ότι συνέλαβε εκ Πνεύματος Αγίου, κι ότι ο πατέρας του Ιησού ήταν ο Θεός. Αν το Άγιο Πνεύμα επισκίασε τη Μαρία για να συλλάβει, γιατί να μην είναι το Άγιο Πνεύμα αυτό που ενσαρκώθηκε; Τελικά, αν ο Ιησούς είναι το δεύτερο πρόσωπο, ο θεός υιός που ενσαρκώθηκε, όπως υποστηρίζουν οι τριαδικοί, γιατί να μην είναι ο θεός υιός αυτός που γονιμοποίησε τη μήτρα της Μαρίας, και μετά να ενσαρκώθηκε ο ίδιος; Δεν είναι το δεύτερο πρόσωπο, ο λόγος, που έγινε σάρκα (Ιωάν.α:1, 14); Αν δεν ταυτίσουμε το Πνεύμα που προκάλεσε τη σύλληψη με το λόγο, η ενσάρκωση δεν έχει λογική, αλλά κάνοντας μια τέτοια διασύνδεση είναι ακριβώς αυτό που οι Μονοθεϊστές δέχονται για τη θεότητα.

Γιατί μπορεί μόνο το δεύτερο πρόσωπο της τριάδας να γίνει άνθρωπος κι όχι τα άλλα δύο πρόσωπα, στο φως της τριαδικής διδασκαλίας περί ισότητας προσώπων; Γιατί μόνο ο Πατέρας και το Πνεύμα κατοικούν μέσα στον Ιησού (όπως συχνά αναφέρεται), ενώ ο αιώνιος υιός είναι στην πραγματικότητα η βασική θεότητα του Ιησού; Πως μπορεί κανείς να διαχωρίσει τα πρόσωπα χωρίς να ομολογεί τρεις θεούς, από τους οποίους μόνο ο ένας ενσαρκώθηκε και οι άλλοι δύο απλά ακολουθούν κατά πόδας;

Αν έγινε άνθρωπος ο αιώνιος υιός, κι όχι ο Πατέρας ή το Πνεύμα, γιατί ο Ιησούς δεν το είπε ποτέ; Ο Παύλος είπε ότι ο Ιησούς είναι η εικόνα του αόρατου Θεού. Ο Ιησούς είπε ότι όσοι τον έβλεπαν, έβλεπαν τον Πατέρα (προφανώς όχι την ουσία ή τη φύση του Πατέρα, γιατί κανένας άνθρωπος δεν μπορεί να δει την ουσία του Θεού, άσχετα αν είναι ένα ή τρία πρόσωπα).

Ποτέ ο Ιησούς δεν υποστήριξε ότι όποιος τον έβλεπε, έβλεπε την εικόνα του αιώνιου υιού. Αν ο Ιησούς είναι το «δεύτερο πρόσωπο» που έγινε σάρκα, τότε γιατί ποτέ δεν είπε «όποιος είδε εμένα είδε τον Υιό»; Γιατί δεν είπε, «όποιος είδε εμένα, είδε το Άγιο Πνεύμα»; Γιατί μόνο τον Πατέρα; Αν η θεότητα του Ιησού είναι ο αιώνιος υιός, σε αντιδιαστολή με τον Πατέρα και το Πνεύμα, γιατί ο Ιησούς έλεγε ότι όποιος είδε αυτόν είδε τον Πατέρα, αντί να λέει ότι είδε τον Υιό; Ο Ιησούς έλεγε ότι βλέποντάς Τον, έβλεπες Αυτόν που Τον έστειλε (τον Πατέρα) (Ιωάν.ιβ:45).


Το «Πνεύμα» αναφέρεται 240 φορές στην Π.Δ., και ούτε μία φορά δεν δίνει την εντύπωση ότι μιλάει για κάποιο ξεχωριστό πρόσωπο από το Θεό. Μάλλον παραπέμπει σε μια διαφορετική όψη του προσώπου του Θεού, ή της φύσης του Θεού. "Το Πνεύμα του ΓΙΑΧΒΕ" αναφέρεται 26 φορές και ούτε μία δεν υποδηλώνει ένα διαφορετικό πρόσωπο από τον ΓΙΑΧΒΕ. Γιατί να συμβαίνει αυτό, αν το Πνεύμα είναι διαφορετικό πρόσωπο από τον ΓΙΑΧΒΕ;

