Ο Ιησούς Χριστός ήταν ο άνθρωπος που έγινε το
εξιλαστήριο μέσο, ώστε όλοι όσοι Τον δέχτηκαν να απολαμβάνουν τη λύτρωση. Όμως
ο λόγος του Θεού δεν μένει στην ανθρώπινη φύση του Χριστού, αλλά μας Τον
συστήνει σαν τον «επί πάντων Θεόν»,
σαν τον «αιώνιον Πατέρα», τον «ισχυρόν Θεόν»!
Αυτό που πρέπει να εξετάσουμε αμερόληπτα, είναι τι ο ίδιος ο Κύριός μας
είπε για τη θεότητά Του, αλλά και τι φανερώνει όλος ο λόγος του Θεού ώστε να
μην υπάρχει καμία αμφιβολία ποιος είναι ο Ιησούς Χριστός.
Ας βάλουμε λοιπόν στην άκρη κάθε προκατάληψη και παράδοση των ανθρώπων
και ας αφήσουμε το λόγο του Θεού να μας αποκαλύψει την αλήθεια για να ελευθερωθούμε.
Ο Ιησούς σαν άνθρωπος, όπως εμείς, με σώμα ψυχή και πνεύμα, ήταν το
κατοικητήριο της θεότητας και γι’ αυτό
μπορούσε να πει: «Χαλάσατε τον ναόν
τούτον, και διά τριών ημερών θέλω εγείρει αυτόν. Και οι Ιουδαίοι είπον· Εις
τεσσαράκοντα και εξ έτη ωκοδομήθη ο ναός ούτος, και συ θέλεις εγείρει αυτόν εις
τρεις ημέρας; Εκείνος όμως έλεγε περί του ναού του σώματος αυτού»
(Ιωάν.β:19-21).
Αυτό που πρέπει να εξετάσουμε είναι, ποια θεότητα κατοικούσε μέσα στο ναό
του σώματος του Χριστού.
Εμείς ξέρουμε ότι υπάρχει μόνο ένας Θεός κι ότι αυτός ο Θεός, ο Πατέρας,
κατοικούσε πλήρως μέσα στον άνθρωπο Ιησού Χριστό: «διότι εν αυτώ κατοικεί παν το πλήρωμα της θεότητος σωματικώς»
(Κολ.β:9).
Το πρώτο λοιπόν αβίαστο συμπέρασμα είναι ότι όλη η θεότητα κατοικεί στο
σώμα του Ιησού Χριστού. Στο πρόσωπό Του βλέπουμε το Θεό και όχι ένα μέρος Του
(αν και ο Θεός δεν είναι ποσότητα, κομμάτια που μπορούμε να τα χωρίσουμε και να
τα μοιράσουμε, αλλά είναι πνεύμα και άπειρος).
Η τριαδική άποψη ότι ο Θεός είναι 3 πρόσωπα έρχεται σε άμεση αντίθεση με
τις επαναλαμβανόμενες διακηρύξεις της Βίβλου ότι ο Θεός είναι ΕΙΣ. (Δευτ.ς:4,
Μαρκ.ιβ:29,32, Ρωμ.γ:30, Γαλ.γ:20).
Η Βίβλος πουθενά δεν αναφέρει ότι ο Θεός είναι «τρεις», σε καμία
περίπτωση. Οι τριαδικοί έχουν προσθέσει την έννοια της Τριάδας ή της τριαδικής
ενότητας σε ότι η Βίβλος μας λέει για το Θεό, σε μια προσπάθεια να υποστηρίξουν
τη θέση τους.
Ο λόγος του Θεού μας προειδοποιεί να μην προσθέσουμε τίποτα (Δευτ.δ:2,
ιβ:32, Παρ.λ:6, Αποκ.κβ:18).
Η έννοια των 3 προσώπων, τα οποία είναι ένας Θεός είναι λογικά αδύνατη.
Αναπόφευκτα οδηγεί σε ένα ή δύο συμπεράσματα που και τα δύο είναι απαράδεκτα,
ακόμη και μεταξύ των τριαδικών.
Κατ’ αρχήν, 3 ξεχωριστά πρόσωπα, το καθένα πλήρης και τέλειος Θεός από
μόνος του, αποτελούν 3 θεούς, όχι ένα Θεό. Λογικά τότε, η θεωρία της Τριάδας
είναι τριθεϊσμός.
Ακόμα το γεγονός ότι προσπαθούν να προφυλαχτούν από την κατηγορία του
τριθεϊσμού λέγοντας «.... δεν είναι τρεις θεοί αλλά ένας Θεός» είναι μία
σιωπηρή παραδοχή ότι το λογικό συμπέρασμα - ακόμη κι αυτών που διατύπωσαν το
Σύμβολο της Πίστεως - είναι ότι αν υπάρχουν τρία πρόσωπα, τότε υπάρχουν τρεις
θεοί.
