Αλλά δεν μετεχειρίσθημεν την
εξουσίαν ταύτην, αλλ’ υποφέρομεν πάντα, διά να μη προξενήσωμεν εμπόδιον τι εις
το ευαγγέλιον του Χριστού (Α’
Κορ.θ:12).
Yπάρχουν πολλές θεωρίες σχετικά με
το τι εννοούσε ο Παύλος με τη φράση “διά
να μη προξενήσωμεν εμπόδιον τι εις το ευαγγέλιον του Χριστού” (εδ.12). Στη Β’ Θεσ.γ:8-9 εξήγησε ότι εργάστηκε “νύχτα και ημέρα, διά να μη επιβαρύνωμεν μηδένα υμών. Ουχί διότι δεν
έχωμεν εξουσίαν, αλλά διά να σας δώσωμεν εαυτούς τύπον εις το να μιμήσθε ημάς”.
Στη Θεσσαλονίκη ένας από τους πρωταρχικούς του σκοπούς ήταν να δείξει την
ανάγκη και την αξία της εργασίας, ιδιαίτερα αφού κάποιοι εκεί δεν ήθελαν να
εργάζονται (Β’ Θεσ.γ:6-12).
Αλλά
τι εννοούσε ο Παύλος με τη φράση “διά να
μη προξενήσωμεν εμπόδιον τι εις το ευαγγέλιον του Χριστού”; Πρώτα πρέπει να
προσδιορίσουμε ποιόν θα εμπόδιζε παίρνοντας υλικά αγαθά από την εκκλησία.
Κάποιοι λένε ότι αφού έγραφε στην εκκλησία, πρέπει να είναι οι πιστοί τους
οποίους δεν ήθελε να εμποδίσει. Σύμφωνα μ’ αυτό τον ισχυρισμό, ο Παύλος δεν
αναφερόταν στους άπιστους (αν και μερικοί από αυτούς, χρησιμοποιούν τα δέκατα,
σαν πρόφαση για να μη δώσουν τη ζωή τους στον Κύριο). Οι υποστηρικτές αυτής της
θεωρίας τονίζουν ότι η εκκλησία και οι εργάτες της δεν πρέπει να επιτρέπουν
στον κόσμο να τους υπαγορεύει τι είναι Βιβλικό και τι όχι. Εάν κάναμε έτσι, δεν
θα κηρύτταμε δέκατα, αγιασμό, ή οτιδήποτε άλλο με το οποίο οι κοσμικοί άνθρωποι
δεν συμφωνούν.
Η
βάση αυτού του ισχυρισμού είναι ότι ο Παύλος δεν δέχτηκε τίποτα από τους
πιστούς στην Κόρινθο για χάρη τους. Ήταν μια ποιμενική απόφαση βασισμένη σε
κάποια αρνητική στάση που παρατήρησε μέσα στην εκκλησία. Οι ποιμένες βλέπουν τα
πράγματα από πολύ διαφορετική σκοπιά απ’ ό,τι τα πρόβατα.
Ο
ισχυρισμός έχει κάποια βάση, αφού η εκκλησία στην Κόρινθο ήταν σαρκική από την
αρχή της. Στην Α’ Κορ.γ:1-2 λέει “Και εγώ, αδελφοί, δεν ηδυνήθην να λαλήσω
προς εσάς, ως προς πνευματικούς, αλλά ως προς σαρκικούς, ως προς νήπια εν
Χριστώ. Γάλα σας επότισα, και ουχί στερεάν τροφήν, διότι δεν ηδύνασθε έτι να
δεχθήτε αυτήν, αλλ’ ουδέ τώρα δύνασθε έτι”.
Αυτή
η θεωρία συμπεραίνει ότι ο Παύλος βλέποντας σαρκικές τάσεις και έλλειψη ωριμότητας, δεν ήθελε να πάρει
τίποτα, για να μην εμποδίσει τους ίδιους τους πιστούς. Υποθέτει ότι επειδή ήταν
σαρκικοί οι Κορίνθιοι, δεν ήθελαν να τον
συντηρούν κι ότι ο Παύλος υποχώρησε σ’ αυτή την πίεση για να μην τους
εμποδίσει.
Εάν
είναι έτσι, ίσως εκείνοι που έχουν ποιμάνει να μπορούν να καταλάβουν τον Παύλο
περισσότερο από εκείνους που ποτέ δεν είχαν αυτή την εμπειρία. Οι ποιμένες
συχνά κάνουν πράγματα για χάρη των πιστών. Πολλοί δεν διδάσκουν ορισμένα
δόγματα αποφασιστικά σε νέους πιστούς, για να μη τους βάλουν περισσότερα βάρη.
