Είναι γεγονός ότι δεν έχουν τις ίδιες ευθύνες όλοι οι σύγχρονοι άνθρωποι, ένας προς έναν, για την κατάντια και τον ξεπεσμό της ανθρωπότητας και του συστήματος εντός του οποίου γεννήθηκαν και εκπαιδεύτηκαν για να ζήσουν, αφού έτσι το βρήκαν διαμορφωμένο όταν ήρθαν στη ζωή, ένα ξεπεσμένο αξιακό σύστημα τους κληροδότησαν οι πρόγονοί τους, άδικο, ανήθικο, με δεδομένες τις σχέσεις εξουσιαστή και υποτακτικού, άμεσα συνδεδεμένες με τον πλούτο τον χρηματικό, αυτά τα δεδομένα βρήκαν οι σύγχρονοι άνθρωποι, αυτές τις αξίες διδάχθηκαν, με αυτά τα ιδανικά γαλουχήθηκαν και με βάση αυτά εκπαιδεύτηκαν, ο καθένας ανάλογα με τις οικονομικές δυνάμεις του, για να βρουν τη θέση τους εντός του, να γίνουν μέλη του, να ταυτιστούν μαζί του και να συμμετάσχουν κι αυτοί στη σταδιακή του παρακμή δίχως να παίρνουν χαμπάρι ότι με την πάροδο του χρόνου ευτελίζονται και οι ίδιοι.
Φέρουν όμως οι σύγχρονοι άνθρωποι ακέραια την προσωπική ευθύνη της μη αμφισβήτησης του δεδομένου συστήματος, την ευθύνη της υποταγής τους και της συμμόρφωσής τους ασυζητητί και αμαχητί ή την ευθύνη του, κατόπιν μικρής ή μεγάλης μάχης, τελικού συμβιβασμού τους με το διαχρονικό επιχείρημα που διαπαιδαγώγησε και ευνούχισε γενιές και γενιές ανθρώπων, «κοίτα τη δουλειά σου, τη ζωή σου, τον εαυτό σου, το σπίτι σου, διότι δεν μπορείς εσύ ν’ αλλάξεις τον κόσμο», φέρουν την ευθύνη της προσωπικής επανάστασης που δεν έκαναν για την ανατροπή ή έστω την μη αποδοχή των λανθασμένων κι ευτελών συστημικών δεδομένων που δέχτηκαν ο καθένας ατομικά από το περιβάλλον τους, τα οποία και κατάπιαν αμάσητα οι περισσότεροι, αποδέχτηκαν ως αξιώματα τους όρους και τους ορισμούς που τους τέθηκαν και έτσι εντάχθηκαν σαν έτοιμοι από καιρό στο σύστημα, ήρθαν να γίνουν κι αυτοί όμοιοι με τους προηγούμενους, να λειτουργήσουν με τρόπους χειρότερους, πιο ανάλγητους απ’ ό,τι οι περασμένες γενιές διότι δεν γινόταν πλέον διαφορετικά αφού όσο πάνε και σκληραίνουν τα δεδομένα, κι έτσι αποτέλεσαν οι ίδιοι την αδιάλειπτη συνέχεια της πορείας του συστήματος προς τον απόλυτο ευτελισμό και το αδιέξοδο. Φέρουν, εν τέλει, ακέραια την ευθύνη οι άνθρωποι όχι για το ότι δεν άλλαξαν το σύστημα αλλά για το ότι δεν του αντιστάθηκαν, άλλοι καθόλου, άλλοι σθεναρά, άλλοι μέχρι τέλους, το άφησαν να τους αλλάξει, να τους αφομοιώσει.
Έτσι, μετατράπηκε από γενιά σε γενιά ο άνθρωπος σε εχθρό του εαυτού του, τον ευτέλισε ιδιωτικοποιώντας τον, μετατρέποντάς τον σε αριθμημένο άτομο, αυτή είναι η διαχρονική συλλογική του ευθύνη.
