Λίγο ενδιαφέρει αυτό που εμείς σκεφτόμαστε
για τον εαυτό μας ή εκείνο που οι άλλοι σκέφτονται για μας. Είναι όμως
σημαντικό να μάθουμε τι σκέφτεται ο Θεός για μας. Και για να το μάθουμε, πρέπει
να αφεθούμε μόνοι, μακριά απ’ τον κόσμο, μακριά απ’ το εγώ, μακριά απ’ όλες τις
σκέψεις και τους συλλογισμούς, μόνοι με το Θεό.
«Ο δε
Ιακώβ έμεινε μόνος και επάλαιε μετ’ αυτού άνθρωπος...» Εδ.24 Αυτό που
πρέπει να προσέξουμε, είναι ότι δεν πάλευε ο Ιακώβ μ’ ένα άνθρωπο, αλλά ένας άνθρωπος
με τον Ιακώβ, αν και στον Ωσηέ ιβ:3,4 διαβάζουμε ότι ήταν ο Θεός μέσω του
αγγέλου Του που πάλευε με τον Ιακώβ. Συχνά χρησιμοποιούν αυτή τη σκηνή - λάθος
- σαν παράδειγμα της δύναμης με την οποία προσευχόταν ο Ιακώβ. Το να παλεύω με
κάποιον και να παλεύει κάποιος μ’ εμένα είναι δύο τελείως διαφορετικές έννοιες.
Όταν εγώ παλεύω με κάποιον σημαίνει ότι θέλω να του πάρω κάτι, ενώ όταν κάποιος
παλεύει μ’ εμένα, σημαίνει ότι αυτός θέλει να μου πάρει κάτι.
Ο Θεός παλεύει με τον Ιακώβ, για να τον κάνει
να καταλάβει ότι δεν είναι τίποτα άλλο από ένα αδύνατο και άθλιο πλάσμα. Επειδή
δε έβλεπε ότι ο Ιακώβ αντιστεκόταν με ισχυρογνωμοσύνη, «ήγγισεν την άρθρωσιν του μηρού αυτού, και μετετοπίσθη η άρθρωσις του
μηρού του Ιακώβ». Η μετατόπιση της άρθρωσης του Ιακώβ είναι σύμβολο της
θυσίας της προσωπικής ζωής. Έτσι, ένα αγγείο αδειάζει κι είναι έτοιμο να
γεμίσει με το Θεό. Όταν η δική μας δύναμη φεύγει, δεν υπάρχει άλλη πηγή δύναμης
εκτός απ’ τον Κύριο. Είναι πάντοτε απαραίτητο να παρθεί η απόφαση του θανάτου,
να καταλάβουμε τη σπουδαιότητα του σταυρού του Χριστού, πριν μπορέσουμε να
περπατήσουμε με το Θεό με σταθερότητα και ευτυχία.
Παρακολουθήσαμε τον Ιακώβ μέχρι εδώ, είδαμε
τους ελιγμούς και τις ενέργειες του εξαιρετικού χαρακτήρα του, τον είδαμε να
καταστρώνει σχέδια και να κάνει διάφορους συμβιβασμούς τα 20 χρόνια που έμεινε
με τον Λάβαν, αλλά μόνο όταν «έμεινε μόνος», κατάλαβε τη φυσική του αδυναμία
και ανικανότητα. Τώρα αρχίζει να παλεύει αυτός με τον άγγελο λέγοντας «Δεν θέλω σε αφήσει να απέλθης, εάν δεν με
ευλογήσης». Από τότε μια νέα εποχή αρχίζει στη ζωή του Ιακώβ. Μέχρι εδώ,
επέμενε στις δικές του προσπάθειες. Δεν είναι εύκολο πράγμα να φτάσει κανείς
στο σημείο ν’ αναγνωρίσει τη μηδαμινότητα της ανθρώπινης φύσης και να μπορέσει
να πει:
«Δεν θέλω
σε αφήσει να απέλθεις». Ο Ιακώβ πάλευε πολύ ώρα πριν υποκύψει, επειδή η
εμπιστοσύνη του στη σάρκα ήταν πολύ μεγάλη. Αλλά ο Θεός μπορεί να κατεβάζει
μέχρι το χώμα και τον πιο ισχυρογνώμονα χαρακτήρα. Πρέπει να είναι κανείς
«αδύνατος» πριν μπορέσει να είναι «δυνατός». «Η δύναμις του Χριστού» μπορεί ν’
αναπαύεται «εν εμοί», ανάλογα με τη γνώση που έχω για τις αδυναμίες μου (Β’
Κορ.ιβ:9).