Λογικά, υπάρχει μόνο μία εναλλακτική λύση στην κατανόηση της Τριάδας σαν
τριθεΐα. Αν τρία πρόσωπα δεν αποτελούν τρεις θεούς, τότε λογικά, καθένα απ’
αυτά τα τρία πρόσωπα είναι το ένα τρίτο του Θεού. Ο «Θεός» τότε πρέπει να οριστεί σαν Τριάδα
τριών προσώπων και, κατά συνέπεια, κανένα από τα πρόσωπα δεν μπορεί να ονομαστεί
ξεχωριστά «Θεός», γιατί μόνο και τα τρία πρόσωπα μαζί αποτελούν το σύνθετο
σύνολο του «Θεού».
Οι τριαδικοί απορρίπτουν και τα δύο αυτά λογικά συμπεράσματα και
προβάλλουν ένα παράλογο. Αναγκάζονται από το δόγμα τους να πιστεύουν δύο
αντίθετες απόψεις ταυτόχρονα. Ο Θεός είναι τρεις, ο Θεός είναι ένας. Φυσικά
αυτό είναι αντίθετο με την λογική.
Φιλιπ.β:5-11 Παρερμηνεύοντας αυτά τα εδάφια, συμπεραίνουν ότι «το δεύτερο
πρόσωπο της τριάδας», άφησε τη δόξα του και έγινε άνθρωπος. Όμως μια από τις
ιδιότητες του Θεού είναι ότι είναι αναλλοίωτος, είναι ο ίδιος χθες, σήμερα και
στους αιώνες. Ο Θεός δεν έγινε άνθρωπος, ο Θεός φανερώθηκε μέσα από άνθρωπο.
Αν το ένα από τα τρία πρόσωπα άλλαξε και έγινε άνθρωπος, το διάστημα που
ο Κύριος ήταν στη γη, ο Θεός δεν πρέπει να ήταν άπειρος ούτε και πλήρωμα,
πράγμα άτοπο.
Ο Θεός που η Βίβλος μας φανερώνει είναι «εις» στη φύση Του και δεν
διαχωρίζεται. Δεν είναι ποσότητα που μπορεί να μετρηθεί αλλά είναι πλήρωμα που
πληροί γη και ουρανό. Αυτός ο Θεός κατοικεί σωματικά στο Χριστό.
Ιωάν.ιδ:8-11 «Λέγει
προς αυτόν ο Φίλιππος· Κύριε, δείξον εις ημάς τον Πατέρα και αρκεί εις ημάς.
Λέγει προς αυτόν ο Ιησούς· Τόσον καιρόν είμαι μεθ' υμών, και δεν με εγνώρισας,
Φίλιππε; όστις είδεν εμέ είδε τον Πατέρα· και πως συ λέγεις, Δείξον εις ημάς
τον Πατέρα; Δεν πιστεύεις ότι εγώ είμαι εν τω Πατρί και ο Πατήρ είναι εν εμοί;
τους λόγους, τους οποίους εγώ λαλώ προς υμάς, απ' εμαυτού δεν λαλώ· αλλ' ο
Πατήρ ο μένων εν εμοί αυτός εκτελεί τα έργα. Πιστεύετέ μοι ότι εγώ είμαι εν τω
Πατρί και ο Πατήρ είναι εν εμοί· ει δε μη, διά τα έργα αυτά πιστεύετέ μοι».
Ο Φίλιππος ρωτάει: Κύριε, δείξον εις ημάς τον Πατέρα.
Ο Ιησούς απαντάει: Τόσον καιρόν
είμαι μεθ' υμών, και δεν με εγνώρισας, Φίλιππε; όστις είδεν εμέ είδε τον Πατέρα
και πως συ λέγεις, Δείξον εις ημάς τον Πατέρα;
Ο Κύριος είχε απαίτηση από τον Φίλιππο να Τον γνωρίζει, όπως έχει την
ίδια απαίτηση και από εμάς σήμερα να Τον γνωρίζουμε.
Με ποια θεότητα ταύτισε τον εαυτό του ο Κύριος; Με του θεού υιού, με του
δευτέρου προσώπου της τριαδικής θεότητας, με το 1/3 του Θεού;
Όχι. Ο Ιησούς είπε ότι όποιος τον βλέπει, βλέπει τον Πατέρα! Και για να
γίνει πιο σαφής, συνεχίζει: ο Πατήρ ο
μένων εν εμοί αυτός εκτελεί τα έργα.
Η θεότητα λοιπόν που κατοικούσε μέσα στον Ιησού Χριστό ήταν η μία και
μόνη άπειρη και αιώνια θεότητα του Πατέρα.
Ποιος Θεός φανερώθηκε εν σαρκί;
Για να γίνει ακόμη πιο καθαρή και αντιληπτή η αλήθεια σχετικά με το ότι ο
Χριστός είναι η φανέρωση του Πατέρα Θεού, του ενός και μόνου Θεού, θα
εξετάσουμε τα εδάφια που φανερώνουν αυτή την αλήθεια, για να φανεί ότι δεν
υπάρχει άλλος «θεός», ή άλλο «θείο πρόσωπο» που να μετέχει στη θεότητα.
Κάποιοι διδάσκουν ότι ο θεός που φανερώθηκε εν σαρκί, ήταν ο «Υιός θεός»,
το δεύτερο πρόσωπο της τριάδας, που ήταν «θεός», δίπλα στον Πατέρα.
