Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

Γένεση (083)


ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΟΓΔΟΟ


Αυτό το κεφάλαιο μας δίνει ένα καλό παράδειγμα των αποτελεσμάτων μιας ζωής αποχωρισμού και υπακοής (Ιωάν.ιδ:23). Η κοινωνία με το Θεό που απολαμβάνει ένας πιστός που υπακούει, είναι τέλεια άγνωστη σ’ αυτόν που ζει μέσα σε μια κοσμική ατμόσφαιρα. Πρέπει να θυμόμαστε ότι η δικαίωση και οι καρποί της δικαίωσης είναι δύο διαφορετικά πράγματα. Το να είναι κανείς παιδί είναι ένα πράγμα και το να είναι ένα ευπειθές παιδί είναι άλλο πράγμα. Ένας πατέρας λοιπόν, αγαπά το παιδί που τον υπακούει και το κάνει συμμέτοχο στις σκέψεις και τα σχέδιά του. Τα λόγια του Κυρίου μας στο Ιωάν.ιδ:23 το επιβεβαιώνουν. Η αγάπη μας στο Χριστό φαίνεται από το αν κάνουμε όσα μας παραγγέλλει και όχι όταν λέμε “Κύριε, Κύριε”. Τί ωφελεί να λέμε: “Θα πάω Κύριε”, αν η καρδιά δεν σκέφτεται να πάει; (Ματθ.κα:28-32)

Αν και ο Αβραάμ έχει κάνει λάθη, βλέπουμε να είναι ένας άνθρωπος πίστης, διακρίνεται από μια ζωή με το Θεό υψηλή, εγκάρδια και αληθινή. Εξαιτίας αυτού απολαμβάνει τρία ιδιαίτερα προνόμια: Προσφέρει στο Θεό κάτι που Του είναι ευάρεστο, είναι σε τέλεια κοινωνία με το Θεό και μεσιτεύει υπέρ άλλων ενώπιον του Θεού.


Η υπακοή είναι ευάρεστη στο Θεό, γιατί είναι ο καρπός της χάρης Του στις καρδιές μας (Ματθ.γ:17).

Η ζωή του Χριστού ήταν για τον ουρανό, αφορμή διαρκούς χαράς. Από τη φάτνη μέχρι το σταυρό, έκανε πάντοτε μόνο ό,τι ήταν ευάρεστο στον Πατέρα. Στο βάδισμά Του δεν υπήρχε ούτε διακοπή, ούτε αλλοίωση, ούτε κάτι ανώμαλο.

Εδώ βλέπουμε τον Αβραάμ να απολαμβάνει μια στενή κοινωνία με τον Κύριο πρώτα σχετικά με το προσωπικό του συμφέρον (εδ.9-15) και μετά σχετικά με την τύχη των Σοδόμων (εδ.16-21).

Γέν.ιη:1 Και εφάνη εις αυτόν ο Κύριος εις τας δρυς Μαμβρή, ενώ εκάθητο εν τη θύρα της σκηνής εις το καύμα της ημέρας.

Μαμβρή: σημαίνει πάχος, δύναμη, ισχύς.

Θύρα της σκηνής: Ήταν το πιο δροσερό μέρος επειδή έκανε ρεύμα.

Το καύμα της ημέρας: Μεσημέρι. Στις θερμές χώρες είναι αδύνατον να δουλέψει κανείς αυτές τις ώρες, γι’ αυτό είναι ώρες ανάπαυσης.

