ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΝΑΤΟ
Ο Κύριος μέσα στη
χάρη Του, χρησιμοποιεί δύο μεθόδους για να αποτρέψει την καρδιά του ανθρώπου
από τα πράγματα του κόσμου: Πρώτα αποκαλύπτει την αξία και το αναλλοίωτο “των
άνω” και μετά φανερώνει τη ματαιότητα και τη φθαρτή φύση “των κάτω”
(Κολ.γ:1,2). Το τέλος του Εβρ.ιβ μας δίνει ένα θαυμαστό παράδειγμα καθεμιάς απ’
αυτές τις δύο μεθόδους. Αφού αποκαθιστά την αλήθεια ότι έχουμε προσέλθει στο όρος Σιών, σ’ όλες τις χαρές και τα
προνόμια που συνδέονται μ’ αυτό, μετά λέει: “Προσέχετε
μη καταφρονήσητε τον λαλούντα.....διά να μήνωσι τα μη σαλευόμενα”.
Είναι λοιπόν καλύτερα
να ελκύεται κανείς από τις χαρές του ουρανού, παρά να ωθείται προς τα άνω μέσα
από θλίψεις της γης. Ο πιστός δεν πρέπει να περιμένει να τον εγκαταλείψει ο
κόσμος για να εγκαταλείψει κι αυτός τον κόσμο, αλλά να αφήσει τα γήινα με τη
δύναμη της κοινωνίας που έχει με τα άνω.
Ας δούμε τα γεγονότα
που παρακολουθούμε, κάτω απ’ αυτό το φώς.
Γέν.ιθ:1 Ήλθον δε οι δύο άγγελοι
εις τα Σόδομα το εσπέρας· και εκάθητο ο Λωτ παρά την πύλην των Σοδόμων· ιδών δε
ο Λωτ, εσηκώθη εις συνάντησιν αυτών και προσεκύνησεν επί πρόσωπον έως εδάφους·
Ο Λωτ “κάθηται παρά την πύλην των Σοδόμων”.
Δεν αναφέρεται στην πόρτα, αλλά σε θέση εξουσίας. Ήταν εκεί που γινόταν όλες οι
δοσοληψίες της πόλης, το κέντρο των συζητήσεων με τους κατοίκους αλλά και τους
ξένους. Εκεί μάθαιναν όλα τα νέα-κάτι ανάλογο της “αγοράς” των Αθηναίων. Το βιβλίο του Εκκλησιαστή και οι Παροιμίες
έχουν γραφεί στην “πύλη” της Ιερουσαλήμ.
Ο Λωτ έχει κάνει
προόδους στη ζωή του. Στην αρχή “έστησε
τας σκηνάς αυτού έως Σοδόμων”, αργότερα μπήκε μέσα στην πόλη και κατοίκησε σ’
αυτή και τώρα τον βρίσκουμε να κάθεται στην πύλη, αυτή τη θέση εξουσίας που
έμεναν όσοι είχαν επιρροή. Ενώ ο Αβραάμ “Διά πίστεως παρώκησεν εις την γήν της
επαγγελίας ως ξένην κατοικήσας εν σκηναίς” (Εβρ.ια:9), δεν μπορούμε να
πούμε ότι ο Λωτ διά πίστεως κάθισε στην πύλη των Σοδόμων! Ο κόσμος έγινε γι’
αυτόν παγίδα και τα παρόντα πράγματα η ζημιά του. Δεν “ενεκαρτέρησεν ως βλέπων τον αόρατον” (Εβρ.ια:27). Τα μάτια του
ήταν προσηλωμένα στα βλεπόμενα που είναι πρόσκαιρα, ενώ του Αβραάμ στα μη
βλεπόμενα που είναι αιώνια (Β’Κορ.δ:18).
Αυτοί οι δύο άνδρες,
ενώ άρχισαν μαζί το δρόμο τους, φτάσανε σ’ ένα διαφορετικό αποτέλεσμα,
τουλάχιστον όσο αφορά τη μαρτυρία τους. Ο Λωτ σώθηκε, αλλά ως διά πυρός
(Α’Κορ.γ:15) γιατί το έργο του κατακάηκε. Αντίθετα ο Αβραάμ απέκτησε πλούσια
είσοδο στη Βασιλεία των ουρανών (Β’Πέτρ.α:11).
Ο Λωτ μόλις είδε τους
άνδρες σηκώθηκε και προσκύνησε κατά τη συνήθεια, γιατί κατάλαβε ότι δεν ήταν
κοινοί άνθρωποι (από τα πρόσωπα ή τα ρούχα τους).
Γέν.ιθ:2,3 και είπεν, Ιδού, κύριοί
μου, εκκλίνατε, παρακαλώ, προς την οικίαν του δούλου σας, και διανυκτερεύσατε και
πλύνατε τους πόδας σας· και σηκωθέντες πρωΐ, θέλετε υπάγει εις την οδόν σας· οι
δε είπον, Ουχί, αλλ' εν τη πλατεία θέλομεν διανυκτερεύσει. Αφού δε εβίασεν αυτούς
πολύ, εξέκλιναν προς αυτόν και εισήλθον εις την οικίαν αυτού· και έκαμεν εις αυτούς
συμπόσιον, και έψησεν άζυμα και έφαγον.