Ας διαβάσουμε το λόγο του Θεού από το κριτικό κείμενο:
«ἐὰν δὲ βραδύνω, ἵνα εἰδῇς πῶς δεῖ ἐν
οἴκῳ θεοῦ ἀναστρέφεσθαι, ἥτις ἐστὶν ἐκκλησία θεοῦ ζῶντος, στῦλος καὶ ἑδραίωμα τῆς
ἀληθείας. καὶ ὁμολογουμένως μέγα ἐστὶν τὸ τῆς εὐσεβείας μυστήριον· ὃς ἐφανερώθη
ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν
κόσμῳ, ἀνελήμφθη ἐν δόξη» (A' Tιμ.γ:15-16).
Όλα τα «κριτικά κείμενα» το αναφέρουν έτσι, δηλ. με την αναφορική αντωνυμία
«ος», που θα πει «ο οποίος», που σημαίνει ότι πρέπει να ψάξουμε παραπάνω για να
δούμε το πρόσωπο στο οποίο αναφέρεται. Πραγματικά, αυτό αναφέρεται στη φράση «θεού
ζώντος», δηλ. Αυτός που φανερώθηκε εν σαρκί είναι ο Θεός ο ζων. Η φράση «Θεού
ζώντος», υπάρχει στην Καινή Διαθήκη δεκαέξι φορές και όλες αναφέρονται στον
Πατέρα Θεό. Εδώ λοιπόν είναι μία από αυτές και σημαίνει ότι ο «Θεός ο ζων»
είναι Αυτός που φανερώθηκε εν σαρκί δηλαδή ο Πατέρας.
Βλέπουμε λοιπόν ότι το λάθος μπορεί να σταθεί μόνον στο ψέμα όχι στον
καθαρό λόγο του Θεού. Δεν είναι κάποιος «θεός» που φανερώθηκε εν σαρκί, αλλά «Ο
Ζωντανός Θεός». Αυτό το κήρυξε και ο ίδιος ο Κύριος λέγοντας:
«Και ο θεωρών εμέ θεωρεί τον
πέμψαντά με» (Ιωάν.ιβ:45).
Όποιος έβλεπε τον Κύριο, δεν έβλεπε το «θεό Υιό», ή «θεό», αλλά τον
Πέμψαντα, δηλ. τον Πατέρα!
Και βέβαια, όταν έλεγε αυτά τα λόγια δεν αναφερόταν στην εξωτερική εμφάνιση
επειδή αυτή ανήκει στην ανθρώπινη φύση, αλλά στη θεϊκή φύση, ότι δηλαδή όποιος
πιστεύει και βλέπει ότι ο Ιησούς είναι Θεός, να μην πάει το μυαλό του κάπου
αλλού, αλλά μόνο στον Πατέρα.
Μία παρόμοια διακήρυξη βλέπουμε και λίγο παρακάτω στο ίδιο ευαγγέλιο που
λέει ο Κύριος:
«ἐγὼ εἰμι ἡ ὁδὸς καὶ ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ
ζωή· οὐδεὶς ἔρχεται πρὸς τὸν πατέρα εἰ μὴ δι' ἐμοῦ. εἰ ἐγνώκειτε με, καὶ τὸν
πατέρα μου ἂν ᾒδειτε· ἀπ' ἄρτι γινώσκετε αὐτὸν καὶ ἑωράκατε» (Ιωάν.ιδ:6-7).
Επειδή μιλάμε για φανέρωση του Θεού, εδώ ο Κύριος παύει κάθε αντιλογία.
Μας λέει ότι το να γνωρίσουμε τον Υιό, σημαίνει ότι γνωρίζουμε τον Πατέρα και
ότι από τώρα Τον γνωρίσαμε και Τον είδαμε στο πρόσωπο Του. Δεν μας λέει ότι «όστις
είδε εμέ είδε τον Υιό θεό», ή «το δεύτερο πρόσωπο της τριάδας», ή «το θεό Υιό»,
αλλά καθαρά μας λέει ότι «όποιος είδε εμέ είδε τον Πατέρα». Άρα ο Χριστός ήταν
η φανέρωση του Πατέρα.
Ο Χριστός είναι η φανέρωση του Πατέρα, ο Ζωντανός Θεός εν σαρκί! Ο
Ιωάννης που κατάλαβε τα λόγια αυτά του Χριστού και τι ακριβώς εννοούσε, μας
λέει αυτό που θέλουμε να πούμε:
«οἴδαμεν δὲ ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ ἥκει
καὶ δέδωκεν ἡμῖν διάνοιαν ἵνα γινώσκομεν τὸν ἀληθινόν, καὶ ἐσμεν ἐν τῷ ἀληθινῷ
ἐν τῷ υἱῷ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστῷ. οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινὸς θεὸς καὶ ζωὴ αἰώνιος.
Τεκνία, φυλάξατε ἑαυτὰ ἀπὸ τῶν εἰδώλων» (Α’ Ιωάν.ε:20-21).
Ο Θεός ο αληθινός, ο Πατέρας, είναι Αυτός που φανερώθηκε στο Χριστό διότι
Αυτός ο Υιός, είναι ο Θεός ο αληθινός και η ζωή η αιώνιος.
