Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 20 Σεπτεμβρίου 2018

Γένεση (116)


ΤΡΙΑΚΟΣΤΟ ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ


Αυτό το κεφάλαιο είναι μια παρεμβολή στο θέμα που εξετάζουμε. Ο λόγος είναι ότι ο Ιούδας υπήρξε ο κατά σάρκα πρόγονος του Μεσσία και το Πνεύμα του Θεού, σύμφωνα με το σκοπό της  Παλαιάς Διαθήκης, έπρεπε να περιλάβει και να διασώσει λεπτομερή κατάλογο ολόκληρης της γραμμής της διαδοχής.


Για άλλη μια φορά βλέπουμε τη χάρη του Θεού να θριαμβεύει πάνω στην αμαρτία του ανθρώπου κατά ένα ένδοξο τρόπο. «Είναι πρόδηλον ότι εξ Ιούδα ανέτειλεν ο Κύριος ημών» (Εβρ.ζ:14). Πώς έγινε αυτό; «Ιούδας δε εγέννησε τον Φαρές και τον Ζαρά εκ της Θάμαρ» (Ματθ.α:3). Ο Θεός, μέσα στην άπειρη χάρη Του, υψώνεται πάνω απ’ τις αμαρτίες και τις αφροσύνες των ανθρώπων για να εκτελέσει τους σκοπούς της αγάπης και του ελέους Του. Έτσι, λίγο παρακάτω στο ευαγγέλιο του Ματθαίου διαβάζουμε «Δαβίδ δε ο βασιλεύς εγέννησε τον Σολομώντα εκ της γυναικός του Ουρίου». Το Πνεύμα του Θεού οδηγώντας μας στην κατά σάρκα γενεαλογία του Ιησού αναφέρει σ’ αυτή την αλυσίδα τη Θάμαρ και την Βήθ - σαβεέ!  Άνθρωπος δεν θα μπορούσε να εφεύρει παρόμοια γενεαλογία, είναι απόλυτα θεία και επιβεβαιώνει τη θεοπνευστία των Γραφών. Αν προσέξουμε όλη τη σειρά της γενεαλογίας στο Ματθ.α θα δούμε ότι συμπεριλαμβάνονται 5 γυναίκες που τα ονόματά τους είχαν κακή φήμη: Θάμαρ: λένε ότι πόρνευσε, Ραχάβ: ήταν πόρνη, Ρούθ: κοιμήθηκε στα πόδια του Βοόζ ενώ δεν ήταν ακόμα παντρεμένη, η γυναίκα του Ουρίου: μοίχευσε με το Δαβίδ, Μαριάμ: «ευρέθη εν γαστρί έχουσα» δίχως να έχει άντρα και όπως ήταν φυσικό ο καθένας θα νόμιζε ότι πόρνευσε και γι’ αυτό ο Ιωσήφ θέλησε να την «απολύση κρυφίως». Το έκανε αυτό ο Θεός για να σηκώσει την καύχηση απ’ τους Εβραίους σχετικά με τη γέννηση του Μεσσία. Αυτές οι πέντε γυναίκες φανερώνουν ότι ο Μεσσίας ήρθε απ’ τη χάρη του Θεού και δεν ήταν αποτέλεσμα ανθρώπινης σκέψης (5=χάρις).

Σχετικά με τη Θάμαρ, αυτό που βγαίνει σαν συμπέρασμα απ’ αυτό το κεφάλαιο, είναι ότι δεν ήταν πόρνη, αν και φέρθηκε σαν πόρνη, αλλά μάλλον ήταν γυναίκα πίστης και αφοσίωσης. Η Ρούθ, αν και ήταν Μωαβίτισα στάθηκε πιο πιστή απ’ τη Ναομί που ήταν Ισραηλίτισσα. Η Θάμαρ λοιπόν ήθελε ν’ αναστήσει σπέρμα στον άντρα της απ’ τη γενιά του πατέρα του γιατί κατάλαβε και πίστεψε ότι προερχόταν από μια οικογένεια ευλογημένη απ’ το Θεό και γιατί η πατριαρχία και οι γενεαλογίες ήταν πολύ σημαντικά για τους Εβραίους. Μετά τη γέννα της Θάμαρ, ο Φαρές είναι αυτός που παίρνει την ευλογία και συγκαταλέγεται στη γενιά του Ιησού Χριστού.