Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2011

ΚΥΡΙΑΚΟ ΔΕΙΠΝΟ - Δείπνο = Ενότητα


«Μετά ταύτα είπε προς τον Μωϋσήν, Ανάβα προς τον Κύριον, συ και Ααρών, Ναδάβ και Αβιούδ, και εβδομήκοντα εκ των πρεσβυτέρων του Ισραήλ, και προσκυνήσατε μακρόθεν και ο Μωϋσής μόνος θέλει πλησιάσει προς τον Κύριον, αυτοί όμως δεν θέλουσι πλησιάσει ουδέ ο λαός θέλει αναβή μετ' αυτού. Και ήλθεν ο Μωϋσής και διηγήθη προς τον λαόν πάντας τους λόγους του Κυρίου και πάντα τα δικαιώματα αυτού απεκρίθη δε πας ο λαός ομοφώνως και είπε, Πάντας τους λόγους, τους οποίους ελάλησεν ο Κύριος, θέλομεν κάμει. Και έγραψεν ο Μωϋσής πάντας τους λόγους του Κυρίου και σηκωθείς ενωρίς το πρωΐ, ωκοδόμησε θυσιαστήριον υπό το όρος, και έστησε δώδεκα στήλας κατά τας δώδεκα φυλάς του Ισραήλ. Και απέστειλε τους νεανίσκους των υιών Ισραήλ, και προσέφεραν ολοκαυτώματα και εθυσίασαν θυσίας ειρηνικάς εις τον Κύριον, μοσχάρια. Λαβών δε ο Μωϋσής το ήμισυ του αίματος, έβαλεν εις λεκάνας και το ήμισυ του αίματος ερράντισεν επί το θυσιαστήριον. Έπειτα λαβών το βιβλίον της διαθήκης, ανέγνωσεν εις τα ώτα του λαού οι δε είπον, Πάντα όσα ελάλησεν ο Κύριος, θέλομεν κάμνει και θέλομεν υπακούει. Και λαβών ο Μωϋσής το αίμα, ερράντισεν επί τον λαόν, και είπεν, Ιδού, το αίμα της διαθήκης, την οποίαν ο Κύριος έκαμε προς εσάς κατά πάντας τούτους τους λόγους» Έξ.κδ:6-8           

Την έκφραση αυτή, «το αίμα της διαθήκης» επανέλαβε ο Χριστός προσθέτοντας και τη λέξη «καινής». «Ωσαύτως και το ποτήριον, αφού εδείπνησαν, λέγων Τούτο το ποτήριον είναι η καινή διαθήκη εν τω αίματί μου, το υπέρ υμών εκχυνόμενον».  Λουκ.κβ:20

Αφού σφραγίστηκε με αίμα η διαθήκη αυτή διαβάζουμε, στα εδ.9-11

«Τότε ανέβη Μωϋσής και Ααρών, Ναδάβ και Αβιούδ και εβδομήκοντα εκ των πρεσβυτέρων του Ισραήλ και είδον τον Θεόν του Ισραήλ και υπό τους πόδας αυτού ως έδαφος εστρωμένον εκ λίθου σαπφείρου και ως το στερέωμα του ουρανού κατά την καθαρότητα και επί τους εκλεκτούς των υιών Ισραήλ δεν έβαλε την χείρα αυτού και είδον τον Θεόν, και έφαγον και έπιον..»
         
Ο Μωυσής, ο Ααρών, τα δύο του παιδιά, ο Ναδάβ και ο Αβιούδ, και οι 70 πρεσβύτεροι, ανέβηκαν στο βουνό για να λατρεύσουν. Και τι λατρεία ήταν αυτή! Τι γεύμα! Στην παρουσία ενός Θεού φοβερού. Ενός Θεού για τον οποίο είπαν στο Μωυσή πως ούτε τη φωνή Του δεν μπορούσαν, δεν είχαν το θάρρος να ακούνε (Έξ.κ:19).
        