Ο προφήτης Ησαΐας προφήτευσε ότι «η
παρθένος θέλει συλλάβει και γεννήσει υιόν, και θέλει καλεσθή το όνομα αυτού
Εμμανουήλ» (Ης.ζ:14) «το οποίον
μεθερμηνευόμενον είναι, Μεθ' ημών ο
Θεός» (Ματθ.α:23).
Αυτό ακριβώς είπε ο Ιησούς στο Φίλιππο: Τόσον καιρόν είμαι μεθ' υμών,
και δεν με εγνώρισας, Φίλιππε;
Αυτός λοιπόν είναι ο Εμμανουήλ,
ο Θεός των πατέρων που τώρα είναι μαζί μας, γιατί είπε: «εγώ είμαι μεθ'
υμών πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος»
(Ματθ.κη:20).
Έχουμε λοιπόν τον Πατέρα Θεό ανάμεσά μας στο πρόσωπο του
Ιησού Χριστού.
Αποκ.α:17-18 «Και ότε είδον αυτόν, έπεσα προς τους πόδας
αυτού ως νεκρός, και επέθηκε την δεξιάν αυτού χείρα επ' εμέ; λέγων μοι· Μη
φοβού· εγώ είμαι ο πρώτος και ο έσχατος και ο ζων, και έγεινα νεκρός,
και ιδού, είμαι ζων εις τους αιώνας των αιώνων, αμήν, και έχω τα κλειδία του
άδου και του θανάτου».
Ησ.μα:2-4 «Τις ήγειρε τον δίκαιον από της ανατολής,
προσεκάλεσεν αυτόν κατά πόδας αυτού, παρέδωκεν εις αυτόν τα έθνη και κατέστησεν
αυτόν κύριον επί τους βασιλείς; τις παρέδωκεν αυτούς εις την μάχαιραν αυτού ως
χώμα, και εις το τόξον αυτού ως άχυρον ωθούμενον από ανέμου; Κατεδίωξεν αυτούς
και διήλθεν ασφαλώς διά της οδού, την οποίαν δεν είχε περιπατήσει με τους πόδας
αυτού. Τις ενήργησε και έκαμε τούτο, καλών τας γενεάς απ' αρχής; Εγώ ο
Κύριος, ο πρώτος και ο μετά των εσχάτων· εγώ αυτός».
Εδώ, αναφέρεται αρχικά στον Κύρο, το βασιλιά της
Μηδοπερσίας, αλλά ουσιαστικά μιλάει για τον ερχομό του Χριστού και φυσικά
μιλάει ο Πατέρας Θεός, που λέει ότι είναι ο
πρώτος και ο μετά των εσχάτων.
Ησ.μδ:6 «Ούτω λέγει Κύριος ο Βασιλεύς του Ισραήλ και
ο Λυτρωτής αυτού, ο Κύριος των δυνάμεων· Εγώ είμαι ο πρώτος και εγώ ο έσχατος·
και εκτός εμού δεν υπάρχει Θεός».
Έχουμε λοιπόν άλλη μία ταύτιση της θεότητας του Υιού με
τη θεότητα του Πατέρα. Υπάρχει ένας Θεός και δεν υπάρχει άλλος και Αυτός είναι
«ο πρώτος και ο έσχατος». Ο Ιησούς καθαρά λέει: «εγώ είμαι ο πρώτος και ο έσχατος. Το μόνο που μπορούμε να
συμπεράνουμε είναι ότι ταυτίζει τον εαυτό Του με τον Πατέρα Θεό και όχι με
κάποια άλλη υποδεέστερη θεότητα.
Ιωάν.ιβ:44-50 «Ο δε Ιησούς έκραξε και είπεν· Ο πιστεύων εις
εμέ δεν πιστεύει εις εμέ, αλλ' εις τον πέμψαντά με, και ο θεωρών εμέ θεωρεί τον
πέμψαντά με. Εγώ ήλθον φως εις τον κόσμον, διά να μη μείνη εν τω σκότει πας ο
πιστεύων εις εμέ. Και εάν τις ακούση τους λόγους μου και δεν πιστεύση, εγώ δεν
κρίνω αυτόν· διότι δεν ήλθον διά να κρίνω τον κόσμον, αλλά διά να σώσω τον
κόσμον. Ο αθετών εμέ και μη δεχόμενος τους λόγους μου, έχει τον κρίνοντα αυτόν·
ο λόγος, τον οποίον ελάλησα, εκείνος θέλει κρίνει αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα·
διότι εγώ απ' εμαυτού δεν ελάλησα, αλλ' ο πέμψας με Πατήρ αυτός μοι έδωκεν
εντολήν τι να είπω και τι να λαλήσω· και εξεύρω ότι η εντολή αυτού είναι ζωή
αιώνιος. Όσα λοιπόν λαλώ εγώ, καθώς μοι είπεν ο Πατήρ, ούτω λαλώ».
Εδώ βλέπουμε για άλλη μια φορά ότι ο Κύριος δεν
προσπαθούσε να διδάξει τους ανθρώπους να δουν και να πιστέψουν σε μια άλλη
θεότητα, ούτε ποτέ σύστησε τον εαυτό Του σαν ξεχωριστή θεότητα από τον Πατέρα.
