«Και ήκουσα την φωνήν του Κυρίου, λέγοντος, Τίνα θέλω αποστείλει, και
τις θέλει υπάγει διά ημάς; Τότε είπα, Ιδού, εγώ, απόστειλόν με».
Αν το «ημάς» αποδεικνύει
ότι ο Θεός είναι τριάδα, ότι έχει τρία πρόσωπα ή κάτι παρόμοιο, τότε ο ενικός
που χρησιμοποιείται προηγουμένως απ’ τον ίδιο τον Κύριο, το διαψεύδει, γιατί
λέει: «Τίνα θέλω αποστείλει». Αυτός που μιλάει λοιπόν
είναι ένας και δεν αναφέρεται στον εαυτό του μόνο, αλλά και σε κάποιον άλλο που
έχει την ίδια καρδιά με τον Κύριο. Αλλά και η απάντηση του Ησαΐα είναι προς ένα
πρόσωπο, γιατί λέει: Τότε είπα, Ιδού εγώ, απόστειλόν με» και όχι
«αποστείλατέ με», αν πραγματικά ήταν παραπάνω από ένα πρόσωπα.
Στο 5ο εδάφιο του
ίδιου κεφαλαίου, ο Ησαΐας λέει: «…οι οφθαλμοί μου είδον τον Βασιλέα, τον
Κύριον των δυνάμεων». Όλος ο Ισραήλ ήξερε ότι ο Κύριος των δυνάμεων και ο
Βασιλέας είναι ο ένας Θεός και δεν υπάρχει άλλος.
Κανείς απ’ τους αγίους που είδαν
τη δόξα του Θεού και μίλησαν μαζί Του, είτε στην Παλαιά είτε στην Καινή Διαθήκη
δεν μαρτύρησε ποτέ ότι ο Θεός έχει πολλά πρόσωπα ή ότι είναι «τριάδα». Πάντοτε
μιλούσαν με ένα πρόσωπο και μόνο, γι' αυτό δίδασκαν και κήρυτταν ότι ο Θεός είναι
Ένας, Μονοπρόσωπος. Το να ισχυριστεί κανείς ότι ο Ησαΐας μιλάει μόνο με το ένα
πρόσωπο της τριάδας, είναι καθαρή υπόθεση χωρίς να στηρίζεται πουθενά και
αντιβαίνει με την αντίληψη του ίδιου του προφήτη για το Θεό, την οποία βλέπουμε
να εκφράζεται με σαφήνεια σ' όλο του το Βιβλίο.
Στο 9ο εδάφιο ο Κύριος που μιλάει με τον Ησαΐα
και που υποτίθεται ότι είναι πολλά πρόσωπα, λέει: «Και ΕΙΠΕΝ, υπάγε, και επέ προς τούτον τον λαόν ....».
Αναμφισβήτητα έχουμε να κάνουμε με ένα πρόσωπο και όχι με πολλά, αφού εκφράζεται
στον ενικό αριθμό.
Αν το «ημάς» αναφέρεται στη φύση του Θεού (τριάδα,
τρισυπόστατος κτλ), έπρεπε να συνοδεύεται από ρήματα ή αντωνυμίες πληθυντικού
αριθμού, αλλά κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει.
Ορισμένοι ισχυρίζονται ότι τα
ρήματα του ενικού αριθμού φανερώνουν πράγματι ότι μιλάει ένα πρόσωπο, γιατί τα
άλλα δύο σιωπούν εφόσον αντιπροσωπεύονται από το εκάστοτε πρόσωπο της
πολυπρόσωπης θεότητας που μιλάει. Αυτό όμως δεν στέκει γιατί αυτός που μιλάει
μας λέει ότι είναι «ο Κύριος». Χρησιμοποιεί το οριστικό άρθρο «ο» που σημαίνει
ότι δεν είναι ένα μέρος της θεότητας αλλά όλη η θεότητα.
