Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τετάρτη 28 Σεπτεμβρίου 2011

Η ΣΚΗΝΗ ΤΟΥ ΜΑΡΤΥΡΙΟΥ - Κεφάλαιο 2

Φτιάχνοντας τη Σκηνή

Ο Κύριος κάλεσε ονομαστικά τον Βεσελεήλ, ένα εγγονό του Ωρ. Ήταν προφανώς ικανός σε πολλές τέχνες και προικισμένος από τον Κύριο με σοφία, σύνεση και επιστήμη σε όλα αυτά τα πράγματα. Φαίνεται ότι είχε διοριστεί, με την βοήθεια του Ελιάβ, να διδάσκει κι άλλους να κάνουν αυτή τη δουλειά (Έξ.λε:30-35).
 
 
Ο Βεσελεήλ θα ανέθεσε τις διάφορες δουλειές σε εργάτες ικανούς στην ιδικότητά τους. Μια ομάδα θα δούλευε για τις κουρτίνες και τα παραπετάσματα της Σκηνής (Έξ. λς:8-19) ενώ μια άλλη θα έφτιαχνε τις σανίδες για τα περιτειχίσματα, τους μοχλούς που τις κρατούσαν ενωμένες, και τις ασημένιες υποδοχές (υποβάσια) που αποτελούσαν τα θεμέλια για τους τοίχους (Έξ.λς:20-34). Ισως η ίδια ομάδα που έφτιαξε τα καλύμματα να έφτιαξε και το καταπέτασμα που χώριζε τα Άγια από τα Αγια των Αγίων.

Τα περιτειχίσματα της Σκηνής (΄Εξ.λς:20-34)

Όλες οι οδηγίες που έδωσε ο Θεός στο Μωυσή για το κτίσιμο της Σκηνής και κάθετι που την αφορά, καταγράφονται δύο φορές στην Έξοδο. Τα πρότυπα, τα υλικά, και οι οδηγίες για το φτιάξιμο κάθε αντικειμένου δόθηκαν στο Μωυσή κατά τη διάρκεια της πρώτης του παραμονής στο βουνό με τον Κύριο (Έξ.κε-λα).
 
Παρ’ όλα αυτά, η κατασκευή της Σκηνής καθυστέρησε μέχρι τη δεύτερη περίοδο στο Σινά με τον Κύριο και μετά που ο Μωυσής είχε λάβει τις αυτοπροαίρετες προσφορές. Αυτό το βλέπουμε στην Έξοδο λς-λθ.
 
Όταν στήθηκε, η Σκηνή ήταν τριάντα πήχες (περίπου 15 μ.) στο μήκος, δέκα πήχες (περίπου 5 μ.) στο πλάτος,και δέκα πήχες στο ύψος. Το μήκος της αρχαίας πήχης ήταν η μέτρηση του βραχίονα ενός άνδρα (περίπου μισό μέτρο). Αυτό θα μας βοηθήσει να υπολογίσουμε το κατά προσέγγιση μέγεθος της Σκηνής, την αυλή, και την επίπλωση.
 
Τα περιτειχίσματα της Σκηνής ήταν φτιαγμένα από σανίδες μήκους 10 πηχών και πλάτους 1 ½ πήχης. Ήταν από ξύλο ακακίας, καλυμμένες με χρυσό. Κάθε σανίδα είχε δύο αγκονίσκους (προεξοχές) στη μια άκρη που έμπαιναν σε δύο ασημένια υποβάσια. Υπήρχαν είκοσι σανίδες για κάθε πλευρά στα βόρεια και στα νότια της Σκηνής, κάνοντάς την τριάντα πήχες στο μήκος (20Χ1,5=30). Υπήρχαν έξι σανίδες και δύο γωνιακές σανίδες που προεξείχαν μισή πήχη σε κάθε γωνία στο δυτικό τείχο του περιτειχίσματος, κάνοντας (τη Σκηνή) δέκα πήχες στο πλάτος.
 
