Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2018

Γραφές και παραδόσεις (10)

ΜΙΑ ΚΡΙΤΙΚΗ ΤΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΩΝ ΠΑΡΑΔΟΣΕΩΝ


ΒΑΠΤΙΣΤΗΡΙΟ ΣΥΜΒΟΛΟ

Όσοι δέχονται το δόγμα των Προφορικών Παραδόσεων επιμένουν ότι οι απόστολοι παρέδωσαν δια ζωντανού λόγου στη μεταποστολική Εκκλησία «βαπτιστήριο σύμβολο» το όποιον έχει διασώσει και εφαρμόσει από την αρχή της η Εκκλησία, κατά την τελετή του βαπτίσματος. Διδάσκεται λοιπόν, ότι το βαπτιστήριο αυτό σύμβολο αποδεικνύει το γεγονός ότι ανέκαθεν υπήρχε στους κόλπους της μεταποστολικής Εκκλησίας ένας προφορικός κανόνας αλήθειας, άγνωστος στην Αγία Γραφή, ο όποιος πρέπει να θεωρείται εξίσου σεβαστός με την Γραφή, σαν προερχόμενος από τους αποστόλους.

Στο συμπέρασμα αυτό καταλήγει και ο καθηγητής Ι. Καρμίρης, στην προσπάθειά του ν' αποδείξει την ύπαρξη και το κύρος της εκκλησιαστικής παράδοσης. Πραγματευόμενος την ιστορία των τριών πρώτων Οικουμενικών Συμβόλων, ο ανωτέρω συγγραφέας, αφού παραθέτει σχετικά αποσπάσματα από τα έργα του Ειρηναίου, διατυπώνει το έξης συμπέρασμα:

«Εκ των ανωτέρω κειμένων και εξ άλλων μαρτυριών του Ειρηναίου συνάγεται, ότι ούτος εγίνωσκε «κανόνα αληθείας» διαφέροντα της Άγιας Γραφής και παραδιδόμενον εν τω βαπτίσματι, τ.ε. βαπτιστήριον σύμβολον διαδεδομένον εν όλη τη Εκκλησία...», θα προσπαθήσουμε να δείξουμε αμέσως παρακάτω, ότι ένα τέτοιο συμπέρασμα ουδόλως συνάγεται από το κείμενο του Ειρηναίου.

Το συμπέρασμα ότι ο Ειρηναίος «εγίνωσκε κανόνα αληθείας διαφέροντα της Αγίας Γραφής», ο κ. Καρμίρης το αντλεί από τα έξης τρία αποσπάσματα τα όποια καταχωρούμε κι εμείς αυτούσια:

Ειρηναίου, Κατά Αιρέσεων I. 10, 1.

«Η μεν γάρ εκκλησία καίπερ καθ' όλης της οικουμένης έως περάτων της γής διεσπαρμένη, παρά δέ των αποστόλων και των εκείνων μαθητών παραλαβούσα την είς ένα Θεόν Πατέρα Παντοκράτορα1, τον πεποιηκότα τον ουρανόν και την γήν και τάς θαλάσσας και πάντα τα έν αυτοίς2, πίστιν, και εις ένα Χριστόν Ιησούν3, τον υίόν του Θεού4, τον σαρκωθέντα υπέρ της ημετέρας σωτηρίας5 και είς Πνεύμα Άγιον, το δια των Προφητών κεκηρυχός τάς οικονομίας και τάς ελεύσεις6, και την εκ Παρθένου γέννησιν7 και το πάθος8, και την έγερσιν εκ νεκρών9 και την ένσαρκον εις τους ουρανούς ανάληψιν του ηγαπημένου Χριστού Ιησού του κυρίου ημών 10, και την έκ των ούρανών έν τη δόξη του Πατρός παρουσίαν αυτού έπί το ανακεφαλαιώσασθαι τα πάντα και αναστήσαι πάσαν σάρκα πάσης ανθρωπότητος11 ίνα...κρίσιν δικαίαν έν τοις πασι ποιήσηται12· τα μέν πνευματικά της πονηρίας και αγγέλους τους παραβεβηκότας και έν άποστασία γεγονότος και τοΟς άσεβεϊς... των άνθρώπων είς το αίώνιον πυρ πέμψη13, τοις δέ δικαίοις... ζωήν χαρισάμενος άφθαρσίαν δωρήσηται και δόξαν αίωνίαν περιποιήση»14.

