Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Παρασκευή 9 Σεπτεμβρίου 2011

ΘΕΟΤΗΤΑ - 08. Επεξηγήσεις στην Κ.Διαθήκη - Ευαγγέλια (2)

Ματθ.κη:19

Εξετάσαμε αυτό το εδάφιο στο "Θεότητα 06" και δείξαμε ότι περιγράφει τον ένα Θεό με πολλαπλά λειτουργήματα, αλλά με ένα όνομα. Το επίκεντρο δεν είναι ο πληθυντικός αλλά ο ενικός, όχι οι φανερώσεις, αλλά το όνομα.

Η προΰπαρξη του Ιησού

Πολλά εδάφια στη Γραφή μιλάνε για τον Ιησού πριν γεννηθεί. Ωστόσο, η Γραφή δεν μας διδάσκει ότι υπήρχε σαν ξεχωριστή προσωπικότητα απ’ τον Πατέρα, έξω από τον Πατέρα. Αντίθετα, ως προς τη θεότητά Του, Αυτός είναι ο Πατέρας, ο Δημιουργός. Το Πνεύμα του Ιησού υπήρχε πάντοτε γιατί είναι ο ίδιος ο Θεός. Ο άνθρωπος Ιησούς δεν υπήρχε πριν γεννηθεί, παρά μόνο σαν σχέδιο μέσα στο νου του Θεού.
 
Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι το Πνεύμα του Ιησού υπήρχε πριν τη γέννηση, αλλά δεν μπορούμε να πούμε το ίδιο για το Γιο, ότι προϋπήρχε σαν προσωπικότητα. Το Ιωάν.α:1,14 είναι ένα καλό συμπέρασμα σχετικά με τη διδασκαλία της προΰπαρξης του Ιησού. «Εν αρχή ήτο ο Λόγος, και ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ, και Θεός ήτο ο Λόγος.......Και ο Λόγος έγεινε σάρξ και κατώκησε μεταξύ ημών, (και είδομεν την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά του Πατρός,)πλήρης χάριτος και αληθείας». Με άλλα λόγια, ο Ιησούς είναι άναρχος σαν ο Θεός. Το σχέδιο της μελλοντικής γέννησης και σχέσης Πατέρα - Γιου, υπήρχε μέσα στο Θεό απ’ την αρχή - σαν μια ιδέα στο νου του Θεού. Τελικά, αυτός ο Λόγος έγινε σάρκα - σαν μια επέκταση ή φανέρωση του Πατέρα Θεού σε ανθρώπινη μορφή. (Για περισσότερες λεπτομέρειες, δες τα κεφάλαια 05 και 06).
Τώρα ας εφαρμόσουμε αυτές τις έννοιες σε διάφορα εδάφια της Γραφής που μιλάνε για την προΰπαρξη του Ιησού. Μπορούμε να καταλάβουμε ότι το Ιωάν.η:58 «Είπε προς αυτούς ο Ιησούς, Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Πρίν γείνη ο Αβραάμ εγώ είμαι» είναι μια αναφορά της προΰπαρξης του Ιησού σαν ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης. Κατά τον ίδιο τρόπο, καταλαβαίνουμε και το Ιωάν.ς:62 «εάν λοιπόν θεωρήτε τον Υιόν του ανθρώπου αναβαίνοντα όπου ήτο το πρότερον;».
Εδώ ο Ιησούς χρησιμοποιεί την έκφραση «Υιός του ανθρώπου» σαν ισοδύναμη με την αντωνυμία «Εγώ» ή «Εμένα» κι όχι για να δώσει έμφαση στην ανθρώπινη φύση Του. Στο Ιωάν.ις:28 ο Ιησούς είπε: «Εξήλθον παρά του Πατρός και ήλθον εις τον κόσμον πάλιν αφήνω τον κόσμον και υπάγω προς τον Πατέρα» και αναφέρεται στην προΰπαρξη Του σαν Θεός.

Η θεία φύση του Ιησού ήταν ο Πατέρας Θεός, έτσι, ο Ιησούς με τη διπλή φύση, μπορούσε να πει «Εκ του Πατρός εξήλθον...» (κείμενο). Ακόμα αυτή η έκφραση μπορεί ν’ αναφέρεται στο Λόγο, το σχέδιο που υπήρχε στο νου του Θεού, ο οποίος έγινε σάρκα και στάλθηκε στον κόσμο.
  
Στο Ιωάν.ιζ:5 ο Ιησούς προσευχήθηκε «Και τώρα δόξασόν με συ, Πάτερ, πλησίον σου, με την δόξαν την οποίαν είχον παρά σοι πρίν γείνη ο κόσμος». Ο Ιησούς δεν προϋπήρχε με τη δόξα κάποιου υιού. Εδώ προσεύχεται, που σημαίνει ότι μιλάει σαν άνθρωπος κι όχι σαν Θεός. Ξέρουμε, ότι η ανθρώπινη φύση του Ιησού δεν υπήρχε πριν τη γέννησή Του. Μιλάει λοιπόν για τη δόξα που είχε σαν Υιός, σαν το Αρνίο το εσφαγμένο προ καταβολής κόσμου, μέσα στο σχέδιο του Θεού.

Ο Υιός στάλθηκε απ’ τον Πατέρα.