Μερικοί δεν διδάσκουν το δέκατο για να μη φανεί ότι τους ενδιαφέρουν τα
χρήματα, ή γιατί οι πιστοί είναι “πολύ φτωχοί”, ή γιατί ίσως “φοβούνται μην
τους χάσουν” εάν πάρουν μια σταθερή στάση.
Άλλοι,
ακόμα κι όταν πιστεύουν και ομολογούν ότι το δέκατο είναι το πρότυπο για τον
πιστό, δεν το πιστεύουν αρκετά για να το διδάξουν κι έτσι δημιουργούν μια
εκκλησία που δεν νιώθει υπεύθυνη να συντηρεί τον ποιμένα της. Οι ποιμένες συχνά
κάνουν πράγματα για χάρη της εκκλησίας, για τα οποία μπορεί αργότερα να
λυπηθούν. Ίσως ο ίδιος ο Παύλος αργότερα να λυπήθηκε για την απόφαση του να μη
δεχτεί τίποτε από τους Κορίνθιους (Β’ Κορ.ιγ:13).
Αυτή
η άποψη έχει κάποια αξία, αλλά πρέπει να δούμε και στα λάθη της. Πρώτον, είναι
δύσκολο να πιστέψουμε ότι ο Παύλος δεν είχε το χαρακτήρα για να διδάξει αυτό το
θέμα. Από τα γραπτά του συμπεραίνουμε ότι δεν ήταν έτσι, αλλά όπου ήταν
αναγκαίο, αντιμετώπιζε κάθε κατάσταση δυναμικά. Δεύτερον, αυτή η άποψη έχει
προβλήματα με το Α’ Κορ.θ:18, όπου ο
Παύλος είπε: “τις λοιπόν είναι ο μισθός
μου; το να κάνω αδάπανον το ευαγγέλιον του Χριστού διά της κηρύξεώς μου, ώστε
να μην κάμνω κατάχρησιν της εξουσίας μου εν των ευαγγελίω”.
Για
να είναι συνεπείς μ’ αυτή την άποψη, οι υποστηρικτές της θα πρέπει να
ερμηνεύσουν τη φράση του Παύλου “ώστε να
μην κάμνω κατάχρησιν της εξουσίας μου εν τω ευαγγελίω” σαν να δείχνει ότι
δεν έπαιρνε οικονομική βοήθεια για να μην καταχραστεί (χρησιμοποιήσει λάθος, ή
ακατάλληλα, κακομεταχειριστεί) τους Κορίνθιους. Αλλά πώς θα ήταν κατάχρηση το
να δέχεται χρήματα, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για αποστολικό δικαίωμα; Αυτή η
ερμηνεία φαίνεται βεβιασμένη.
Είναι
πιο φυσικό να ερμηνεύσουμε το εδάφιο 18
σαν μια εξήγηση ή μια διεύρυνση του εδαφίου
12. Ο Παύλος κήρυττε το Ευαγγέλιο στους Κορινθίους χωρίς να δέχεται
χρήματα, γιατί πίστευε ότι αν το έκανε θα το εμπόδιζε. Παρακινήθηκε από τον
πόθο του να κηρυχτεί το ευαγγέλιο δωρεάν (ελεύθερα) σε κάθε άνθρωπο, χωρίς
εμπόδιο. Σαν σκαπανέας ιεραπόστολος, δεν ήθελε οι Κορίνθιοι - άπιστοι ή νέοι
πιστοί - να νομίζουν ότι είχε έρθει στην Κόρινθο για να κάνει χρήματα απ’
αυτούς. Ήθελε να βεβαιωθεί ότι δεν θα δυσπιστήσουν τα κίνητρα του κι έτσι το
Ευαγγέλιο θα ακουγόταν όμορφα.
Ας
έχουμε υπόψη μας ότι ο Παύλος υπερασπίστηκε προσωπικά τα κίνητρά του. Τα εδάφια
15 έως 18 παρουσιάζουν τα προσωπικά αισθήματα του αποστόλου. Στο εδάφιο 12 έχουμε μια μετάβαση από την
υπεράσπιση του δικαιώματος να δέχονται οι εργάτες αμοιβή, στην εξήγηση των
προσωπικών του κινήτρων που δεν το έκανε. Για να βεβαιωθεί ότι κανείς δεν θα
μπορούσε να παρεξηγήσει τα κίνητρα του, έγραψε μετά τα εδάφια 13 και 14, τα οποία στηρίζουν την άποψή του για τη συντήρηση των εργατών,
προτού αποκαλύψει τον λόγο που δεν δεχόταν τίποτε από τους Κορίνθιους.
