Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 30 Απριλίου 2018

Πίστη (1)


Ίσως κανένα βιβλικό θέμα δεν είναι πιο παρεξηγημένο απ’ την πραγματική βιβλική πίστη και χωρίς μια σωστή γνώση γύρω απ’ αυτή δεν θα μπαίνει κανένας στην πληρότητα της ευλογίας του Θεού στη διακονία. Σ’ αυτό το κεφάλαιο θα δοθεί μια βιβλική αναφορά της πραγματικής φύσης της πίστης.

Τι είναι πίστη

Η πρώτη ερώτηση που πρέπει ν’ απαντήσουμε είναι «τί είναι πίστη»;

Είναι δε πίστις ελπιζομένων πεποίθησις, βεβαίωσις πραγμάτων μη βλεπομένων (Εβρ.ια:1)

Αυτός είναι ο μοναδικός βιβλικός ορισμός της πίστης που μας έχει δοθεί. Αλλά είναι και ακριβώς ο ορισμός που χρειαζόμαστε.

Είναι δε η πίστη η βέβαιη πεποίθηση αυτών για τα οποία ελπίζουμε.

Είναι δε η πίστη ο τίτλος κυριότητας των πραγμάτων για τα οποία ελπίζουμε

Προσέξτε εδώ ότι η πίστη δεν είναι εικασία, φαντασίωση, διανοητική δύναμη, εξάσκηση της θέλησης. Πίστη είναι μια «ουσία». Είναι ουσιαστικό, όχι ρήμα. Πίστη είναι ένα πνευματικό «κάτι». Μπορείτε να διακρίνετε τώρα ότι έχουμε πίστη ή δεν έχουμε; Δε μπορεί να συμπεριληφθεί εδώ καμμιά διφορούμενη έννοια.

Πίστη είναι σιγουριά, πεποίθηση και απόδειξη σχετικά με κάτι στον αόρατο πνευματικό κόσμο. Προσέξτε τώρα το εδάφιο Εβρ.ια:3

Δια πίστεως εννοούμεν ότι οι αιώνες εκτίσθησαν με τον λόγον του Θεού, ώστε τα βλεπόμενα δεν έγειναν εκ φαινομένων

Η πίστη μας ικανώνει να αντιλαμβανόμαστε. Αυτό είναι η καρδιά του θέματος.

Η πίστη είναι η πνευματική όραση.

Είναι η πίστη που μας κάνει ικανούς να δούμε.

Η πραγματική βιβλική πίστη λοιπόν, είναι μια «έκτη αίσθηση» που μας κάνει ικανούς να βλέπουμε ή να συλλαμβάνουμε εκείνες τις πραγματικότητες του πνευματικού κόσμου που είναι αόρατες στα φυσικά μάτια.

Βάλτε μέσα στην καρδιά και στο μυαλό σας ότι η πίστη - η πραγματική βιβλική πίστη - είναι μια διαβεβαίωση που δίνεται στον άνθρωπο και προέρχεται από τον Θεό. Ίσως θα ήταν χρήσιμο σ’ αυτό το σημείο να κάνουμε τη διάκριση ανάμεσα στην πίστη και το πιστεύω.

Η πίστη όπως είδαμε είναι ουσιαστικό, μια «υπόσταση». Το πιστεύω όμως είναι ρήμα. Δηλώνει μια πράξη της θέλησης. Είναι δυνατό λοιπόν να «πιστεύω» κάτι σαν μια εκδήλωση της θέλησης, χωρίς να έχω πραγματικά «πίστη» σχετικά μ’ αυτό. Μπορεί για παράδειγμα κάποιος με μια εκδήλωση της θέλησής του να διαλέξει να «πιστέψει» μια υπόσχεση στο λόγο του Θεού σχετικά με την θεία θεραπεία, αλλά να μην έχει ταυτόχρονα και την πίστη για να πάρει αυτή τη θεραπεία. Το «πιστεύω» μπορεί να είναι μια διανοητική συγκατάθεση που περιλαμβάνει την θέληση σχετικά με το λόγο του Θεού.

Όμως, όπως έχουμε δει, αληθινή βιβλική πίστη είναι να «βλέπω» τώρα, με τα πνευματικά μου μάτια, την πραγματοποίηση της υπόσχεσης που δίνει ο Θεός. Η πίστη προϋποθέτει το «πιστεύω» για να εκδηλωθεί, αλλά δυστυχώς είναι δυνατό να «πιστεύει» κανείς χωρίς πίστη.
·        
   Η πίστη είναι ουσιαστικό, μια «υπόσταση» που προέρχεται απ’ την καρδιά.

 Το πιστεύω είναι ρήμα, μια ενέργεια της θέλησης που προέρχεται απ’ το νου.

Πως αποκτάται η πίστη.