Το Ιωάν.γ:17 και ε:30 μαζί με άλλα εδάφια της Γραφής, λένε ότι ο Πατέρας έστειλε το Γιο. Μήπως αυτό σημαίνει, ότι ο Ιησούς, ο Γιος του Θεού, είναι ένα ξεχωριστό πρόσωπο απ’ τον Πατέρα; Ξέρουμε ότι δεν είναι έτσι, γιατί πολλά εδάφια της Γραφής διδάσκουν ότι ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί (Β’ Κορ.ε:19  Α’ Τιμ.γ:16). Ο Γιος στάλθηκε σαν άνθρωπος, όχι σαν Θεός: «Ότε όμως ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, εξαπέστειλεν ο Θεός τον Υιόν αυτού, όστις εγεννήθη εκ γυναικός και υπετάγη εις τον νόμον» Γαλ.δ:4. Η λέξη εξαπέστειλεν δε υπαινίσσεται προΰπαρξη του Γιου ή του ανθρώπου. Στο Ιωάν.α:6 λέει ότι «Υπήρξεν άνθρωπος απεσταλμένος παρά του Θεού, ονομαζόμενος Ιωάννης», και ξέρουμε ότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής δεν υπήρχε πριν τη σύλληψή του. Αντίθετα, η λέξη αποστέλλω δείχνει ότι ο Θεός όρισε το Γιο για ένα ειδικό σκοπό. Ο Θεός έκανε ένα σχέδιο, του έδωσε σάρκα και μετά το έβαλε σε λειτουργία. Έδωσε στο Γιο Του μια συγκεκριμένη δουλειά. Ο Θεός φανερώθηκε σε σάρκα προκειμένου να πετύχει ένα ιδιαίτερο στόχο. Στην Εβρ.γ:1 ο Ιησούς ονομάζεται απόστολος της ομολογίας μας και απόστολος είναι κάποιος που αποστέλλεται. Η αποστολή λοιπόν δίνει έμφαση στην ανθρώπινη φύση του Γιου και στον ιδιαίτερο σκοπό για τον οποίο γεννήθηκε.

Αγάπη μεταξύ των προσώπων της θεότητας;

Ένα δημοφιλές φιλοσοφικό επιχείρημα για την τριάδα, στηρίζεται στο γεγονός ότι ο Θεός είναι αγάπη. Η βασική θέση είναι: «Πώς μπορούσε ο Θεός να είναι και να δίνει αγάπη, πριν δημιουργήσει τον κόσμο, εκτός αν ήταν περισσότερα από ένα πρόσωπα, τα οποία αγαπούσαν το ένα το άλλο;» Αυτός ο τρόπος σκέψης είναι λάθος για διάφορους λόγους. Πρώτα απ’ όλα, έστω ότι ήταν έτσι, αυτό δεν δηλώνει τριάδα. Στην πραγματικότητα οδηγεί σε καθαρό πολυθεϊσμό. Μετά, γιατί ο Θεός να είναι υποχρεωμένος να μας αποδείξει την αιώνια φύση της αγάπης Του; Γιατί δεν δεχόμαστε απλά την αλήθεια ότι ο Θεός είναι αγάπη; Γιατί να περιορίζουμε το Θεό στη δική μας αντίληψη, ότι δηλαδή δεν μπορούσε να είναι αγάπη στην αιωνιότητα του παρελθόντος, αν δεν είχε ένα αντικείμενο αγάπης δίπλα Του. Τρίτο, δεν μπορούμε να περιορίσουμε το Θεό στο χρόνο. Μπορούσε να μας αγαπάει από την αιωνιότητα του παρελθόντος και το έκανε. Αν και δεν υπήρχαμε τότε, προείδε την ύπαρξή μας. Μέσα στο νου και το σχέδιό Του υπήρχαμε και μας αγαπούσε.
Στο Ιωάν.γ:35  ε:20 και ιε:9 λέει ότι ο Πατέρας αγαπάει το Γιο και στο Ιωάν.ιζ:24 λέει ότι ο Πατέρας αγαπούσε τον Ιησού πριν θεμελιωθεί ο κόσμος. Στο Ιωάν.ιδ:31 ο Ιησούς εκφράζει αγάπη προς τον Πατέρα. Όλα αυτά τα εδάφια δεν υποδηλώνουν ξεχωριστά πρόσωπα. (Δεν είναι παράξενο, ότι παραλείπεται το Άγιο Πνεύμα σ’ αυτή τη σχέση αγάπης;).

Αυτό που εκφράζουν αυτά τα εδάφια, είναι η σχέση ανάμεσα στις δύο φύσεις του Χριστού. Το Πνεύμα του Ιησού αγαπούσε την ανθρώπινη φύση Του και τ’ αντίθετο. Το Πνεύμα αγαπούσε τον άνθρωπο Ιησού, όπως αγαπάει όλη την ανθρωπότητα, και ο άνθρωπος Ιησούς αγαπούσε το Θεό, όπως όλοι οι άνθρωποι πρέπει να Τον αγαπούν. Να μην ξεχνάμε, ότι ο Γιος ήρθε για να μας δείξει πόσο πολύ μας αγαπάει ο Θεός κι απ’ την άλλη μεριά να γίνει παράδειγμα για μας. Για να επιτευχθούν αυτοί οι δύο στόχοι, ο Πατέρας κι ο Γιος αγαπούσαν ο ένας τον άλλο. Ο Θεός ήξερε, πριν υπάρξει ο κόσμος, ότι θα φανερωνόταν σαν Γιος. Αγάπησε αυτή τη σκέψη, αυτό το σχέδιο απ’ την αρχή. Αγάπησε αυτόν τον μελλοντικό Γιο, όπως αγάπησε όλους εμάς απ’ την αρχή.

Διαφορές ανάμεσα στον Πατέρα και το Γιο.