Γέν.ιη:2 Και υψώσας τους οφθαλμούς αυτού, είδε· και ιδού, τρεις άνδρες ιστάμενοι έμπροσθεν αυτού· και ως είδεν, έδραμεν εις προϋπάντησιν αυτών από της θύρας της σκηνής, και προσεκύνησεν έως εδάφους·

τρείς άνδρες ιστάμενοι έμπροσθεν αυτού: Ο Κύριος φάνηκε στον Αβραάμ, συνοδευόμενος από δύο αγγέλους. Ουσιαστικά ήταν τρεις άγγελοι, από τους οποίους ο ένας ήταν ο άγγελος της παρουσίας του ΓΙΑΧΒΕ. Το βλέπουμε καθαρά στο ιθ:1 και στο ιη:20-23. Ήταν άγγελοι με ανθρώπινη μορφή, ντυμένοι με τα ρούχα της εποχής και φάνηκαν ξαφνικά μπροστά του έτσι ώστε ο Αβραάμ δεν δυσκολεύτηκε να καταλάβει ποιοι ήταν.

προσεκύνησε: Ήταν ανατολίτικη συνήθεια να τρέξει κανείς να τους συναντήσει και να πέσει στα πόδια τους για να τους κάνει να αισθανθούν άνετα. Ακόμα και σήμερα η φιλοξενία είναι νόμος ιερός σ’ αυτά τα μέρη.

Γέν.ιη:3 και είπε, Κύριέ μου, εάν εύρηκα χάριν εις τους οφθαλμούς σου, μη παρέλθης, παρακαλώ, τον δούλον σου·

Ο Αβραάμ εδώ μιλάει στον ένα, στον άγγελο του Γιάχβε.

Κύριε: Αδωνάϊ - πληθυντικός μεγαλειότητας που συντάσσεται με κατηγορούμενο ενικού αριθμού (εις τους οφθαλμούς σου). Ίσως κι απ’ τα ρούχα που φορούσαν να ξεχώριζε ποιος είναι ο Κύριος.

Γέν.ιη:4-5 ας φερθή, παρακαλώ, ολίγον ύδωρ, και νίψατε τους πόδας σας, και αναπαύθητε υπό το δένδρον· και εγώ θέλω φέρει ολίγον άρτον, και στηρίξατε την καρδίαν σας· έπειτα θέλετε παρέλθει· επειδή διά τούτο επεράσατε προς τον δούλον σας· οι δε είπον, Κάμε ούτω, καθώς είπας.


Νίψατε τους πόδας σας: Πολύ διαδεδομένη συνήθεια εξαιτίας της σκόνης, του ιδρώτα, της καυτής άμμου, αν σκεφτούμε ότι φορούσαν σανδάλια. Έτσι ξεκουραζόταν και δροσιζόταν.

Στο εδ.5 φαίνεται ότι ο Αβραάμ καταλαβαίνει ότι έχουν έρθει για κάποιο ιδιαίτερο λόγο, όμως ενεργεί σαν να τους βοηθά στο ταξίδι τους.

Γέν.ιη:6-8 Και έσπευσεν ο Αβραάμ εις την σκηνήν προς την Σάρραν και είπε, Σπεύσον ζύμωσον τρία μέτρα σεμιδάλεως, και κάμε εγκρυφίας. Ο δε Αβραάμ έδραμεν εις τους βόας, και έλαβε μοσχάριον απαλόν και καλόν, και έδωκεν εις τον δούλον· ο δε έσπευσε να ετοιμάση αυτό· έπειτα έλαβε βούτυρον και γάλα και το μοσχάριον, το οποίον ητοίμασε, και έθεσεν έμπροσθεν αυτών· αυτός δε ίστατο πλησίον αυτών υπό το δένδρον, και αυτοί έφαγον.

Παρατηρούμε μια βιασύνη που δείχνει ότι ο Αβραάμ καταλαβαίνει ότι οι επισκέπτες του έχουν υψηλή θέση.

Μοσχάριο: Φαγητό που δεν συνηθιζόταν παρά σε ειδικές περιπτώσεις. Συνήθως έτρωγαν αρνιά ή κατσίκια.

Γέν.ιη:9 Είπον δε προς αυτόν, Που είναι Σάρρα η γυνή σου; Ο δε είπεν, Ιδού, εν τη σκηνή.

