Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 7 Σεπτεμβρίου 2018

Γένεση (105)


ΕΙΚΟΣΤΟ ΟΓΔΟΟ ΚΕΦΑΛΑΙΟ

Ο χαρακτήρας του Ιακώβ, είναι αυτός που ξέρουμε. Δεν ήταν η αξία του σαν άνθρωπος που του έδωσε το δικαίωμα να κληρονομήσει την ευλογία του Θεού. Ωστόσο, αυτή η κακή φύση του, εξυψώνει το έλεος του Θεού, που χορηγεί χάρη στα ανάξια παιδιά Του. Αν ο Θεός ήταν απλά και μόνο δίκαιος, χωρίς να είναι πολυέλαιος, κανείς δεν θα σωζόταν όπως λέει ο Δαβίδ (Ψαλμ.ρλ:3).

Βέβαια, για ένα πράγμα είμαστε σίγουροι, ότι ο Ιακώβ όταν κατάλαβε την αξία της επαγγελίας προς τον Αβραάμ, την επιθύμησε. Αν η Ρεβέκκα είχε εμπιστευθεί απόλυτα το Θεό στην εκπλήρωση των υποσχέσεων που της είχε δώσει, ότι ο μεγαλύτερος θα δούλευε στο μικρότερο, δεν θα ήταν ανάγκη αυτή κι ο Ιακώβ να καταφύγουν σε μεθόδους απάτης και κόλπα προκειμένου να «βοηθήσουν το Θεό» να εκπληρώσει το Λόγο Του (Ψαλμ.λζ:3-5).


Θ’ ακολουθήσουμε τώρα τον Ιακώβ μακριά απ’ το πατρικό του σπίτι, ενώ περιφέρεται έρημος κι απροστάτευτος πάνω στη γη. Ο Θεός αρχίζει εδώ να φροντίζει γι’ αυτόν μ’ ένα ιδιαίτερο τρόπο και ο Ιακώβ αρχίζει να θερίζει κατά κάποιο τρόπο τους πικρούς καρπούς της συμπεριφοράς του προς τον Ισαάκ και τον Ησαύ. Την ίδια στιγμή, βλέπουμε το Θεό να παραβλέπει την αφροσύνη και την αδυναμία του παιδιού του και να αναπτύσσει την υπέρτατη χάρη και άπειρη σοφία Του προς αυτό. Ο Θεός θα εκπληρώσει τους σκοπούς Του, οποιαδήποτε κι αν είναι τα μέσα που θα χρησιμοποιήσει. Όμως, αν με την ανυπομονησία και την απιστία, το παιδί του Θεού θέλει ν’ απαλλαγεί απ’ την κυβέρνηση του Θεού, θα πρέπει να περιμένει μια πικρή πείρα και οδυνηρή παιδεία. Αυτό έγινε και στον Ιακώβ. Δεν θα υπήρχε λόγος να φύγει στη Χαράν, αν άφηνε στο Θεό τη φροντίδα να ενεργήσει γι’ αυτόν. Ο Θεός ασφαλώς θα φρόντιζε με τους δικούς Του τρόπους να έκανε τον Ησαύ να βρει τη θέση και τη μερίδα που προοριζόταν γι’ αυτόν. Την ίδια στιγμή, ο Ιακώβ θα μπορούσε ν’ απολαμβάνει αυτή τη γλυκιά ειρήνη που δεν βρίσκεται παρά μόνο στην τέλεια υποταγή στις βουλές του Θεού.

Αλλά ακριβώς εδώ είναι που συνεχώς φανερώνεται η μεγάλη αδυναμία των καρδιών μας. Αντί να μένουμε υπομονετικά κάτω απ’ το χέρι του Θεού, θέλουμε να «κάνουμε» και «κάνοντας», εμποδίζουμε το Θεό ν’ αναπτύξει τη χάρη και τη δύναμή Του για δικό μας όφελος (Ψαλμ.μς:10 & Φιλιπ.δ:5-7).

Αλλά όμως, ενώ εμείς θερίζουμε τους καρπούς της ανυπομονησίας και της απιστίας μας, ο Θεός μέσα στη χάρη Του, μεταχειρίζεται και την αδυναμία και την αφροσύνη μας για να μας κάνει να γνωρίσουμε καλλίτερα τη χάρη και τη σοφία Του. Ο Θεός είναι πάνω απ’ το κάθε τι, κι ακόμα είναι δικό Του αποκλειστικό προνόμιο να βγάζει καλό απ’ το κακό (Κριτ.ιδ:14). Έτσι, αν είναι απόλυτα αλήθεια ότι ο Ιακώβ υποχρεώθηκε να ζήσει στην εξορία εξαιτίας της πανουργίας και της ανυπομονησίας του, είναι το ίδιο αλήθεια ότι αν έμενε ήσυχος στο πατρικό του σπίτι, δεν θα μάθαινε ποτέ τί σημαίνει «Βαιθήλ». Όταν η δική του αφροσύνη τον έδιωξε απ’ το σπίτι του πατέρα του, οδηγήθηκε να γευτεί σε κάποιο μέτρο την ευτυχία και τη σοβαρότητα του «οίκου του Θεού».