Υπήρχαν πέντε μοχλοί από ξύλο ακακίας καλυμμένοι με χρυσό για κάθε ένα από τα τρία περιτειχίσματα της Σκηνής. Οι μοχλοί διαπερνούσαν χρυσούς κρίκους από την εξωτερική πλευρά των σανίδων για να τις κρατούν σφικτά ενωμένες. Ένας μακρύς μοχλός περνούσε ανάμεσα από κρίκους κατά μήκος της μέσης του ύψους σ’ όλο το μήκος του περιτειχίσματος. Πάνω και κάτω από τον μεσαίο μοχλό υπήρχαν δύο κοντοί μοχλοί που ήταν, το ίδιο, περασμένοι ανάμεσα από κρίκους.
 
Το μπροστινό μέρος της Σκηνής, πάντοτε στημένο για να βλέπει την ανατολή, κρεμόταν από στύλους και ήταν φτιαγμένο μόνο από μια κουρτίνα που λεγόταν το εξωτερικό καταπέτασμα.
 
Οι εργάτες δεν έστηναν την Σκηνή καθώς προχωρούσαν στο έργο. Αντίθετα, απλά έφτιαξαν κάθε χρειαζούμενο κομμάτι ακριβώς σύμφωνα με το πρότυπο που ο Θεός έδωσε στο Μωυσή. Η Σκηνή έπρεπε να είναι φορητή από τη στιγμή που ο λαός θα ταξίδευε πολύ καιρό μέχρι να φτάσουν στην γη Χαναάν. Ήταν σχεδιασμένη να στήνεται και να σηκώνεται με το ελάχιστο κόπου και χρόνου.

Τα παραπετάσματα της Σκηνής (Έξ. λς:8-19)

Τέσσερα διαφορετικά παραπετάσματα φτιάχτηκαν για την Σκηνή. Το πρώτο παραπέτασμα, που αποτελούσε την εσωτερική οροφή, ήταν φτιαγμένο από δέκα λουρίδες φίνου λινού (βύσσου). Κάθε λουρίδα ήταν είκοσι οχτώ πήχες (14 μ.) στο μήκος και τέσσερις πήχες (2 μ.) στο πλάτος. Οι δέκα λουρίδες ήταν φτιαγμένες σε δύο ξεχωριστά τμήματα των πέντε λουρίδων στο κάθε τμήμα, και πιθανόν οι λουρίδες να είχαν ραφτεί μαζί.
Κάθε ένα από τα δύο τμήματα ήταν είκοσι πήχες στο φάρδος και είκοσι οχτώ στο μάκρος. Θα ενώνονταν μαζί και τα 2, με το να ραφτούν 50 κυανά θηλυκωτήρια στην κάθε άκρη του τμήματος. Τα θηλυκωτήρια ήταν ενωμένα με 50 χρυσές περόνες.
 
Ενωμένα, τα 2 τμήματα, προσμετρούσαν 40 πήχες μήκος και 28 πήχες πλάτος. Όταν απλωνόταν πάνω στη Σκηνή, το παραπέτασμα κάλυπτε τις 30 πήχες από το μπροστινό έως το πίσω μέρος και οι δέκα παραπάνω πήχες, έπεφταν μέχρι το έδαφος. Οι 28 πήχες κάλυπταν το πλάτος της Σκηνής με εννέα πήχες να φτάνουν σχεδόν μέχρι το έδαφος σε κάθε πλευρά. Αυτό το παραπέτασμα από φίνο λινό ήταν κεντημένο με χερουβείμ σε κυανούν, πορφυρούν και κόκκινο (Έξ.κς:1-6, λς:8-13, λε:35).
 
