Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2018

Γένεση (089)


Γέν.κ:8-13 Σηκωθείς δε ο Αβιμέλεχ ενωρίς το πρωΐ, εκάλεσε πάντας τους δούλους αυτού, και ελάλησε πάντας τους λόγους τούτους εις επήκοον αυτών· και εφοβήθησαν οι άνθρωποι σφόδρα. Και εκάλεσεν ο Αβιμέλεχ τον Αβραάμ και είπε προς αυτόν, Τι έπραξας εις ημάς; και τι αμάρτημα έπραξα εις σε, ώστε επέφερες επ' εμέ και επί το βασίλειόν μου, αμαρτίαν μεγάλην; έπραξας εις εμέ πράγμα, το οποίον δεν έπρεπε να πραχθή. Και είπεν ο Αβιμέλεχ προς τον Αβραάμ, Τι είδες, ώστε να πράξης το πράγμα τούτο; Και είπεν ο Αβραάμ, Επειδή εγώ είπον, Βέβαια δεν είναι φόβος Θεού εν τω τόπω τούτω και θέλουσι με φονεύσει διά την γυναίκα μου· και όμως αληθώς αδελφή μου είναι, θυγάτηρ του πατρός μου, αλλ' ουχί θυγάτηρ της μητρός μου· και έγεινε γυνή μου. και ότε με έκαμεν ο Θεός να εξέλθω εκ του οίκου του πατρός μου, είπον προς αυτήν, Ταύτην την χάριν θέλεις κάμει εις εμέ· εις πάντα τόπον όπου αν υπάγωμεν, λέγε περί εμού, Ούτος είναι αδελφός μου.


Σ’ αυτό το κεφάλαιο βλέπουμε τον άνθρωπο του Θεού κάτω από την πίεση της απιστίας να ενεργεί με τέτοιο τρόπο ώστε να διεγείρει τις κρίσεις των ανθρώπων του κόσμου. Δεν μπορεί να γίνει διαφορετικά, γιατί μόνο η πίστη μπορεί να υψώσει το χαρακτήρα και τη διαγωγή ενός ανθρώπου. Πολλές φορές συναντάμε ανθρώπους μ’ ένα φυσικό χαρακτήρα καλό και τίμιο. Όμως δεν μπορούμε να εμπιστευόμαστε στις φυσικές αρετές, γιατί στηρίζοντα σε κακό θεμέλιο και θα υποκύψουν αμέσως στην πίεση των περιστάσεων. Μόνο η πίστη ενώνει την ψυχή με ζωντανή δύναμη, με το Θεό, τη μοναδική πηγή κάθε πραγματικά ηθικού και καλού. Είναι δε αξιοσημείωτο το γεγονός ότι εκείνοι που ο Θεός μέσα στο έλεός Του ξεχώρισε από τον κόσμο, όταν παρεκκλίνουν από το δρόμο της πίστης, πέφτουν πολύ χαμηλότερα απ’ τους άλλους ανθρώπους. Έτσι εξηγείται και η συμπεριφορά του Αβραάμ.

Αλλά εδώ μπορούμε να βρούμε και κάτι άλλο: Ο Αβραάμ είχε κρατήσει για πολλά χρόνια μέσα στην καρδιά του κάτι κακό.  Φαίνεται ότι απ’ την αρχή είχε επιφυλάξεις από έλλειψη τέλειας εμπιστοσύνης στο Θεό. Γι’ αυτό κατέφυγε σε μια ψεύτικη πρόφαση. Ο Κύριος θα φύλαγε τη Σάρρα από κάθε κακό. Ποιος μπορεί να βλάψει όσους είναι κάτω από την προστασία Αυτού που δεν κοιμάται ποτέ; Τελικά ο Αβραάμ οδηγείται να αποκαλύψει τη ρίζα του κακού, να το μολογήσει για να ελευθερωθεί απ’ αυτό.

Δεν μπορεί να υπάρξει ευλογία ή δύναμη, όσο υπόλοιπα παλιάς ζύμης δεν αποκαλύπτονται για να κριθούν. Η υπομονή του Θεού είναι μεγάλη, περιμένει και υποφέρει, αλλά ποτέ δεν υψώνει μια ψυχή σ’ όλο το ύψος της ευλογίας και της δύναμης όσο αυτή φυλάει κάποιο γνωστό και μη καταδικασμένο υπόλοιπο παλιάς ζύμης.

Παρατήρηση: Στο εδ.13 που λέει:”με έκαμεν ο Θεός να εξέλθω” στα Εβραϊκά λέει: “με έκαμαν οι Ελοχίμ να εξέλθω”. Πολλοί λένε ότι είναι λάθος των αρχέτυπων. Η Σαμαρειτική Πεντάτευχος το έχει με ρήμα ενικού αριθμού (με έκαμεν) και ο Βάμβας που πρέπει να το ξέρει το μεταφράζει “μέ έκαμεν ο Θεός”. Όμως γιατί ο Αβραάμ να μιλήσει έτσι; Μάλλον επειδή μιλάει φοβισμένος, προσπαθεί να καλύψει το ψέμα του, ξέροντας ότι μιλάει σε ειδωλολάτρη βασιλιά, μιλάει κατά τη συνήθειά τους.

Γέν.κ:14-16 Και έλαβεν ο Αβιμέλεχ πρόβατα και βόας και δούλους και δούλας, και έδωκεν εις τον Αβραάμ, και απέδωκεν εις αυτόν Σάρραν την γυναίκα αυτού. και είπεν ο Αβιμέλεχ, Ιδού, η γη μου έμπροσθέν σου. κατοίκησον όπου σοι αρέσκει. Και προς την Σάρραν είπεν, Ιδού, έδωκα χίλια αργύρια εις τον αδελφόν σου· ιδού, αυτός είναι εις σε σκέπη των οφθαλμών προς πάντας τους μετά σου και προς πάντας τους άλλους. Ούτως αύτη επεπλήχθη.

Ο Αβιμέλεχ ενεργεί σαν να είναι αυτός ο φταίχτης. Φοβάται το θυμό του Θεού και φαίνεται πιο γενναιόδωρος από τον Φαραώ.  ιδού αυτός: δεν αναφέρεται στον Αβραάμ, αλλά στο αργύριο που στα Εβραϊκά είναι αρσενικού γένους. 1000 αργύρια ήταν πολύ μεγάλο ποσό και είχε την έννοια καλής πίστης, σαν να μην έγινε τίποτα. Επιπλήχθηκε και η Σάρρα γιατί κι αυτή ήταν συνεργάτης στο ψέμα.

Γέν.κ:17,18 Προσηυχήθη δε ο Αβραάμ προς τον Θεόν· και εθεράπευσεν ο Θεός τον Αβιμέλεχ και την γυναίκα αυτού και τας θεραπαίνας αυτού, και ετεκνοποίησαν. διότι ο Κύριος είχε κλείσει διόλου πάσαν μήτραν εν τη οικία του Αβιμέλεχ, εξ αιτίας Σάρρας της γυναικός του Αβραάμ.

Ο Θεός τίμησε την προσευχή του Αβραάμ.