Το σημαντικό του εδαφίου είναι ότι έφαγαν στην παρουσία του Θεού και τίποτα κακό δεν τους συνέβη. Αυτό είναι που ο συγγραφέας θέλει να καταλάβουμε και να δούμε.
         
Πως ο Θεός αυτός, είχε χάρη και έλεος. Δέχθηκε το αίμα που χύθηκε. Έκανε διαθήκη με το λαό Του και ο σκοπός της διαθήκης αυτής ήταν η κοινωνία μαζί Του.  Η κοινωνία με το Θεό, που είναι «φωτιά που κατακαίει». Εμείς διαβάζουμε στην προς Εβραίους ότι ο Θεός μας είναι «πυρ καταναλίσκον» αλλά εκείνοι το είχαν δει από πρώτο χέρι.
         
Αφού τελείωσε το γεύμα, ο Μωυσής ξαναπήγε στο βουνό (εδ.15-18). Η θέα της δόξας του Θεού ήταν σαν φωτιά. Μ’ αυτό το Θεό πρέπει να είσαι προσεκτικός. Και όταν μπορείς να φας στην παρουσία Του, χωρίς να καείς, ε, αυτό το εκτιμάς!!
         
Μ’ αυτό τον τόσο άγιο και φοβερό Θεό, μπορούν να έχουν κοινωνία, χωρίς να πεθάνουν. Μπορούνε να φάνε μαζί του. Πολύ συχνά το φαγητό στην αρχαία Μέση Ανατολή αλλά και στο λόγο του Θεού ολοκληρώνει μια διαθήκη. Στη Γέν.κς:26-31 ο Ισαάκ και ο Αβιμέλεχ τρώνε μαζί. Στο κεφάλαιο λα:44-54 ο Λάβαν και ο Ιακώβ κάνουν μια διαθήκη και τη σφραγίζουν με γεύμα.
         
Αυτό συμβαίνει και στο κεφάλαιο μας. Ο Θεός κάνει μια διαθήκη και την ολοκληρώνει με γεύμα. Με ένα συμβολικό τρόπο που λέει εσείς και εγώ έχουμε κοινωνία. Εσείς είστε ο λαός μου και εγώ ο Θεός σας.

Κόρινθος. Από την πόλη αυτή, λείπει η αριστοκρατία, με την κλασσική έννοια. Υπάρχει, όμως, η αριστοκρατία του χρήματος. Αυτοί οι άνθρωποι που πήγαν για να πετύχουν και πέτυχαν. Αυτοί που είχαν επιχειρηματικό πνεύμα, που ήταν σκληροί στις διαπραγματεύσεις, οι έξυπνοι. Αυτοί που μετρούσαν το πόσο σημαντικός είσαι, ή το πόση σημασία θα σου δώσουν, ανάλογα με το πόσα έχεις, τι έχεις πετύχει, ή τι έχεις καταφέρει.

Έτσι είναι και οι μεγάλες πόλεις σήμερα. Άνθρωποι από κάθε γωνιά του κόσμου. Άνθρωποι κάθε θρησκείας, κάθε ηλικίας, κάποιοι μορφωμένοι κάποιοι όχι. Δεν διαφέρει και πολύ ο τότε κόσμος από τον σημερινό.

Η εικόνα αυτή της πόλης όπως ήταν φυσικό καθρεφτίζονταν και μέσα στην Εκκλησία.
         
Πως μπορείς όμως, να κάνεις εκκλησία με τόσο διαφορετικούς ανθρώπους; Το γράμμα αυτό αντιμετωπίζει προβλήματα που ξεπηδούν από το γεγονός ότι όπως εμείς, έτσι κι εκείνοι άφηναν πολύ συχνά τον κόσμο της Κορίνθου να μπαίνει μέσα στην εκκλησία. Πως μπορούν άνθρωποι πλούσιοι και φτωχοί, μορφωμένοι και αμόρφωτοι να κάτσουν μαζί; Και κυρίως πως μπορούν να δουν ο ένας τον άλλον «στα μάτια», σαν ίσος προς ίσο; Πρέπει οι πλούσιοι και οι μορφωμένοι να μάθουν να μην υποτιμούν, αλλά να φροντίζουν, χωρίς να θέλουν να γίνεται το δικό τους. Οι φτωχότεροι να μη ζηλεύουν. Οι πλούσιοι να μην κάνουν τις δικές τους κλίκες και αφήνουν τους άλλους απέξω.
         
