Αποκ.ε:1 «Και είδον επί την δεξιάν του καθημένου επί του
θρόνου βιβλίον γεγραμμένον έσωθεν και όπισθεν σφραγίσιν επτά».
Α. «....βιβλίον
γεγραμμένον έσωθεν και όπισθεν»
Το βιβλίο αυτό
δεν ήταν σαν τα σημερινά, αλλά μάλλον πάπυρος τυλιγμένος κυλινδρικά. Αυτός ο
πάπυρος ήταν γραμμένος μέσα και έξω. Αυτό δείχνει ότι ήταν κάτι σαν έγγραφο
υποθήκης ή κληρονομιάς, που σ’ αυτή την περίπτωση και οι δύο αυτές έννοιες
συμπεριλαμβάνονται όπως θα δούμε.
Αυτός ο πάπυρος,
είναι η πράξη υποθήκης και ο τίτλος κληρονομιάς της Βασιλείας του Θεού. Η
υποθήκη αυτή έχει σχέση με την αιώνια ζωή και τη θέση μας στο θρόνο της
Βασιλείας Του. Η κληρονομιά όμως αυτή υποθηκεύτηκε λόγω της αμαρτίας και του
αποχωρισμού του ανθρώπου από το Θεό.
Β. «κατεσφραγισμένον σφραγίσιν επτά»
Αυτός ο πάπυρος
είναι σφραγισμένος με επτά σφραγίδες. Σύμφωνα με τα ήθη και τα έθιμα του καιρού
εκείνου και ιδιαίτερα όσον αφορά συμβολαιογραφικές πράξεις αυτού του είδους,
από την εσωτερική πλευρά του παπύρου ήταν γραμμένη με λεπτομέρειες, η κληρονομιά
που είχε υποθηκευτεί και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες θα μπορούσε να αποδοθεί
αυτή η κληρονομιά. Από την εξωτερική πλευρά ήταν γραμμένο το πωλητήριο της
κληρονομιάς καθώς και τα ονόματα των μαρτύρων που παραβρέθηκαν σ’ αυτή την πώληση.
Όμως, βλέπουμε
ότι αυτή η κληρονομιά, ο πάπυρος αυτός ήταν τέλεια σφραγισμένος με 7 σφραγίδες
κι ήταν αδύνατο ν’ ανοιχτεί. Σαν να μην υπάρχει καμιά ελπίδα, επειδή μια φοβερά
άσχημη και παράλληλα τέλεια πράξη έχει γίνει κάπου στο παρελθόν, με αποτέλεσμα
αυτή η κληρονομιά να σφραγιστεί έτσι, που κανείς να μην μπορεί να την ανοίξει.
Αυτοί για τους οποίους προοριζόταν, δεν μπορούσαν πλέον να την έχουν. Ο
άνθρωπος απέτυχε εξαιτίας της αμαρτίας, κι έχασε για πάντα αυτή την κληρονομιά,
να συμβασιλεύσει με το Θεό.
Το εφταπλό
σφράγισμα του παπύρου, φανερώνει ότι είναι έγγραφο μεγάλης αξίας και είναι
σφραγισμένο με τέτοιο τρόπο, που είναι αδύνατο για τον άνθρωπο να το ανοίξει.
Οι σφραγίδες είναι 7, που σημαίνει ότι είναι σφραγισμένο από τον ίδιο το Θεό,
τέλεια και απόλυτα.
Το έγγραφο αυτό
δεν είναι καμιά καινούργια αποκάλυψη όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, ούτε έχει να
κάνει με γεγονότα των τελευταίων ημερών. Ο λόγος που υποστηρίζουμε κάτι τέτοιο,
είναι το γεγονός ότι στο 4ο εδ. ο Ιωάννης δεν βλέπει κανέναν άξιο ν’
ανοίξει το βιβλίο αυτό και λέει ότι «και έκλαιον
πολύ....»