Πάντοτε έλεγε ότι Αυτός που κατοικεί μέσα Του είναι ο Πατέρας.
Ο
πιστεύων εις εμέ δεν πιστεύει εις εμέ, αλλ' εις τον πέμψαντά με, και ο θεωρών
εμέ θεωρεί τον πέμψαντά με.
Ο Χριστός δεν ήθελε να ελκύσει τον κόσμο στην ανθρώπινη
φύση Του, αλλά στη θεϊκή που καθαρά διακήρυξε ότι αυτή ήταν του Πατέρα! Άλλωστε
οι Ισραηλίτες δεν γνώριζαν κανένα άλλο Θεό εκτός από τον Πατέρα, όπως λέει στο Ιωάν.η:41: «Ημείς δεν εγεννήθημεν εκ πορνείας· ένα Πατέρα έχομεν, τον Θεόν».
Ιωάν.ιβ:49 «διότι εγώ απ' εμαυτού δεν ελάλησα, αλλ' ο πέμψας με Πατήρ αυτός μοι
έδωκεν εντολήν τι να είπω και τι να λαλήσω».
Είναι
αδιανόητο να υποστηρίζει κάποιος ότι ο Χριστός φανερώθηκε σαν «θεός υιός» (όρος
ανύπαρκτος μέσα στο λόγο του Θεού), γιατί Αυτός πάντοτε προσπαθούσε να προβάλει
τον Πατέρα και όχι τον εαυτό Του. Ο Πατέρας έκανε τα έργα, ο Πατέρας του έδινε
τα λόγια.
Ο
Θεός είχε μαρτυρήσει γι’ αυτό στο Μωυσή στο Δευτ.ιη:18-19 «Προφήτην εκ
μέσου των αδελφών αυτών θέλω αναστήσει εις αυτούς, ως σε, και θέλω βάλει
τους λόγους μου εις το στόμα αυτού, και θέλει λαλεί προς αυτούς πάντα όσα
εγώ προστάζω εις αυτόν· Και ο άνθρωπος όστις δεν υπακούση εις τους λόγους μου,
τους οποίους αυτός θέλει λαλήσει εν τω ονόματί μου, εγώ θέλω εκζητήσει τούτο
παρ' αυτού».
Ότι
ο Χριστός είναι η φανέρωση του Πατέρα Θεού και όχι κάποιου θεού υιού ή κάποιας
τριάδας γίνεται ολοφάνερο από πολλά εδάφια μέσα στη Γραφή όπως:
Β’ Κορ.δ:4-6 (κείμενο): «ἐν οἷς ὁ θεὸς τοῦ αἰῶνος τούτου ἐτύφλωσεν τὰ νοήματα τῶν ἀπίστων εἰς τὸ
μὴ αὐγάσαι τὸν φωτισμὸν τοῦ εὐαγγελίου τῆς δόξης τοῦ Χριστοῦ ὅς ἐστιν εἰκὼν
τοῦ θεοῦ. Οὐ γὰρ ἑαυτοὺς κηρύσσομεν ἀλλὰ Χριστὸν Ἰησοῦν κύριον, ἑαυτοὺς δὲ
δούλους ὑμῶν διὰ Ἰησοῦν. ὅτι ὁ θεὸς ὁ εἰπών· ἐκ σκότους φῶς λάμψει, ὃς ἔλαμψεν ἐν
ταῖς καρδίαις ἡμῶν πρὸς φωτισμὸν τῆς γνώσεως τῆς δόξης τοῦ θεοῦ ἐν προσώπῳ
Χριστοῦ.
Ο
Ιησούς είναι η εικόνα του αόρατου Θεού, του Πατέρα, η δόξα του οποίου
γνωρίζεται στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού. Ξέρουμε ότι ο Θεός τη δόξα Του δεν
την δίνει σε άλλον (Ης.μβ:8 & μη:11).
Ιωάν.α:18 «Ουδείς είδε ποτέ τον Θεόν· ο μονογενής Υιός, ο ων εις τον κόλπον του
Πατρός, εκείνος εφανέρωσεν αυτόν».
Ο
Υιός, τη στιγμή που γράφει ο Ιωάννης, έχει αναληφθεί και είναι στον κόλπο του
Πατέρα.
Κολ.α:15 «όστις είναι εικών του Θεού του αοράτου,
πρωτότοκος πάσης κτίσεως».
Εβρ.α:3 «όστις ων
απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού, και βαστάζων τα
πάντα με τον λόγον της δυνάμεως αυτού, αφού δι' εαυτού έκαμε καθαρισμόν των
αμαρτιών ημών, εκάθησεν εν δεξιά της μεγαλωσύνης εν υψηλοίς».
Η λέξη «χαρακτήρ»
σημαίνει αχνάρι, αποτύπωμα. Ο Ιησούς λοιπόν είναι το αχνάρι, το αποτύπωμα η ορατή
εικόνα του αόρατου Θεού.