(1. Β' Κορ.ς:18. 2. Πράξ.ιζ:24. 3.    Πράξ.ις:31. 4. Ιωάν.α:34. 5. Εβρ.β:14. 6. Πράξ.β:17. 7. Λουκ.β:6. 8. Β' Κορ.α:5. 9. Πράξ.β:32. 10. Πράξ.α:9. 11. Εφεσ.α:10. 12. Πράξ.ι:42. 13. Ματθ.ιη:8. 14. Α' Κορ.ιε:53).

Συσχετίσαμε τα άρθρα του συμβόλου του Ειρηναίου με το κείμενο της Καινής Διαθήκης για να δείξουμε ότι όλες οι δογματικές αρχές που παρουσιάζει στο σύμβολό του ο Ειρηναίος είναι παρμένες από τις Γραφές, όχι μόνον κατά νόημα αλλά συχνά και κατά λέξη. Συνεπώς το κείμενο αυτό που επικαλείται ο κ. Καρμίρης διαψεύδει το συμπέρασμά του ότι δηλαδή ο Ειρηναίος «εγίνωσκε κανόνα αληθείας διαφέροντα της Αγίας Γραφής».

Ας έρθουμε τώρα στο δεύτερο απόσπασμα:

Ειρηναίος, Κατά Αιρέσεων, Ι. 10, 2

«Τούτο το κήρυγμα παρειληφυία και ταύτην την πίστιν, ως προέβημεν, η εκκλησία, καίπερ εν όλω τω κόσμω διεσπαρμένη, επιμελώς φυλάσσει ως ένα οίκον οικούσα... και γάρ οι κατά τον κόσμον διάλεκτοι ανόμιαι, αλλ' η δύναμις της παραδόσεως μία και η αυτή. Και ούτε αι εν Γερμανίαις ιδρυμέναι εκκλησίαι άλλως πεπιστεύκασιν η άλλως παραδιδόασιν, ούτε αι εν ταις Ίβηρίαις, ουτε εν Κελτοίς, ούτε κατά τας Ανατολάς, ούτε εν Αίγύπτω, ούτε εν Λιβύη, ούτε αι κατά τα μέσα του κόσμου ιδρυμέναι».

Το κείμενο τούτο Ι, 10, 2 είναι η άμεση συνέχεια του πρώτου Ι, 10, 1 και συνεπώς εδώ ο Ειρηναίος δεν εξηγεί παρά το ότι το ανωτέρω σύμβολό του, που όπως δείξαμε συμφωνεί απόλυτα με τις Γραφές, περιλαμβάνει όλα ανεξαιρέτως τα δογματικά στοιχεία της γνήσιας παράδοσης την οποίαν η Οικουμενική Εκκλησία «επιμελώς φυλάσσει σαν έναν οίκον οικούσα». Φανερό λοιπόν ότι ούτε και στο δεύτερο απόσπασμα του Ειρηναίου μπορεί να στηριχτεί το συμπέρασμα ότι «ούτος εγίνωσκε κανόνα Αληθείας διαφέροντα της Αγίας Γραφής».

Το κείμενο στο όποιον ο κ. Ι. Καρμίρης στηρίζει το συμπέρασμά του, ότι ο Ειρηναίος «εγίνωσκε κανόνα αληθείας διαφέροντα της Αγίας Γραφής», είναι προφανώς το έξης:

«Ε ι ρ η ν α ί ο ς» Κατά Αιρέσεων I. 9, 4.