Βασικό στοιχείο αυτού του ακραίου κατά τον τελευταίο αιώνα ευτελισμού του είναι η μαζική αστικοποίησή του, η πλήρης αποκοπή του από το φυσικό του περίβλημα, που τον ώθησε σιγά σιγά σε αποξένωση από τη φύση και τους πόρους της, με τους οποίους απέμεινε να συνδέεται μονάχα με σχέσεις χυδαία αγοραίες, αφού τους χρησιμοποιεί, λελογισμένα ή σπάταλα, ανταλλάσσοντάς τους με χρήματα, έχοντας ταυτόχρονα αποποιηθεί δια παντός την προσωπική του ευθύνη για την όποια αναπλήρωσή τους, την οποίαν έχει αναθέσει σιωπηρά κι αυτήν σε κάποιους άλλους, αφηρημένους, αγνώστους, πιθανότατα ίδιους με αυτούς τους συνωμότες που απεργάζονται και μεθοδεύουν την καταστροφή τους.
Μη γειωμένος πλέον ο άνθρωπος λοιπόν, δίχως ρίζες, αιωρείται καθ’ όλη τη ζωή του μέσα στο σκληρό κι απάνθρωπο χρηματοοικονομικό σύμπαν, δεν παράγει πια τα αναγκαία του αλλά τα αγοράζει ως εμπορεύματα καταναλωτικά, αποξενώθηκε από κάθε τι φυσικό, ακόμα κι από τον εαυτό του, συμφιλιώθηκε με τις Αγορές και έφτασε να ορίζει ακόμα και την κάθε φυσική του λειτουργία, πλην της αφόδευσης ίσως, με το ρήμα «καταναλώνω». Δεν τρώει πια ο άνθρωπος αλλά καταναλώνει τροφές, δεν πίνει πια αλλά καταναλώνει υγρά, δεν αναπνέει πια αλλά καταναλώνει οξυγόνο, καταναλώνει τα πάντα, με αποκορύφωμα την ενέργεια, τους φυσικούς πόρους του πεπερασμένου και πολύ μακρινού πλέον από τον ίδιον μα και παντελώς άγνωστου, οικοσυστήματος, ακόμα και συναισθήματα καταναλώνει, και τοπία, και ανθρώπους, παράγοντας απ’ όλα αυτά μονάχα απορρίμματα, δεν είναι άνθρωπος πια, είναι ιδιώτης καταναλωτής επισήμως και με τη βούλα, αριθμημένος και φακελωμένος πλήρως από το σύστημά του μέχρι την παραμικρή του καταναλωτική συνήθεια, του φαίνεται δε πλέον απόλυτα φυσιολογικό να χρησιμοποιεί το ρήμα «καταναλώνω» αντί άλλων, ταπεινών και ποταπών ίσως, ρημάτων, όπως επίσης το ουσιαστικό «άτομο» αντί «άνθρωπος» και το επίθετο «ατομικό» αντί «προσωπικό».
Αριθμός, δηλαδή, μονάδα ο άνθρωπος, οικειοθελώς ιδιωτικοποιημένος, καταδικασμένος σε ισόβια ενοικίαση με νοικάρη κάποιον ιδιώτη ή το κράτος ή, ακόμα χειρότερα, το ίδιο του το άτομο, με όσο πιο καλούς όρους μπορεί να διεκδικήσει βάσει των εφοδίων που κληρονόμησε ή απέκτησε εκπαιδευόμενος, με μηνιαία αμοιβή όμως κάποια κουπόνια, τα οποία, αν και, λόγω της χρηματοοικονομικής φούσκας, δεν έχουν πλέον κανένα αντίκρισμα στον πραγματικό πλούτο, λειτουργούν ακόμη εντός του πλαστού του και πλάνου συστήματος ως υπέρτατη δύναμη και κυκλοφορούν από χέρι σε χέρι καταναλώνοντας, μη αναστρέψιμα πλέον, ανθρώπινες ζωές και πολύτιμους φυσικούς πόρους, παράγοντας δε απορρίμματα και ράκη, υλικά σκουπίδια, σωματικά και ψυχικά ναυάγια του βίου.