Βέβαια, οι διαχωρισμοί συνέβαιναν όταν μαζεύονταν μαζί. Δεν υπήρχε εκκλησιαστικό κτήριο. Κι έτσι μαζεύονταν στα σπίτια αυτών που θα μπορούσαν να τους χωρέσουν όλους.
         
Και εδώ ακριβώς ήταν το πρόβλημα. Σε μια κοινωνία που είναι τόσο ταξική, που μετράει το χρήμα πάνω απ’ όλα, ήταν πολύ εύκολο όταν η εκκλησία ήταν στο σπίτι ενός πλούσιου, οι όμοιοι του να πάνε στην τραπεζαρία και οι άλλοι να πάνε στην αυλή. Προσέξτε, μπορεί σήμερα να μην εκδηλώνονται έτσι οι κοινωνικές διαφορές. Μπορούν να εκδηλωθούν όμως, αλλιώς. Και μπορεί να μην είναι το χρήμα που μας ξεχωρίζει, αλλά μπορεί να είναι άλλοι λόγοι.
Γράφει λοιπόν, στο ια:17 «δεν επαινώ ότι συνέρχεσθε ουχί δια το καλήτερον αλλά δια το χειρότερον.» Όταν μαζεύεστε σαν εκκλησία, δεν μαζεύεστε για καλό. Τα κάνετε τα πράγματα χειρότερα. Και στο εδάφιο 18 εξηγεί, «Διότι πρώτον μεν όταν συνέρχησθε εις την εκκλησίαν, ακούω ότι υπάρχουσι σχίσματα μεταξύ σας, και μέρος τι πιστεύω.» Αυτά τα σχίσματα δεν είναι τα ίδια με αυτά που αναφέρει στην αρχή της επιστολής. Εκεί τα σχίσματα είχαν να κάνουν με το ποιος ηγέτης τους άρεσε καλύτερα, ο Παύλος ή ο Απολλώς ή ο Κηφάς. Εδώ τα σχίσματα αφορούν στο πως βλέπουν ο ένας τον άλλον. Είναι κοινωνικά σχίσματα.
         
Και προσέξτε με πόση σοφία χειρίζεται το θέμα ο απόστολος Παύλος: «Και μέρος τι πιστεύω» τους γράφει. Ένα κομμάτι σίγουρα το πίστευε. Ποιοι του το είπαν; Πιθανώς οι αδικούμενοι, οι φτωχότεροι, οι χαμηλότεροι κοινωνικά. Επειδή όμως, ξέρει πως πάντα η ανθρώπινη φύση μας, μας οδηγεί να βάζουμε «αλατοπίπερο» επειδή ξέρει πως όποιος αδικείται δεν μπορεί να είναι 100% αντικειμενικός και δίκαιος με τον άλλο που πιστεύει πως τον αδικεί.
         
Πριν προχωρήσει να εξηγήσει γιατί τους πιστεύει κάνει μια θεολογική παρένθεση. Πιθανόν η παρένθεση να είναι ένας από τους λόγους για τους οποίους πιστεύει αυτούς που του έφεραν τα δυσάρεστα νέα των σχισμάτων. Γράφει στο εδ.19 λοιπόν, «διότι είναι ανάγκη να υπάρχωσι και αιρέσεις μεταξύ σας, δια να γείνωσι φανεροί μεταξύ σας οι δόκιμοι.»
         
Πως μπορεί να το πει αυτό; Ο ίδιος άνθρωπος που στην αρχή της επιστολής τους μαλώνει για τα σχίσματά τους; Η απάντηση είναι στη λεπτομέρεια ότι δεν λέει πως τα σχίσματα είναι καλό πράγμα. Λέει πως είναι αναγκαίο. Ο Θεός τα χρησιμοποιεί και αυτά, για να φανεί ποιοι είναι οι δόκιμοι.