«Ούτω δε και ο τον κανόνα της αληθείας ακλινή εν εαυτω κατέχων όν δια του βαπτίσματος είληφεν»

Αλλά πως είναι δυνατόν να θεωρηθεί ότι η φράση αυτή του Ειρηναίου σημαίνει «Κανόνα διαφέροντα της Αγίας Γραφής;» Πού είναι η φράση «διαφέροντα της Αγίας Γραφής»;

Και κάτι άλλο ακόμη: Η παραπάνω φράση του Ειρηναίου, όπως την παρουσιάζει ο κ. Καρμίρης είναι απομονωμένη από τα συμφραζόμενά της, στα όποια όταν τοποθετηθεί πάλι, δείχνει ότι δεν εννοεί «Κανών διαφέρων της Αγίας Γραφής».

Ιδού τώρα το απόσπασμα του Ειρηναίου στο οποίο υπάρχει η εν λόγω φράση:

«Έπειτα λέξεις και ονόματα σποράδην κείμενα συλλέγοντες μετα- φέρουσι, καθώς προειρήκαμεν, εκ του κατά φύσιν εις το παρά φύσιν... Ο δ’ Εμπειρός της Ομηρικής υποθέσεως επιγνώσεται, ειδώς ότι το μεν τι αυτών εστί παρά Οδυσσέως ειρημένον, το δε περί αυτού του Ηρακλέους, το δε περί Πριάμου, . . . ούτω δε και ο τον κανόνα της αληθείας εν έαυτω κατέχων όν δια του βαπτίσματος είληψεν, (εδώ ο κ. Καρμίρης διακόπτει ενώ ο Ειρηναίος συνεχίζει) τα μεν εκ των Γραφών ονόματα και τας λέξεις και τας παραβολάς επιγνώσεται, την δε βλάσφημον υπόθεσιν ταύτην ουκ επιγνώσεται».

Το θέμα του Ειρηναίου εδώ είναι, η ερμηνευτική μέθοδος μιας μερίδας Γνωστικών, να ερμηνεύουν και ν' αναλύουν τις Γραφές συσχετίζοντας λέξεις, ονόματα και παραβολές της Καινής Διαθήκης με λέξεις ονόματα και περιστατικά της Ελληνικής Μυθολογίας. Ο Ειρηναίος ανασκευάζει και καταδικάζει την ερμηνευτική αυτή μέθοδο των αιρετικών της εποχής του και συμπεραίνει ότι ο κάθε Χριστιανός, εφόσον κατέχει «ακλινή τον κανόνα της αληθείας «regular fidei» δηλαδή την επίσημη ομολογία πίστης εις τον Πατέρα εις τον Υιόν και εις το Άγιον Πνεύμα» ομολογία που έπρεπε να κάμει κατά το βάπτισμά του ο κάθε Χριστιανός— θα απορρίψει την πλάνη των Γνωστικών, επειδή σαν γνώστης των Γραφών θα εφαρμόσει ακριβώς τα ονόματα, τις λέξεις και τις παραβολές που αναφέρονται στις Γραφές, χωρίς τον φόβο να πλανηθεί από τις διδασκαλίες των αιρετικών. Ο κανόνας της αλήθειας που αναφέρει ο Ειρηναίος δεν διαφέρει από την "Αγία Γραφή, τουναντίον είναι κανόνας παρμένος από την Γραφή διότι τα ονόματα, οι λέξεις και οι παραβολές του δεν είναι παρά ονόματα, λέξεις και παραβολές των Γραφών, «... ο τον κανόνα .. . κατέχων ... τα μεν εκ των Γραφών ονόματα και τας λέξεις και τας παραβολάς επιγνώσεται... ».

Αλλά γιατί να επιμένουμε σε ένα μόνον απόσπασμα από τα έργα του Ειρηναίου; Στα συγγράμματά του εκθέτει τη διδασκαλία του για την παράδοση με τέτοια σαφήνεια και πληρότητα ώστε να μην γεννάται η ελάχιστη αμφιβολία για το τι πράγματι εννοεί και διδάσκει. Πριν όμως αφήσουμε τον Ειρηναίο να μας εξηγήσει ο ίδιος πόσους κανόνες αληθείας αναγνώριζε, δεν είναι περιττό να ρίξουμε μία πολύ σύντομη ματιά στη ζωή και το έργο του.