Πολλά εδάφια της Γραφής κάνουν διάκριση ανάμεσα στον Πατέρα και το Γιο, όσον αφορά τη δύναμη, τη μεγαλειότητα και τη γνώση. Ωστόσο, είναι μεγάλο λάθος να τα χρησιμοποιούμε για να δείξουμε δύο διαφορετικά πρόσωπα μέσα στη θεότητα. Αν πραγματικά υπάρχει διάκριση ανάμεσα στον Πατέρα και το Γιο, σαν πρόσωπα μέσα στη θεότητα, τότε ο Γιος είναι υποδεέστερος ή κατώτερος στη θεότητα από τον Πατέρα. Αυτό σημαίνει ότι ο Γιος δεν είναι τέλειος Θεός, αφού εξ ορισμού ο Θεός δεν είναι αντικείμενο κανενός. Εξ ορισμού, ο Θεός είναι Παντοδύναμος και Παντογνώστης. Ο τρόπος να καταλάβουμε αυτά τα εδάφια είναι να τα δούμε σαν να διακρίνουν τη θεότητα του Ιησού (Πατέρας), από την ανθρώπινη φύση Του (Υιός). Η ανθρώπινη φύση ή ο ρόλος του Χριστού σαν Γιος, είναι υποδεέστερη από τη θεότητά Του.
Στο Ιωάν.ε:19 λέει: «Απεκρίθη λοιπόν ο Ιησούς και είπε προς αυτούς, Αληθώς, αληθώς σας λέγω, Δεν δύναται ο Υιός να πράττη ουδέν αφ’ εαυτού, εάν δεν βλέπη τον Πατέρα πράττοντα τούτο επειδή όσα εκείνος πράττη, ταύτα και ο Υιός πράττει ομοίως» (Δες ακόμα Ιωάν.ε:30 και η:28). Στο Ματθ.κη:18 ο Ιησούς διακήρυξε: «Εδόθη εις εμέ πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γής» εννοώντας ότι ο Πατέρας του έδωσε αυτή την εξουσία. Στο Ιωάν.ιδ:28 ο Ιησούς είπε: «ο Πατήρ μου είναι μεγαλήτερός μου». Στην Α’ Κορ.ια:3 λέει ότι κεφαλή του Χριστού είναι ο Θεός. Όλα αυτά τα εδάφια της Γραφής φανερώνουν ότι η ανθρώπινη φύση του Ιησού δεν μπορούσε να κάνει τίποτα από μόνη της, αλλά έπαιρνε δύναμη από το Πνεύμα. Η σάρκα ήταν υποκείμενη στο Πνεύμα.
Μιλώντας για την Αρπαγή, ο Ιησούς είπε: «Περί δε της ημέρας εκείνης και της ώρας ουδείς γινώσκει, ουδέ οι άγγελοι οι εν ουρανώ ουδέ ο Υιός, ειμή ο Πατήρ» (Μάρκ.ιγ:32). Για άλλη μια φορά, η ανθρώπινη φύση του Ιησού δεν ήξερε τα πάντα, το Πνεύμα όμως του Ιησού ήξερε.
Το Ιωάν.γ:17 μιλάει για τον Γιο που απεστάλη από τον Πατέρα. Στο Ιωάν.ς:38 ο Ιησούς είπε: «διότι κατέβην εκ του ουρανού ουχί διά να κάμω το θέλημα το εμόν, αλλά το θέλημα του πέμψαντός με». Ο Ιησούς δεν ήρθε από δικού Του, σαν άνθρωπος, αλλά προήλθε από τον Πατέρα, σαν απόρροια του Πατέρα (Ιωάν.ζ:28  η:42  ις:28). Ο Γιος δεν δίδαξε δικές Του διδασκαλίες, αλλά αυτές του Πατέρα (Ιωάν.ζ:16-17). Δεν έδωσε δικές Του εντολές, αλλά έδωσε και τήρησε τις εντολές του Πατέρα (Ιωάν.ιβ:49-50). Δεν ζήτησε τη δική Του δόξα, αλλά δόξασε τον Πατέρα (Ιωάν.η:50  ιζ:4). Όλα αυτά τα εδάφια, αναφέρονται στη διάκριση ανάμεσα στον Ιησού σαν άνθρωπο (Γιος) και στον Ιησού σαν Θεό (Πατέρας). Ο άνθρωπος Ιησούς δεν προήλθε από ενέργεια της ανθρώπινης φύσης, ούτε ήρθε με σκοπό να φανερώσει αυτήν. Το Πνεύμα διατύπωσε το σχέδιο, δημιούργησε τη σύλληψη του εμβρύου μέσα στη μήτρα, έδωσε σ’ αυτή τη σάρκα όλα τα χαρακτηριστικά και την ποιότητα του Θεού και μετά την απέστειλε στον κόσμο για να φανερώσει το Θεό στους ανθρώπους. Στο τέλος, όταν αυτή η σάρκα θα έχει εκπληρώσει το σκοπό της, ο Γιος θα υποταχθεί στο σχέδιο του Θεού, διά να ήναι ο Θεός τα πάντα εν πάσι (Α’ Κορ.ιε:28).
Αυτά τα εδάφια περιγράφουν τη σχέση της ανθρώπινης φύσης του Ιησού σαν άνθρωπος, με τη θεία Του φύση σαν Θεός. Αν τα ερμηνεύσουμε διακρίνοντας δύο πρόσωπα και τα ονομάσουμε «Θεό Πατέρα» και «Θεό Υιό», τότε θα έχουμε αντιφάσεις. Θα έχουμε το «Θεό Υιό» με χαρακτηριστικά που δεν ανήκουν στο Θεό: Δεν έχει δική του δύναμη, δεν έχει πλήρη γνώση, δεν κάνει το δικό του θέλημα, έχει κάποιον που είναι μεγαλύτερός του, χρωστά την ύπαρξή του σε κάποιον άλλο και τελικά θα χάσει την προσωπικότητά του. Αυτά τα Γραφικά γεγονότα, αντιφάσκουν με την ιδέα του «Θεού Υιού».

