Ιούδ.α:3 Αγαπητοί, επειδή καταβάλλω πάσαν σπουδήν να σας γράψω περί της κοινής σωτηρίας, έλαβον ανάγκην να σας γράψω, προτρέπων εις το να αγωνίζησθε δια την πίστιν, ήτις άπαξ παρεδόθη εις τους αγίους.

Σάββατο 13 Ιανουαρίου 2018

Γραφές και παραδόσεις (13)

Ο κ. Καρμίρης αιτιολογεί τα πράγματα δι' άλλης οδού με την φράση:

«Πάντως» λόγω της αρχαιότητος και της μεγάλης αξίας αυτών, και της επικύρωσης από την Πενθέκτη Οικουμενική Σύνοδο, απέκτησαν οι λεγόμενοι Αποστολικοί Κανόνες κύρος οικουμενικό και υποχρεωτικό….».

Με άλλα λόγια ο συγγραφέας αυτός αναγνωρίζει ότι το κύρος τους, σαν γνησία παράδοση, οι Αποστολικοί Κανόνες δεν το απέκτησαν επειδή είναι γνήσιο έργο των Αποστόλων αλλά αφενός διότι είναι αρχαίοι και αφετέρου διότι τους επικύρωσε η Πενθέκτη Σύνοδος.
 
Ας δούμε όμως αν τα δύο αυτά κριτήρια, δηλαδή η αρχαιότητα και η επικύρωση από μια Οικουμενική Σύνοδο, είναι κριτήρια ικανά για να προσδώσουν το απαιτούμενο κύρος σε ένα δόγμα ή ένα γραπτό.

Και πρώτα, ως προς την αρχαιότητα:

Είναι γνωστό ότι μόνη η αρχαιότητα ενός κανόνα, δόγματος ή γραπτού κάθε άλλο είναι παρά ασφαλές δείγμα αξιοπιστίας του. Η αξιοπιστία ενός δόγματος η γραπτού πρέπει να ελέγχεται και από την ηλικία τους φυσικά, αλλά προπαντός από το κύρος τους, δηλαδή από την Αποστολική αυθεντικότητά τους. Η ιστορία μας πληροφορεί ότι μεταξύ των τότε εκκλησιών κυκλοφορούσαν και δόγματα και γραπτά αιρετικά σε εποχή προγενέστερη από την εποχή που εμφανίστηκαν οι 85 αποστολικοί Κανόνες, θα ήταν όμως φρόνιμο να δεχτούμε τα αιρετικά εκείνα δόγματα η γραπτά σαν γνήσια Χριστιανική αποκάλυψη για μόνο τον λόγο ότι είναι τόσο πολύ αρχαία; Ασφαλώς όχι. Μόνη λοιπόν η αρχαιότητα δεν αποτελεί γνώρισμα γνησιότητας.

Από τα λόγια του Ανδρούτσου, ότι «γνώρισμα ειδικό και απαραίτητο γνήσιας και αναλλοίωτης παράδοσης είναι ότι προέρχεται από τους αποστόλους» έχουμε το συμπέρασμά του ότι όσα έχουν επικυρώσει οι οικουμενικές Σύνοδοι είναι γνήσια και αναλλοίωτη παράδοση επειδή προέρχεται από τους αποστόλους, και το συμπέρασμά μας ότι οι 85 Αποστολικοί Κανόνες είναι νόθος και αλλοιωμένη παράδοση επειδή κατά τον Καρμίρη και τους νεότερους κριτικούς των κειμένων οι κανόνες αυτοί δεν είναι γνήσιο έργο των αποστόλων. Ούτε λοιπόν η αρχαιότητα, ούτε η επικύρωση από Οικουμενική Σύνοδο είναι κριτήρια ικανά για να αποδείξουν την αποστολική προέλευση ή για να εγγυηθούν το οικουμενικό και υποχρεωτικό κύρος ενός κανόνα ή δόγματος.

Χρειάζεται, ωστόσο, ν' αποδείξουμε πιο συγκεκριμένα την πλάνη της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου.

Η Κριτική επιστήμη δοκιμάζει τη γνησιότητα και το κύρος ενός χριστιανικού δόγματος ή γραπτού χρησιμοποιώντας τις εξείς δύο ασφαλείς μεθόδους:

1) Την Εξωτερική Κριτική και 
2) Την Εσωτερική Κριτική. 

Βάσει της πρώτης μεθόδου οι κριτικοί ερευνούν την εκκλησιαστική και τη γενική ιστορία και συγκεντρώνουν όλες τις ιστορικές μαρτυρίες που σχετίζονται τόσο με τη χρονολογία όσο και με την αυθεντικότητα του δόγματος ή του γραπτού που ελέγχουν. Με τη μέθοδο της εσωτερικής κριτικής, εξάλλου, εκτιμάται η εσωτερική αξία του δόγματος ή του γραπτού από πλευράς δογματικής, ηθικής και ερμηνευτικής.