Η
χρησιμοποίηση της προσωπικής αντωνυμίας “εγώ” στο εδάφιο 15 είναι σε αντίθεση με την λέξη “οι άλλοι” στο εδάφιο 12. Θα ήταν παράλογο να σκεφτούμε ότι ο
Παύλος, έχοντας γράψει δεκατέσσερα εδάφια για να υπερασπιστεί το δικαίωμα του
αλλά και των άλλων να συντηρούνται από την εκκλησία, θα ακύρωνε όλο τον
ισχυρισμό του. Δεν ήταν αυτός ο σκοπός του, αντίθετα βεβαίωσε τους Κορίνθιους
ότι η απόφαση του να εργαστεί με τα χέρια του ήταν προσωπική. Δεν πρέπει λοιπόν
να εκλαμβάνεται σαν παράδειγμα για όλους τους εργάτες του Κυρίου.
Κάποιοι
έχουν πει ότι ο Παύλος επηρεάστηκε στην απόφαση του να μη δεχτεί οικονομική
βοήθεια από τους Κορίνθιους από τον πολιτισμό και την κοινωνία της Κορίνθου. Η
Κόρινθος ήταν μια από τις πιο ανθούσες πόλεις της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, αλλά
ήταν διεφθαρμένη, φημισμένη για την εμπορικοποίηση της πορνείας που συνδεόταν
με τις θρησκείες της. Ιέρειες αφιερωμένες στη λατρεία της Αφροδίτης, της θεάς
του έρωτα, έδιναν όρκους καθαγίασης για να εκπορνεύουν τα σώματα τους για
χρήματα που χρησιμοποιούνταν για ειδωλολατρικούς ναούς. Στον ναό της Αφροδίτης
μόνο, υπήρχαν χίλιες πόρνες.
Δεν
ήθελε λοιπόν να δώσει ευκαιρία για σχόλια από τους Κορίνθιους, αφού στην
πλειοψηφία τους είχαν υπάρξει λάτρεις της Αφροδίτης. Ίσως σκέφτηκε ότι
δεχόμενος χρήματα από αυτούς θα επηρέαζε την μαρτυρία της εκκλησίας μπροστά
στον κόσμο.
Ο
Παύλος μόνο ξεκινούσε τις εκκλησίες, δεν παρέμενε για να τις ποιμάνει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Στην εκκλησία των
πρώτων χρόνων δεν υπήρχε οργανωμένο πρόγραμμα ιεραποστολών για να εξασφαλίζει
τα έξοδα ενός αποστόλου στα ιεραποστολικά του ταξίδια. Ο Παύλος αναγκαζόταν να
δουλεύει ενώ ξεκινούσε εκκλησίες, γιατί στην αρχή δεν υπήρχαν καθόλου πιστοί
από τους οποίους θα μπορούσε να πάρει οικονομική βοήθεια. Καθώς το εκκλησίασμα
μεγάλωνε, τους δίδασκε τα οικονομικά τους καθήκοντα τα σχετικά με την διακονία,
γνωρίζοντας ότι δεν θα παρέμενε εκεί για να τους ποιμάνει. Όταν έφευγε, άλλοι
εργάτες θα διακονούσαν σ’ αυτούς, που θα χρησιμοποιούσαν το δικαίωμα τους να
συντηρούνται από την εκκλησία (Α’ Κορ.θ:12).
Όταν
ένας εργάτης ξεκινάει μια εκκλησία μπορεί παράλληλα να δουλεύει για λίγο, αλλά
αυτό δεν είναι το τέλειο σχέδιο του Θεού για τη διακονία. Ο αντικειμενικός
σκοπός κάθε εργάτη δεν πρέπει να μπλέκεται στις υποθέσεις αυτού του κόσμου, για
να ευαρεστεί Αυτόν που τον κάλεσε να είναι στρατιώτης. Ο στόχος του πρέπει να
είναι το ποίμνιο και να εκπληρώνει την εντολή που δόθηκε απ’ τον Ιησού στον Λουκ.ι:7. Ο μόνος τρόπος για να
επιτευχθεί αυτός ο στόχος είναι διδάσκοντας στο ποίμνιο την ευθύνη του.
Δεν
πρέπει να διαβάζουμε το Α’ Κορ.θ:12
ξέχωρα από τα συμφραζόμενα του. Είναι αρκετό να πούμε ότι ο Παύλος ήθελε να αποφύγει
ένα πρόβλημα και γι’ αυτό αποφάσισε να μην πάρει οικονομική βοήθεια από τους
Κορίνθιους. Πολλοί άνθρωποι που χρησιμοποιούν το Α’ Κορ.θ:12 σαν βάση για να μην πληρώνουν δέκατα δεν ξέρουν ότι με
το να απαιτούν από τον ποιμένα τους να εργάζεται διαπράττουν ένα λάθος ενάντια
σ’ αυτόν και στην εκκλησία. Ποιμένες που δεν διδάσκουν στην εκκλησία το καθήκον
της συντήρησης του εργάτη, αφαιρούν απ’ το λαό το δικαίωμα να έχει ένα ποιμένα
που αφιερώνει όλο το χρόνο του στο έργο του Κυρίου.