Κύριοί μου: Αδωνάϊ - αλλά
επειδή συντάσσεται με ρήμα πληθυντικού αριθμού, αναφέρεται σε περισσότερους από
ένα. Μπορούμε να δούμε τη διαφορετική
σχέση που είχε ο Θεός με τον Αβραάμ και το Λωτ. Ο Λωτ, αντί να δεχτεί στη σκηνή
του την επίσκεψη του Κυρίου “εβασάνιζεν
από ημέρας εις ημέραν την δικαίαν αυτού ψυχήν” (Β’Πέτρ.β:8). Αντί να απολαμβάνει την κοινωνία του Κυρίου,
βρισκόταν σε μια αφόρητη απόσταση απ’ Αυτόν. Τέλος αντί να ικετεύει υπέρ των
άλλων, το μόνο που μπορεί να κάνει είναι να ικετεύει για τον εαυτό του. Ο Θεός
μένει με τον Αβραάμ για να του φανερώσει τις σκέψεις Του, ενώ στα Σόδομα
στέλνει δύο αγγέλους Του, οι οποίοι στην αρχή δεν ήθελαν να μείνουν στο σπίτι
του Λωτ! “Ουχί, αλλ’ εν τη πλατεία
θέλομεν διανυκτερεύσει”. Πόσο διαφέρει αυτή η απάντηση απ’ αυτή του Κυρίου
προς τον Αβραάμ: “Κάμε ούτω καθώς είπας”.
Το να φιλοξενηθεί
κανείς από κάποιον είναι μια πράξη πολύ σημαντική και έκφραση πλήρους κοινωνίας
μ’ εκείνον από τον οποίο φιλοξενείται (Αποκ.γ:20 & Πραξ.ις:15). Η απάντηση των αγγέλων στο Λωτ περιέχει μια
καταδίκη της θέσης που έχει στα Σόδομα. Προτιμούσαν να περάσουν τη νύχτα στο
δρόμο παρά να μπουν μέσα στο σπίτι κάποιου που βρίσκεται σε λάθος θέση. Ο σκοπός που οι άγγελοι πήγαν στα Σόδομα ήταν
να ελευθερώσουν το Λωτ κι αυτό εξαιτίας του Αβραάμ (εδ.29).
Το να διανυκτερεύσει
κανείς στην πλατεία ήταν κάτι συνηθισμένο σ’ αυτά τα ζεστά κλίματα, αλλά ο Λωτ
γνωρίζοντας τον κίνδυνο που διέτρεχαν αν έμεναν εκεί τους βίασε να δεχτούν τη
φιλοξενία του.
Είναι πολύ θλιβερό να
θέλει ο χριστιανός με οποιοδήποτε τρόπο να κυβερνά ο ίδιος τον εαυτό του. Χωρίς
αμφιβολία ο Λωτ πίστευε ότι όλα θα πήγαιναν καλά, γι’ αυτόν και την οικογένειά
του πηγαίνοντας στα Σόδομα. Όμως αυτά που ακολούθησαν απέδειξαν πόσο είχε
απατηθεί και το τέλος της ιστορίας μας προειδοποιεί και μας προτρέπει σοβαρά να
προφυλαχτούμε από τις πρώτες κινήσεις του κοσμικού πνεύματος μέσα μας, για να
μην υποκύψουμε σ’ αυτό στο τέλος. Είναι πολύ καλύτερα ν’ αφήνουμε στο Θεό τη
φροντίδα να χαράζει το δρόμο μας, εμπιστευόμενοι Αυτόν σαν μικρά παιδιά, επειδή
ο Θεός μπορεί και θέλει να φροντίζει για μας, μέσ’ από την άπειρη σοφία και
αγάπη Του.
Γέν.ιθ:4,5 Πριν δε κοιμηθώσιν, οι
άνδρες της πόλεως, οι άνδρες των Σοδόμων, περιεκύκλωσαν την οικίαν, νέοι και γέροντες,
άπας ο λαός ομού πανταχόθεν· και έκραζον προς τον Λωτ και έλεγον προς αυτόν, Που
είναι οι άνδρες οι εισελθόντες προς σε την νύκτα; έκβαλε αυτούς προς ημάς, διά να
γνωρίσωμεν αυτούς.
Οι αρσενοκοίτες της
πόλης ήθελαν να γνωρίσουν τους δύο άντρες. Απ’ αυτή την πόλη προέρχεται η λέξη
Σοδομισμός που σημαίνει ομοφυλοφιλία, ασέλγεια, πάθη ατιμίας όπως περιγράφονται
στη Ρωμ.α:26,27 Β’Πέτρ.β:6 Ιουδ.7
Ρωμ.θ:29.