Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Έλεος: Δίνοντας αυτό που μας δόθηκε



 
Ιάκωβος β:5-17

«Σε τι διαφέρει η αγαθοεργία της εκκλησίας από τις δραστηριότητες κάποιας φιλανθρωπικής οργάνωσης».

Το ερώτημα αυτό θα μας βοηθήσει να σκεφτούμε και να ψάξουμε τη Βίβλο για να σφυρηλατήσουμε μία θεολογία ελέους. Δηλαδή το χριστιανικό τρόπο να νοιάζεσαι για τους ανθρώπους που έχουν ανάγκες, που ζουν αποκλεισμένοι και περιθωριοποιημένοι.
O Ιάκωβος, πριν μας πει τι πρέπει να κάνουμε για τους ανθρώπους με ανάγκες, μας λέει πώς πρέπει να τους δούμε. Ποια πρέπει να είναι η άποψή μας για αυτούς. Ποια είναι η Χριστιανική ματιά που ρίχνουμε πάνω τους. Και είπαμε ότι μας καλεί να τους δούμε σαν όντα που αξίζουν την τιμή, την αξιοπρέπεια. Μας καλεί να τους τιμήσουμε (Στο εδ.6 τους επιπλήττει λέγοντάς τους «εσείς εξευτελίζετε το φτωχό»). Αξίζουν την ίδια θέση με αυτόν που είναι πλούσιος (αυτό είναι το θέμα των πρώτων εδαφίων).


Και ποια είναι η βάση της αξίας αυτής; Τη βρήκαμε στο γ:9 όταν μιλά για τους ανθρώπους λέγοντας ότι «πλάστηκαν καθ’ ομοίωση του Θεού». Επιτρέψτε μου να σταθώ λίγο σ’ αυτό.

Η σύγχρονη κοσμοθεωρία θέλει τον άνθρωπο προϊόν μιας διαδικασίας εξέλιξης. Είναι όμως μάταιο να προσπαθήσεις να οικοδομήσεις γνήσια σπλάχνα για το συνάνθρωπό σου όταν έχεις απορρίψει τη βιβλική έννοια της δημιουργίας του καθ’ ομοίωση του Θεού. Η χριστιανική σπλαχνικότητα λοιπόν ξεκινά από μια συγκεκριμένη άποψη και ματιά για το φτωχό.

Πριν συνεχίσουμε, να πω κάτι που με συγκλόνισε: Κάποιος αδελφός προσπαθούσε να περιγράψει σε κάποιον φίλο του πού βρίσκεται η εκκλησία. Και εκείνος του είπε, «Α, εκεί που είναι γεμάτο γύφτους»!

Ο Ιάκωβος όμως μας δίνει και κάτι ακόμη. Είπαμε ότι πριν μας πει τι πρέπει να κάνουμε για το φτωχό, πρέπει να σκεφτούμε πώς πρέπει να δούμε το φτωχό. Όμως επίσης πριν μας πει πώς πρέπει να δούμε το φτωχό, μας καλεί να σκεφτούμε πώς πρέπει να δούμε τον εαυτό μας σε σχέση με το φτωχό.

Θα ήθελα να σταθούμε στο β:5: «Ἀκούσατε, ἀδελφοί μου ἀγαπητοί· οὐχ ὁ θεὸς ἐξελέξατο τοὺς πτωχοὺς τῷ κόσμῳ πλουσίους ἐν πίστει καὶ κληρονόμους τῆς βασιλείας ἧς ἐπηγγείλατο τοῖς ἀγαπῶσιν αὐτὸν;».

Εδώ ο Ιάκωβος λέει κάτι συγκλονιστικό. Για να βοηθήσουν το φτωχό, πρέπει να δούνε ότι και οι ίδιοι είναι φτωχοί. Η φράση στο κριτικό κείμενο είναι «πτωχοί τω κόσμω». Η φράση αυτή μπορεί να εννοηθεί και ως «πτωχοί σε ότι αφορά τα πράγματα του κόσμου», δηλαδή φτωχοί οικονομικά. Όμως είναι προτιμότερη η απόδοση: «φτωχοί στα μάτια του κόσμου». Ανεξάρτητα από το αν οικονομικά είναι φτωχοί ή πλούσιοι, πνευματικά είναι φτωχοί. Πριν βοηθήσω το φτωχό, πρέπει να παραδεχτώ ότι και εγώ είμαι φτωχός. Πρέπει λοιπόν να τον βοηθήσω όχι αφ’ υψηλού αλλά με ταπείνωση. Δεν τον βλέπω σαν υποδεέστερό μου που πρέπει να κατεβώ στο επίπεδό του. Είμαι σαν αυτόν.

