Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Δευτέρα 20 Αυγούστου 2018

ΟΡΘΟΤΟΜΟΥΝΤΕΣ ΤΟ ΛΟΓΟ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ 29 - Η διακονία

Η κυβέρνηση του Θεού δεν έχει να κάνει με τις κυβερνήσεις των ανθρώπων, γιατί σ’ αυτές, κυβερνά η ανθρώπινη φωνή, είτε άμεσα είτε με εκπροσώπηση. Η κυβέρνηση του Θεού είναι θεοκρατία. Ο Θεός κυβερνά σαν Βασιλιάς πάνω στο βασίλειό Του. Αυτός καθορίζει τις υπηρεσίες και στη συνέχεια ορίζει αυτούς που θα τις αναλάβουν, μέσα από την εκκλησία Του. Διαβάζουμε ότι είναι ο Θεός Αυτός που θέτει τους εργάτες για να κυβερνήσουν:


A’ Κορ.ιβ:28 Και άλλους μεν έθεσεν ο Θεός εν τη εκκλησία πρώτον αποστόλους, δεύτερον προφήτας, τρίτον διδασκάλους, έπειτα θαύματα, έπειτα χαρίσματα ιαμάτων, βοηθείας, κυβερνήσεις, είδη γλωσσών.

Εφεσ.δ:11 Και αυτός έδωκεν άλλους μεν αποστόλους, άλλους δε προφήτας, άλλους δε ευαγγελιστάς, άλλους δε ποιμένας και διδασκάλους,

Α’ Τιμ.γ:1-7 Πιστός ο λόγος· Εάν τις ορέγηται επισκοπήν, καλόν έργον επιθυμεί. Πρέπει λοιπόν ο επίσκοπος να ήναι άμεμπτος, μιας γυναικός ανήρ, άγρυπνος, σώφρων, κόσμιος, φιλόξενος, διδακτικός, ουχί μέθυσος, ουχί πλήκτης, ουχί αισχροκερδής, αλλ' επιεικής, άμαχος, αφιλάργυρος, κυβερνών καλώς τον εαυτού οίκον, έχων τα τέκνα αυτού εις υποταγήν μετά πάσης σεμνότητος· διότι εάν τις δεν εξεύρη να κυβερνά τον εαυτού οίκον, πως θέλει επιμεληθή την εκκλησίαν του Θεού; να μη ήναι νεοκατήχητος, διά να μη υπερηφανευθή και πέση εις την καταδίκην του διαβόλου. Πρέπει δε αυτός να έχη και παρά των έξωθεν μαρτυρίαν καλήν, διά να μη πέση εις ονειδισμόν και παγίδα του διαβόλου.

Εδώ διαπιστώνουμε ότι ένας επίσκοπος, που είναι προϊστάμενος, για παράδειγμα ο ποιμένας, πρέπει να έχει αποδεδειγμένα τα προσόντα της κλήσης του, πριν χειροτονηθεί.

Τίτ.α:5-9 Διά τούτο σε αφήκα εν Κρήτη, διά να διορθώσης τα ελλείποντα και να καταστήσης εν πάση πόλει πρεσβυτέρους, καθώς εγώ σε διέταξα, όστις είναι ανέγκλητος, μιας γυναικός ανήρ, έχων τέκνα πιστά, μη κατηγορούμενα ως άσωτα ή ανυπότακτα. Διότι πρέπει ο επίσκοπος να ήναι ανέγκλητος, ως οικονόμος Θεού, μη αυθάδης, μη οργίλος, μη μέθυσος, μη πλήκτης, μη αισχροκερδής, αλλά φιλόξενος, φιλάγαθος, σώφρων, δίκαιος, όσιος, εγκρατής, προσκεκολλημένος εις τον πιστόν λόγον της διδασκαλίας, διά να ήναι δυνατός και να προτρέπη διά της υγιαινούσης διδασκαλίας και να εξελέγχη τους αντιλέγοντας.

Βλέπουμε ότι ο Παύλος έδωσε εντολή στον Τίτο να περάσει από τις συναθροίσεις του νησιού της Κρήτης και σε κάθε πόλη να καταστήσει πρεσβυτέρους. Θα παρατηρήσετε ότι μιλώντας για τα προσόντα τους, τους αποκάλεσε επισκόπους (εδ.7).

«Πέμψας δε από της Μιλήτου εις Έφεσον, προσεκάλεσε τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας. Προσέχετε λοιπόν εις εαυτούς και εις όλον το ποίμνιον, εις το οποίον το Πνεύμα το Άγιον σας έθεσεν επισκόπους, διά να ποιμαίνητε την εκκλησίαν του Θεού, την οποίαν απέκτησε διά του ιδίου αυτού αίματος» Πράξ:17,28.

Σ’ αυτή την περίπτωση, όταν ο Παύλος κάλεσε τους πρεσβύτερους της Εφέσου να έρθουν, τους είπε ότι ο Θεός τους είχε θέσει επισκόπους πάνω στον οίκο Του, για να ποιμαίνουν την εκκλησία του Θεού. Σε αυτή την περίπτωση, αυτοί οι πρεσβύτεροι ήταν ποιμένες ή επίσκοποι.

«Τους μεταξύ σας πρεσβυτέρους παρακαλώ εγώ ο συμπρεσβύτερος και μάρτυς των παθημάτων τον Χριστού, ο και κοινωνός της δόξης, ήτις μέλλει να αποκαλυφθή, ποιμάνατε το μεταξύ σας ποίμνιον του Θεού, επισκοπούντες μη αναγκαστικώς αλλ' εκουσίως, μηδέ αισχροκερδώς αλλά προθύμως, μηδέ ως κατακυριεύοντες την κληρονομίαν του Θεού, αλλά τύποι γινόμενοι του ποιμνίου..» Α’ Πέτρ.ε:1-3 · Εδώ διαπιστώνουμε ότι ο απόστολος Πέτρος ήταν κι αυτός πρεσβύτερος.