Εδάφια με τη λέξη «παρά»

Πώς εξηγούμε τη λέξη «παρά» στο Ιωάν.α:1-2 και Α’ Ιωάν.α:2; Το Ιωάν.α:1 λέει ότι «ο Λόγος ήτο παρά τω Θεώ», αλλά μετά προχωρώντας λέει «και Θεός ήτο ο Λόγος». Όπως εξηγήσαμε στο κεφ.4, ο Λόγος είναι η σκέψη, το σχέδιο, ή η έκφραση της καρδιάς του Θεού. Στο κριτικό κείμενο, αντί τη λέξη παρά που διαβάζουμε στη μετάφραση του Βάμβα, υπάρχει η λέξη προς. Στο λεξικό της αρχαίας Ελληνικής γλώσσας του Ι. Σταματάκου, διαβάζουμε για το προς: Μετά αιτιατικής, γενικώς, επί σχέσεως μεταξύ δύο αντικειμένων, εν σχέσει προς...., ως προς..., όσον αφορά εις..., από απόψεως... Έχει δηλαδή την έννοια του ανήκω, αναφέρομαι, σχετίζομαι, προσιδιάζω με κάτι. Μ’ αυτή την έννοια το βλέπουμε και στην Εβρ.β:17 & ε:1. Η ερμηνεία λοιπόν του γεγονότος ότι «ο Λόγος ήτο προς τον Θεόν» έχει την έννοια ότι ανήκε στο Θεό κι όχι ότι ήταν ένα ξεχωριστό πρόσωπο δίπλα στο Θεό. Επιπλέον, αν με τη λέξη Θεός στο Ιωάν.α:1 εννοεί τον Πατέρα, τότε ο Λόγος δεν είναι ένα ξεχωριστό πρόσωπο, γιατί το εδάφιο πρέπει να διαβαστεί έτσι: «ο Λόγος ήτο παρά τω Πατρί και Πατήρ ήτο ο Λόγος». Για να το κάνει τώρα αυτό κανείς να υπονοεί περισσότερα από ένα πρόσωπα στη θεότητα, πρέπει ν’ αλλάξει τον ορισμό της λέξης Θεός στη μέση του εδαφίου.
Πρέπει ακόμα να σημειώσουμε ότι το Α’ Ιωάν.α:2 δεν εννοεί ότι ο Γιος ήταν μαζί με το Θεό στην αιωνιότητα, αλλά μάλλον ότι η αιώνια ζωή ήταν με τον Πατέρα. Φυσικά, ο Ιησούς Χριστός φανέρωσε την αιώνια ζωή σ’ εμάς. Αυτός είναι ο Λόγος της ζωής που αναφέρει στο εδάφιο 1. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η αιώνια ζωή υπήρχε σαν ένα ξεχωριστό πρόσωπο από τον Πατέρα! Ο Πατέρας κατέχει την αιώνια ζωή απ’ την αρχή. Άλλωστε, το κριτικό κείμενο χρησιμοποιεί κι εδώ τη λέξη προς - με αιτιατική - που σημαίνει ότι η αιώνια ζωή ανήκει στον Πατέρα. Αυτή η ζωή, φανερώθηκε σ’ εμάς, μέσω της φανέρωσης του Θεού εν σαρκί στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού.