Είναι φανερό ότι ο Θεός μιλάει
μεταφορικά εδώ, γιατί ρωτάει σα να μην ξέρει κάτι. Ο Θεός όμως γνωρίζει τα
πάντα και δεν χρειάζεται να ρωτήσει κανένα. Ξέρει την καρδιά του Ησαΐα, όπως
ξέρει ότι αυτός θα πάει.
Αν αυτός που απαντά και λέει: «Ιδού
εγώ, απόστειλόν με» είναι ο «θεός υιός» όπως κάποιοι υποστηρίζουν, τότε
έχουμε το ένα πρόσωπο της «τριάδας», τον Πατέρα, να αποστέλλει το άλλο πρόσωπο
της «τριάδας», το γιο, πράγμα που σημαίνει ότι το ένα πρόσωπο είναι μεγαλύτερο
από το άλλο αφού αυτός που αποστέλλει είναι πάντα μεγαλύτερος απ’ τον
αποστελλόμενο. Έτσι όμως χαλάει η ισότητα των προσώπων της «τριάδας» που οι
υποστηρικτές της διδάσκουν.
Άλλοι λένε ότι ο Θεός με το «ΗΜΑΣ»,
αναφέρεται στον Εαυτό Του και στα χερουβείμ, στους αγγέλους Του δηλαδή, που
στέκονται σαν μάρτυρες της αγιοσύνης, της δικαιοσύνης και της κρίσης του Θεού.
Αυτό είναι μια πιθανή ερμηνεία, που όμως δεν πληρώνει όλα τα κενά.
Η σωστή ερμηνεία, που πραγματικά
ανταποκρίνεται σ’ όλο το βάθος του λόγου του Θεού και ερμηνεύει σωστά το εδάφιο
αυτό, (μη ξεχνάμε ότι πρόκειται περί προφητείας που εκπληρώθηκε αφ' ενός μεν
στις μέρες του Ησαΐα και αφ' ετέρου, στις μέρες του Χριστού), είναι η εξής:
Ας σημειώσουμε τα γεγονότα που
συμβαίνουν μέσα στο περιεχόμενο που μελετάμε:
1.
Ο Ησαΐας είδε τον Κύριο (ς:1-4)
2.
Ο Ησαΐας μιλάει για την αμαρτωλότητά του (ς:5)
3. Το Σεράφ καθαρίζει τον Ησαΐα με το κάρβουνο
(ς:6-7)
4.
Ο Θεός ρωτά: και τις θέλει υπάγει δια ημάς;
(ς:8)
5.
Ο Ησαΐας απαντά: Ιδού εγώ, απόστειλόν με
(ς:8)
6.
Ο Θεός στέλνει τον Ησαΐα (ς:9-10)
7.
Ο Ησαΐας ρωτά το Θεό (ς:11)
8.
Ο Θεός απαντά στον Ησαΐα (ς:11)
Αυτό που βλέπουμε να κυριαρχεί,
είναι ο διάλογος του Ησαΐα με τον Κύριο. Όταν λέει ότι είναι άνθρωπος ακαθάρτων
χειλέων, ο Κύριος τον καθαρίζει κι έτσι ταυτίζεται με την καρδιά του Θεού. Τώρα
έχει την ίδια αγάπη και τα ίδια αισθήματα που έχει ο Θεός για το λαό Του.
Αυτός λοιπόν στον οποίο
αναφέρεται εδώ ο Θεός, είναι ο προφήτης Του, ο Ησαΐας. Ο Θεός και ο προφήτης
είναι ένα και γι’ αυτό όταν ζητάει να πάει να κηρύξει, ο Θεός τον αποστέλλει,
αφού θα αντιπροσωπεύσει σωστά την καρδιά και το ενδιαφέρον του Θεού προς το λαό
Του. Είναι ο μόνος ταυτισμένος με το Θεό εκείνη την ώρα. Είναι σα να είναι απ’
τη μια μεριά ο Θεός, ο Ησαΐας και τα Σεραφείμ (το «ημάς») κι απ’ την
άλλη ο λαός Ισραήλ.
