ΤΑ ΥΛΙΚΑ ΚΑΙ ΟΙ
ΕΡΓΑΤΕΣ
Ι. Η ΠΗΓΗ ΤΩΝ ΥΛΙΚΩΝ
Με μόνη εξαίρεση το αργύριο της εξαγοράς
των πρωτοτόκων, η Σκηνή κατασκευάστηκε από υλικά που δόθηκαν σαν αυτοπροαίρετες
προσφορές από το λαό Ισραήλ (Έξ.κε:2). «Ειπέ προς τούς υιούς Ισραήλ να
φέρωσι προς εμέ προσφοράν παρά παντός ανθρώπου προαιρουμένου εν τη καρδία αυτού
θέλετε λάβει την προσφοράν μου». Αυτή η προσφορά είναι απ’ τις πιο
εξέχουσες που είναι καταγεγραμμένες. Όταν μαζεύτηκαν όλα τα υλικά, «η ύλη
την οποίαν είχον ήτο ικανή δι όλον το έργον ώστε να κάμωσιν αυτό και
επερίσσευεν» (Έξ.λς:7).
Στο μάζεμα των υλικών, βλέπουμε παραδειγματικά
τον Ιησού, τον χορηγό κάθε μας ανάγκης. Μέσα Του κατοικεί ο Γιάχβε-Ιρέ, ο Θεός
ο προμηθεύων. Ο Κύριος έκανε δυνατόν να δώσουν ότι χρειαζόταν για να τελειώσει
η Σκηνή. Κατά τον ίδιο τρόπο σήμερα, ο Κύριος κάνει δυνατόν ο λαός Του να δίνει
ότι χρειάζεται προκειμένου να υποστηριχτεί το έργο (Γέν.κβ:14 Φιλιπ.δ:19
Α΄Χρον.κθ:14).
Οι αυτοπροαίρετες προσφορές, φανερώνουν
επίσης ότι η εκκλησία, ο τωρινός τόπος κατοίκησης του Θεού, πρέπει να
στηρίζεται και να διατηρείται από τις αυτοπροαίρετες προσφορές των μελών της
(Α΄Κορ.ις:1-2 Μάρκ.ιβ:41-44 Α΄Κορ.θ:7,11,14 Β΄Κορ.θ:6-7
Ματθ.κγ:23. Όλα αυτά τα εδάφια φανερώνουν ότι το σχέδιο του Θεού σχετικά
με το τι πρέπει να δίνει το κάθε μέλος της εκκλησίας περιλαμβάνει τα δέκατα,
τις προσφορές και τις θυσίες, όπως στην περίπτωση της χήρας. Όταν κανείς
αναλογιστεί τι ο Θεός έδωσε για μας, γίνεται πιο εύκολο να δώσει για το έργο
Του (Β΄Κορ.η:9 Ματθ.ς:21).
Δεν έδιναν για να γίνουν παιδιά του Θεού,
αλλά επειδή είχαν λυτρωθεί και είχαν ευλογηθεί ακόμα και υλικά. Ήταν λοιπόν
πρόθυμοι και χαρούμενοι να δουν το σχέδιο του Θεού να υλοποιείται. Το ίδιο και
σήμερα, δεν γινόμαστε λαός του Θεού όταν δίνουμε για το έργο Του, αλλά δίνουμε
επειδή έχουμε λυτρωθεί και αγαπάμε το σκοπό που ο Κύριος μας εμπιστεύθηκε. Από
τη στιγμή που ο Χριστός πλήρωσε το μισθό της αμαρτίας μας, τίποτα δεν μπορούμε
να πούμε ότι μας ανήκει, στην πραγματικότητα δεν ανήκουμε ούτε στους εαυτούς
μας. Συνεπώς, είμαστε απλά οικονόμοι των όσων ο Κύριος βάζει στα χέρια μας.