Άρα η πίστις είναι εξ ακοής, η δε ακοή δια του λόγου του Θεού (Ρωμ.ι:17)

Αυτό το εδάφιο αποκαλύπτει την πηγή της πίστης. Η πίστη δεν έρχεται με την προσευχή, τη δυνατή φωνή, την ικεσία, τη νηστεία.

Η πίστη - η πραγματική βιβλική πίστη - έρχεται μόνο με ένα τρόπο: Με την ΑΚΟΗ. Δίνω έμφαση στην «ακοή» γιατί οι περισσότεροι από μας έχουν μάθει να διαβάζουν λάθος αυτό το εδάφιο. Προσέξτε ότι το κείμενο λέει: άρα η πίστις εξ ακοής, η δε ακοή δια ρήματος Χριστού. Δεν λέει: «Άρα η πίστις είναι εξ ακοής του λόγου του Θεού». Αν έτσι είχαν τα πράγματα, εκατομμύρια ανθρώπων θα σώζονταν, θα θεραπεύονταν, θα πληρώνονταν με Πνεύμα Άγιο και θα απελευθερωνόταν απ’ την κατάθλιψη.

Πολλοί έχουν «ακούσει» το λόγο του Θεού, αλλά στην πραγματικότητα δεν τον έχουν «ακούσει». Αυτό σημαίνει ότι έχουν ακούσει με τα φυσικά τους αυτιά τον λόγο του Θεού, αλλά στην πραγματικότητα δεν τον έχουν «ακούσει» πνευματικά. Το πραγματικό νόημα αυτού του μηνύματος δεν έχει αποκαλυφτεί στο πνεύμα τους. Πνευματικά παραμένουν «τυφλοί» και «κουφοί».

«Άρα η πίστις είναι εξ ακοής, η δε ακοή δι’ ενός «λόγου του Θεού» (ελεύθερη μετάφραση)

Η πραγματική βιβλική πίστη σύμφωνα με τον λόγο του Θεού έρχεται με την ακοή, πνευματικά. Κι αυτή η πνευματική ακοή έρχεται με ένα «λόγο του Θεού». Το περιεχόμενο του Ρωμ.ι:17 αφορά την διακήρυξη του λόγου του Θεού σχετικά με την σωτηρία. Ωστόσο η αρχή παραμένει η ίδια σε όλες τις φάσεις του λαμβάνειν απ’ τον Θεό. Για να αποκτήσουμε πίστη πρέπει να «ακούσουμε» και να «δούμε» από πνευματική άποψη. Αυτές οι πνευματικές αισθήσεις έρχονται με ένα «λόγο απ’ τον Θεό». Πρέπει να υπάρχει ενεργοποίηση ή αναζωογόνηση του λόγου στο πνεύμα μας πριν η πίστη φυτρώσει στον κήπο της καρδιάς μας. 

Επιτρέψτε μου να το διευκρινίσω αυτό:

Θυμάστε όταν μελετούσατε μαθηματικά σε κλασικό γυμνάσιο; Πιθανώς κάποιο ειδικό πρόβλημα έπρεπε να το μελετήσετε όλη τη βδομάδα. Κάθε μέρα ο καθηγητής θα δούλευε το πρόβλημα στον πίνακα και θα έφτανε στο σωστό αποτέλεσμα. Θα ανέτρεχε μετά πίσω σε μια προσπάθεια να διδάξει στην τάξη την σωστή μέθοδο για τη λύση του προβλήματος. Και παρόλα αυτά εσύ ακόμα δεν το είχες καταλάβει. Τη Δευτέρα δεν το κατάλαβες, ούτε την Τρίτη και την Τετάρτη. Το ίδιο και την Πέμπτη. Αλλά ξαφνικά την Παρασκευή καθώς ο καθηγητής έλυνε το πρόβλημα τελικά το κατάλαβες. Ο κύβος ρίχτηκε!! Το φως έλαμψε. Ποια ήταν η διαφορά;

Ο ίδιος δάσκαλος, η ίδια αίθουσα, το ίδιο πρόβλημα, η ίδια κιμωλία, κι ο ίδιος πίνακας. Αλλά με κάποιο τρόπο που πιθανόν οφειλόταν σε μια καινούρια ερμηνεία, την Παρασκευή τελικά «είδες» και μπόρεσες να αντιληφθείς την πραγματικότητα που περιέγραφε ο καθηγητής ολόκληρη τη βδομάδα. Αυτή είναι η διαφορά της ακρόασης απ’ την «ακρόαση».

Το ότι κάποιος απλώς ακούει τον λόγο του Θεού, ακόμα κι αν αυτό γίνεται ξανά και ξανά ή το ότι τον επαναλαμβάνει μόνος του σαν παπαγάλος δεν θα δημιουργήσει απαραίτητα πίστη. Η πραγματική «ακρόαση» της πνευματικής πραγματικότητας που μεταδίδουν οι λέξεις είναι εκείνη που παράγει πίστη.