Αν το βιβλίο
αυτό περιείχε απλά μια άλλη αποκάλυψη για τις τελευταίες μέρες, ή κάποια
πληροφορία που ο Ιωάννης δεν γνώριζε, τότε το κλάμα του ήταν τελείως
αδικαιολόγητο, γιατί θα έλεγε κανείς ότι το έκανε από περιέργεια και ανυπομονησία,
πράγμα που μειώνει τον άγιο αυτόν άνθρωπο του Θεού, ο οποίος απέχει πολύ από
τέτοιου είδους μικροπρέπειες.
Ο προφήτης
Δανιήλ είχε μια παρόμοια εμπειρία όταν είδε τις οράσεις των τελευταίων ημερών
και του είπε ο Κύριος ότι δεν ήταν για τότε, αλλά για τους τελευταίους καιρούς.
Ο Δανιήλ δεν έκλαψε που δεν μπορούσε να καταλάβει την ερμηνεία και το νόημά
τους αλλά υπάκουσε στον Κύριο ταπεινά. Δαν.ιβ:8-9
Όταν όμως
καταλάβουμε ότι το βιβλίο αυτό έχει απόλυτη σχέση με την απολύτρωση του
ανθρωπίνου γένους και τη Βασιλεία του Θεού, τότε μπορούμε να καταλάβουμε τι
συνέβαινε μέσα στην καρδιά του Ιωάννη.
Στο εδ.7-10
λέει: «και ήλθεν και ήληφεν εκ της δεξιάς
του καθημένου επί του θρόνου, και ότε έλαβεν το βιβλίον, τα τέσσαρα ζώα και οι
είκοσι τέσσαρες πρεσβύτεροι έπεσαν ενώπιον του αρνίου έχοντες έκαστος κιθάραν
και φιάλας χρυσάς γεμούσας θυμιαμάτων, αί εισίν αι προσευχαί των αγίων, και
άδουσιν ωδήν καινήν λέγοντες, Αξιος εί λαβείν το βιβλίον και ανοίξαι τας
σφραγίδας αυτού, ότι εσφάγης και ηγόρασας τώ Θεώ εν τω αίματί σου εκ πάσης
φυλής και γλώσσης και λαού και έθνους, και εποίησας αυτούς τω Θεώ ημών
βασιλείαν και ιερείς, και βασιλεύσουσιν επί της γής».
Βλέπουμε ότι το
αρνίο ήταν άξιο να πάρει το βιβλίο αυτό της υποθήκης διότι είχε σφαγεί για να
λυτρώσει και να εξαγοράσει το ανθρώπινο γένος δια του αίματός Του. Άρα, το ότι
ο Χριστός είχε εξουσία να πάρει από τα χέρια του Θεού αυτό το βιβλίο, είχε να
κάνει άμεσα με την απολύτρωση και τη βασιλεία του ανθρώπου με το Θεό πάνω στη
γη.
Ας δούμε ορισμένες
περικοπές από την Π.Δ. που θα ρίξουν περισσότερο φως στο θέμα αυτό του βιβλίου
της υποθήκης του χρέους και της κληρονομιάς:
Ιερεμία λβ:6-15
Διαβάζουμε ότι ο
Κύριος είπε στον Ιερεμία ν’ αγοράσει τον αγρό ενός συγγενή του, όπως και έκανε.
Ο προφήτης πλήρωσε το αντίτιμο στο συγγενή του και κατόπιν έκανε το
συμφωνητικό. Στο 10ο εδάφιο λέει: «Και έγραψα το συμφωνητικόν και εσφράγισα, και έλαβον μάρτυρας, και
εζύγησα τα χρήματα εν την πλάστιγγι.(εδ.11). Και έλαβον το συμφωνητικόν της
αγοράς, το εσφραγισμένον κατά τον νόμον και την συνήθειαν και το ανοικτόν......»
