Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018

Γένεση (110)


ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΔΕΥΤΕΡΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Ο Ιακώβ έχει αποκτήσει τώρα αρκετή περιουσία ώστε να αισθάνεται δυνατός στηριζόμενος στον εαυτό του. Ακόμα δεν έχει μάθει το μάθημα της πλήρους εξάρτησης απ’ τον Κύριο. Δεν έχει σημασία τι ο Θεός βλέπει στη σάρκα μας που πρέπει να πεθάνει, Αυτός απλά ξέρει σε τι περιστάσεις πρέπει να μας τοποθετήσει για να μας διδάξει τα μαθήματα που πρέπει να πάρουμε.

Η προσδοκώμενη συνάντηση με τον Ησαύ, που κάποτε είχε επιχειρήσει να τον σκοτώσει, ήταν ακριβώς αυτό που χρειαζόταν ο Ιακώβ για να τον διδάξει ότι στη θέση που βρισκόταν έπρεπε να παραδοθεί απόλυτα στο έλεος του Θεού. Μόλις είχε κάνει ειρήνη με τον πεθερό του και τώρα ακούει ότι ο αδελφός του έρχεται εναντίον του με 400 άντρες.

Η χάρη του Θεού συνοδεύει τον Ιακώβ. Τίποτα δεν μπορεί ν’ αλλάξει την αγάπη του Θεού. Αγαπά με αγάπη αναλλοίωτο. Αυτόν που αγαπά, τον αγαπά μέχρι τέλους. Η αγάπη Του είναι όμοια με τον Εαυτό Του: «η αυτή χθες σήμερον και εις τους αιώνας» (Εβρ.ιγ:8). Όμως, πόσο λίγη αποτελεσματικότητα έχει «το στρατόπεδο του Θεού» στον Ιακώβ....


Στέλνει αγγελιοφόρους προς τον Ησαύ τον αδελφό του, με την ευχή να βρει χάρη ενώπιόν του. Σίγουρα ο Ιακώβ αισθάνεται άσχημα και φόβος μπαίνει μέσα στην καρδιά του, γιατί υπήρχαν λόγοι: Είχε ενεργήσει άσχημα εναντίον του αδελφού του, ο οποίος παλιότερα, εξαιτίας αυτού, ήθελε να τον σκοτώσει.

Ακριβώς αυτό ήταν που χρειαζόταν ο Ιακώβ για να καταλάβει την ανάγκη του να ζητήσει βοήθεια απ’ τον Θεό, αλλά τον βλέπουμε πάλι να προσπαθεί να τακτοποιήσει το θέμα μόνος του (εδ.4). Όλα αυτά φανερώνουν μια καρδιά απομακρυσμένη απ’ το Θεό. Εκφράσεις όπως: «ο Κύριός μου» και «ο δούλος σου», δεν είναι γλώσσα ανάμεσα σε αδέλφια, ούτε ενός ανθρώπου που αισθάνεται την αξία που του δίνει η παρουσία του Θεού. Αυτή είναι η γλώσσα του Ιακώβ με μια πονηρή συνείδηση.

Οι αγγελιοφόροι επιστρέφουν και του λένε ότι ο Ησαύ έρχεται να τον συναντήσει με 400 άντρες. Ο Ιακώβ και πάλι δεν εμπιστεύεται το Θεό, αλλά προσπαθεί να τα καταφέρει μόνος του χωρίζοντας το λαό σε δύο μέρη (εδ.7). Όμως την ίδια στιγμή, κράζει προς το Θεό, δίνοντάς μας ένα υπόδειγμα τέλειας προσευχής (εδ.9-12). Μόλις τελειώνει την προσευχή του, επανέρχεται στους συμβιβασμούς και τα τεχνάσματά του. Το να προσεύχεται κανείς και συγχρόνως να καταστρώνει σχέδια, είναι δύο πράγματα που δεν συμβιβάζονται. Όταν κάνω σχέδια, μάλλον στηρίζομαι σ’ αυτά. Όταν προσεύχομαι, οφείλω να στηρίζομαι στο Θεό. Όταν το βλέμμα μου είναι απορροφημένο στις δικές μου ενέργειες, δεν είμαι έτοιμος να δω την επέμβαση του Θεού στην ανάγκη μου. Η προσευχή τότε γίνεται μια τυπική πράξη, ή μια αίτηση στο Θεό ν’ αγιάσει τα δικά μου σχέδια, κι όχι πραγματική έκφραση της ανάγκης μου. Αν κι ο Ιακώβ ζητά απ’ το Θεό να τον ελευθερώσει απ’ τον Ησαύ, γίνεται φανερό ότι δεν εμπιστεύεται την επέμβασή Του, γιατί δοκιμάζει «να κατευνάσει τον Ησαύ με το δώρο».