Ης.θ:6 «Διότι παιδίον εγεννήθη εις ημάς, υιός εδόθη
εις ημάς· και η εξουσία θέλει είσθαι επί τον ώμον αυτού· και το όνομα αυτού
θέλει καλεσθή Θαυμαστός, Σύμβουλος, Θεός ισχυρός, Πατήρ του μέλλοντος αιώνος,
Άρχων ειρήνης».
Το παιδίον που εγεννήθη εις ημάς, είναι ο Ιησούς, ο Γιος
του Θεού. Όμως αυτό το παιδίο, μας λέει ο Ησαΐας, ότι θα ονομαστεί «Αβί αδ» που
σημαίνει ΑΙΩΝΙΟΣ ΠΑΤΕΡΑΣ (η έκφραση «πατήρ του μέλλοντος αιώνος» δεν είναι
ακριβής). Αυτή η θαυμαστή διακήρυξη του Ησαΐα φανερώνει τη θεότητα του Ιησού
Χριστού. Ο Ιησούς είναι ο αιώνιος Πατέρας, δεν λέει ότι το παιδίο θα ονομαστεί
«θεός υιός», αλλά «αιώνιος Πατέρας»!
Αποκ.α:8 «Εγώ είμαι το Α και το Ω, αρχή και τέλος,
λέγει ο Κύριος, ο ων και ο ην και ο ερχόμενος, ο παντοκράτωρ».
Ο Παντοκράτορας που είναι ο Ων ο Ην και ο Ερχόμενος, δεν
είναι άλλος από τον Πατέρα Θεό, είναι Αυτός που κάθεται στο θρόνο (Αποκ.δ:3)
και στον Οποίο δίνουν τη δόξα οι άγιοι (δ:8,11).
Ρωμ.θ:5 «των οποίων είναι οι πατέρες, και εκ των
οποίων εγεννήθη ο Χριστός το κατά σάρκα, ο ων επί πάντων Θεός ευλογητός
εις τους αιώνας· αμήν».
Ο Χριστός το κατά σάρκα που γεννήθηκε από τους πατέρες,
είναι το Αρνίο το εσφαγμένο που βλέπουμε στην Αποκ.ε:9, που όμως όσο αφορά στη
θεότητά Του είναι Ο ΩΝ ΕΠΙ ΠΑΝΤΩΝ ΘΕΟΣ ΕΥΛΟΓΗΤΟΣ!
Αν κάποιος επιμένει να μη θέλει να καταλάβει ποιος είναι
ο «ευλογητός», θα του προτείναμε να διαβάσει το Μάρκ.ιδ:61-62 όπου ρωτά ο
αρχιερέας το Χριστό «Συ είσαι ο Χριστός ο
Υιός του Ευλογητού;» «Ο δε Ιησούς
είπεν· Εγώ είμαι». Αυτός που είναι ο
Υιός του Ευλογητού, είναι ο ίδιος ο Ευλογητός, ο ουράνιος Πατέρας. Μέσα στο
Γιο του Ευλογητού κατοικεί ο ίδιος ο Ευλογητός, ταυτισμένοι απόλυτα όπως είπε:
«Εγώ και ο Πατήρ εν είμεθα»
(Ιωάν.ι:30).
Ιωάν.ε:18 «Διά τούτο λοιπόν μάλλον εζήτουν οι Ιουδαίοι
να θανατώσωσιν αυτόν, διότι ουχί μόνον παρέβαινε το σάββατον, αλλά και Πατέρα
εαυτού έλεγε τον Θεόν, ίσον με τον Θεόν κάμνων εαυτόν».
Στο νου των μονοθεϊστών Εβραίων ερμηνεύτηκε σωστά ότι ο
Χριστός έκανε τον εαυτό Του ίσο με τον Πατέρα Θεό. Δεν συστήθηκε σαν «θεός
υιός», σαν μέρος της θεότητας, σαν δεύτερο πρόσωπο, γιατί οι Ιουδαίοι που δεν
γνώριζαν άλλο Θεό από τον Πατέρα, δεν κατάλαβαν κάτι τέτοιο. Κατάλαβαν ότι τους
έλεγε ότι Αυτός είναι ο Πατέρας!
Ο Ιησούς, τόσο στους μαθητές Του όσο και στα πλήθη που
Τον άκουγαν καθημερινά, αυτή την αλήθεια διακήρυττε.
Οι Εβραίοι ξέρανε τη μεγάλη διακήρυξη του Θεού στο Μωυσή
στην καιόμενη βάτο:
Έξ.γ:14 «Και είπεν ο Θεός προς τον Μωϋσήν, Εγώ είμαι ο
Ων· και είπεν, Ούτω θέλεις ειπεί προς τους υιούς Ισραήλ· Ο Ων με απέστειλε προς
εσάς».
Όμως η Γραφή συνεχόμενα χρησιμοποιεί αυτό το όνομα για
τον Ιησού:
Αποκ.α:8 «Εγώ είμαι το Α και το Ω, αρχή και τέλος,
λέγει ο Κύριος, ο ων και ο ην και ο ερχόμενος, ο παντοκράτωρ».
