Η ΔΙΑΔΟΧΗ ΤΗΣ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Οι απόστολοι αποτέλεσαν έναν κύκλο προσώπων, στα οποία ο
Κύριος Ιησούς απένειμε εξουσία ιδιώνυμη, προσωπική κι' αμεταβίβαστη σε άλλους.
Ήταν οι αυτήκοοι και αυτόπτες μάρτυρες των λόγων και των έργων του Κυρίου. Γι’
αυτό άλλωστε στην αποστολική Εκκλησία γεννήθηκαν οι γνωστές διαφωνίες ως προς
την αποστολική ιδιότητα του Παύλου, ο όποιος δεν είχε συναναστραφεί τον Κύριο.
Και όμως, ο Παύλος υπερασπίζεται την αποστολική του εξουσία, διακηρύσσοντας ότι
είδε τον Κύριον στη δόξα Του και ότι Αυτός τον απέστειλε στα Έθνη. Η οπτασία
αυτή και η αποστολή του έδινε το δικαίωμα να ονομάζεται απόστολος (Α’ Κορ.θ:ι).
Ποιος επίσκοπος έχει να επιδείξει τέτοια διαπιστευτήρια; Πώς
λοιπόν το ιερατείο διεκδικεί την αποστολική εξουσία; Πού υπάρχει γραμμένη η
διακήρυξη του Κυρίου ότι η εξουσία αυτή έπρεπε να μεταβιβασθεί και σε κάποιον
άλλον, έξω από τον κύκλον των αποστόλων;
Από το δόγμα περί της αποστολικής εξουσίας, η Ορθόδοξη
Εκκλησία αντλεί αμέσως ή εμμέσως και δύο άλλα: Το αλάθητο της Εκκλησιαστικής
παράδοσης αφενός, και αφετέρου το «μυστήριον της Μετάνοιας».
Ως προς το πρώτο, το αλάθητο της Εκκλησίας, έχουμε ήδη πει
αρκετά. Εδώ θα παρουσιάσουμε ορισμένες σκέψεις σχετικά με το δεύτερο δόγμα, ότι
δηλαδή τα μέλη του ιερατείου, σαν «διάδοχοι των αποστόλων», κατέχουν το θείο
δικαίωμα να συγχωρούν ή να μη συγχωρούν τις αμαρτίες των ανθρώπων.
Ιδού η διατύπωση του δόγματος:
«Το μυστήριον της μετανοίας ισχύει και πέρνει
την δύναμίν του οπόταν η λύσις των αμαρτιών γίνεται διά του ιερέως κατά την
τάξιν και την συνήθεια της Εκκλησίας όπου πορευθείς ως αν πάρη συγχώρησιν του
αφέωνται την ώραν εκείνην όλα τα αμαρτήματα από τον Θεόν διά του ιερέως, κατά
τον λόγον του Χρίστου, όπου είπε «λάβετε Πνεύμα άγιον, αν τίνων αφήτε τας
αμαρτίας αφίενται αυτοίς, αν τινων κρατήτε κεκράτηνται» (Ιωάν.κ:22).
Μαθαίνουμε λοιπόν ότι το δόγμα της συγχώρησης των αμαρτιών
το γνωστόν σαν «μυστήριον της Μετανοίας», η Ορθόδοξη Εκκλησία το στηρίζει στα
λόγια που ο Κύριος Ιησούς απηύθυνε στους μαθητές Του: «ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας ἀφέωνται αὐτοῖς ἄν τινων κρατῆτε
κεκράτηνται».
Ας δούμε όμως τί ακριβώς είπε ο Κύριος στους μαθητές Του:
Ιωάν.κ:21-23 εἶπεν οὖν αὐτοῖς [ὁ Ἰησοῦς]
πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν· καθὼς ἀπέσταλκεν με ὁ πατήρ, καγὼ πέμπω ὑμᾶς. καὶ τοῦτο εἰπὼν
ἐνεφύσησεν καὶ λέει αὐτοῖς· λάβετε πνεῦμα ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας ἀφέωνται
αὐτοῖς ἄν τινων κρατῆτε κεκράτηνται.
Και τί λέει η Ορθόδοξη Εκκλησία; Ιδού : «Λάβετε σεις και οι
διάδοχοί σας πνεύμα Άγιον· αν τινών σεις και οι διάδοχοί σας αφήτε τας
αμαρτίας, αφέωνται αυτοίς· αν τίνων σεις και οι διάδοχοί σας κρατήτε,
κεκράτηνται».
Είναι γνωστό ότι ο Κύριος Ιησούς δεν είπε «και οι διάδοχοι
σας»- μολαταύτα διδάσκει σαν άρθρο πίστης ότι τα λόγια του Κυρίου αυτό εννοούν.
Ας υποθέσουμε προς στιγμήν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία ερμηνεύει
σωστά τα λόγια αυτά του Κυρίου και ότι πράγματι οι απόστολοι και οι διάδοχοι
τους έλαβαν αυτή την εξουσία, τότε ασφαλώς οι αμαρτίες που αυτοί λύνουν πρέπει
να παραμένουν λυμένες για πάντοτε κι επίσης, οι αμαρτίες που αυτοί δένουν
πρέπει να παραμένουν δεμένες για πάντοτε. Οπότε πρέπει να δεχτούμε ότι ο Κύριος
Ιησούς μεταβιβάζοντας την εξουσία της συγχώρησης των αμαρτιών στους αποστόλους
και τους διαδόχους τους, Αυτός ο ίδιος έπαυσε να είναι ο Κριτής των ανθρώπων.