Ποιοι έδωσαν; «Και ήλθον πάς άνθρωπος τού οποίου η καρδία διήγειρεν αυτόν
και πάς τις τον οποίον το πνεύμα αυτού έκαμε πρόθυμον έφεραν την προσφοράν τού
Κυρίου δια το έργον τής σκηνής τού μαρτυρίου και δια πάσαν την υπηρεσίαν αυτής
και δια τας αγίας στολάς» (Έξ.λε:21-29).
ΙΙ. ΟΙ ΕΡΓΑΤΕΣ
Ο Θεός έδωσε την απαιτούμενη σοφία σ’
αυτούς που ήταν πρόθυμοι να δουλέψουν (Έξ.λε:31-35). Ο Κύριος έκανε ιδιαίτερη
χάρη στον Βεσελεήλ και τον Ελιάβ για να μπορέσουν να αντεπεξέλθουν στο δύσκολο
έργο που έπρεπε να επιτελέσουν. Στο πνεύμα αυτών των εργατών, βλέπουμε και πάλι
μια εικόνα του Χριστού, που είναι η σοφία κάθε μέλους της εκκλησίας
(Α΄Κορ.α:24 Ιάκ.α:5). Ο Κύριος, ποτέ δεν
θα καλέσει κάποιον για οποιοδήποτε έργο, χωρίς να τον χρίσει γι’ αυτή την
ιδιαίτερη διακονία (Α΄Θες.ε:24
Α΄Ιωάν.β:27 Γαλ.α:12). Απ’ την
άλλη μεριά, πόσο μεγάλη καταστροφή δεν έχει γίνει απ’ αυτούς που δεν έχουν
καλεστεί και κατά συνέπεια δεν έχουν χριστεί για να εκτελέσουν το έργο που
αποφάσισαν να κάνουν!
Οι γυναίκες, είχαν κι αυτές το μέρος τους
στο έργο. Έκλωθαν τις πλούσιες λινές κουρτίνες (Έξ.λε:25-26). Οι αδελφές έχουν
κι αυτές τη θέση τους μέσα στο έργο της εκκλησίας.
ΟΙ ΣΑΝΙΔΕΣ ΤΗΣ
ΣΚΗΝΗΣ
Ι. ΠΕΡΙΓΡΑΦΗ Έξ.κς:15-25
Ο σκελετός αποτελείτο από 48 σανίδες από
ξύλο ακακίας, 20 σε κάθε πλευρά και 8 στο πίσω μέρος. Κάθε σανίδα ήταν πλήρως
καλυμμένη από χρυσό και είχε δύο αγκονίσκους (προεξοχές) στην κάτω άκρη που
έμπαιναν σε δύο ασημένια υποβάσια. Αυτές οι σανίδες κρατιόταν στη θέση τους από
15 οριζόντιους μοχλούς, 5 σε κάθε πλευρά.
ΙΙ. ΟΙ ΣΑΝΙΔΕΣ ΣΑΝ ΤΥΠΟΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Τα δύο αντίθετα υλικά, από τα οποία ήταν
κατασκευασμένη κάθε σανίδα, το ξύλο και ο χρυσός, φανερώνουν τέλεια την
ανθρώπινη φύση και τη θεότητα του Χριστού.
Το χαρακτηριστικό του ξύλου ακακίας είναι η
αδιαφθορία, δεν φθείρεται κι έτσι έχουμε ένα τέλειο σύμβολο της αναμάρτητης
ανθρώπινης φύσης του Χριστού που δεν είδε διαφθορά. Ο απόστολος Πέτρος μας
λέει: «όστις αμαρτίαν δεν έκαμεν ουδέ ευρέθη δόλος εν τω στόματι αυτού
(Α΄Πέτρ.β:23). «….πειρασθέντα κατά πάντα καθ’ ομοιότητα ημών χωρίς αμαρτίας»
(Εβρ.δ:15). Δες ακόμα Α΄Ιωάν.γ:5 και Εβρ.ζ:26. Ακόμα και στο θάνατο, το σώμα
Του δεν είδε διαφθορά, είχε προφητευτεί γι’ Αυτόν ότι «…δεν εγκατελείφθη η
ψυχή αυτού εν τω άδη ουδέ η σάρξ αυτού είδε διαφθοράν» (Πράξ.β:31).