Δύο μάρτυρες
Ο Ιησούς είπε: «Αλλά και εάν εγώ κρίνω, η κρίσις η εμή είναι αληθής διότι μόνος δεν είμαι, αλλ’ εγώ και ο Πατήρ ο πέμψας με. Και εν τω νόμω δε υμών είναι γεγραμμένον, Ότι δύο ανθρώπων η μαρτυρία είναι αληθινή. Εγώ είμαι ο μαρτυρών περί εμαυτού, και ο πέμψας με Πατήρ μαρτυρεί περί εμού» (Ιωάν.η:16-18). Λίγο πριν αυτά τα εδάφια, ο Ιησούς είχε πει: «Εγώ είμαι το φως του κόσμου» (εδ.12). Αυτό ήταν μια διακήρυξη του Μεσσιανικού Του ρόλου (Ησ.θ:2  μθ:6). Οι Φαρισαίοι απάντησαν: «Συ περί σεαυτού μαρτυρείς η μαρτυρία σου δεν είναι αληθής» (εδ.13). Ανταποκρινόμενος στην κατηγορία τους, ο Ιησούς εξήγησε ότι δεν ήταν ο μοναδικός μάρτυρας, αλλά υπήρχαν δύο μάρτυρες του γεγονότος ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας, ο Υιός του Θεού. Αυτοί οι δύο μάρτυρες ήταν ο Πατέρας (το Άγιο Πνεύμα) και ο άνθρωπος Ιησούς. Με άλλα λόγια, και ο Πατέρας και ο άνθρωπος Ιησούς μπορούσαν να μαρτυρήσουν ότι ο Πατέρας φανερώθηκε εν σαρκί στον άνθρωπο Ιησού. Ο Ιησούς ήταν άνθρωπος και Θεός και οι δύο αυτές φύσεις Του μπορούσαν να μαρτυρήσουν αυτό το γεγονός. Δεν χρειαζόταν να είναι δύο ξεχωριστά πρόσωπα στη θεότητα για να γίνει αυτό. Στην πραγματικότητα, αν κάποιος επιμένει ότι οι δύο μάρτυρες αναφέρονται σε δύο πρόσωπα της τριάδας, τότε θα πρέπει να εξηγήσει γιατί ο Ιησούς δεν είπε ότι είναι τρεις οι μάρτυρες. Άλλωστε κι ο νόμος το ζητούσε αυτό (Δευτ.ιζ:6  ιθ:15). Όταν ο Ιησούς αναφέρθηκε στον Πατέρα Του, οι Φαρισαίοι, χωρίς αμφιβολία, Τον ρώτησαν πότε ο Πατέρας τους μαρτύρησε. Τότε, ο Ιησούς, αντί να τους πει ότι ο Πατέρας είναι ένα ξεχωριστό πρόσωπο στη θεότητα, προτίμησε να ταυτίσει τον εαυτό Του με τον Πατέρα - τον ΕΓΩ ΕΙΜΙ της Παλαιάς Διαθήκης (Ιωάν.η:19-27). Οι δύο μάρτυρες ήταν το Πνεύμα του Θεού και ο άνθρωπος Χριστός, που μαρτύρησαν ότι ο Ιησούς είναι ο Θεός εν σαρκί.
Χρήση πληθυντικού αριθμού
Αρκετές φορές ο Ιησούς αναφέρθηκε στον Πατέρα και τον Εαυτό Του με πληθυντικό αριθμό. Αυτά τα εδάφια βρίσκονται στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, του συγγραφέα της Καινής Διαθήκης που περισσότερο απ’ οποιονδήποτε άλλο ταύτισε τον Ιησού με το Θεό και Πατέρα. Θα είναι λάθος να υποθέσει κανείς ότι η χρήση πληθυντικού αριθμού σημαίνει ότι ο Ιησούς είναι ένα ξεχωριστό πρόσωπο, από τον Πατέρα, μέσα στη θεότητα. Ωστόσο, φανερώνει διαφορά ανάμεσα στη θεότητα (Πατέρας) και την ανθρώπινη φύση (Υιός) του Ιησού Χριστού. Ο Γιος, που είναι ορατός, φανέρωσε τον Πατέρα, που είναι αόρατος. Έτσι, ο Ιησούς είπε «εάν ηξεύρετε εμέ, ηθέλετε εξεύρει και τον Πατέρα μου» (Ιωάν.η:19). «Δεν με αφήκεν ο Πατήρ μόνον» (Ιωάν.η:29). «Ο μισών εμέ, και τον Πατέρα μου μισεί» (Ιωάν.ιε:23). «αλλά τώρα και είδον, και εμίσησαν και εμέ και τον Πατέρα μου» (Ιωάν.ιε:24). «αλλά δεν είμαι μόνος, διότι ο Πατήρ είναι μετ’ εμού» (Ιωάν.ις:32).
Αυτά τα εδάφια, χρησιμοποιούν πληθυντικό αριθμό, για να εκφράσουν μια σταθερή αρχή: «Ο Ιησούς δεν είναι μόνο άνθρωπος, αλλά και ο Θεός». Δεν ήταν σαν οποιοδήποτε άλλο άνθρωπο, αν κι η εξωτερική Του εμφάνιση ήταν τέτοια. Δεν ήταν μόνος Του, γιατί το Πνεύμα του Θεού κατοικούσε μέσα Του χωρίς μέτρο. Αυτό, εξηγεί τη διπλή φύση του Ιησού και αποκαλύπτει τη μονότητα του Θεού.
Πώς ήταν ο Πατέρας μαζί με τον Ιησού; Η λογική εξήγηση είναι ότι ήταν μέσα στον Ιησού. Έτσι, αν ξέρεις τον Ιησού, ξέρεις και τον Πατέρα, αν βλέπεις τον Ιησού, βλέπεις τον Πατέρα, αν μισείς τον Ιησού, μισείς και τον Πατέρα. Στη Β’ Ιωάν.9 διαβάζουμε: «ο μένων εν τη διδαχή του Χριστού, ούτος έχει και τον Πατέρα και τον Υιόν». Ποια είναι η διδαχή του Χριστού; Είναι η διδασκαλία ότι ο Ιησούς είναι ο Μεσσίας, είναι ο Θεός της Παλαιάς Διαθήκης που φανερώθηκε εν σαρκί. Με άλλα λόγια, ο απόστολος έγραψε ότι αν καταλαβαίνουμε τη διδαχή του Χριστού, θα καταλάβουμε ότι ο Ιησούς είναι ο Πατέρας και ο Υιός. Ωστόσο, δεν αρνούμαστε ούτε τον Πατέρα, ούτε τον Υιό. Αποδεχόμενοι τη διδαχή του Χριστού, είναι σαν να δεχόμαστε τον Πατέρα και τον Υιό. Αν αρνηθούμε τον Υιό, αρνούμαστε και τον Πατέρα, αλλά αν ομολογούμε τον Υιό, ομολογούμε και τον Πατέρα (Α’ Ιωάν.β:23).
Ένα άλλο εδάφιο που χρησιμοποιεί πληθυντικό αριθμό, το Ιωάν.ιδ:23, απαιτεί ιδιαίτερη προσοχή: «Απεκρίθη ο Ιησούς και είπε προς αυτόν, Εάν τις με αγαπά, τον λόγον μου θέλει φυλάξει, και ο Πατήρ μου θέλει αγαπήσει αυτόν, και προς αυτόν θέλομεν ελθεί, και εν αυτώ θέλομεν κατοικήσει». Το κλειδί για να καταλάβουμε αυτό το εδάφιο, είναι ότι ο Κύριος δεν εννοούσε να έρθει σωματικά μέσα μας. Επιπλέον, αν υπάρχουν δύο Πνεύματα του Θεού, ένα του Υιού κι ένα του Πατέρα, τότε πρέπει μέσα στις καρδιές μας να κατοικούν τουλάχιστον δύο Πνεύματα. Όμως, η Εφεσ.δ:4 καθαρά λέει ότι υπάρχει μόνο ένα Πνεύμα. Ξέρουμε ότι το εδάφιο Ιωάν.ιδ:23 δεν αναφέρεται σε σωματική είσοδο, γιατί ο Ιησούς είχε πει: «Εν εκείνη τη ημέρα σείς θέλετε γνωρίσει, ότι εγώ είμαι εν τω Πατρί μου και σείς εν εμοί, και εγώ εν υμίν» (Ιωάν.ιδ:20). Σίγουρα, δεν είμαστε εν Χριστώ σωματικά, όμως τότε τι εννοεί αυτό το εδάφιο; Εννοεί ενότητα ή ταυτότητα στη σκέψη, το σκοπό τα σχέδια και τη ζωή με το Χριστό. Η ίδια ιδέα εκφράζεται στην προσευχή του Ιησού στο Ιωάν.ιζ:21-22: «διά να ήναι πάντες εν καθώς σύ, Πάτερ, είσαι εν εμοί και εγώ εν σοι, να ήναι και αυτοί εν ημίν έν διά να πιστεύση ο κόσμος ότι συ με απέστειλας. Και εγώ την δόξαν την οποίαν μοι έδωκας, έδωκα εις αυτούς διά να ήναι έν, καθώς ημείς ήμεθα έν»
Όμως, ακόμα κι έτσι, γιατί ο Ιησούς χρησιμοποιεί πληθυντικό όταν μιλάει για την ενότητα των πιστών με το Θεό; Φυσικά, ο Θεός σχεδίασε τη σωτηρία προκειμένου να συνδιαλλάξει τον πιστό με τον εαυτό Του. Ωστόσο, ο αμαρτωλός άνθρωπος δεν μπορεί να πλησιάσει τον άγιο Θεό, ο πεπερασμένος δεν μπορεί να κατανοήσει τον Άπειρο. Ο μόνος τρόπος να συνδιαλλαγούμε με το Θεό και να μπορέσουμε να Τον καταλάβουμε, είναι μέσω της φανέρωσής Του εν σαρκί, στον αναμάρτητο άνθρωπο Ιησού Χριστό. Όταν είμαστε ένα με τον Ιησού, αυτόματα είμαστε και με το Θεό, γιατί ο Ιησούς δεν είναι μόνο άνθρωπος, αλλά ο ίδιος ο Θεός. Ο Ιησούς χρησιμοποίησε πληθυντικό, για να δώσει έμφαση στο γεγονός ότι για να ενωθούμε με το Θεό, πρέπει πρώτα να εξιλεωθούμε με το αίμα του Ιησού. Υπάρχει ένας μεσίτης μεταξύ Θεού και ανθρώπου, ο άνθρωπος Ιησούς (Α’ Τιμ.β:5). Κανείς δεν μπορεί να έρθει στο Θεό παρά μόνο δια Ιησού Χριστού (Ιωάν.ιδ:6). Για να είμαστε δογματικά σωστοί, πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι ο Ιησούς ήρθε εν σαρκί (Α’ Ιωάν.δ:2-3). Όταν δεχόμαστε τον Ιησού, στην ουσία έχουμε δεχτεί τον Πατέρα και τον Υιό (Β’ Ιωάν.9). Η ενότητά μας με τον Πατέρα και τον Υιό δεν είναι μια ενότητα με δύο πρόσωπα της θεότητας, αλλά απλά ενότητα με το Θεό δια μέσου του ανθρώπου Ιησού «δηλονότι ο Θεός ήτο εν τω Χριστώ, διαλλάσσων τον κόσμον προς εαυτόν» (Β’ Κορ.ε:19).
 