Προσοχή, τα σχίσματα εδώ είναι κοινωνικά, όχι θεολογικά. Δηλαδή φανερώνουν ποιοι είναι τελικά αυτοί των οποίων η συμπεριφορά άλλαξε. Ποιοι είναι αυτοί που έχουν μάθει, να βλέπουν τους ανθρώπους και τη ζωή αλλιώς. Ποιοι είναι αυτοί που όταν βλέπουν την εκκλησία, δεν βλέπουν μόρφωση, χρήμα, καταγωγή, φύλο, ηλικία, καριέρα, ντύσιμο, επιτυχία, αλλά βλέπουν το Χριστό. Βλέπουν το σώμα Του όπως είναι. Δόκιμοι είναι αυτοί που βλέπουν πως εδώ «μέσα» οι χωρισμοί που υπάρχουν «έξω», έχουν σβήσει.

«Δόκιμος», λοιπόν, είναι αυτός που έχει μάθει να βλέπει την εκκλησία, τους αδελφούς του, σαν παιδιά του Θεού και τίποτα άλλο. Και θα υπάρξουν περιστάσεις στις οποίες όλοι θα κριθούμε, γιατί αργά ή γρήγορα θα φανεί αν θεωρούμε τους άλλους υπερέχοντες, ή αν τους υποτιμούμε στη συνείδησή μας.
         
Εδ.20, Όταν λοιπόν συνέρχησθε επί το αυτό, τούτο δεν είναι να φάγητε Κυριακόν δείπνον. Αυτό που λέει είναι, πως καθώς συνέρχεστε σαν εκκλησία, αυτό που έχετε καταντήσει να κάνετε δεν είναι Κυριακό Δείπνο. Δεν είναι το δείπνο του Κυρίου. Εσείς όμως, μαζεύεστε και κάνετε τα πράγματα χειρότερα. Παίρνετε το δείπνο του Κυρίου, και το καταντάτε να μην είναι του Κυρίου.

Γιατί; Εδ.21: «διότι έκαστος λαμβάνει προ του άλλου το ίδιον εαυτού δείπνον εν τω καιρώ του τρώγειν, και άλλος μεν πεινά, άλλος δε μεθύει.» Όπως είπαμε το δείπνο του Κυρίου γίνονταν σε συνδυασμό με κοινό γεύμα. Γίνονταν και τα δύο μαζί. Καθώς λοιπόν μαζεύονται, «έκαστος» και εννοεί αυτούς που «έχουν» σε αντίθεση με αυτούς που «δεν έχουν», την ώρα που τρώνε, τρώει το δικό του δείπνο, και καταλήγετε στο δείπνο που είναι για τον Κύριο να μένουν κάποιοι νηστικοί και να πεινάνε, ενώ κάποιοι άλλοι έχουν τόσο πολύ φαγητό που μεθάνε.

Για αυτό και καταλήγει στο εδ.22, «Μη δεν έχετε οικίας δια να τρώγητε και να πίνητε; Ή την εκκλησίαν του Θεού καταφρονείτε, και καταισχύνετε τούς μη έχοντας; Τι να σας είπω; Να σας επαινέσω εις τούτο; Δεν σας επαινώ.»

Προσέξτε σκληρά λόγια: Έχετε σπίτια για να φάτε και να πιείτε. Αν αυτό που κάνετε είναι μόνο μια γιορτή, να πάτε σπίτια σας να το κάνετε. Δεν χρειάζεται να καταφρονείτε την εκκλησία του Θεού και να καταντροπιάζετε αυτούς που δεν έχουν! Όταν αδιαφορώ για τους άλλους και προσβάλλω τους άλλους με τη συμπεριφορά μου, επειδή δεν είναι σαν κι εμένα, τότε περιφρονώ την εκκλησία του Θεού και ντροπιάζω αυτούς που δεν έχουν.
         