Είπον σαν σύνολο, όλοι μαζί. Μιλούν σαν να γνωρίζουν τον Αβραάμ. Γνωρίζουν και το όνομα της γυναίκας του.

Στο εδ.10 μιλάει ο Γιάχβε (είπεν....θέλω επιστρέψει).

Γέν.ιη:11-15 Ο δε Αβραάμ και η Σάρρα ήσαν γέροντες, προβεβηκότες εις ηλικίαν· εις την Σάρραν είχον παύσει να γίνωνται τα γυναικεία. Εγέλασε δε η Σάρρα καθ' εαυτήν λέγουσα, Αφού εγήρασα, θέλει γείνει εις εμέ ηδονή και ο κύριός μου γέρων; Και είπε Κύριος προς τον Αβραάμ, Διά τι εγέλασεν η Σάρρα, λέγουσα, Αφού εγώ εγήρασα, θέλω τωόντι γεννήσει; είναι τι αδύνατον εις τον Κύριον; εν τω ωρισμένω καιρώ θέλω επιστρέψει προς σε κατά τον αυτόν τούτον καιρόν του έτους, και η Σάρρα θέλει έχει υιόν. Τότε η Σάρρα ηρνήθη λέγουσα, δεν εγέλασα· διότι εφοβήθη. Ο δε είπεν, Ουχί, αλλ' εγέλασας.

Η Γραφή μας μιλάει για δύο ειδών “γέλιο”. Υπάρχει το γέλιο με το οποίο ο Κύριος γεμίζει το στόμα του λαού Του, όταν σε μια μεγάλη δοκιμασία, έρχεται βοήθεια κατά θαυμαστό τρόπο (Ψαλμ.ρκς:1-2). Έπειτα υπάρχει το γέλιο που η απιστία βάζει στο στόμα μας, όταν οι υποσχέσεις του Θεού είναι τόσο ένδοξες που να μην τις δέχεται η στενή καρδιά μας, ή όταν τα εξωτερικά μέσα που μεταχειρίζεται ο Θεός είναι πολύ μικρά - κατά την κρίση μας - για την εκπλήρωση των μεγάλων βουλών Του.

Η Σάρρα αρνήθηκε ότι γέλασε. Η απιστία μας κάνει δειλούς και μας αναγκάζει να πούμε και ψέματα πολλές φορές. Η πίστη μας δίνει θάρρος και μας κάνει να λέμε αλήθεια. Μας ικανώνει να “πλησιάζωμεν μετά παρρησίας” και “μετά αληθινής καρδίας” (Εβρ.δ:16, ι:22).

Βέβαια στην Εβρ.ια:11 διαβάζουμε ότι η Σάρρα πίστεψε και συνέλαβε. Ίσως ο νους της να ήταν γεμάτος απορία για το λεγόμενο. Γέλασε καθ’ αυτήν, από μέσα της, δεν ήταν εξωτερικό γέλιο. Άλλωστε το γεγονός αυτό δεν ήταν καινούριο για τη Σάρρα. Ο Θεός δεν της λέει γιατί απίστησε, αλλά γιατί γέλασε. Ίσως η Σάρρα να μην κατάλαβε ότι γέλασε, ο Θεός όμως το άκουσε! Πρέπει να προσέχουμε τις σκέψεις μας να είναι άγιες και ειλικρινείς μπροστά στο Θεό γιατί γνωρίζει το κάθε τι. Η Σάρρα μπορεί να φοβήθηκε όταν ο Θεός την έλεγξε, δεν ήξερε τί να κάνει και αρνήθηκε. Ο Θεός δεν την κατηγορεί ότι λέει ψέματα, πράγμα που δείχνει ότι ξέρει τί συμβαίνει μέσα της. Μάλλον ήθελε να της πει: Σάρρα, είμαι ο Κύριός σου και γνωρίζω το κάθε τι!