Το δεύτερο παραπέτασμα για την Σκηνή, το οποίο θα τοποθετούνταν πάνω από την βύσσο, ήταν φτιαγμένο από τρίχες αιγών, κλωσμένες σε ύφασμα ( Έξ. λε:26). Αυτό το παραπέτασμα ήταν κατασκευασμένο από ένδεκα λουρίδες που ήταν 30 πήχες στο μήκος και τέσσερις πήχες στο πλάτος. Οι ένδεκα λουρίδες ήσαν φτιαγμένες σε 2 τμήματα, ένα από πέντε λουρίδες ραμμένες μαζί, και ένα από έξι λουρίδες ραμμένες μαζί.
Τα 2 τμήματα ήταν μετά ενωμένα στην ίδια μορφή με τα παραπετάσματα από βύσσο, εκτός του ότι τα θηλυκωτήρια τους ήταν ενωμένα με περόνες από χαλκό. Η παραπάνω λουρίδα του ενός τμήματος δίπλωνε πάνω από την είσοδο της Σκηνής και το παραπέτασμα έπεφτε πάνω από τις τρεις άλλες πλευρές στο έδαφος.
 
Το τρίτο παραπέτασμα για την Σκηνή ήταν φτιαγμένο από δέρματα κριών κοκκινοβαφή. Το τέταρτο, το οποίο ήταν το εξωτερικό παραπέτασμα, ήταν φτιαγμένο από δέρματα τσακαλιών (Έξ.λς:19). Δεν υπήρχαν δεδομένα μέτρα για τα τελευταία δύο παραπετάσματα, αλλά υποθέτουν ότι ήταν αρκετά μεγάλα για να καλύπτουν την Σκηνή και να σκεπάζουν τα περιτειχίσματα, ίσως μέχρι το έδαφος, όπως τα πρώτα δύο παραπετάσματα.
 
Αυτά τα τέσσερα παραπετάσματα ήταν σίγουρα επαρκή για να προστατεύουν τη Σκηνή, την επίπλωσή της, και αυτούς που υπηρετούσαν μέσα, από τον καιρό, όπως επίσης και από τα μάτια όλων που ήταν απ’ έξω.

Το εσωτερικό καταπέτασμα (Έξ. λς:35,36)

Το εσωτερικό καταπέτασμα ήταν ένα από τα πιο σημαντικά αντικείμενα της Σκηνής εξαιτίας της θέσης, του σκοπού, και της σημασίας του. Ήταν μια κουρτίνα από φίνο στριφτό λινό, κεντημένο με χερουβείμ σε μπλε (κυανούν), πορφυρούν και κόκκινο. Ήταν τόσο όμορφο όσο το παραπέτασμα από φίνο λινό της Σκηνής που σχημάτιζε την οροφή από πάνω του.
Κρεμασμένο σε χρυσά άγκιστρα πάνω στους τέσσερις στύλους από ξύλο ακακίας, το καταπέτασμα χώριζε τα Άγια από τα Άγια των Αγίων. Οι στύλοι, καλυμμένοι με χρυσό, ήταν τοποθετημένοι σε ασημένια υποβάσια και βαλμένοι σε απόσταση δέκα πηχών από το πίσω δυτικό περιτείχισμα, κάνοντας τα Άγια των Αγίων ένα τέλειο κύβο δέκα πηχών.
 
Το καταπέτασμα έπρεπε να κρέμεται από τις περόνες (Έξ.κς:33). Εκεί ακριβώς, τα 2 τμήματα του παραπετάσματος από φίνο λινό ενώνονταν με χρυσές περόνες διαμέσου των θηλυκωτηριών από κυανούν. Ήταν επίσης το μέρος όπου τα δύο τμήματα από τις τρίχες των αιγών ενώνονταν μαζί με χάλκινες περόνες. Ένα τμήμα από το παραπέτασμα του φίνου λινού έφθανε από την είσοδο της Σκηνής, στην ανατολή, μέχρι εκεί που ήταν οι τέσσερις στύλοι, απ’ όπου κρεμόταν το εσωτερικό καταπέτασμα. Το άλλο τμήμα κάλυπτε τα Αγια των Αγίων και κρεμόταν πάνω από το δυτικό περιτείχισμα μέχρι το έδαφος.