Δεδομένου ότι οι επίσκοποι, οι ποιμένες και οι απόστολοι ονομάζονται όλοι πρεσβύτεροι, καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι όλοι οι χρισμένοι εργάτες, ανεξάρτητα από το αξίωμά τους, είναι πρεσβύτεροι. Όλοι οι πρεσβύτεροι δεν είναι ποιμένες, δεν είναι Ευαγγελιστές, δεν είναι δάσκαλοι ή απόστολοι, αλλά οι ποιμένες, οι ευαγγελιστές, οι δάσκαλοι και οι απόστολοι είναι όλοι πρεσβύτεροι.

Ο Παύλος, στο ξεκίνημα της αποστολικής του διακονίας δεν έχριε πρεσβυτέρους στις διάφορες συναθροίσεις που ξεκινούσε. Αλλά έχουμε ήδη δει ότι όλοι οι πρεσβύτεροι έπρεπε πρώτα να δοκιμαστούν και να αποδειχτούν στις διάφορες θέσεις τους, προτού μπορέσουν να χειροτονηθούν. Ωστόσο, ο Παύλος, επέστρεψε αργότερα για να κάνει αυτό το έργο Πράξ.ιδ:23. Σε μερικές περιπτώσεις έστειλε κάποιους από τους βοηθούς του να το κάνουν (Τίτ.α:5). Έτσι ξεκινούσε η κατά τόπους διακονία.

Απ’ αυτό βλέπουμε ότι είναι αντιγραφικό στο ξεκίνημα μιας εκκλησίας,  προκειμένου να χειροτονηθούν πρεσβύτεροι, να διαλέγονται δύο ή περισσότεροι μεταξύ των απλά καλών αντρών (ή συγγενών και φίλων). Όταν χειροτονούνται άντρες που δεν έχουν καμία κλήση στη διακονία του λόγου, συχνά γίνονται σαρκικά αφεντικά πάνω στην κληρονομιά του Θεού και το αποτέλεσμα είναι μια γενική ταραχή που προκαλεί όλεθρο στην τοπική συνάθροιση.

Οι ποιμένες που ο Θεός έχει ικανώσει και έχει τοποθετήσει στη θέση τους, πρέπει να έχουν εξουσία να κυβερνούν τον οίκο του Κυρίου και να κρατάνε τις συναθροίσεις στην υψηλότερη κατά το δυνατόν πνευματική κατάσταση. Θα πρέπει να σπουδάσουν ώστε να έχουν την έγκριση του Θεού, όχι απλά να ικανοποιούν τους εαυτούς τους. Σύντομα θα κερδίσουν τον σεβασμό των πιο πνευματικών αδελφών στη συνάθροιση και αν αυτοί σταθούν πίσω από έναν τέτοιο ποιμένα, θα βοηθηθεί στην αντιμετώπιση απείθαρχων πνευμάτων που δεν οικοδομούν, αλλά μάλλον καταστρέφουν.

Τώρα τίθεται το ερώτημα, «αν ο εργάτης έχει τοποθετηθεί από τον Κύριο, δεν υπάρχει εκκλησιαστικό συμβούλιο που θα επιβλέπει τον εργάτη. Πώς μπορεί τότε μια συνάθροιση να τα βρει με έναν ποιμένα που για κάποιο λόγο έγινε αναξιόπιστος;».

Το καλύτερο είναι να υπάρχει ένα συμβούλιο πρεσβυτέρων. Στην Α’ Τιμ.δ:14 βλέπουμε ότι υπήρχε ένα τέτοιο συμβούλιο που εργαζόταν στις μέρες των αποστόλων.

Α’ Τιμ.δ:14 μη αμέλει το χάρισμα, το οποίον είναι εν σοι, το οποίον εδόθη εις σε διά προφητείας μετά επιθέσεως των χειρών του πρεσβυτερίου.

Είναι καλό, σε κάθε περιοχή να υπάρχει ένα σώμα από ευσεβείς και άγιους πρεσβύτερους, οι οποίοι θα χειρίζονται τυχόν διαφορές που μπορεί να προκύψουν μεταξύ των εργατών. Με τον τρόπο αυτό, τα μέλη της κάθε συνάθροισης μπορούν να εκθέτουν τα αιτήματά τους σ’ αυτούς τους πρεσβύτερους, σε περίπτωση που ο ποιμένας τους χάσει την αξιοπιστία του. Αν οι πιστοί είναι πρόθυμοι να έχουν ένα ευσεβή ποιμένα, όπως είναι γραμμένο στην Εβρ.ιγ:17 «Πείθεσθε εις τους προεστώτάς σας και υπακούετε· διότι αυτοί αγρυπνούσιν υπέρ των ψυχών σας ως μέλλοντες να αποδώσωσι λόγον· διά να κάμνωσι τούτο μετά χαράς και μη στενάζοντες· διότι τούτο δεν σας ωφελεί», ο εργάτης δεν πρέπει να αντιδρά στην ύπαρξη ενός τέτοιου συμβουλίου πρεσβυτέρων από πάνω του. Αυτό το σύστημα έχει αποδειχθεί ότι προστατεύει τον έντιμο εργάτη καθώς και την συνάθροιση.