Όπως κάθε σανίδα ήταν κατασκευασμένη από
ξύλο και χρυσό, έτσι και ο Χριστός ήταν τέλειος άνθρωπος και ο Θεός. Όπως ο
χρυσός κάλυπτε το ξύλο, έτσι και η ανθρώπινη φύση του Χριστού «ντύθηκε» τη
θεότητα.
Τίτ.β:13 «προσμένοντες την μακαρίαν
ελπίδα και επιφάνειαν τής δόξης τού μεγάλου Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού».
Ο ίδιος μίλησε για τον εαυτό Του σαν Πνεύμα και σαν σάρκα (Ιωάν.ς:62,63), και ο
Ιωάννης Τον περιέγραψε πάνω στο θρόνο σαν Θεό και σαν το Αρνίο (Αποκ.κβ:1,3-4).
Το ξύλο δεν ήταν χρυσός και ο χρυσός δεν
ήταν ξύλο, όμως αυτά τα δύο υλικά συνδυασμένα, έφτιαχναν μια σανίδα. Η θεία
φύση του Χριστού δεν ήταν άνθρωπος, η κάθε φύση ήταν ευδιάκριτη και ξεχωριστή,
η θεότητα και η ανθρώπινη φύση ενώθηκαν, όχι σε δύο πρόσωπα, αλλά σε ένα (Ιωάν.ι:30 Ησ.μγ:3
με: 5 μβ:8).
Σαν άνθρωπος, κοιμήθηκε κουρασμένος στο
κάτω μέρος του πλοίου, αλλά σαν ο Θεός, σηκώθηκε και επιτίμησε την καταιγίδα
(Παρ.λ:4). Σαν άνθρωπος, έκλαψε στον τάφο του Λάζαρου, σαν ο Θεός τον κάλεσε να
βγει από τον τάφο. Σαν άνθρωπος υπέφερε πάνω στο σταυρό, σαν ο Θεός αναστήθηκε
θριαμβευτικά (Ιωάν.β:19 Ιωάν.η:58).
ΙΙΙ. ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ
Συγκρίνοντας τη δομή των σανίδων, σε σχέση
με την εκκλησία, μπορούμε να τις χρησιμοποιήσουμε ώστε να συμβολίζουν το κάθε
μέλος του σώματος του Χριστού. Η εκκλησία, είναι κι αυτή μια «συναρμολογούμενη
οικοδομή» (Εφες.β:21,22 Α΄πέτρ.β:5).
Ας ακολουθήσουμε τα ίχνη των ακακιών από το
δάσος όπου βρισκόταν, μέχρι τη θέση τους στη Σκηνή. Όταν οι ξυλοκόποι έψαχναν
τα συγκεκριμένα δέντρα στο δάσος, τα βρήκαν ανάμεσα σε άλλα δέντρα να είναι
καλά ριζωμένα στη γη. Από τη στιγμή όμως που ο Κύριος τα χρειάστηκε, κόπηκαν
και αποχωρίστηκαν μια για πάντα από τη γη. Μετά, καλύφτηκαν με χρυσάφι και
διαμορφώθηκαν σε κατοικητήριο του Γιάχβε. Πριν σωθούμε, ήμασταν κι εμείς ριζωμένοι
στη γη, «κατά τας επιθυμίας τής σαρκός ημών πράττοντες τα θελήματα τής
σαρκός και των διαλογισμών και ήμεθα εκ φύσεως τέκνα οργής ως και οι λοιποί»
(Εφες.β:1-3,12). Με τη μάχαιρα του λόγου του Θεού, πεθάναμε ως προς τον κόσμο,
αποχωριζόμενοι μια για πάντα απ’ αυτόν (Ιώβ ιθ:10). Δια του Πνεύματος γίναμε μέτοχοι
θείας φύσης, καλυφθήκαμε με τη δικαιοσύνη Του, και γίναμε ναός του Αγίου Πνεύματος.