Το δείπνο του Κυρίου, και η Εκκλησία κατ’ επέκταση είναι ο τόπος που η ασχήμια της κοινωνίας σταματάει. Το δείπνο είναι του Κυρίου.  Και το να είμαι δοκιμασμένος πιστός σημαίνει πως δεν ξεχωρίζω κανέναν αδελφό στην καρδιά μου. Είμαι ένα σώμα με αυτούς.

ι:16,17 «το ποτήριον της ευλογίας, το οποίον ευλογούμεν, δεν είναι κοινωνία του αίματος του Χριστού; Ο άρτος, τον οποίον κόπτομεν, δεν είναι κοινωνία του σώματος του Χριστού;  Διότι είς άρτος, έν σώμα είμεθα οι πολλοί· επειδή πάντες εκ του ενός άρτου μετέχομεν.»

Η παρουσία μας εδώ συμβολίζει ότι είμαστε ένα σώμα. Το Δείπνο είναι μια διακήρυξη που κάνουν όλοι οι πιστοί ως ένα σώμα για το Χριστό. Διακηρύττουμε πως όπως κόβουμε από το ένα ψωμί έτσι ανήκουμε στο ίδιο σώμα. Το ψωμί συμβολίζει την ενότητά μας.

Δεν είναι δυνατόν λοιπόν, όταν παίρνουμε τον άρτο να λέμε ότι ανήκουμε σε ένα σώμα και να μην νοιαζόμαστε για αυτό το σώμα. Δεν είναι δυνατόν με τη συμμετοχή μου να λέω ότι είμαι ένα σώμα μαζί σου, και ταυτόχρονα να σε περιφρονώ.
Εδ.26, Διότι οσάκις αν τρώγητε τον άρτον τούτον και πίνητε το ποτήριον τούτο, τον θάνατον του Κυρίου καταγγέλλετε, μέχρι της ελεύσεως αυτού.  Κάθε φορά που καθόμαστε στην τράπεζα του Κυρίου, πάμε στην αρχή της σωτηρίας μας. Θυμόμαστε τι μας έφερε εδώ. Τι μας ένωσε. Ένας θάνατος. Ο θάνατος του Ιησού Χριστού.
         
Ας δούμε τώρα σε τι πρακτικά συμπεράσματα μας οδηγεί όλη αυτή η διδασκαλία. Διαβάζουμε από το εδ.27-29: "Ώστε όστις τρώγη τον άρτον τούτον ή πίνη το ποτήριον του Κυρίου αναξίως, ένοχος θέλει είσθαι του σώματος και αίματος του Κυρίου. Ας δοκιμάζη δέ εαυτόν ο άνθρωπος, και ούτως ας τρώγη εκ του άρτου και ας πίνη εκ του ποτηρίου· διότι ο τρώγων και πίνων αναξίως τρώγει και πίνει κατάκρισιν εις εαυτόν, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου."
         
Τι σημαίνει να συμμετέχω ανάξια; Σημαίνει πως δεν έχω καταλάβει ότι το τραπέζι αυτό είναι τραπέζι ενότητας. Αν στο μυαλό μου, στην καρδιά μου κάποιοι δεν είναι τόσοι καλοί όσο εγώ, ή τόσο σημαντικοί όσο εγώ, τότε διακηρύττω κάτι που δεν το πιστεύω. Στο τραπέζι αυτό καταγγέλλω το θάνατο του Χριστού για μένα και το γεγονός ότι τώρα είμαστε ένα σώμα. Δεν είναι κάτι που το κάνω μόνος μου. Αλλά «μαζί» με άλλους.
         
Αν λοιπόν έρχομαι και συμμετέχω, αλλά δεν είμαι ενωμένος με τους άλλους, τότε είμαι ένοχος. Είμαι ένοχος γιατί δεν λέω την αλήθεια. Λέω κάτι που δεν το πιστεύω πραγματικά. Και θα πρέπει να με πειθαρχήσει ο Θεός.