Όπως αποστάλθηκε ο Ησαΐας στον
καιρό του προς το λαό Ισραήλ, έτσι και ο Κύριός μας, ο Ιησούς, σαν άνθρωπος σαν
προφήτης που ήταν ταυτισμένος με την καρδιά του Πατέρα, αποστέλλεται στο λαό
Ισραήλ για να πει ξανά ακριβώς το ίδιο μήνυμα που ο Θεός είχε δώσει στον Ησαΐα
(Ιωάν.ιβ:36-41). Τα λόγια λοιπόν στο Ης.ς:8-13 ήταν για τον προφήτη του Θεού
τότε, αλλά είναι και προφητικά για τον Ιησού στον καιρό Του. Όπως δεν άκουσαν
τον Ησαΐα, έτσι δεν άκουσαν και τον Κύριο της δόξας και τον σταύρωσαν.
Μια ακόμη παρερμηνεία που γίνεται
ακριβώς σ' αυτή την όραση του Ησαΐα είναι αυτό που λένε σε σχέση με το Iωάν.ιβ:41:
«Ταύτα είπεν ο Ησαΐας, ότε είδε την δόξαν
αυτού (εννοεί του Χριστού), και
ελάλησε περί αυτού». Λένε λοιπόν ότι αυτά που λέει στο Ιωάν.ιβ:40 είναι
αυτά που είπε ο Θεός στον Ης.ς:10. Άρα όταν ο Ησαΐας «είδε την δόξα αυτού» ήταν όταν είδε αυτή την όραση.
Το κείμενο δεν λέει: «... ΟΤΕ
είδεν...» αλλά λέει: «..ΟΤΙ ΕΙΔΕΝ..».
Δηλαδή «Ταύτα είπεν ο Ησαΐας, ΔΙΟΤΙ είδεν
την δόξαν αυτού και ελάλησε περί αυτού».
Το «ταύτα» που αναφέρει ο Ιωάννης,
δεν αναφέρεται μόνο στο Ιωάν.ιβ:40, αλλά και στο ιβ:38 που λέει: «Κύριε τις επίστευσεν εις τo κήρυγμα ημών;
και ο βραχίων του Κυρίου εις τίνα απεκαλύφθη;». Αυτό το εδάφιο αναφέρεται
στο Ης.νγ:1, που είναι η κατ' εξοχήν προφητεία του Ησαΐα, που αναφέρεται στη
διακονία, το θάνατο, την ταφή και την ανάσταση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού.
Όταν λοιπόν ο Ιωάννης λέει για
τον Ησαΐα, «ότι είδε την δόξαν αυτού»,
του Χριστού, δεν εννοεί την όραση του Ης.ς:1-13, αλλά όλη την προφητεία γενικά που
έχει να κάνει με τη ζωή και τη διακονία του Χριστού.
Δεν είναι μόνον μια όραση στην
οποία αναφέρεται ο Ιωάννης, αλλά στο πλήθος των προφητειών μέσα στο βιβλίο του
Ησαΐα, που πράγματι εκφράζουν τη ζωή και το έργο του Χριστού στη γη.
Ένα μικρό μέρος αυτής της μεγάλης
προφητείας, που βρίσκεται λίγο εδώ και λίγο εκεί στο βιβλίο του, είναι και αυτό
που εξετάσαμε στο Ης.ς:8-13. Η δόξα στην οποία αναφέρεται ο Ιωάννης ότι είδε ο
Ησαΐας, δεν είναι η δόξα του Θεού, αλλά η δόξα του άνθρωπου Χρίστου Ιησού, του
Μεσσία, του κεχρισμένου, η γέννηση, η διακονία, ο θάνατος, η ταφή, η ανάσταση
και η λύτρωση που θα προερχόταν από το έργο Του στον κόσμο. Μέρος λοιπόν από αυτή
τη «δόξα» βλέπουμε στο ς:9-10, που είναι το κήρυγμα του άνθρωπου Χρίστου στον
Ισραήλ. Αυτό ακριβώς εκφράζει ο Ιωάννης και όχι αυτό που λέει η θεωρία της
τριάδας, ότι δηλ. ο Ησαΐας είδε τη δόξα του «θεού Υιού».