Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Πέμπτη 20 Οκτωβρίου 2011

ΑΠΟΚΑΛΥΨΗ - Σκέψεις πάνω στο 2o κεφάλαιο!


«Εξεύρω τα έργα σου και τον κόπον σου και την υπομονήν σου, και ότι δεν δύνασαι να υποφέρης τους κακούς, και εδοκίμασας τους λέγοντας ότι είναι απόστολοι, και δεν είναι, και εύρες αυτούς ψευδείς» (Αποκ.β:2

Μήπως εσύ τους υποφέρεις;
 
Οι πληροφορίες που παίρνουμε απ' αυτό το μήνυμα, προς τον άγγελο της εκκλησίας της Εφέσου, είναι σαφείς:

1. Δεν μπορούσε να ανεχθεί τους ΚΑΚΟΥΣ.
(Καταλαβαίνεις πως όποιος τους ανέχεται δεν είναι αρεστός στον Κύριο;)

2. Αυτοί οι ΚΑΚΟΙ ήταν άνθρωποι που ισχυρίζονταν για τον εαυτό τους ότι ήταν «απόστολοι».
(Πόσους τέτοιους ξέρεις/αντιλαμβάνεσαι να κινούνται γύρω σου; Μήπως πρέπει να κοιτάζεις καλύτερα;)

3. Απέναντι σ' αυτό τον ισχυρισμό τους, τους δοκίμασε.
(Εσύ ενδιαφέρεσαι να αφαιρέσεις το ένδυμα προβάτου από τους λύκους που παρουσιάζονται ως πρόβατα;)

4. Η δοκιμή απέδειξε ότι δεν ήταν αληθινοί «απόστολοι» αλλά ΨΕΥΔΕΙΣ.
(Έχεις κάνει το χρέος σου απέναντι σε τέτοιους ζωντανούς κινδύνους στην εκκλησία σου;)

Πώς αντιμετώπισε αυτή τη διαδικασία ο Κύριος; Μήπως μάλωσε το δούλο Του γι' αυτό που έκανε; Όχι μόνο δεν τον μάλωσε, αλλά αντίθετα τον επαίνεσε!

Και τον επαίνεσε για τους εξής δύο λόγους:

(α) Επειδή ακριβώς έκανε τον αναγκαίο έλεγχο για να δοκιμάσει, δηλαδή να ελέγξει και να αποδείξει τη γνησιότητα ή μη, όλων εκείνων που έλεγαν ΟΤΙ ΕΙΝΑΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ, και

(β) Επειδή διερεύνησε, ανακάλυψε και αποκάλυψε την πραγματικότητα, ότι δηλαδή δεν ήταν αληθινοί απόστολοι αλλά ΨΕΥΔΕΙΣ.

Στη σημερινή εποχή όλοι εκείνοι που ακολουθούν τα βήματα αυτού του δούλου του Θεού, δηλαδή ελέγχουν και διακρίνουν τα λεγόμενα και τα έργα καθενός που στέκεται μέσα στην εκκλησία και λέει ότι είναι "απόστολος" ή "χαρισματούχος" ή "πνευματικός" (Α΄ Κορ.ιδ:29), συνήθως  κατηγορούνται και παραμερίζονται, επειδή τάχα δεν είναι διακριτικοί, ευγενείς και καλόπιστοι αλλά μάλλον καχύποπτοι, σκληροί, απότομοι, θρασείς…

Όμως αυτοί δεν κάνουν άλλο παρά εκείνο που πρόσταξε ο Παύλος στον Τίτο και όλους τους υπεύθυνους για την υγεία της εκκλησίας, που είναι «έλεγχε αυτούς αποτόμως, διά να υγιαίνωσιν εν τη πίστει» (Τίτ.α:13-14).

Αλλά συμβαίνει, δυστυχώς όχι σπάνια, αυτοί οι άνθρωποι να μην είναι από το απλό εκκλησίασμα, αλλά να έχουν καταφέρει να αναρριχηθούν σε διάφορα αξιώματα, είτε επειδή κάποιοι τους προώθησαν είτε επειδή το κατάφεραν με στοχευμένες τους προσπάθειες.

Πως μπορεί όμως να είναι κάποιος ασφαλής όταν χρειαστεί να «ελέγξει» άλλους, κατά πόσο είναι γνήσιοι υπηρέτες του Χριστού; Δεν είναι επικίνδυνο να πέσει σε κατάκριση, σε αδικία, σε καταφρόνηση του σώματος του Κυρίου;

Βεβαίως και υπάρχει τέτοιος κίνδυνος για κάποιο νήπιο ή ακατάρτιστο πιστό, γι' αυτό και ο Ιάκωβος συνιστά «Μη γίνεσθε πολλοί διδάσκαλοι, αδελφοί μου, εξεύροντες ότι μεγαλητέραν κατάκρισιν θέλομεν λάβει» (Ιακ.γ:1). Αυτός ο λόγος όμως, δεν είναι ικανός να ανατρέψει την πραγματικότητα ότι «αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους» (Εφεσ.δ:11).

Δεν θα έδινε ποτέ ο Θεός στην εκκλησία Του κάτι που θα την έβλαπτε. Ασφαλώς όχι! Το πρόβλημα γεννιέται όταν ο καθένας από μόνος του ανακηρύσσεται δάσκαλος ή απόστολος κ.λπ. Και είναι ακριβώς σ' αυτό που αναφέρεται η επιστολή στον άγγελο της εκκλησίας της Εφέσου, που εξετάζουμε εδώ.

Μιλάμε για όλους εκείνους που ξαφνικά εμφανίζονται στη χώρα μας προερχόμενοι συνήθως εκ του εξωτερικού, ως δήθεν χαρισματούχοι, δήθεν θαυματουργοί, δήθεν θεραπευτές, δήθεν “μεγάλοι δάσκαλοι”, και εισβάλλουν στα εκκλησιάσματα, ενσπείροντας “καινά  δαιμόνια” –αλλά όχι “κενά”–, υποσχόμενοι όλα όσα μέχρι σήμερα ο λαός του Θεού τάχα δεν γνώριζε και δεν διδάχθηκε, και μάλιστα με την αναίδεια πως μόλις τώρα αποκαλύπτεται η “αλήθεια” στους Έλληνες, που είχαν παραμείνει επί αιώνες στο σκοτάδι της “άγνοιας” επειδή μόνο τούτοι οι εισβολείς έχουν τη “γνώση”...

Και τι να πούμε για τις ατέλειωτες διασπάσεις –ιδιαίτερα στο χώρο των Πεντηκοστιανών και των Παλαιοημερολογιτών– όπου ο καθένας νομίζει πως είναι χαρισματούχος και εντεταλμένος για “μεγαλόσχημες” αποστολές και διακονίες;;;

Ας θυμηθούμε απλά εκείνο που ο Παύλος επεσήμανε στον Τιμόθεο: «Την παρακαταθήκην φύλαξον, αποστρεφόμενος τας βεβήλους ματαιολογίας και τας αντιλογίας της ψευδωνύμου γνώσεως, την οποίαν τινές επαγγελλόμενοι επλανήθησαν κατά την πίστιν» (Α΄ Τιμ.ς:20-21).