Ποτέ η ανθρώπινη φύση δε μπορεί να
χρησιμεύσει σαν υποστήριγμα στη δύναμη της χάρης του Χριστού. Αν γινόταν αυτό,
τότε η σάρκα θα είχε κάτι να καυχιέται ενώπιον του Θεού.
Επειδή λοιπόν η φανέρωση της δόξας του Θεού
και του ονόματος ή του χαρακτήρα του Θεού είναι ενωμένη με την παραμέριση της ανθρώπινης
φύσης, είναι φανερό ότι η ψυχή δεν μπορεί ν’ απολαύσει αυτή τη φανέρωση πριν η
φύση παραμεριστεί πραγματικά.
Ο άγγελος ρωτάει: «Τί είναι το όνομά σου;» Όταν αυτός απαντάει «Ιακώβ», στην
πραγματικότητα με μία λέξη ομολόγησε το χαρακτήρα του: υποσκελιστής και δόλιος.
Μετά απ’ αυτή την ομολογία, το όνομά του αλλάζεται σε «Ισραήλ» που σημαίνει
πρίγκιπας με το Θεό. Η άρνηση του εαυτού, ήταν πάντοτε ένας σημαντικός παράγοντας
νικηφόρας προσευχής. Ματθ.ιε:24-28 Μαρκ.θ:28-29
Λουκ.ια:1-13 ιη:1-8 Πράξ.ιβ:5 Β’
Κορ.ιβ:9 Ιωαν.γ:30. Είναι προτιμότερο να είναι κανείς χωλαίνων Ιακώβ που μετονομάστηκε
Ισραήλ, παρά ισχυρός Ιακώβ που παραμένει Ιακώβ!
Όμως, όταν ο Ιακώβ ρωτάει να μάθει το όνομα
του Θεού, αυτό δεν του αποκαλύπτεται. Ο Θεός αρνείται να του πει το όνομά Του,
αν και έκανε τον Ιακώβ να του πει την αλήθεια σχετικά με τον εαυτό του και σαν
συνέπεια να τον ευλογήσει. Αυτό μας διδάσκει ότι το να ευλογηθεί κανείς απ’ το
Θεό, είναι ένα τελείως διαφορετικό πράγμα απ’ το να λάβει δια του Πνεύματος την
αποκάλυψη του ονόματος του Θεού, του χαρακτήρα του Θεού.
Κλείνοντας αυτό το κεφάλαιο, θα παρατηρήσουμε
ότι το βιβλίο του Ιώβ είναι, υπό μία έννοια, μια ερμηνεία αυτής της σκηνής της
ιστορίας του Ιακώβ. Στα 31 πρώτα κεφάλαια, ο Ιώβ παλεύει με τους φίλους του και
κρατά τη θέση του εναντίον όλων των επιχειρημάτων τους. Στο κεφάλαιο λβ ο Θεός
χρησιμοποιεί τον Ελιού κι αρχίζει να παλεύει μαζί του και στο κεφάλαιο λη τον
προσβάλλει κατευθείαν με όλη τη φανέρωση της μεγαλειότητας και της δόξας Του,
κάνοντάς τον να προφέρει τα γνωστά λόγια: «Ηκουον
περί σου με την ακοήν του ωτίου, αλλά τώρα ο οφθαλμός μου σε βλέπει...» (Ιώβ
μβ:5-6).
Μόνο όταν δει κανείς τι είναι ο Θεός μπορεί
να οδηγηθεί σε πραγματική μετάνοια και αποστροφή του εαυτού του. Το ίδιο θα
συμβεί στο λαό Ισραήλ, όταν «θα επιβλέψουν
προς εκείνον τον οποίον εξεκέντησαν, θα πενθήσουν». Τότε ο Θεός θα τους
ευλογήσει και θα τους αποκαταστήσει πλήρως (Ωσ.ιγ:9)!