Ιερ.ιζ:9 Πολύ συχνά είναι δύσκολο ν’ ανακαλύψουμε ποιο είναι το πραγματικό θεμέλιο της εμπιστοσύνης μας. Φανταζόμαστε, ή θέλουμε να πείσουμε τους εαυτούς μας ότι στηριζόμαστε στον Κύριο, ενώ στην πραγματικότητα στηριζόμαστε σε κάποιο συμβιβασμό δικής μας επινόησης.

Αρκετές φορές είμαστε ευχαριστημένοι απ’ τους εαυτούς μας όταν τους συμβιβασμούς μας τους συνοδεύουν οι προσευχές μας ή όταν χρησιμοποιούμε όλα τα επιτρεπόμενα μέσα και προσευχόμαστε στο Θεό να τα ευλογήσει. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις, οι προσευχές μας δεν αξίζουν όπως και τα σχέδιά μας, αφού στηριζόμαστε περισσότερο σ’ αυτά παρά στο Θεό. Ο Θεός μπορεί ν’ απαντήσει τις προσευχές μας δίχως τα δικά μας σχέδια.

Σ’ αυτό το μοντέλο προσευχής του Ιακώβ βρίσκουμε λατρεία (εδ.9), εξομολόγηση (εδ.10), ικεσία (εδ.11), και πίστη (εδ.12).

Ωστόσο, είναι άλλο να προσεύχεσαι και άλλο να παίρνεις νίκη στην προσευχή. Ο Ιακώβ δεν έχει φτάσει σ’ αυτό το σημείο.

Πρέπει να φτάσουμε στο σημείο να αποκηρύξουμε το εγώ μας, για να μπορέσει ο Θεός να εργαστεί δυναμικά στη ζωή μας. Για να τελειώσουμε με τα δικά μας σχέδια, πρέπει να τελειώσουμε με τους εαυτούς μας. Πρέπει να μάθουμε ν’ αναγνωρίζουμε ότι «πάσα σάρξ είναι χόρτος και πάσα η δόξα αυτής ως άνθος του αγρού» (Ησ.μ:6). Ο Ιακώβ οδηγήθηκε σ’ αυτή τη γνώση. Αφού τα τακτοποίησε όλα όπως αυτός νόμιζε, η Γραφή μας λέει ότι: «Ο δε Ιακώβ έμεινε μόνος» (εδ.24). Σ’ αυτή την κατάσταση, εξαρτώμενος απ’ το Θεό, προσεύχεται καλύτερα. Μόνος του με το Θεό! Κανείς μπορεί να προσποιείται ότι είναι αφιερωμένο άτομο μπροστά σε άλλους, αλλά πρόσωπο με πρόσωπο με το Θεό, είναι κάτι διαφορετικό! Πρέπει να βρεθούμε μόνοι με το Θεό, για να φτάσουμε σε μια ακριβή γνώση του εαυτού μας και των οδών μας. Για να γνωρίσουμε την πραγματική αξία της ανθρώπινης φύσης και των ενεργειών της, πρέπει να τη ζυγίσουμε στη ζυγαριά του αγιαστηρίου.