Ένας άλλος τρόπος να σκεφτούμε την ένωσή μας με το Θεό, είναι να σκεφτούμε τα δύο διαφορετικά λειτουργήματα ή τις δύο διαφορετικές σχέσεις του Πατέρα και του Υιού. Ο πιστός έχει στη διάθεσή του την αξία και την ποιότητα και των δύο σχέσεων, όπως την πανταχού παρουσία του Πατέρα και την ιεροσύνη και υποταγή του Υιού. Έχει τον Πατέρα και τον Υιό. Βέβαια, απολαμβάνει όλες αυτές τις ιδιότητες του Θεού, όταν λαμβάνει το ένα Πνεύμα του Θεού, το Άγιο Πνεύμα. Δεν παίρνει δύο ή τρία πνεύματα. Η κατοίκηση του Θεού στον πιστό (σωματικά), ονομάζεται δώρο ή βάπτισμα του Αγίου Πνεύματος και μόνο τότε μπορεί να χρησιμοποιήσει τις ιδιότητες και τους ρόλους του Θεού καθώς και να ενεργηθούν τα χαρίσματα του Πνεύματος στη ζωή του: «Διότι ημείς πάντες διά του ενός Πνεύματος εβαπτίσθημεν εις εν σώμα» (Α’ Κορ.ιβ:13).
 
Απ’ την άλλη μεριά, αν κάποιος θέλει να ερμηνεύσει το Ιωάν.ιδ:23 και ιζ:21-22 έτσι ώστε να περιγράφει ενότητα δύο ξεχωριστών προσώπων στη θεότητα, για να είναι συνεπής, πρέπει να ερμηνεύσει το λόγο του Θεού έτσι ώστε να εννοεί ότι και οι πιστοί είναι μέλη της θεότητας ακριβώς όπως ο Ιησούς. Είναι λοιπόν καθαρό ότι αυτά τα εδάφια αναφέρονται στην ενότητα που είχε ο Υιός του Θεού με το Θεό κι ότι εμείς μπορούμε να χαιρόμαστε με το να πιστεύουμε και να υπακούμε στο ευαγγέλιο. (Φυσικά, ο Ιησούς είναι ενωμένος με τον Πατέρα με την έννοια ότι είναι ο ίδιος ο Πατέρας, αλλά δεν είναι αυτό που αυτά τα συγκεκριμένα εδάφια περιγράφουν.)

Συνομιλούν τα πρόσωπα της θεότητας μεταξύ τους;

Δεν υπάρχει ούτε μία Βιβλική αναφορά συνομιλίας ανάμεσα σε δύο πρόσωπα της θεότητας, αλλά υπάρχουν πολλές εκφράσεις κοινωνίας ανάμεσα στις δύο φύσεις του Χριστού. Για παράδειγμα, οι προσευχές του Χριστού απεικονίζουν την ανθρώπινη φύση Του να ζητάει βοήθεια από το αιώνιο Πνεύμα του Θεού.
 