Γέν.κη:1 Και προσκαλέσας ο Ισαάκ τον Ιακώβ ευλόγησεν αυτόν, και παρήγγειλε προς αυτόν λέγων, Δεν θέλεις λάβει γυναίκα εκ των θυγατέρων Χαναάν·

Η ευλογία επαναλαμβάνεται, ίσως για να τον διαβεβαιώσει ότι ισχύει ακόμα και μετά απ’ αυτά που έκανε. Του λέει ακόμα να μην πάρει Χαναναία γυναίκα, όπως είχε πει ο Αβραάμ στον Ελιέζερ.

Γέν.κη:2-5 σηκωθείς ύπαγε εις Παδάν-αράμ, εις την οικίαν Βαθουήλ του πατρός της μητρός σου· και εκείθεν λάβε εις σεαυτόν γυναίκα, εκ των θυγατέρων Λάβαν του αδελφού της μητρός σου· και ο Θεός ο Παντοδύναμος να σε ευλογήση και να σε αυξήση και να σε πληθύνη, ώστε να γείνης εις πλήθος λαών· και να σοι δώση την ευλογίαν του Αβραάμ, εις σε και εις το σπέρμα σου μετά σε, διά να κληρονομήσης την γην της παροικήσεώς σου, την οποίαν έδωκεν ο Θεός εις τον Αβραάμ. Και εξαπέστειλεν ο Ισαάκ τον Ιακώβ· και υπήγεν εις Παδάν-αράμ προς Λάβαν, τον υιόν του Βαθουήλ του Σύρου, τον αδελφόν Ρεβέκκας της μητρός του Ιακώβ και του Ησαύ.

Ο Θεός ο Παντοδύναμος, ο ΕΛ ΣΑΝΤΑΙ, όπως φανερώθηκε και στον Αβραάμ (ιζ:1), φανερώνει τη δύναμη Του να εκτελέσει κάθε υπόσχεσή Του.

πλήθος λαών: στα Εβραϊκά έχει την έννοια της σύναξης, συνάθροισης ή συναγωγής όπως στο Λευιτ.ις:17 με την έννοια του έθνους Ισραήλ.

Γέν.κη:6-9 Ιδών δε ο Ησαύ ότι ευλόγησεν ο Ισαάκ τον Ιακώβ και εξαπέστειλεν αυτόν εις Παδάν-αράμ, διά να λάβη εις εαυτόν γυναίκα εκείθεν, και ότι, ενώ ευλόγει αυτόν, παρήγγειλεν εις αυτόν, λέγων, Δεν θέλεις λάβει γυναίκα εκ των θυγατέρων Χαναάν· και ότι υπήκουσεν ο Ιακώβ εις τον πατέρα αυτού και την μητέρα αυτού· και υπήγεν εις Παδάν-αράμ· και ιδών ο Ησαύ ότι αι θυγατέρες Χαναάν είναι μισηταί εις τους οφθαλμούς του πατρός αυτού Ισαάκ, υπήγεν ο Ησαύ προς τον Ισμαήλ, και εκτός των άλλων γυναικών αυτού έλαβεν εις εαυτόν γυναίκα την Μαελέθ, θυγατέρα Ισμαήλ του υιού του Αβραάμ, την αδελφήν του Ναβαϊώθ.

Ο Ησαύ βλέπει ότι οι γονείς του δεν θέλουν Χαναναίες γυναίκες και νομίζοντας ότι έτσι θα τους ευχαριστήσει και πιθανόν να πάρει κάποια ευλογία, παίρνει Ισμαηλίτισσα.

Γέν.κη:10-11 Και εξήλθεν ο Ιακώβ από Βηρ-σαβεέ, και υπήγεν εις Χαρράν. Και έφθασεν εις τινά τόπον και διενυκτέρευσεν εκεί, διότι είχε δύσει ο ήλιος· και έλαβεν εκ των λίθων του τόπου και έθεσε προσκεφάλαιον αυτού, και εκοιμήθη εν τω τόπω εκείνω.

έλαβεν εκ των λίθων: πήρε μόνο μία πέτρα (εδ.18) για προσκέφαλο κι αυτή η πέτρα συμβολίζει το Χριστό. Ανάπαυσε το κεφάλι του στον Κύριο. Κατά τη διάρκεια της νύχτας των δοκιμασιών και των πειρασμών, πρέπει ν’ αναπαύουμε το πνεύμα μας σ’ Αυτόν και τις υποσχέσεις Του.

Εδώ ο Ιακώβ, περιπλανώμενος και φυγάς, βρίσκεται ακριβώς στη θέση που ο Θεός μπορεί να συναντηθεί μαζί του και να εκδηλώσει προς αυτόν τις βουλές Του, βουλές χάρης και δόξας. Πρέπει να είναι κουρασμένος, να αισθάνεται μοναξιά και σίγουρα φοβισμένος. Δεν ήταν άνθρωπος των αγρών όπως ο Ησαύ. Μάλλον θα ήταν η πρώτη φορά που αναγκάζεται να κοιμηθεί έξω, μόνος του! Σίγουρα είναι σε τέτοια κατάσταση που χρειάζεται βοήθεια και ενθάρρυνση. Στην αδυναμία του ύπνου, κάτω από το θόλο του ουρανού, μη έχοντας τίποτε άλλο παρά μια πέτρα για μαξιλάρι, κουρασμένο και φοβισμένο, ο Θεός έρχεται να συναντήσει τον Ιακώβ και να του μιλήσει μέσα από ένα όνειρο.