Το εξωτερικό καταπέτασμα (Έξ.λς, λζ, λη)

Η κουρτίνα που κρεμόταν στην ανατολική πλευρά της Σκηνής, σχημάτιζε την είσοδό της. Ήταν φτιαγμένη από φίνο στριφτό λινό, κεντημένο σε κυανούν, πορφυρούν και κόκκινο, αλλά όχι με χερουβείμ. Αυτή η κουρτίνα, που λεγόταν το πρώτο Καταπέτασμα, κρεμόταν από πέντε στύλους από ξύλο ακακίας καλυμμένους με χρυσό, που ήταν τοποθετημένοι σε χάλκινα υποβάσια.
Το κιονόκρανο είναι το επάνω μέρος μια κολόνας ή ενός στύλου. Εδώ φαίνεται ότι υπήρχαν σαν στέμματα στις κορυφές των στύλων. Το κορδόνι ήταν προφανώς μια κορδέλα ξυλότυπη κάτω από το στέμμα. Τα στέμματα και οι ταινίες ήταν καλυμμένες με χρυσό, και η κουρτίνα κρεμόταν από χρυσούς γάντζους, από τους στύλους.

Η αυλή της Σκηνής (Έξ.λη:9-19)

Η αυλή γύρω από τη Σκηνή ήταν εκατό πήχες μήκος και πενήντα πήχες πλάτος. Ήταν περιφραγμένη από κουρτίνες φίνου λινού, ύψους πέντε πηχών. Εκατό πήχες κουρτίνα φίνου λινού κρεμόταν από είκοσι στύλους για κάθε ένα από τα βόρεια και τα νότια πλάγια περιτειχίσματα, και πενήντα πήχες κουρτίνα απ’ το ίδιο υλικό κρεμόταν από δέκα στύλους στο δυτικό περιτείχισμα. Το ανατολικό περιτείχισμα αποτελούνταν από ίδιες κουρτίνες μήκους δεκαπέντε πηχών οι οποίες κρέμονταν από τρεις στύλους σε κάθε πλευρά, αφήνοντας είκοσι πήχες στο κέντρο για την Πύλη της αυλής.
 Η κουρτίνα για την Πύλη ήταν από φίνο λινό, είκοσι πηχών, κεντημένη σε κυανούν, πορφυρό, και κόκκινο. Κρεμόταν από τέσσερις στύλους.
Όλοι οι στύλοι της αυλής είχαν κιονόκρανα και κορδόνια καλυμμένα με ασήμι. Το ίδιο, οι γάντζοι πάνω στους οποίους κρέμονταν οι κουρτίνες ήταν ασημένιοι. Τα καρφιά και τα σχοινιά της αυλής (Έξ.λε:18) υπονοούν ότι υπήρχαν πάσσαλοι καρφωμένοι στο έδαφος στην εξωτερική πλευρά της αυλής στους οποίους υπήρχαν δεμένα σχοινιά από τους στύλους για να τους κρατούν σταθερούς.

Το θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος (Έξ.λζ:25-28)

Το χάλκινο θυσιαστήριο πάνω στο οποίο προσφέρονταν όλες οι θυσίες, ήταν τοποθετημένο ανάμεσα στην είσοδο της αυλής και τη θύρα της Σκηνής. Λεγόταν επίσης το “Θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος”.
 
Ήταν φτιαγμένο από ξύλο ακακίας καλυμμένο με χαλκό. Ήταν πέντε πήχες στο μάκρος, πέντε στο πλάτος, και τρεις πήχες στο ύψος. Σε κάθε μια από τις τέσσερις γωνίες, είχε κέρατα που ήταν επίσης φτιαγμένα από ξύλο ακακίας καλυμμένα με χαλκό. Η σχάρα του ήταν ένα δικτυωτό κατασκεύασμα από χαλκό με ένα χάλκινο κρίκο σε κάθε γωνία.
 