Ο καιρός που το
έκανε αυτό ο Ιερεμίας, ήταν λίγο πριν την άλωση της Ιερουσαλήμ από τους
Βαβυλώνιους. Σαν απόδειξη ότι η Ιερουσαλήμ θα ξαναγινόταν Ιουδαϊκή κατά το λόγο
του Κυρίου, αγόρασε αυτό τον αγρό από τον συγγενή του και βάσει του νόμου και
της συνήθειας που επικρατούσε τότε, έκανε το συμφωνητικό. Ήταν όμως δύο
πάπυροι, ο ένας ανοικτός και ο άλλος κλειστός, σφραγισμένος. Ο ανοικτός είναι
ολόιδιος με τον κλειστό, και χρησιμοποιείτο για να φανερώνει στον καθένα την
πράξη αγοράς η οποία έγινε. Τον κλειστό πάπυρο τον είχε μόνο αυτός που αγόραζε
τη γη σαν μόνιμη απόδειξη και ντοκουμέντο, ότι ήταν ο κύριος και ιδιοκτήτης της
γης που αγόρασε.
Αυτή η πράξη που
έκανε ο Ιερεμίας, το να αγοράσει δηλαδή τη γη που του πρόσφερε ο συγγενής του,
στηρίζεται στο νόμο του Μωυσή. Ο Μωυσής είχε αφήσει εντολή όσον αφορά την
αγοραπωλησία γης, να πωλείται μόνο σε πρόσωπα συγγενικά με αυτόν που για
οποιοδήποτε λόγο ήταν αναγκασμένος να πουλήσει γη που κληρονομικά του ανήκε.
Έτσι, ο Ιερεμίας σαν ο πιο στενός συγγενής του πωλητή, είχε υποχρέωση ν’ αγοράσει
τη γη, για να μην περιέλθει σε άλλη οικογένεια.
Αυτή η συνήθεια
ή ο νόμος για τις υποχρεώσεις του συγγενούς αναφέρεται στο Λευιτ.κε:23-34.
Ακόμα το βιβλίο της Ρούθ είναι γραμμένο γύρω από αυτόν ακριβώς το νόμο ή την
συνήθεια της υποχρέωσης του συγγενή.
Ο Βοόζ σαν πιο
στενός συγγενής της Ναομί αγόρασε τη γη που ανήκε στον άνδρα της και στα παιδιά
της, καθώς και τη Ρουθ, η οποία ήταν γυναίκα τους ενός από τους γιους της
Ναομί. Φυσικά δεν μπορούμε μέσα σ’ αυτή την ιστορία παρά να δούμε τον Κύριο
Ιησού στο πρόσωπο του Βοόζ, ν’ αγοράζει την κληρονομιά μας, που όπως είπαμε
είναι το δικαίωμα να κατοικούμε στην παρουσία του Κυρίου αιώνια, και όχι μόνο
αυτό, αλλά να παίρνει γυναίκα Του την Ρουθ την Μωαβίτισσα, η οποία ήταν εθνική
και όχι Ισραηλίτισσα, όπως η εκκλησία.
Βάσει αυτού του
νόμου αγοράς της κληρονομιάς που δεν μπορούσε να κρατηθεί από τον ιδιοκτήτη,
αλλά έπρεπε να εξαγοραστεί από τον πιο κοντινό συγγενή, μπορούμε να κάνουμε κάποιες
πνευματικές σκέψεις.
Ποιος πούλησε
την κληρονομιά που ο ίδιος ο Θεός είχε δώσει στον άνθρωπο, να κατοικεί στην
παρουσία Του και να έχει εξουσία σ’ όλη την κτίση μαζί με τον δημιουργό του;
Γεν.γ:8 λέει ότι ο Θεός το δειλινό περπατούσε στον κήπο της Εδέμ με τον Αδάμ,
είχε δηλαδή επικοινωνία κάθε μέρα μαζί του. Ο Θεός είχε προστάξει τον Αδάμ και
την Εύα ν’ αυξηθούν, να κατακυριεύσουν τη γη και κάθε τι πάνω σ’ αυτήν. Ο Αδάμ
λοιπόν είναι αυτός που άρχισε να εξουσιάζει και να έχει αυτή την κληρονομιά που
ο Θεός έδωσε όχι μόνο σ’ αυτόν, αλλά σε όλο το ανθρώπινο γένος. Ο Αδάμ άρχισε
να έχει εξουσία και κυριαρχία με το Θεό. Όμως, εξαιτίας της αμαρτίας, έχασε
αυτή την θαυμάσια κληρονομιά, χρεοκόπησε απέναντι στο Θεό και έχασε κάθε
δικαίωμα ιδιοκτησίας, γιατί δεν κράτησε το μέρος του στη διαθήκη που ο Κύριος
έκανε μαζί του. Έτσι, η κληρονομιά αυτή περιήλθε πάλι στα χέρια του Θεού, που
είναι ο αρχικός ιδιοκτήτης. Ο άνθρωπος λοιπόν από Αδάμ μέχρι Χριστού έμεινε χωρισμένος
από το Θεό και την κληρονομιά του, χωρίς ποτέ να μπορεί, έστω να την
διεκδικήσει.