Πρέπει να εξετάσω τον εαυτό μου, να δω αν πράγματι μπορώ να δω τους άλλους σαν αδελφούς μου, σαν σώμα μου. Αφού θα σταθώ μια μέρα στο Θεό μπροστά για να κριθώ, καλά θα κάνω να κρίνω τον εαυτό μου από τώρα. Δεν είναι τόσο μια κλήση για εσωτερικό έλεγχο με την έννοια να ομολογήσω στο Θεό τις προσωπικές αμαρτίες μου. Είναι να κάνω τον αυτοέλεγχό μου για το πως βλέπω τα αδέλφια μου.
         
Γιατί αν τρώω και πίνω ανάξια, εδ.29, δεν «διακρίνω» το σώμα του Κυρίου. Όχι τον άρτο και τον οίνο, την Εκκλησία Του. Δεν καταλαβαίνω τι διακηρύττω, τι κάνω, τι υπόσχομαι. Και όταν το κάνω αυτό, τρώω και πίνω κατάκριση. Αυτό που διακηρύττω αλλά δεν το ζω, με κρίνει, με κατακρίνει μπροστά στο Θεό.
         
Και ξέρετε πόσο σημαντικό είναι; Τόσο σημαντικό που ο Θεός πειθάρχησε την εκκλησία Του στην Κόρινθο, με αρρώστια και θάνατο. Και συνεχίζει στο εδ.31, Διότι εάν διεκρίνομεν εαυτούς, δεν ηθέλομεν κρίνεσθαι. Αν εμείς βλέπαμε τον εαυτό μας όπως έπρεπε και δεν δικαιολογούσαμε τα αδικαιολόγητα, ο Θεός δεν θα μας έκρινε. Το κάνει όμως, για να μας «παιδεύσει». Προσέξτε δεν σημαίνει πως αυτοί που πέθαναν ή αρρώστησαν, χάθηκαν αιώνια. Σημαίνει ότι ο Θεός τους πειθάρχησε και μαζί με αυτούς και όλη την Εκκλησία, για να μην κατακριθούν με τον κόσμο στην τελική κρίση.
          
Τι σημαίνει λοιπόν, αυτό για μας; Σημαίνει πως πρέπει να εξετάσουμε τη ζωή μας, αν βλέπουμε τους αδελφούς μας, σαν σώμα Χριστού, σαν κομμάτι δικό μας. Όταν θα πάρεις μέρος θα διακηρύξεις πως οι άλλοι που παίρνουν ανήκουν στο ίδιο σώμα με σένα. Και αυτό είναι τόσο σοβαρό που, αν το κάνουμε με ελαφριά καρδιά ο Θεός είναι διατεθειμένος να μας πειθαρχήσει αυστηρά.
         
Δηλαδή θα πει κάποιος υπάρχει περίπτωση εμείς να κάνουμε το ίδιο λάθος; Η απάντηση είναι «ναι». Μπορεί να ντροπιάσουμε τους αδελφούς  μας με τον ίδιο ή παρόμοιο τρόπο. Οτιδήποτε μας οδηγεί να περιφρονήσουμε την εκκλησία του Θεού και να ντροπιάσουμε τους αδελφούς μας, είναι η ίδια αμαρτία. Διασπά το σώμα του Χριστού.
        
Η περιφρόνηση μπορεί να φανεί με πολλούς τρόπους. Από το «πως» σε χαιρετάω, από το «αν» σε χαιρετάω. Αν σου μιλάω, αν σε κοιτάζω. Μπορεί να φανεί από το «πόσο» υπολογίζω τη γνώμη σου, «αν» την υπολογίζω. Το αν κάποιος άνθρωπος μου είναι σημαντικός ή όχι, αυτό θα φανεί σύντομα. Επίσης αν για κάποιον αδιαφορώ και αυτό θα φανεί.
         