Στο Ιωάν.ιβ:28 διαβάζουμε για ένα αίτημα, απ’ τη μεριά του Ιησού, να δοξάσει το όνομά Του ο Πατέρας. Τότε, μια φωνή απ’ τον ουρανό ακούστηκε ν’ απαντάει σ’ αυτό το αίτημα. Αυτό δείχνει ότι ο Ιησούς ήταν ένας κανονικός άνθρωπος πάνω στη γη, που μέσα Του κατοικούσε ο πανταχού παρών Θεός του σύμπαντος. Η φωνή αυτή δεν ακούστηκε προς όφελος του ίδιου του Ιησού, αλλά για τους ανθρώπους που ήταν εκεί (Ιωάν.ιβ:30). Η προσευχή και η φωνή δεν συνθέτουν συνομιλία ανάμεσα σε δύο πρόσωπα της θεότητας, αλλά επικοινωνία ανάμεσα στην ανθρώπινη φύση του Ιησού και τη θεότητά Του. Η φωνή ήταν μια μαρτυρία του Πνεύματος του Θεού για τους ανθρώπους, που φανέρωνε την επιδοκιμασία του Θεού για τον Υιό.
 
Στην επιστολή Εβρ.ι:5-9 τα εδάφια αυτά είναι προφητικά, παρμένα από τον Ψαλμ.μ:6-8. Σ’ αυτή την προφητική απεικόνιση του ερχομού του Μεσσία, ο Χριστός σαν άνθρωπος μιλάει στον αιώνιο Θεό, εκφράζοντας την υπακοή και υποταγή Του στο θέλημα Αυτού (του Θεού). Βασικά, αυτή η σκηνή είναι ίδια μ’ αυτή της προσευχής του Ιησού στη Γεθσημανή. Είναι φανερό ότι ο Ιησούς μιλάει σαν άνθρωπος, γιατί λέει: «Διά τούτο εισερχόμενος εις τον κόσμον, λέγει, Θυσίαν και προσφοράν δεν ηθέλησας, αλλ’ ητοίμασας εις εμέ σώμα. Εις ολοκαυτώματα και προσφοράς περί αμαρτίας δεν ευηρεστήθης. Τότε είπον, Ιδού έρχομαι (εν τω τόμω του βιβλίου είναι γεγραμμένον περί εμού) διά να κάμω ω Θεέ το θέλημά σου».
 
Συμπεραίνουμε λοιπόν ότι η Βίβλος δεν περιέχει συνομιλίες ανάμεσα σε πρόσωπα της θεότητας, αλλά ανάμεσα στην ανθρώπινη και θεία φύση του Ιησού. Ερμηνεύοντας τις δύο αυτές φύσεις σαν «πρόσωπα», αμέσως δηλώνουμε πίστη σε τουλάχιστον δύο θεούς. Δεν είναι παράξενο ότι το Άγιο Πνεύμα δεν συμμετέχει ποτέ σε μια τέτοια συνομιλία! Επιπλέον, η έκφραση «πρόσωπα» υπονοεί ξεχωριστές υποστάσεις μέσα στη θεότητα, κάτι που δεν απέχει καθόλου από τον πολυθεϊσμό.

Ο άλλος παράκλητος.

Στο Ιωάν.ιδ:16, ο Ιησούς υποσχέθηκε να στείλει ένα άλλο παράκλητο. Στο εδάφιο 26 ταυτίζει τον άλλο παράκλητο με το Άγιο Πνεύμα. Μήπως αυτό υπονοεί ότι το Άγιο Πνεύμα είναι ένα άλλο πρόσωπο στη θεότητα; Όχι. Είναι πολύ καθαρό από το κείμενο ότι το Άγιο Πνεύμα είναι ο ίδιος ο Ιησούς με μια άλλη μορφή. Με άλλα λόγια, ο «άλλος παράκλητος» είναι ο Ιησούς σαν Πνεύμα σε αντίθεση με τον Ιησού σαν άνθρωπο. Στο εδάφιο 16 ο Ιησούς είπε στους μαθητές για τον άλλο παράκλητο. Στο εδ.17 τους λέει ότι τον ξέρουν ήδη γιατί είναι μαζί τους και σε λίγο θα είναι μέσα τους. Ποιος έμενε με τους μαθητές τότε; Φυσικά ο Ιησούς σαν άνθρωπος, αλλά σύντομα θα ήταν μέσα τους σαν Πνεύμα Άγιο. Για να μην υπάρχει καμία αμφιβολία γι’ αυτό, ο Ιησούς συνεχίζει στο 18: «Δεν θέλω σας αφήσει ορφανούς, έρχομαι προς εσάς».
Ο Ιησούς πήγε στον ουρανό με το ένδοξό Του σώμα, αλλά επέστρεψε με μια καινούρια σχέση προς τους μαθητές Του, σαν Πνεύμα Άγιο, ο Παράκλητος. Τους είχε πει: «Εγώ όμως την αλήθειαν σας λέγω συμφέρει εις εσάς να απέλθω εγώ διότι, εάν δεν απέλθω, ο Παράκλητος δεν θέλει ελθεί προς εσάς αλλ’ αφού απέλθω, θέλω πέμψει αυτόν προς εσάς» (Ιωάν.ις:7). Το Άγιο Πνεύμα είναι το Πνεύμα του Χριστού (Ρωμ.η:9  Β’ Κορ.γ:17-18). Όταν λέμε ότι κατοικεί μέσα μας το Άγιο Πνεύμα, εννοούμε ότι κατοικεί ο Χριστός μέσα μας (Εφεσ.γ:16-17).
Με λίγα λόγια, ο Ιησούς βρισκόταν μαζί με τους μαθητές Του, σαν άνθρωπος, περίπου 3 χρόνια αλλά ήρθε η ώρα ν’ αναχωρήσει. Τους υποσχέθηκε όμως ότι δεν θα τους αφήσει μόνους τους, ορφανούς, αλλά ότι θα επιστρέψει με μια καινούρια σχέση. Δεν θα είναι πια μ’ ένα φυσικό σώμα ώστε να μπορούν να τον βλέπουν, γιατί αυτό το σώμα τον περιόριζε. Θα επέστρεφε σαν Πνεύμα ώστε να μπορεί να κατοικεί μέσα τους αντί ανάμεσά τους. Έτσι λοιπόν, ο Παράκλητος, το Άγιο Πνεύμα, είναι το Πνεύμα του Ιησού. Είναι ο Κύριος φανερωμένος μ’ ένα καινούριο τρόπο, ο Ιησούς τώρα είναι μαζί μας και μέσα μας. Μπορεί να είναι μέσα σ’ όλους τους μαθητές Του, σ’ όλο τον κόσμο, εκπληρώνοντας έτσι την υπόσχεσή Του ότι θα είναι μαζί μας μέχρι τη συντέλεια του αιώνα (Ματθ.κη:20).