Ένα παράδειγμα: αφορά στην παραβολή που έχουμε στο Λουκά ιδ. Εκεί έχουμε μία σπουδαία παραίνεση για έλεος προς το φτωχό. Διαβάζουμε, «Αλλ' όταν κάμνης υποδοχήν, προσκάλει πτωχούς, βεβλαμμένους, χωλούς, τυφλούς» (εδ.13). Γιατί;

Εδώ έρχεται η παραβολή του «μεγάλου δείπνου». Εκεί διαβάζουμε λοιπόν ότι ο οικοδεσπότης λέει στον υπηρέτη του «πήγαινε γρήγορα στις πλατείες και στους δρόμους της πόλης και φέρε μέσα τους φτωχούς, τους ανάπηρους, τους κουτσούς και τους τυφλούς» (εδ.21). Δεν ξέρω αν το παρατηρείτε ότι εδώ έχουμε μία απόλυτη αντιστοιχία. Γιατί να καλέσω στο τραπέζι μου πτωχούς, βεβλαμένους, χωλούς και τυφλούς; Επειδή κι εγώ είμαι πτωχός, βεβλαμένος, χωλός και τυφλός.

Αν λοιπόν έχουμε αυτή την άποψη για τους φτωχούς και αυτή την άποψη για εμάς τότε θα μπορέσουμε να δείξουμε έλεος. Πώς όμως;

Προσέξτε μια λέξη κλειδί στο εδ.5. Ο Θεός, διαβάζουμε, «εξέλεξε» τους πτωχούς. Ο στόχος μου δεν είναι να μπούμε σε θεολογικές συζητήσεις. Θέλω να δούμε την πρακτική πλευρά του πράγματος. Ο Θεός «εξέλεξε» τους φτωχούς. Άρα και εμείς πρέπει να «διαλέξουμε» τους φτωχούς. Τι εννοούμε με αυτό; Υπάρχει η ευσπλαχνία στην οποία ο φτωχός διαλέγει εσένα και η ευσπλαχνία στην οποία εσύ διαλέγεις τον φτωχό. Όταν έρχεται κάποιος και σου ζητά ελεημοσύνη, ο φτωχός διαλέγει εσένα. Εδώ όμως, αν θέλουμε να μοιάσουμε στο Θεό, υπάρχει κάτι άλλο. Εμείς πρέπει να επιδιώξουμε το φτωχό. Με στρατηγική πρέπει να πάμε, να πλησιάσουμε, να διακονήσουμε, να αγαπήσουμε.

Στο εδ.8 διαβάζουμε ότι βοηθούμε το φτωχό μέσα από το πρίσμα της εντολής, «ν’ αγαπάς τον πλησίον σου όπως τον εαυτό σου». Ξέρετε, συχνά διάφοροι λένε ότι είναι λάθος να ασχολούμαστε με τις υλικές ανάγκες των συνανθρώπων μας. Ότι δεν είναι αυτή η αποστολή της εκκλησίας. Εδώ υπάρχει μία τεράστια υποκρισία. Δεν ξέρω κανέναν που να λέει «επειδή είμαι χριστιανός, δε με ενδιαφέρει να έχω καλή ιατροφαρμακευτική κάλυψη, δε με ενδιαφέρει τα παιδιά μου να έχουν ευκαιρίες στην παιδεία.» Εδώ δεν είναι θέμα αποστολής αλλά εντολής.  Να αγαπήσεις τον άλλο όπως αγαπάς τον εαυτό σου. Ό,τι θεωρείς σημαντικό για σένα, πρέπει να το θεωρείς σημαντικό και για τον άλλο.

Μιλώντας για υποκρισία, να δούμε και κάτι ακόμη. Διαβάζουμε τα εδ.9–11. Ξέρετε τι λέει εδώ; Ως εκκλησία τα πάμε πολύ καλά με κάποιες εντολές αλλά όχι και τόσο καλά με κάποιες άλλες. Δηλαδή τη μοιχεία την στηλιτεύουμε. Το φόνο τον καταδικάζουμε. Την αδιαφορία για το φτωχό όμως; Τι κάνουμε μ’ αυτό;

Εδώ ερχόμαστε στα εδ.15–16. Όλοι οι σχολιαστές συγκλίνουν ότι εδώ έχουμε τη γλώσσα της προσευχής. Ο άλλος έχει ανάγκες και εσύ λες «θα προσεύχομαι για σένα». Η προσευχή είναι η μεγαλύτερη υπεκφυγή! Σκεφτείτε πόσες φορές, προσπαθώντας να αποφύγουμε μία δέσμευση, να κλείσουμε μία δύσκολη συζήτηση, είπαμε «θα προσεύχομαι για σένα».

Δείτε ότι δεν είναι μόνο το τι κάνεις αλλά και το πώς το κάνεις. Έτσι το πρώτο με το οποίο ασχολείται ο Ιάκωβος δεν είναι η ανάγκη για επιβίωση αλλά για αναγνώριση, για τιμή. Δε λέει απλά δώστε του να φάει αλλά τιμήστε τον.

Θυμάμαι πάντα μία λεπτομέρεια από την Παλαιά Διαθήκη: Είναι ο Ιερεμίας φυλακισμένος σε μία «δεξαμενή». Και έρχεται ένας Αιθίοπας που ονομαζόταν Εβέδ Μέλεχ και καταφέρνει να πάρει άδεια για να τον βγάλει. Αλλά δείτε τι κάνει: Ιερεμ.λη:11–13. Δεν είναι μόνο να τον σύρεις έξω από το λάκκο. Πρέπει να το κάνεις με ευαισθησία.