Το εσωτερικό του θυσιαστηρίου ήταν κοίλο, και φαίνεται ότι η σχάρα ήταν τοποθετημένη εσωτερικά στο μέσον περίπου του ύψους του, κάτω από την περίμετρο της σχάρας (Εξοδ.κζ:5-8). Καθώς οι κρίκοι στις τέσσερις γωνίες της σχάρας ήταν για την εισαγωγή μοχλών για τη μεταφορά της, θα πρέπει αυτοί να προεξείχαν εξωτερικά. Μοχλοί από ξύλο ακακίας καλυμμένοι με χαλκό εισάγονταν στους κρίκους στις δύο πλευρές.
 
Όλα τα σκεύη και τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν για την υπηρεσία του χάλκινου θυσιαστηρίου ήταν από χαλκό. Υπήρχαν λεκάνες, πτυάρια, κρεάγρες (είδος μεγάλου πιρουνιού, που το χρησιμοποιούσαν για να ανασύρουν την τροφή των ιερέων), πυροδόχα και στακτοδόχοι λέβητες.

Ο νιπτήρας (ή Λουτήρ) (Έξ.λ:17-21 & λη:8)

Ο νιπτήρας ήταν μια μεγάλη λεκάνη, πιθανόν στρογγυλή, η οποία στηριζόταν πάνω σε μια βάση. Μαζί ο νιπτήρας και η βάση ήταν από χαλκό. Οι γυναίκες έφεραν μια προσφορά από τους καθρέφτες τους, πλάκες πολύ καλά γυαλισμένου χαλκού που χρησιμοποιούσαν σαν καθρέφτες, με τα οποία φτιάχτηκαν ο νιπτήρας και η βάση του.
 
Ο νιπτήρας ήταν τοποθετημένος ανάμεσα στο χάλκινο θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος κα την είσοδο της σκηνής. Ήταν γεμάτος νερό, και οι ιερείς, αφού πρόσφεραν θυσίες στο θυσιαστήριο του ολοκαυτώματος, έπλεναν τα χέρια και τα πόδια τους πριν εισέλθουν στα Αγια της Σκηνής για να εκτελέσουν την υπηρεσία του Κυρίου.

Τα Άγια (Έξ.κς:33)

Ο πρώτος χώρος της Σκηνής λεγόταν τα Αγια. Έφθαναν σ’ Αυτόν από την αυλή μέσω του πρώτου καταπετάσματος, της κουρτίνας που βρισκόταν στην είσοδο. Τα Αγια, που ήταν είκοσι πήχες στο μήκος, δέκα πήχες στο πλάτος, και δέκα πήχες στο ύψος, ήταν χωρισμένα από τα Αγια των Αγίων από το εσωτερικό καταπέτασμα, την όμορφη κουρτίνα από φίνο λινό κεντημένη με χερουβείμ.
 
Τα περιτειχίσματα και η οροφή των Αγίων ήταν το ίδιο όπως και τα περιτειχίσματα και η οροφή του μέρους Άγια των Αγίων: σανίδες καλυμμένες με χρυσό, και το παραπέτασμα από φίνο λινό πάνω από την Σκηνή. Ήταν ένα όμορφο δωμάτιο και η ομορφιά του ενισχυόταν από τα 3 του έπιπλα: το χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος, τη χρυσή τράπεζα των άρτων της προθέσεως, και το χρυσό κηροπήγιο (την επτάφωτη λυχνία).

Το χρυσό θυσιαστήριο του θυμιάματος (Έξ.λζ:25-28)

Στο όρος Σινά, ο Θεός έδωσε στον Μωυσή τα πρότυπα, με την παραμικρή λεπτομέρεια, για τη Σκηνή και κάθε της έπιπλο. Προσεκτικά τον συμβούλεψε να κάνει το κάθε κομμάτι ακριβώς σύμφωνα με τον τύπο (Έξ.κε:9,40).
 