Όπως είπαμε, η
κληρονομιά αυτή επέστρεψε πάλι στον αρχικό ιδιοκτήτη, το Θεό, και γι’ αυτό
βλέπουμε το βιβλίο αυτό, το υποθηκευμένο χειρόγραφο, στα δεξιά του καθημένου
επί του θρόνου. Περιμένει εκεί, μέχρι κάποιος συγγενής του Αδάμ που θα έχει τη
δυνατότητα, να έρθει και ν’ αγοράσει πάλι την κληρονομιά αυτή για λογαριασμό
όλων των υιών του Θεού που αμάρτησαν και την έχασαν. Αυτός ο συγγενής δεν είναι
άλλος από τον έσχατο Αδάμ, τον Υιό του Θεού, τον Κύριο Ιησού Χριστό.
Β. «Και είδον επί την δεξιάν του καθημένου»
Το βιβλίο αυτό
είναι κάτω από την εξουσία του Θεού, που περιμένει αυτόν που θα έχει τη
δυνατότητα να το εξαγοράσει και να το δώσει στον άνθρωπο.
Ο Σατανάς
ξεγέλασε τον άνθρωπο, ώστε να ξεπουλήσει τον εαυτό του στο μεγάλο τοκογλύφο,
που λέγεται αμαρτία. Στη συνέχεια, ο Σατανάς προσπάθησε κι ακόμη προσπαθεί να
πάρει αυτή την κληρονομιά, στα δικά του χέρια, ώστε αυτός να έχει εξουσία,
δύναμη και να υποτάξει την οικουμένη κάτω από την κυριαρχία του. Ο Κύριος όμως
κρατά την κληρονομιά του ανθρώπου κάτω από την εξουσία του, και όπως θα δούμε
αργότερα εξαιτίας του αρνίου, την επιστρέφει πάλι σ’ αυτόν, ενώ αντίθετα ο
Σατανάς ρίχνεται στη λίμνη του πυρός.
Ένα βασικό
στοιχείο αυτής της κληρονομιάς είναι η σωτηρία. Έτσι, ο Ιωάννης βλέπει τώρα το
θρόνο του Θεού, τη δόξα και το μεγαλείο Του, τους 24 πρεσβύτερους και τα 4 ζώα
και για μια στιγμή μέσα στην όραση καταλαβαίνει ότι αυτό που βλέπει δεν
πρόκειται να συμβεί αν πρώτα δεν αγοραστεί το χρέος της αμαρτίας, ώστε αυτή η
κληρονομιά να επιστρέψει στον άνθρωπο. Ο Ιωάννης λοιπόν μέσα σ’ αυτή την όραση
περνά στιγμές τρομερής αγωνίας. Έχει απορροφηθεί τελείως στην όραση που βλέπει
και το γεγονός ότι ο Ιησούς έχει ήδη εξαγοράσει με το θάνατό Του το δικαίωμα να
επανακτήσει την κληρονομιά αυτή για λογαριασμό όλων των ανθρώπων που θα
πιστέψουν σ’ Αυτόν, τη στιγμή εκείνη δεν το βλέπει. Ο Ιωάννης βλέπει για μια
στιγμή όλη αυτή τη δόξα των 24 πρεσβυτέρων και των 4 ζώων, να είναι κάτι το
απραγματοποίητο για τον άνθρωπο, πράγμα που τον φέρνει σε τρομερή λύπη, ώστε
μας λέει ότι έκλαιγε πολύ.