Πόσες φορές δεν ασχολούμαστε με τους άλλους αδελφούς, γιατί είμαστε απασχολημένοι με τους δικούς μας φίλους. Το ίδιο πράγμα κάνουμε, ό,τι έκαναν οι Κορίνθιοι, όχι επειδή είναι πλούσιοι οι φίλοι μας, αλλά επειδή τους αισθανόμαστε πιο κοντά μας, ενώ τους άλλους όχι.
         
Όταν δεν με ενδιαφέρει αν πόνεσα κάποιον ή αν τον πλήγωσα, τότε αδιαφορώ. Αν δεν με ενδιαφέρει να συγχωρήσω, τότε αδιαφορώ, γιατί λέω πως ο «άλλος» δεν είναι σημαντικός. Όταν δεν ξέρω για τις ανάγκες του άλλου, γιατί ποτέ δεν φρόντισα να μάθω, περιφρονώ την Εκκλησία του Χριστού. Όταν δείχνω με το δάχτυλο κάποιον σαν «μεγάλο» αμαρτωλό αλλά ποτέ δεν νοιάστηκα να πάω σπίτι του να μάθω τι έγινε και γιατί έγινε περιφρονώ την Εκκλησία του Χριστού.
         
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, δεν ζω σαν σώμα. Καταλαβαίνουμε λοιπόν, πως η αυτοεξέτασή μας, δεν περιορίζεται μόνο στο αν συγχώρεσα τους άλλους. Αυτό είναι μόνο μία πλευρά του θέματος. Και να έχω συγχωρέσει και η καρδιά μου να είναι καθαρή από αυτό το θέμα, πρέπει να εξετάσω αν πραγματικά ενδιαφέρομαι για τους άλλους.

Αν όχι, τι νόημα έχει να πάρω μέρος; Για να μην πουν οι άλλοι ότι δεν πήρα; Και τι έγινε; Στο Θεό θα σταθούμε μια μέρα μπροστά, όχι στους ανθρώπους.
         
Βέβαια, η λύση δεν είναι να πω πως δεν θα πάρω μέρος στο δείπνο. Και αυτό είναι αμαρτία. Ο Κύριός μας, μας πρόσταξε να παίρνουμε μέρος. Η λύση είναι να μετανοήσω από την αμαρτία μου και να αγαπήσω με καθαρή καρδιά.
         
Με αυτές τις σκέψεις λοιπόν, ας κάνουμε την αυτοεξέτασή μας, γιατί ο Θεός μας είναι παρών, να ευλογήσει, ή να κρίνει. Είναι παρών, όπως ήταν και στο όρος Σινά, όταν ο Μωυσής με τους 70 πρεσβύτερους έφαγαν μετά τη διαθήκη. Είναι παρών, όπως ήταν ο Χριστός με τους μαθητές. Είναι παρών, και είναι καρδιογνώστης. Είναι παρών για να συγχωρέσει και να ανορθώσει. Είναι παρών για να ενώσει και να δείξει στον κόσμο έξω τι μπορεί να κάνει η Εκκλησία Του με τη δύναμη του Αγίου Του Πνεύματος.
         
Αν πιστεύεις πως ο Θεός σου μιλάει αυτή την ώρα, και χρειάζεται να διορθώσεις σε κάποιο σημείο κάτι στη ζωή σου, κάντο. Αδελφοί μου, στο χέρι μας, είναι η Εκκλησία του Χριστού, και η δική μας τοπική Εκκλησία, να λάμπει. Ο Θεός υπόσχεται πως όταν αγαπάμε τους άλλους όπως Εκείνος μας αγάπησε, έτσι θα γνωρίσει ο κόσμος ότι είμαστε μαθητές Του. Ελάτε να το ζήσουμε. Ελάτε να μετανοήσουμε γιατί δεν νοιώθουμε, δεν ζούμε την Εκκλησία σαν σώμα του Χριστού. Και ο καθένας μας για τον εαυτό Του, και όλοι μαζί να ζητήσουμε το έλεος του Θεού. Αυτός Είναι πιστός. Συγχωρεί, ευλογεί και είναι έτοιμος να κάνει θαυμαστά.