Το θυσιαστήριο του θυμιάματος ήταν φτιαγμένο από ξύλο ακακίας καλυμμένο με χρυσό. Ήταν μια πήχη στο μήκος και στο πλάτος και δύο πήχες στο ύψος. Είχε ένα χρυσό στεφάνι γύρω από την κορυφή του με χρυσά κέρατα σε κάθε γωνία και χρυσούς κρίκους σε δύο πλευρές, κοντά στις γωνίες, ακριβώς κάτω από το στέμμα. Μοχλοί καλυμμένοι με χρυσό έμπαιναν μέσα απ’ τους κρίκους για τη μεταφορά του.
Το θυσιαστήριο του θυμιάματος ήταν τοποθετημένο κοντά στο καταπέτασμα που χώριζε τα Αγια από τα Αγια των Αγίων. Οι ιερείς έπρεπε να καίνε συνεχώς θυμίαμα πάνω του. Αυτό ήταν ένα πολύ ξεχωριστό θυμίαμα (Έξ.λ:34-38), και δεν μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για κανένα άλλο σκοπό. Το ευωδιαστό του άρωμα διαπερνούσε το καταπέτασμα και πήγαινε μέσα στην παρουσία του Θεού πάνω από την κιβωτό ανάμεσα στα Χερουβείμ.

Η τράπεζα των άρτων της προθέσεως (Έξ.λζ:10-16)

Η τράπεζα των άρτων της προθέσεως ήταν φτιαγμένη από ξύλο ακακίας καλυμμένο με καθαρό χρυσό. Ήταν δύο πήχες στο μήκος, μια πήχη στο πλάτος, και μιάμιση πήχη στο ύψος. Είχε ένα χείλος πλάτους μιας παλάμης (περίπου 7,5 cm) γύρω από τις τέσσερις πλευρές της, με ένα χρυσό στεφάνι να υψώνεται πάνω από την κορυφή της. Είχε χρυσούς κρίκους στο κάθε τέλος των δύο μακριών πλευρών, στους οποίους μοχλοί καλυμμένοι με χρυσό εισάγονται για την μεταφορά.
 
Οι δίσκοι, τα θυμιαματοδόχα, και οι λεκάνες με τα σπονδεία, τα οποία θα χρησιμοποιούνταν στην υπηρεσία της, ήταν φτιαγμένα από χρυσό. Οι ιερείς έπρεπε να διατηρούν δώδεκα καρβέλια ψωμί, ένα για κάθε μια από τις δώδεκα φυλές του Ισραήλ, πάνω στην τράπεζα, συνεχώς. Οι άρτοι έπρεπε να τοποθετηθούν σε δύο συστοιχίες, με έξι σε κάθε μια. Οι ιερείς αντικαθιστούσαν τους άρτους με καινούριους κάθε Σάββατο και έτρωγαν αυτούς που έπαιρναν (Έξ. μ:22,23 Λευιτ.κδ:5-9).

Η χρυσή λυχνία (Έξ.λζ:17-24)

Ήταν στην πραγματικότητα μια λυχνία με επτά λύχνους που τροφοδοτούνταν με φιτίλια από το λάδι στις λεκάνες της. Φτιαγμένη από ένα τάλαντο (27 κιλά) καθαρού χρυσού σφυρηλατημένη σε κοσμημένο σχήμα από ικανούς τεχνίτες (Έξ.λα:1-6), είχε μια κεντρική ράβδο που στηριζόταν σε μια βάση, και έξι κλάδους, τρεις σε κάθε πλευρά. Υπήρχε ένας κόμβος όπου ανά δύο κλάδοι (ένας στην κάθε πλευρά) προεξείχαν από την κεντρική ράβδο. Οι επτά λύχνοι ήταν στην κορυφή των έξι κλάδων και της κεντρικής ράβδου. Υπήρχαν κόμβοι και άνθη σφυρηλατημένα στην ράβδο και σε κάθε έναν από τους έξι κλάδους.
 