Οι κριτές της τύχης των αμαρτωλών είναι πλέον οι ειδικά εξουσιοδοτημένοι να
ασκήσουν το προνόμιο του κριτή, απόστολοι και διάδοχοί τους. Και όμως! Ο Ιησούς
είπε ότι Αυτός προσωπικά θα κρίνει (Ματθ.κε:32-46 & κδ:46-51,
Λουκ.ιγ:24-30).
Ουδέποτε ο Κύριος Ιησούς είπε ότι θα δεχθεί όσους οι
απόστολοι συγχωρήσουν και κρίνουν άξιους της Βασιλείας. Αντίθετα, Αυτός προσωπικά
εμφανίζεται πάντοτε σαν Κριτής που θα διαχωρίσει τα πρόβατα από τα ερίφια.
Αυτός θ' ανταμείψει και θα κατακρίνει.
Σε τι χρησιμεύει λοιπόν η εξουσία του δεσμείν και λύειν από
μέρους των ιερέων, αν κατά την ημέρα της τελικής κρίσης, ο Ιησούς, σαν ο
απόλυτος Κριτής, θα λύσει τις αμαρτίες που αυτοί έδεσαν ή αντίθετα, αν δέσει
τις αμαρτίες που αυτοί έλυσαν;
Η κακή ερμηνεία και εφαρμογή του Ιωάν.κ:22, ότι τάχα
υποστηρίζει την ιερατική άφεση καταφαίνεται επίσης και από το γεγονός ότι οι
ίδιοι οι απόστολοι ουδέποτε άσκησαν τέτοιου είδους εξουσία με το νόημα που την
εφαρμόζει η Ορθόδοξη Εκκλησία. Ούτε στο βιβλίο των Πράξεων των αποστόλων, ούτε
στα υπόλοιπα αποστολικά γραπτά βρίσκεται η παραμικρή νύξη η προτροπή για
εξομολόγηση των αμαρτιών σ’ ένα πρεσβύτερο ή ακόμα σ’ ένα απόστολο. Τουναντίον
μάλιστα. Μαθαίνομε ότι ο απόστολος Πέτρος είπε στον Σίμωνα τον Μάγο:
Πράξ.η:22 μετανόησον οὖν ἀπὸ τῆς
κακίας σου ταύτης καὶ δεήθητι τοῦ κυρίου εἰ ἄρα ἀφεθήσεται σοι ἡ ἐπίνοια τῆς
καρδίας σου,
Δεν είπε στον Σίμωνα τον Μάγο, ο Πέτρος «έλα να
εξομολογηθείς για να πάρεις την άφεση για την αμαρτία σου». Μήπως στην
περίπτωση αυτή ο Πέτρος ξέχασε την εξουσία που πήρε από τον Κύριον να συγχωρά
αμαρτίες; Επίσης, ο απόστολος Ιωάννης, γράφει:
Α’
Ιωάν.β:1,2 Τεκνία μου, ταῦτα γράφω ὑμῖν ἵνα μὴ ἁμάρτητε. καὶ ἐάν τις ἁμάρτῃ
παράκλητον ἔχομεν πρὸς τὸν πατέρα Ἰησοῦν Χριστὸν δίκαιον· καὶ αὐτὸς ἱλάσμος ἐστιν
περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν, οὐ περὶ τῶν ἡμετέρων δὲ μόνον ἀλλὰ καὶ περὶ ὅλου τοῦ
κόσμου.
Δεν λέει ο Ιωάννης, «Αν κανείς αμαρτήσει, ας μην απελπιστεί.
Ας έρθει να μας βρει, επειδή ο Κύριος μας έδωσε την εξουσία να συγχωρούμε τις
αμαρτίες σας».
Κανένας απόστολος, ούτε είπε, ούτε έγραψε ποτέ τέτοια
προτροπή. Αν οι απόστολοι πράγματι πίστευαν, ότι ο Κύριος τους εξουσιοδότησε να
συγχωρούν αμαρτίες, ασφαλώς θα κήρυτταν επίμονα στους ανθρώπους την ανάγκη να
εξομολογούνται τις αμαρτίες τους στους αποστόλους και στους πρεσβυτέρους που
αυτοί διόρισαν. Εφόσον όμως τέτοιο κήρυγμα δε φαίνεται πουθενά στην Καινή
Διαθήκη, αλλά μάλλον το αντίθετο, αυτό σημαίνει πως οι απόστολοι δεν ερμήνευσαν
τα λόγια αυτά του Κυρίου κατ' αυτόν τον τρόπο.
Ας δούμε όμως τί ακριβώς είπε ο Κύριος στους μαθητές Του:
Είναι γνωστό ότι ο Κύριος Ιησούς δεν είπε «και οι διάδοχοι
σας»- μολαταύτα διδάσκει σαν άρθρο πίστης ότι τα λόγια του Κυρίου αυτό εννοούν.
Α’
Ιωάν.β:1,2 Τεκνία μου, ταῦτα γράφω ὑμῖν ἵνα μὴ ἁμάρτητε. καὶ ἐάν τις ἁμάρτῃ
παράκλητον ἔχομεν πρὸς τὸν πατέρα Ἰησοῦν Χριστὸν δίκαιον· καὶ αὐτὸς ἱλάσμος ἐστιν
περὶ τῶν ἁμαρτιῶν ἡμῶν, οὐ περὶ τῶν ἡμετέρων δὲ μόνον ἀλλὰ καὶ περὶ ὅλου τοῦ
κόσμου.