Αποκ.α:4-5 «Ο Ιωάννης προς τας επτά εκκλησίας τας εν τη
Ασία· χάρις υμίν και ειρήνη από του ο ων και ο ην και ο ερχόμενος· και
από των επτά πνευμάτων, τα οποία είναι ενώπιον του θρόνου αυτού, και από του
Ιησού Χριστού, όστις είναι ο μάρτυς ο πιστός, ο πρωτότοκος εκ των νεκρών και ο
άρχων των βασιλέων της γης. Εις τον αγαπήσαντα ημάς και λούσαντα ημάς από των
αμαρτιών ημών με το αίμα αυτού».
Στην Αποκ.α:4 ο ΩΝ είναι ο Πατέρας, αλλά στο α:8 είναι ο
Γιος. Αυτό γίνεται για να συνειδητοποιήσουμε ότι ο λόγος του Θεού, μιλώντας για
το Χριστό, τον φανερώνει άλλοτε με τη θεϊκή φύση Του και άλλοτε με την
ανθρώπινη. Στο α:8 βλέπουμε τη θεϊκή φύση γιατί λέει ότι Εγώ είμαι ο ων, ενώ στο α:4,5 είναι ο μάρτυς ο πιστός, ο πρωτότοκος εκ των νεκρών.
Όταν ο Θεός είπε στο Μωυσή να πει στους Εβραίους ότι ο
ΩΝ τον απέστειλε, στην κυριολεξία, στα Εβραϊκά, του είπε «Εχγιέ ασέρ Εχγιέ».
Αυτό σημαίνει «Εγώ είμαι Αυτός που Εγώ είμαι».
«Εχγιέ» είναι το πρώτο πρόσωπο του ρήματος «Χαγουά» και
σημαίνει «Εγώ ειμί». Όταν αργότερα οι Εβραίοι ρώτησαν το Μωυσή ποιος τον
έστειλε, αυτός απάντησε: ο «Γιάχβε». Χρησιμοποίησε δηλαδή το τρίτο πρόσωπο του
ίδιου ρήματος και είναι σαν να τους έλεγε «Αυτός που είναι». Αυτό είναι το
κατεξοχήν όνομα του Θεού στην Παλιά Διαθήκη.
Όταν ο Θεός φανερώθηκε εν σαρκί, στο πρόσωπο του
ανθρώπου Ιησού Χριστού, θέλοντας να φανερωθεί στο λαό Του σαν ο Ων, ο «Εχγιέ»,
ο «Εγώ ειμί», ο Θεός του Μωυσή και των πατέρων, δεν σταματούσε να το
διακηρύττει ανοιχτά:
Ιωάννης ς:35
Εγώ ειμί ο άρτος της ζωής
ς:41
Εγώ ειμί ο άρτος ο καταβάς εκ του ουρανού
ς:51
Εγώ ειμί ο άρτος ο ζων
η:12
Εγώ ειμί το φως του κόσμου
η:58
Πριν ο Αβραάμ γενέσθαι Εγώ ειμί
ι:7
Εγώ ειμί η θύρα των προβάτων
ι:9
Εγώ ειμί η θύρα
ι:11
Εγώ ειμί ο ποιμήν ο καλός
ια:25
Εγώ ειμί η ανάστασις και η ζωή
ιδ:
Εγώ ειμί η οδός και η αλήθεια και η ζωή
ιε:1
Εγώ ειμί η άμπελος η αληθινή
Ματθαίος ιη:29
Εγώ ειμί εν μέσω αυτών (Γιάχβε Σάμμα=ο Γιάχβε εκεί)
κη:20 Εγώ μεθ’ υμών ειμί πάσας τας
ημέρας (Εμμανουήλ = ο Θεός μεθ’ ημών.
Αποκάλυψη α:8 Εγώ
ειμί το Α και το Ω
α:17
Εγώ ειμί ο πρώτος και ο έσχατος
β:23
Εγώ ειμί ο ερευνών νεφρούς και καρδίας
κβ:16
Εγώ ειμί η ρίζα και το γένος του Δαυίδ
Όλα αυτά τα ΕΓΩ ΕΙΜΙ του Κυρίου δεν ήταν τυχαία, αλλά
είχαν σκοπό να συνδέσουν το μέγα ΕΓΩ ΕΙΜΙ που είπε ο Κύριος στην καιόμενη βάτο,
φαίνεται από τα παρακάτω εδάφια:
Μάρκ.ιγ:6 «πολλοὶ ἐλεύσονται ἐπὶ τῷ ὀνόματι μου
λέγοντες ὅτι ἐγὼ εἰμι, καὶ πολλοὺς πλανήσουσιν».
Ιωάν.ιη:4-6 «Ἰησοῦς οὖν εἰδὼς πάντα τὰ ἐρχόμενα ἐπ' αὐτὸν
ἐξῆλθεν καὶ λέγει αὐτοῖς· τίνα ζητεῖτε;. ἀπεκρίθησαν αὐτῷ· Ἰησοῦν τὸν Ναζωραῖον.
λέγει αὐτοῖς· ἐγὼ εἰμι. εἱστήκει δὲ καὶ Ἰούδας ὁ παραδιδοὺς αὐτὸν μετ' αὐτῶν.
ὡς οὖν εἶπεν αὐτοῖς· ἐγὼ εἰμι, ἀπῆλθον εἰς τὰ ὀπίσω καὶ ἔπεσαν χαμαί».