Ένα πολύ ξεχωριστό και καθαρό έλαιο ήταν παρασκευασμένο για τους λύχνους (Έξ.κζ:20). Ένα τάλαντο χρυσού χρησιμοποιήθηκε για να φτιαχτεί η λυχνία, τα λυχνοψάλιδα και τα υποθέματά της (Έξ.λζ:23,24 ). Ήταν τοποθετημένη κατά μήκος του νότιου περιτειχίσματος του δωματίου των Αγίων, κατά μήκος του χώρου από την τράπεζα των άρτων της προθέσεως.

Η Κιβωτός της Διαθήκης (Έξ.λζ:1-9)

Η κιβωτός της Διαθήκης ήταν αναμφισβήτητα το πιο σημαντικό αντικείμενο της Σκηνής. Το περιεχόμενο της δηλώνει ότι ήταν το έμβλημα της παρουσίας του Θεού. Ήταν ένα κιβώτιο, δύο πήχες στο μήκος, μιάμιση πήχη στο πλάτος, και μιάμιση στο ύψος, το οποίο ήταν φτιαγμένο από ξύλο ακακίας, καλυμμένο έσωθεν και έξωθεν με χρυσό. Είχε ένα χρυσό στεφάνι γύρω από την κορυφή της και χρυσούς κρίκους στις γωνίες στις δύο πλευρές της, απ’ όπου περνούσαν μοχλοί καλυμμένοι με χρυσό, για τη μεταφορά της. Το κάλυμμα για την κιβωτό, το ιλαστήριο, ήταν φτιαγμένο από καθαρό χρυσό με ένα χερούβ από το ίδιο υλικό σε κάθε άκρη. Έβλεπαν το ένα το άλλο, και τα φτερά τους που ήταν ανοιγμένα, άγγιζαν του ενός του άλλου πάνω από το ιλαστήριο. Η νεφέλη της δόξας του Θεού φανερωνόταν πάνω απ’ το ιλαστήριο, ανάμεσα στα χερουβείμ. Ο Κύριος είπε στον Μωυσή “Και θέλεις θέσει εν τη κιβωτό τα μαρτύρια τα οποία θέλω δώσει εις σε” (Έξ.κε:16). Σαν υπακοή της εντολής αυτής, οι λίθινες πλάκες πάνω στις οποίες ο Θεός είχε γράψει τις Δέκα Εντολές τοποθετήθηκαν στην Κιβωτό (Έξ.λδ:28, Δευτερ.θ:10,11). Ο Κύριος έδωσε στο Μωυσή πολλούς λόγους του νόμου Του τους οποίους ο Μωυσής έγραψε σε ένα βιβλίο και διάβασε στο λαό. Όταν υποσχέθηκαν να υπακούσουν σε όλους τους λόγους του Κυρίου, ράντισε το αίμα της θυσίας τους επάνω τους και επιβεβαίωσε τη διαθήκη που είχαν κάνει με τον Κύριο. Ίσως κι αυτό να είχε τοποθετηθεί στην Κιβωτό (Έξ.κδ:3-8), μαζί και δίπλα στην χρυσή στάμνα με το μάννα η οποία ήταν ένα μνημείο της πιστότητας του Θεού στο λαό (Έξ.ις:3-35). Επίσης συμπεριλαμβανόταν μέσα στην κιβωτό η ράβδος του Ααρών που βλάστησε σαν απόδειξη σε όλο το λαό ότι ο Ααρών είχε επιλεχθεί από τον Κύριο σαν ο αρχιερέας Του, και επίσης για να καταδικάσει αυτούς που είχαν επαναστατήσει εναντίον σ’ Αυτόν και το Μωυσή (Αριθ.ιζ:1-11).

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