Μήπως ο Ιησούς και ο Πατέρας είναι έν μόνο ως προς το σκοπό;

Σύμφωνα με το Ιωάν.ιζ:21,22, οι Χριστιανοί πρέπει να είναι έν μεταξύ τους, όπως ήταν ο Χριστός με τον Πατέρα. Μήπως όμως αυτό καταστρέφει την πίστη μας ότι ο Ιησούς είναι ο Πατέρας; Όχι. Σ’ αυτό το εδάφιο ο Ιησούς μίλησε σαν άνθρωπος - σαν ο Υιός. Αυτό είναι ολοφάνερο, γιατί προσευχόταν στον Πατέρα, κι ο Θεός δεν έχει ανάγκη να προσευχηθεί! Σαν άνθρωπος, ο Ιησούς ήταν ένα με τον Πατέρα με την έννοια της ενότητας στο σκοπό, τη σκέψη και το θέλω. Μ’ αυτή την έννοια, κι οι Χριστιανοί μπορούν να είναι ένα με το Θεό και μεταξύ τους (Πράξ.δ:32  Α’ Κορ.γ:8  Εφεσ.β:14).
 
Πρέπει να θυμόμαστε ότι ο όρος Υιός δεν είναι το ίδιο με τον όρο Πατέρας. Ο τίτλος Πατέρας ποτέ δεν αναφέρεται στην ανθρώπινη φύση, ενώ αντίθετα ο όρος Υιός αναφέρεται ακριβώς σ’ αυτήν. Αν και ο Ιησούς είναι ο Πατέρας και ο Υιός, δεν μπορούμε να πούμε ότι ο Πατέρας είναι ο Υιός.
 
Στο Ιωάν.ιζ:21-22, ο Ιησούς, μιλώντας σαν άνθρωπος, δεν υπαινίσσεται ότι είναι ο Πατέρας. Ωστόσο, άλλα εδάφια περιγράφουν ότι ο Ιησούς με τον Πατέρα είναι ένα, με τέτοιο τρόπο, που ξεπερνά την απλή ενότητα στο σκοπό και φανερώνει ότι ο Ιησούς είναι ο Πατέρας. Αυτό είναι μια επιπλέον βαθμίδα της μονότητας που είναι πέρα από τις γνώσεις μας γιατί αναφέρεται στην απόλυτη θεότητά Του. Όταν ο Ιησούς είπε: «Εγώ και ο πατήρ έν είμεθα», οι Εβραίοι κατάλαβαν πολύ καλά ότι εννοούσε ότι είναι ο Θεός και γι’ αυτό προσπάθησαν να Τον σκοτώσουν (Ιωάν.ι:30-33). Σ’ αυτή την περίπτωση, δεν υπαινίχτηκε απλά ενότητα με τον Πατέρα, αλλά ταυτίστηκε με το Θεό. Ο Ιησούς ακόμα είπε: «όστις είδεν εμέ, είδε τον Πατέρα» (Ιωάν.ιδ:9). Άσχετα με το πόσο ενωμένος είναι ένας Χριστιανός με το Θεό, ποτέ δεν θα μπορέσει να κάνει μια τέτοια δήλωση! Άσχετα με το πόσο ενωμένοι είναι δύο Χριστιανοί, ποτέ δεν θα μπορέσει ο ένας απ’ αυτούς να πει «Όποιος βλέπει εμένα, είναι σαν να βλέπει το φίλο μου». Η ίδια αλήθεια ισχύει για ένα αντρόγυνο, ακόμα κι αν αυτοί οι δύο είναι μία σάρκα (Γέν.β:24). Έτσι λοιπόν, η ενότητα του Ιησού με τον Πατέρα, σημαίνει πολύ περισσότερα από την ενότητα που οι ανθρώπινες σχέσεις μπορούν να καταφέρουν. Σαν άνθρωπος, ο Ιησούς, ήταν ένα με τον Πατέρα με την έννοια του σκοπού, της σκέψης και του θέλω (Ιωάν.ιζ:22). Σαν ο Θεός όμως, ο Ιησούς είναι ένα με τον Πατέρα με την έννοια της ταύτισης, Αυτός είναι ο Πατέρας (Ιωάν.ι:30  ιδ:9).

Συμπέρασμα.

Κλείνοντας, θα πρέπει να συμφωνήσουμε ότι δεν υπάρχει καμία αναφορά σε πρόσωπα της θεότητας μέσα στα Ευαγγέλια. Τα Ευαγγέλια δεν διδάσκουν τη θεωρία της Τριάδας, αυτό που λένε, είναι απλά, ότι ο Ιησούς είχε δύο φύσεις - την ανθρώπινη και τη θεία, ήταν σάρκα και Πνεύμα, Πατέρας και Υιός. Υπάρχουν αναφορές σε πληθυντικό αριθμό σχετικά με τον Πατέρα και τον Υιό στο Ευαγγέλιο του Ιωάννη, αλλά αυτό είναι το κατεξοχήν βιβλίο που μας διδάσκει τη θεότητα του Ιησού και τη μονότητα του Θεού. Εξετάζοντας αυτούς τους πληθυντικούς, καταλήγουμε ότι αντί να αντιφάσκουν με το μονοθεϊσμό, στην πραγματικότητα επιβεβαιώνουν ότι ο Ιησούς είναι ο μόνος Θεός, είναι ο Πατέρας που φανερώθηκε εν σαρκί.