Ιωάν.η:24 «εἶπον οὖν ὑμῖν ὅτι ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις
ὑμῶν· ἐὰν γὰρ μὴ πιστεύσητε ὅτι ἐγὼ εἰμι, ἀποθανεῖσθε ἐν ταῖς ἁμαρτίαις ὑμῶν».
Το συμπέρασμα είναι αυτονόητο, ο Ιησούς ταύτιζε τον
εαυτό του με τον Πατέρα Θεό, όπως μας λέει και το παρακάτω εδάφιο:
Εβρ.α:1-2 «Πολυμερῶς
καὶ πολυτρόπως πάλαι ὁ θεὸς λαλήσας τοῖς πατράσιν ἐν τοῖς προφήταις. ἐπ' ἐσχάτου
τῶν ἡμερῶν τούτων ἐλάλησεν ἡμῖν ἐν υἱῷ, ὃν ἔθηκεν κληρονόμον πάντων, δι'
οὗ καὶ ἐποίησεν τοὺς αἰῶνας».
Ο Πατέρας, το μέγα ΕΓΩ ΕΙΜΙ, μας μίλησε ΕΝ ΥΙΩ, μέσα από
το Γιο Του, όπως είπε και ο ίδιος:
Ιωάν.ι:38 «εἰ δὲ ποιῶ κὰν ἐμοὶ μὴ πιστεύητε, τοῖς ἔργοις
πιστεύετε, ἵνα γνῶτε καὶ γινώσκητε ὅτι ἐν ἐμοὶ ὁ πατὴρ καγὼ ἐν τῷ πατρί».
Ιωάν.ιδ:10-11 «οὐ πιστεύεις ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ πατρὶ καὶ ὁ
πατὴρ ἐν ἐμοί ἐστιν; τὰ ῥήματα ἃ ἐγὼ λέγω ὑμῖν ἀπ' ἐμαυτοῦ οὐ λαλῶ, ὁ δὲ
πατὴρ ἐν ἐμοὶ μένων ποιεῖ τὰ ἐργὰ αὐτοῦ. πιστεύετε μοι ὅτι ἐγὼ ἐν τῷ
πατρὶ καὶ ὁ πατὴρ ἐν ἐμοί· εἰ δὲ μὴ, διὰ τὰ ἔργα αὐτὰ πιστεύετε».
Ποιος μπορεί να ανατρέψει αυτές τις μαρτυρίες; Ποιος
μπορεί να πει ότι ο Ιησούς δεν είναι ο Πατέρας;
Έτσι Τον έβλεπαν οι απόστολοι, έτσι Τον βλέπουμε κι
εμείς σήμερα.
Έτσι Τον είδε και ο Θωμάς και γι’ αυτό είπε: «ὁ κύριος μου καὶ ὁ θεός μου»
(Ιωάν.κ:28).
Έτσι Τον γνώριζε ο Παύλος και γι’ αυτό γράφει: «προσδεχόμενοι τὴν μακαρίαν ἐλπίδα καὶ ἐπιφάνειαν
τῆς δόξης τοῦ μεγάλου θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ Ἰησοῦ»
(Τίτ.β:13).
Έτσι Τον γνώρισε και ο Ιωάννης και γι’ αυτό έγραψε: «οἴδαμεν δὲ ὅτι ὁ υἱὸς τοῦ θεοῦ ἥκει
καὶ δέδωκεν ἡμῖν διάνοιαν ἵνα γινώσκομεν τὸν ἀληθινόν, καὶ ἐσμεν ἐν τῷ ἀληθινῷ
ἐν τῷ υἱῷ αὐτοῦ Ἰησοῦ Χριστῷ. οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινὸς θεὸς καὶ ζωὴ αἰώνιος».
Α΄Ιωάν.ε:21 «Τεκνία, φυλάξατε ἑαυτὰ ἀπὸ τῶν εἰδώλων».
Εμείς πιστεύουμε μόνο σε ένα Θεό, Αυτόν λατρεύουμε και
Αυτόν περιμένουμε στο πρόσωπο του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αν κάποιος βλέπει
δύο ή τρεις θεούς, αυτός είναι έξω από την άγια πίστη των πατέρων, τον προφητών
και των αποστόλων, γιατί αυτοί μας δίδαξαν ότι:
«[ἀλλ'] ἡμῖν εἷς
θεὸς ὁ πατὴρ ἐξ οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς εἰς αὐτόν, καὶ εἷς κύριος Ἰησοῦς
Χριστὸς δι' οὗ τὰ πάντα καὶ ἡμεῖς δι' αὐτοῦ» (Α’ Κορ.η:6).
«Ἐν σῶμα καὶ ἐν
πνεῦμα, καθὼς [καὶ] ἐκλήθητε ἐν μίᾳ ἐλπίδι τῆς κλήσεως ὑμῶν· εἷς κύριος, μία
πίστις ἑν βάπτισμα, εἷς θεὸς καὶ πατὴρ πάντων, ὁ ἐπὶ πάντων καὶ διὰ
πάντων καὶ ἐν πᾶσιν» (Εφες.δ:4-6).