Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.
Δευτέρα 29 Ιανουαρίου 2018
Γραφές και παραδόσεις (22)
Ένα συγκεκριμένο παράδειγμα της ανάγκης που υπάρχει να
επικυρώνεται η προφορική παράδοση από τις Γραφές είναι η μέθοδος που εφάρμοσαν
στην αποστολική περίοδο οι νεοπροσήλυτοι Χριστιανοί της Βέροιας.
Οι άνθρωποι εκείνοι, αν και ήταν αυτήκοοι μάρτυρες του
κηρύγματος του αποστόλου Παύλου, δεν παρέλειψαν εν τούτοις να ερευνούν τις
Γραφές για να οδηγηθούν από τις Γραφές αν έπρεπε να δεχτούν η ν' απορρίψουν την
προφορική διδασκαλία του Παύλου. Γι' αυτούς λοιπόν το κριτήριο που ξεχώριζε τον
λόγο του ανθρώπου από τον λόγο του Θεού ήταν κατά πόσον η διδασκαλία του
ανθρώπου, άσχετα αν ο άνθρωπος αυτός ήταν ο απόστολος Παύλος, βρισκόταν σε
ομοφωνία με τις μαρτυρίες των Γραφών.
Είναι στην περίπτωσή μας φανερό ότι αν η αποστολική Εκκλησία
θεωρούσε τις παραδόσεις σαν τον απόλυτό κριτή των Γραφών, τότε το παραπάνω
εδάφιο θα έπρεπε να λέει:
εδέχθησαν τον λόγον μετά πάσης προθυμίας, εξετάζοντες καθ'
ημέραν τας προφορικάς παραδόσεις αν ούτως έχωσι ταύτα.
Είναι κόπος μάταιος κι επιζήμιος όταν προσπαθούμε να
εξαναγκάζουμε τις Γραφές να λένε εκείνο που εμείς θέλουμε να λένε. Ας μη
ξεχνάμε ότι οι Γραφές είναι ο λόγος του Θεού και συνεπώς παραμένει λόγος
αμετάθετος κι' αιώνιος όπως κι' Αυτός ο Θεός (Ματθ.κδ:35). Όταν υποτάσσουμε τις
Γραφές στις παραδόσεις, τότε ξεκινάμε από την παράλογη αρχή να υποτάσσουμε το
βέβαιο στην κρίσιν του αβέβαιου και το λόγο του Θεού στο λόγο των ανθρώπων.
Δεν είναι λοιπόν οι παραδόσεις ο απόλυτος κριτής των Γραφών.
Τουναντίον, οι Γραφές πρέπει να είναι ο ελεγκτής και ο κριτής των προφορικών
παραδόσεων.
Και πάλι εδώ, οι οπαδοί των παραδόσεων προβάλλουν
αντιρρήσεις λέγοντας ότι σε πολλές περιπτώσεις τέτοια μέθοδος ελέγχου των
παραδόσεων διά των Γραφών είναι αδύνατος, επειδή η Αγία Γραφή δεν περιλαμβάνει
όλα όσα ο Κύριος δίδαξε τους αποστόλους Του προφορικά. Γράφει ο Ανδρούτσος :
«ο έγγραφος λόγος ουδέποτε εν γένει ηδύνατο να
περιλάβη πάντα όσα εδίδασκε τους Αποστόλους ο Κύριος δι' ημερών τεσσαράκοντα
λέγων αυτοίς τα περί της Βασιλείας του Θεού».
Κανείς δεν αντιλέγει ότι τα λόγια του Κυρίου που γράφτηκαν
στην Καινή Διαθήκη και τα οποία μπορούμε να διαβάσουμε, δεν είναι όλα τα λόγια
που ο Κύριος είπε στα τριάμισι χρόνια συναναστροφής με τους αποστόλους Του.
Παίρνοντας μάλιστα κατά γράμμα τη γνώμη του Ευαγγελιστή Ιωάννη, αν εγγράφονταν
όλα όσα έκαμε ο Ιησούς, ούτε ολόκληρος ο κόσμος θα χωρούσε τα γραφόμενα βιβλία.
Ο Κύριος Ιησούς πράγματι είπε και έκαμε πολλά περισσότερα απ' όσα γράφουν τα
κείμενα της Καινής Διαθήκης. Μολαταύτα στην περίπτωσή μας χωρεί το εξής
ερώτημα:
Ποιος λογικός και ειλικρινής Χριστιανός είναι έτοιμος να
πιστέψει ότι η άγραφη διδασκαλία του Κυρίου Ιησού ήταν διαφορετική από τη
διδασκαλία Του που αναγράφεται στην Καινή Διαθήκη, ή ακόμα, ότι τα όσα κήρυξε
μεταγενέστερα ήταν διαφορετικά από εκείνα που είχε κηρύξει προηγουμένως; Είναι
ποτέ δυνατόν η αλήθεια να συγκρούεται με την αλήθεια; Ασφαλώς όχι! Μολονότι
λοιπόν δεν γράφτηκαν όλα όσα είπε ο Ιησούς, εν τούτοις γράφτηκε ολόκληρη η
αλήθεια και συνεπώς γνωρίζουμε όλα τα δόγματα τα ικανά να οδηγήσουν στη σωτηρία
και στην αιώνια ζωή.
Ιωάν.κ:31 ταύτα δε
εγράφησαν διά να πιστεύσητε ότι ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και
πιστεύοντες να έχητε ζωήν εν τω ονόματι αυτού.
Κανένας λογικός και ειλικρινής Χριστιανός δεν είναι έτοιμος
επίσης να πιστέψει ότι οι απόστολοι και οι Ευαγγελιστές αν και φρόντισαν να
γράψουν στα κείμενά τους δευτερευούσης αξίας πληροφορίες, άφησαν άγραφο έστω
κάτι που να είναι αναγκαίο για την αιώνια ζωή. Διότι είναι πράγματι παράλογο
και ασυμβίβαστο προς τη σοφία και την πρόνοια του Θεού να δεχτούμε ότι ο Θεός
άφησε άγραφο τμήμα της αλήθειας για τη σωτηρία, εφόσον στην Παλαιά Διαθήκη που
ήταν υπηρετική της Καινής, ο Θεός δεν επέτρεψε κανένα άγραφο τμήμα να
μεταβιβαστεί με προφορική παράδοση αλλά όλα καταχωρήθηκαν γραπτά, ακόμη και τα
καρφιά της σκηνής ή η συνταγή της παρασκευής του λιβανιού. Ήταν δυνατόν ποτέ ο
Θεός να δείξει τέτοια μέριμνα για να καταχωρηθούν γραπτά και τόσο αναλυτικά
όλοι οι τύποι και τα σύμβολα της Παλαιάς Διαθήκης και ν' αδιαφορήσει για την
καταχώρηση ολόκληρης της ουσίας της Καινής Διαθήκης που στηρίζεται στον τραγικό
θάνατο του Γιου Του;