Γιατί, αν πραγματικά υπάρχουν εσωτερικές σχέσεις μεταξύ των τριών διαφορετικών προσώπων της θεότητας, δεν διαβάζουμε πουθενά το Άγιο Πνεύμα να δίνει ή να παίρνει αγάπη; Γιατί το Άγιο Πνεύμα είναι απών από αυτά τα εδάφια κλειδιά σχετικά μ’ αυτές τις σχέσεις; Ματθ.ια:27, Ιωάν.ι:30, ιδ:10, 31 (γιατί μένει ο Πατέρας κι όχι ο Υιός εν αυτώ;), ις:3, ιζ:3, 21-22, Α΄ Κορ.η:6, Α΄Τιμ.β:5, ε:21, Πράξ.ζ:55, Α΄Ιωάν.α:3, Αποκ.γ:5, ε:13, ζ:10, κα:22.

Πως γίνεται να γνωρίσουμε τον Πατέρα γνωρίζοντας τον Ιησού, αλλά να μην μπορούμε να γνωρίσουμε τον Ιησού (δεύτερο πρόσωπο) γνωρίζοντας τον Πατέρα, αν πραγματικά υπάρχει ισότητα προσώπων; (Ιωάν.η:19, ιδ:7, Β΄Ιωάν.). Γιατί δεν μπορούμε να γνωρίσουμε το Πνεύμα γνωρίζοντας τον Ιησού;

Συχνά, ο Ιησούς εμφανίζεται ξεχωριστός απ’ το Θεό (Ματθ.κζ:46, Λουκ.β:52, ιη:19, Ιωάν.η:40, 54, ιδ:1, ιζ:3, κ:17, Πράξ.β:22, δ:10, ζ:55, ι:38, Ρωμ.ι:9, Α΄ Κορ.η:4-6, Εφες.α:3; Εβρ.α:9; Α΄ Πέτρ.α:3), αλλά τέτοιες διακρίσεις δεν μας οδηγούν να συμπεράνουμε ότι ο Ιησούς δεν είναι Θεός, ούτε αυτή η ορολογία διάκρισης της Καινής Διαθήκης μας κάνει να καταλήξουμε στο συμπέρασμα ότι η θεότητα του Ιησού είναι ένα ξεχωριστό πρόσωπο μέσα στη θεότητα.

Τέτοιες διακρίσεις δεν υπάρχουν ανάμεσα σε ίσα πρόσωπα σε μια τριάδα. Έχουμε μόνο δύο επιλογές για να κατανοήσουμε αυτούς τους ξεχωρισμούς: ή πρέπει να συμπεράνουμε ότι ο Ιησούς δεν είναι Θεός, ή να καταλήξουμε ότι αυτές οι διακρίσεις συμβαίνουν εξαιτίας της ενσάρκωσης (ο Θεός εφανερώθη εν σαρκί). Δεν υπάρχει λόγος να αξιώσουμε ένα «ξεχωριστό ομοούσιο πρόσωπο» με το Θεό, εξαιτίας της ορολογίας.

Όπως υπάρχουν εδάφια που φαίνεται να φανερώνουν ότι ο Υιός προϋπήρχε της ενσάρκωσης (Ιωάν.ιζ:5, Κολ.α:15-16, Εβρ.α:1-2), υπάρχουν επίσης εδάφια που φαίνεται να φανερώνουν ότι εμείς προϋπάρχαμε (Εφες.α:3, Β΄Τιμ.α:9, Τίτ.α:2, Α΄Πέτρ.α:20). Αν δεν συμπεραίνουμε ότι προϋπάρχαμε, γιατί συμπεράνουμε ότι ο Υιός προϋπήρχε σαν ξεχωριστό πρόσωπο μέσα στη θεότητα;

Αν ο Θεός είναι μια «αιώνια τριάδα προσώπων», με το κάθε πρόσωπο να είναι ξεχωριστό από τα άλλα, και ικανό να δώσει και να πάρει αγάπη από τα υπόλοιπα, τότε γιατί αν ο άνθρωπος δημιουργήθηκε κατά την εικόνα του Θεού, δεν μοιάζει στο Δημιουργό του; Μπορεί να αποτελούμαστε από σώμα, ψυχή και πνεύμα, αλλά αυτά δεν είναι ξεχωριστά πρόσωπα, που το καθένα έχει δική του γνώμη και αλληλεπιδρούν το ένα με το άλλο. Δεν υπάρχει κανένα είδος αγάπης ανάμεσα στο πνεύμα και την ψυχή μου ή το σώμα μου.